AΦΡΙΚΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ: 139-148. Οι Άνθρωποι Dogon & Djenne (Μάλι, Μπουρκίνα Φάσο, Γκάνα)

του Δρ. Δημητρίου Κουτάντου, εκπαιδευτικού στην Αφρική

«Η ΤΕΧΝΗ ΣΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ ΣΑΒΑΝΕΣ. Οι σαβάνες της Δυτικής Αφρικής λειτουργούν παραδοσιακά ως ο συνδετικός κρίκος μεταξύ της Ερήμου Σαχάρας, της Μεσογείου και του Κόλπου της Γουινέας. Το εμπόριο ήκμασε αμφίδρομα και ευνόησε τη δημιουργία βασιλείων και πόλεων-κρατών. Σημαντικές μαρτυρίες παρέχουν τα πήλινα αγάλματα, που χρονολογούνται μεταξύ του 9ου και του 15ου αιώνα. Σε αυτή την περιοχή ζούσαν ομάδες πληθυσμών που μιλούσαν τόσο τη διάλεκτο Mande (συμπεριλαμβανομένων των Bamana) όσο και τη βολταϊκή γλώσσα (π.χ. οι Mossi, Gurma, Bobo, Dogon, Senufo και Lobi). Οι πρώτες δημιούργησαν αυτοκρατορίες μέσα από κατακτήσεις και επηρεάστηκαν έντονα από το Ισλάμ, ενώ οι δεύτερες, με εξαίρεση την Αυτοκρατορία των Mossi, δημιούργησαν ισόνομες πολιτείες» (African Art, 2010, Scala, σελ. 39).


Μετά την Κεντρική Αφρική και τις Ακτές της Δυτικής Αφρικής, το τρίτο μέρος της σειράς για την αφρικανική τέχνη αφορά στους πολιτισμούς και τις εθνοτικές ομάδες στις σαβάνες/ενδοχώρα της Δυτικής Αφρικής. Στον εθνοτικό, πολιτισμικό και γεωγραφικό χάρτη του Μάλι, στα ανατολικά και βορειοανατολικά κυριαρχούν οι άνθρωποι «Mandé» με τις υποομάδες «Malinké», «Soninke», «Sarakole», «Dyula» και «Bambara». Στα ανατολικά ζουν οι άνθρωποι «Songhay», «Bozo» και «Dogon», ενώ οι πρώην νομαδικοί ισλαμικοί λαοί «Fula» κατοικούν διάσπαρτοι σε πολλές περιοχές. Σε όλο το μήκος των άκρων της Σαχάρας σε απομονωμένες οάσεις ζουν οι νομάδες «Βέρβεροι Τουαρέγκ», οι «Maures» ή «Moors» και οι «Βέρβεροι αραβικής καταγωγής».

Οι Άνθρωποι Dogon ζουν σε ένα μεγάλο οροπέδιο από ψαμμίτη ύψους έως και 500 μέτρα και μήκους 150 χιλιόμετρα. Η άρνησή τους επί χίλια χρόνια να ασπαστούν το ισλάμ, τους οδήγησε να κατοικήσουν στα γκρεμνά του υψιπέδου σε συνθήκες ξηρασίας. Οι αρχαιολογικές και οι εθνοαρχαιολογικές μελέτες στην περιοχή είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικές σχετικά με την μακραίωνη ιστορία των οικισμών Dogon και τις συνθήκες του περιβάλλοντος, καθώς και για τις κοινωνικές πρακτικές και τεχνολογίες εδώ και αρκετές χιλιάδες χρόνια. Συχνά είναι δύσκολο να γίνει διάκριση ανάμεσα στις προ-μουσουλμανικές και στις μεταγενέστερες πρακτικές. Όμως η ισλαμική νομοθεσία τους χαρακτήρισε όπως και πολλές άλλες εθνοτικές ομάδες της περιοχής τους Mossi, Gurma, Bobo, Busa και Yoruba, ως μη συμπεριλαμβανόμενους στον κανόνα «dar al- harb», κάτι που οδήγησε σε πολλές επιδρομές εναντίων τους, στη σύλληψη και την πώλησή τους ως σκλάβους στους εμπόρους. Πολλοί αυτόχθονες δολοφονήθηκαν από ισλαμιστές επιδρομείς και πολλές γυναίκες και παιδιά σκλαβώθηκαν. Ωστόσο οι άνθρωποι Dogon εξακολουθούν να ζουν μέσα στον προφορικό τους πολιτισμό. Άλλωστε ήταν από τους τελευταίους ανθρώπους στην Αφρική που έχασαν την ανεξαρτησία τους από τη γαλλική κυριαρχία.

Οι Dogon διατήρησαν ένα μεγάλο μέρος από τις θρησκευτικές τους παραδόσεις, τους χορούς μάσκας, τα ξύλινα γλυπτά και την αρχιτεκτονική τους, και μέσα από αυτά διατήρησαν την ταυτότητα αλλά και την διαιώνιση της ύπαρξής τους. Σύμφωνα με την προφορική παράδοση εγκαταστάθηκαν στην εν λόγω περιοχή μεταξύ του 14ου και του 15ου αιώνα προκειμένου να ξεφύγουν από το βασίλειο Mande. Ο θρύλος λέει ότι ένα φίδι τους οδήγησε στον γκρεμνό στο νότιο άκρο του οροπεδίου όπου συγκίνησαν και μετά σφετερίστηκαν τους ντόπιους πληθυσμούς Tellem και Niongom. Η επιβίωσή τους βασίζεται στη γεωργία. Αν και το νερό είναι σπάνιο, είναι αρκετό για την περιστασιακή άρδευση. Οι κοινωνικές και θρησκευτικές οργανώσεις Dogon συνδέονται στενά με τέσσερις λατρείες που εξηγούν τον πλούτο και την ποικιλομορφία της κουλτούρας και της τέχνης Dogon. Υποδιαιρούνται σε γενεαλογικές οικογένειες, εποπτεύονται από τον πατριάρχη και τον κηδεμόνα του προγονικού ιερού με τη λατρεία των τοτεμικών ζώων (Bedaux, J. B., 2012, Art of the Dogon, Bedaux Art Editions).

Οι Άνθρωποι Dogon, βίντεο διάρκειας 16’ λεπτών: ειδώλια και τελετουργικά αντικείμενα Dogon, μάσκες Dogon περισσότερα από 80 είδη, οι τελετές μνήμης Dama, με μάσκες Kanaga συνοδεύουν τους νεκρούς και αποκαθιστούν την τάξη στο σύμπαν, η ψηλή μάσκα Sirige εμφανίζεται τις ημέρες μετά το θάνατο ενός ενήλικα και ορθώς το μεγάλο ύψος συνδέεται με τις πολλές γενιές μιας οικογένειας

Εβδομήντα έξι (76) τύποι μάσκας Dogon έχουν αναγνωριστεί από τον γάλλο μελετητή Marcel Griaule. Έχουν μεγάλα γεωμετρικά μάτια και στυλιζαρισμένα χαρακτηριστικά. Οι Dogon συνεχίζουν μια αρχαία παράδοση μεταμφίεσης, η οποία μνημονεύει την προέλευση του θανάτου. Σύμφωνα με τους μύθους τους, ο θάνατος ήρθε στον κόσμο ως αποτέλεσμα των παραβάσεων του αρχέγονου ανθρώπου ενάντια στη θεία τάξη. Οι τελετές μνήμης «Dama» γίνονται για να συνοδεύσουν τους νεκρούς στην προγονική σφαίρα και να αποκαταστήσουν την τάξη στο σύμπαν. Η απόδοση των μασκοφόρων που μερικές φορές φτάνουν τους 400, θεωρείται απολύτως απαραίτητη. Οι μάσκες Dogon επίσης επικαλούνται τη μορφή ζώων που συνδέονται με τη μυθολογία τους, όμως το νόημα τους γίνεται κατανοητό μόνο από τα ανώτατα μέλη της λατρευτικής κοινωνίας των οποίων ο ρόλος είναι να εξηγήσουν τη σημασία κάθε μάσκας σε ένα γοητευμένο κοινό. Στη Δύση, η πιο γνωστή από αυτές τις μάσκες είναι η μάσκα «Kanaga», όπου το στυλιζαρισμένο πρόσωπο βρίσκεται κάτω από δύο ζεύγη γεωμετρικών βραχιόνων που κατευθύνονται προς τον ουρανό και τη γη. Η «μάσκα του κροκοδείλου» έχει μακρύ σιαγόνα και θεωρείται ότι τους προστατεύει από τα «Nyagma» ή τα ζωτικά υγρά ενός σκοτωμένου κροκόδειλου. Οι «μάσκες των πουλιών Dpodpomini» αναφέρονται σε ένα πουλί της μυθολογίας Dogon. Η μακρόστενη ψηλή εκτεταμένη μάσκα «Sirige» εμφανίζεται τις ημέρες που ακολουθούν το θάνατο ενός ενήλικα. Ορθώς, το μεγάλο της ύψος συνδέεται με τις πολλές γενιές της οικογένειας του αποθανόντος, βλ. το βίντεο οι Άνθρωποι Dogon.

Ο γενικός χαρακτηρισμός των αγαλμάτων Dogon καθιστά το ανθρώπινο σώμα με απλοποιημένο τρόπο, μειώνοντάς το στα βασικά του στοιχεία. Ορισμένα είναι εξαιρετικά επιμήκη με έμφαση στις γεωμετρικές μορφές. Η υποκειμενική εντύπωση είναι μια ακινησία με μια μυστηριώδη αίσθηση μιας επίσημης βαρύτητας και γαλήνης μεγαλοσύνης, αν και μεταφέρει ταυτόχρονα μια λανθάνουσα κίνηση.  Τα ειδώλια Dogon συνδέονται κυρίως με τη λατρεία των προγόνων. Είναι σκαλισμένα είτε για προσωπική, είτε για οικογενειακή, είτε για δημόσια χρήση. Το στυλ Dogon εξελίχθηκε σε ένα είδος κυβισμού: οβελίσκοι, τετράγωνοι ώμοι, κωνικά άκρα, αιχμηρά στήθη, βραχίονες και μηροί σε ένα παράλληλο επίπεδο. Τα γλυπτά χρησιμεύουν ως φυσικό μέσο μνήμης και ιστορίας που επιβιώνει μέσα από τις μυήσεις. Χρησιμεύουν για να μεταδώσουν την κατανόηση των αρχαίων, την οποία αποκρυπτογραφούν από το άγαλμα σύμφωνα με το επίπεδο γνώσης των ανώτερων της κοινωνίας τους.

Η καλλιτεχνική επιρροή των παραδόσεων των Ανθρώπων Niongom και των Ανθρώπων Tellem είναι εμφανής στο νότιο τμήμα του γκρεμού που κατοικούν οι Dogon, επιμήκη αγάλματα με μύτες τόξα και χέρια κρεμασμένα στα πλάγια. Η μορφή τους ακολουθεί το σχήμα του ξύλου. Τοποθετούνται σε ιερούς βωμούς και μένουν ανέγγιχτα. Οι Tellem εγκαταστάθηκαν στην ίδια περιοχή και σκαλίζουν εδώλια με συμμετρική μετωπική στάση με χέρια υψωμένα. Αυτή η χειρονομία αποτελεί μια έκκληση για βροχή. Οι φιγούρες ραντίζονται τακτικά με αίμα κοτόπουλου και αργότερα θάβονται με τους ιδιοκτήτες τους. Στην ίδια περιοχή οι Dogon σκαλίζουν πολλά εδώλια με διαφορετικά στυλ ανάλογα με τη χρήση τους. Τα ειδώλια στυλ «Kambari» εντοπίζονται στα νότια του βράχου, έχουν στρογγυλές κεφαλές, επίπεδες επιφάνειες στο κεφάλι και χέρια σε στάση προσευχής που καλύπτουν το πρόσωπό, μια χειρονομία που έκανε ο ιερέας «Binu» κατά την τελετή της ορκωμοσίας του. Τα ειδώλια «Komakon» έχουν πιο σηκωμένα χέρια από αυτά των προκατόχων Tellem, εγχαράξεις/scarifications στο πρόσωπο, ορθογώνιο στόμα και σωληνοειδή μάτια. Χρονολογούνται από τον 15ο έως τον 16ο αιώνα. Οι φιγούρες «Bombou-Toro» σχετίζονται με μια περιοχή στο κέντρο του υψιπέδου. Χαραγμένα σε ερμαφρόδιτες μορφές ή σε ζευγάρια απεικονίζουν γεγονότα από τη σύνθετη μυθολογία Dogon. Ξεχωρίζει μια ομάδα είκοσι αγαλματίδιων με τυπικό οριζόντιο πηγούνι του «Master of Ogol». Το στυλ «Wakara» προέρχεται από το βόρειο άκρο του υψιπέδου. Τα αγαλματίδια παρουσιάζουν τυπικά επιμήκη χαρακτηριστικά, διασταυρωμένες εγχαράξεις στο σώμα, γωνιακά χαρακτηριστικά και κορωνίδα.

Στη βορειανατολική πλευρά του οροπεδίου το στυλ «Tintam» περιλαμβάνει στοιχεία που επηρεάζονται από το στυλ Djennenke στυλ, βλ. τους Ανθρώπους Djenne, με φυσιοκρατικά χαρακτηριστικά, τυπική κόμμωση χωρισμένη σε τρία μέρη προς τα μπροστά, και ένα αποτροπαικό ισλαμικό κολιέ «Korte». Όλα τείνουν να απεικονίζουν ανθρώπους σε καθημερινές δραστηριότητες, για παράδειγμα, ειδώλια μητρότητας, φιγούρες που μεταφέρουν δοχεία με νερό ή θεραπευτικά δοχεία, αρσενικές φιγούρες με ανυψωμένους βραχίονες και ιππικά εδώλια. Το στυλ «Nduleri» προέκυψε στα δυτικά του οροπεδίου. Χρονολογούνται ανάμεσα στον 16ο και 20ό αιώνα αλλά τα πιο εξελιγμένα σκαλίστηκαν κατά τον 18ο αιώνα. Το ύφος είναι υβριδικό με τα στρογγυλεμένα χαρακτηριστικά του βορρά και τα γεωμετρικά του νότου. Οι φιγούρες έχουν επιμήκη φυσιοκρατικά χαρακτηριστικά σε όρθια στάση ιππασίας. Οι ιππότες είναι υπολείμματα του γεγονότος ότι, σύμφωνα με το μύθο τους, το άλογο ήταν το πρώτο ζώο που ήταν παρόν στη γη. Στα δυτικά του βράχου οι Dogon αναμείχθηκαν με τους πληθυσμούς Bambara και Bobo, και ως αποτέλεσμα εξελίχθηκαν δύο στυλ ειδώλιων. Το στυλ «Tomo-ka» συνδέεται με την πεδιάδα του ποταμού Seno, έχει γωνιακό στυλ και τυπικά ημικυκλικά αυτιά διάτρητα με μεταλλικά δαχτυλίδια. Ο δεύτερος τύπος «Kibsi» περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην πεδιάδα Yatenga Plain στη Μπουρκίνα Φάσο, και περιλαμβάνει γλυπτά που χαρακτηρίζονται από μια κόκκινη πατίνα και γεωμετρικά χαρακτηριστικά. Ιστορικά, η ίδρυση ενός χωριού ήταν αφιερωμένη στις τελετές με επικεφαλής τον «Hogon» και περιλάμβανε ανθρώπινη θυσία. Άλλα τεχνουργήματα Dogon περιλαμβάνουν σκαλισμένα ζώα όπως σκύλους, στρουθοκαμήλους, σκαλισμένες πόρτες σιταποθηκών και σκαμνιά διακοσμημένα με φιγούρες και σύμβολα. Οι σιδηρουργοί Dogon σφυρηλατούν σιδερένια αντικείμενα με τη μορφή μικρών φιγούρων με ανυψωμένους βραχίονες που χρησιμοποιούνται ως μέρος των τελετών της βροχής, και χάλκινα δαχτυλίδια διακοσμημένα με σύμβολα της ζωής και κολιέ σιδήρου που φορούν οι ιερείς «Binu», βλ. το βίντεο οι Άνθρωποι Dogon.

Πρόσφατα, ένας μεγάλος αριθμός από λεηλατημένες τερακότες της αυτοκρατορίας του Μάλι εμφανίστηκαν στη δυτική αγορά. Οι λαθρανασκαφές των αρχαιολογικών χώρων καταστρέφουν τις ιστορικές πληροφορίες για αυτά τα τεχνουργήματα τα οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το περιβάλλον τους. Οι επίσημες ανασκαφές όσο και η λεηλασία των αρχαιολογικών χώρων κατά μήκος του ποταμού Νίγηρα αποκαλούσαν πρόσφατα την ύπαρξη διαφόρων πολιτισμών των Ανθρώπων Tenenku, Bura, Inland Niger Delta και Koma. Η γνώση μας γι’ αυτούς τους πολιτισμούς βασίζεται αποκλειστικά στην καλλιτεχνική τους παραγωγή. Ένας σημαντικός αριθμός από τερακότες, χάλκινα κοσμήματα και λίγα σπάνια χάλκινα στοιχεία εμφανίστηκαν στη Γαλλία και το Βέλγιο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970, τα οποία το πιθανότερο λεηλατήθηκαν από τους αρχαιολογικούς χώρους. Δύο μεγάλα στυλ τέχνης τερακότα αποδίδονται στην αυτοκρατορία του Μάλι, το πρώτο είναι το λεγόμενο στυλ των Ανθρώπων Djenne, από τον αρχαιολογικό χώρο Djenne-Djenno και περιλαμβάνει φιγούρες που χρονολογούνται από τον 12ο έως τον 15ο αιώνα, τα οποία όλα έχουν φυσιοκρατικά στρογγυλεμένα χαρακτηριστικά και εγχαράξεις στο πρόσωπο. Το δεύτερο στυλ των Ανθρώπων Bankoni επικεντρώνεται γύρω από τη σύγχρονη πόλη Bamako και χαρακτηρίζεται κυρίως από φιγούρες με επιμήκη χαρακτηριστικά που χρονολογούνται και πάλι από τον 12ο έως τον 15ο αιώνα, βλ. το επόμενο βίντεο οι Άνθρωποι Djenne.

Οι Άνθρωποι Djenne, βίντεο διάρκειας 9’ λεπτών: υποσαχάριες εμπορικές διαδρομές, το Μεγάλο Τζαμί του Djenné (1907) Τερακότα Djenne ιταλική terracotta < λατινική terra cotta < ψημένη γη, ψημένος πηλός, οι Άνθρωποι Bankoni, Tenenku, Bura και Koma. Η περιοχή κατοικείται από το 250 π.Χ. και η Τζενέ είναι μια από τις παλαιότερες πόλεις στην υποσαχάρια Αφρική. Λόγω της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής της, η Τζενέ αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO από το 1988

Πρόσφατα μεταξύ των αρχαιολογικών χώρων εντοπίστηκαν ορισμένοι δορυφορικοί πολιτισμοί της αυτοκρατορίας του Μάλι, διάσπαρτοι κατά μήκος του βόρειου τμήματος του ποταμού Νίγηρα. Μια τέτοια δορυφορική κουλτούρα αναφέρεται στους Ανθρώπους Inland Niger Delta/ στην Ενδοχώρα του Δέλτα του Νίγηρα, και χρονολογείται από τον 12ο έως τον 15ο αιώνα. Οι φιγούρες τους εμφανίζουν στρογγυλεμένα χαρακτηριστικά παρόμοια με το στυλ των Djenne, αλλά στερούνται τις εγχαράξεις προσώπου και βολβοειδή μάτια. Μια ομάδα δέκα φιγούρων, όλες καθισμένες στην ίδια θέση ανακαλύφθηκαν στα βόρεια της περιοχής και χρονολογούνται από τον 12ο έως τον 14ο αιώνα. Πιστεύεται ότι έχουν κατασκευαστεί για μια θεότητα ή για μια αίθουσα συσκέψεων. Μια δεύτερη δορυφορική κουλτούρα, που χρονολογείται από το 13ο έως το ο 16ος αιώνα είναι αυτή των Ανθρώπων Tenenku, στην ομώνυμη περιοχή και συνδέεται με την παραγωγή τερακότα σκυλιών και ανθρώπων με τυπική επιμήκυνση στα πρόσωπα που τα κάνει να μοιάζουν με ζώα.

Ο όγκος των ειδώλιων στην περιοχή του αυτοκρατορικού Μαλί είναι τεράστιος. Τα αγάλματα Djenne και Bankoni μοιράζονται παρόμοια θέματα, γονατιστές και καθιστές φιγούρες, ιππείς με μεγάλες σειρές όπλων, φιγούρες που ασχολούνται με καθημερινές δραστηριότητες και αγαλματίδια μητρότητας. Ωστόσο, μερικά θέματα είναι αποκλειστικά το στυλ Djenne, για παράδειγμα φιγούρες που καλύπτονται με εξανθήματα που συμβολίζουν την κακή υγεία. Οι φιγούρες Bankoni συχνά ασχολούνται με καθημερινές δραστηριότητες ανθρώπους που μεταφέρουν δοχεία ή παίζουν τύμπανα. Η λειτουργία αυτών των φιγούρων από τερακότα είναι ασαφής. Ορισμένες καλύπτονται με μια κόκκινη ολίσθηση, ένα χρώμα που συνδέεται με το θάνατο, παραδοσιακά ένα πτώμα καλύπτεται με μια κόκκινη χρωστική ουσία πριν από την ταφή. Άλλες φιγούρες είναι πολύχρωμες και δείχνουν ίχνη φθοράς που υποδηλώνουν επαναλαμβανομένη τελετουργική χρήση. Ένα άγαλμα βρέθηκε στον τοίχο ενός σπιτιού, που υποδηλώνει λειτουργία θεμελίωσης. Οι ανθρώπινες θυσίες που αναλήφθηκαν κατά τη διάρκεια των τελετών ίδρυσης αναφέρονται στην προφορική ιστορία του λαού Djenne και πιστεύεται ότι σε ορισμένες περιπτώσεις τα στοιχεία τερακότα αντικαθιστούσαν τους ανθρώπους σε αυτές τις τελετές. Σπάνιες πλάκες από τερακότα που πιθανότατα έγιναν διακοσμήσεις τοίχων. Μεγάλα πήλινα δοχεία, πιθάρια, βρέθηκαν στην περιοχή Djenne με φυσικά γεωμετρικά μοτίβα, καλυμμένα με μια κόκκινη ολίσθηση που υποδηλώνει κληρονομικό σκοπό, αλλά και μικρά δοχεία και χάλκινα μενταγιόν. Η παραγωγή ειδώλιων τερακότας δεν ήταν αποκλειστική στην αυτοκρατορία Μαλί. Πρόσφατες ανασκαφές κατά μήκος του ποταμού Νίγηρα αποκάλυψαν μια πληθώρα αγαλμάτων που μαρτυρούν τους πολυάριθμους πολιτισμούς που άκμασαν εδώ.

Οι ξύλινες φιγούρες που συνδέονται με την αυτοκρατορία του Μάλι είναι εξαιρετικά σπάνιες και έχουν ομαδοποιηθεί με το όνομα των Ανθρώπων Djennenke. Βρέθηκαν σε σπηλιές στην ανατολική πλευρά του οροπεδίου Dogon και θεωρούνται προϊόντα των μεταναστών της αυτοκρατορίας του Μαλί. Αυτοί έφυγαν όταν ο βασιλιάς των Songay, Soni Ali, εισέβαλε το 1468. Το ύψος τους κυμαίνεται από 30 έως 200 εκατοστά και συχνά καλύπτονται με μαύρη ή παχιά πατίνα. Τα αρσενικά, θηλυκά και ερμαφρόδιτα πρόσωπα βρίσκονται συχνά σε ιερατικές στάσεις. Το κεραμικό στυλ των Ανθρώπων Bura χαρακτηρίζεται από φιγούρες με πεπλατυσμένα κεφάλια και τυπικές εγχαράξεις κοντά στην περιοχή Nyamey. Ήρθαν στο φως κατά τις επίσημες ανασκαφές που αποκάλυψαν μια νεκρόπολη που χρονολογείται από τον 14ο έως τον 16ο αιώνα. Τα σώματα ήταν θαμμένα σε ψηλές κωνικές φιάλες από τερακότα που μερικές φορές τελειώνουν σε κάποια μορφή. Αυτά τα στοιχεία παρουσιάζουν σημαντικές στιλιστικές διακυμάνσεις, αλλά γενικά, έχουν ένα πεπλατυσμένο πρόσωπο, στυλιζαρισμένα χαρακτηριστικά και συνολικά τυπικά εγχάρακτες γραμμές. Επίσης βρέθηκαν σπάνιες φιγούρες ιππασίας.

Ο αρχαιολογικός χώρος των Ανθρώπων Koma στη βόρεια Γκάνα ανακαλύφθηκε το 1985. Αρχαιολόγοι αλλά και παράνομες ανασκαφές αποκάλυψαν πολυάριθμους κυκλικούς θόλους που χρονολογούνται το 16ο αιώνα. Μέσα σε κάθε τύμβο βρέθηκαν μεταλλικά αντικείμενα, δοχεία από τερακότα και φιγούρες, όσο και ανθρώπινα οστά. Οι ζωόμορφες και οι ανθρωπόμορφες τερακότα κυμαίνονται σε ύψος από 5 έως 40 εκατοστά και δείχνουν ένα εξαιρετικά πρωτότυπο στυλ με παραμορφωμένα χαρακτηριστικά και μεγάλα ανοικτά στόμια. Θεωρείται ότι τα ειδώλια Janus, οι χελώνες, οι κροκόδειλοι και άλλα ζώα, είναι τοτεμικά εμβλήματα. Σήμερα η ολόκληρη η περιοχή Djenné-Djenno είναι μνημείο της παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, και θεωρείται ένα από τα παλαιότερα αστικοποιημένα κέντρα και ο πιο γνωστός χώρος αρχαιολογίας στην υποσαχάρια Αφρική. Με τη βοήθεια των αρχαιολογικών ανασκαφών έγινε γνωστό ότι ο τόπος έχει κατοικηθεί ακόμη πιο πριν από ότι είδαμε μέχρι τώρα, από το 250 π.Χ. έως το 900 μ.Χ. Η πόλη πιστεύεται ότι εγκαταλείφθηκε και μετακινήθηκε όπου η σημερινή πόλη εξαιτίας της εξάπλωσης του Ισλάμ και του κτιρίου του «Μεγάλου Τζαμιού του Djenné». Έτσι ενώ πιστευόταν ότι δεν υπήρχαν προηγμένα δίκτυα εμπορίου και πολύπλοκες κοινωνίες στην περιοχή μέχρι την άφιξη των εμπόρων από τη Νοτιοδυτική Ασία, οι τοποθεσίες όπως η Djenné-Djenno το διαψεύδουν, καθώς μας αποκαλύπτουν ότι αυτές οι παραδόσεις της Δυτικής Αφρικής ήκμασαν πολύ καιρό πριν.

Επόμενη δημοσίευση: 149-154. Οι Άνθρωποι Bambara & Senufo (Ακτή Ελεφαντοστού, Γουινέα, Μπουρκίνα Φάσο, Μαλί, Σενεγάλη)