Κοινωνική επανένταξη, υποστήριξη Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες Α΄ μέρος

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΑΝΕΝΤΑΞΗ, ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ, Α ΜΕΡΟΣ

Ψαθάς Δημήτρης, Παιδαγωγός MSc

Τα τελευταία χρόνια, έχει τεθεί εντόνως το πρόβλημα των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (ΑΜΕΑ). Ένα στα είκοσι άτομα έχει κάποια αναπηρία. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των ατόμων ζουν σε μια αναπτυσσόμενη χώρα και πολλές φορές συγκαταλέγονται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Η φτώχεια και η αναπηρία εμφανίζονται να είναι άμεσα  συνδεδεμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες.

ΑΤΟΜΟ ΜΕ ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ

Τα τελευταία χρόνια, έχει τεθεί εντόνως το πρόβλημα των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες (ΑΜΕΑ). Ένα στα είκοσι άτομα έχει κάποια αναπηρία. Το μεγαλύτερο ποσοστό αυτών των ατόμων ζουν σε μια αναπτυσσόμενη χώρα και πολλές φορές συγκαταλέγονται στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Η φτώχεια και η αναπηρία εμφανίζονται να είναι άμεσα συνδεδεμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Οι φτωχοί άνθρωποι και εκείνοι που έχουν ειδικές ανάγκες, βρίσκονται σε έναν φαύλο κύκλο. Η αναπηρία αυξάνει την φτώχεια, ενώ οι άνθρωποι που ζουν σε συνθήκες φτώχειας βρίσκονται μόνιμα στον κίνδυνο να αποκτήσουν αναπηρίες λόγω υποσιτισμού, άθλιας στέγασης, έλλειψης επαγγελμάτων και βίαιων συνθηκών.
Από την άλλη πλευρά, οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες λόγω της δύσκολης πρόσβασης σε εργασία, στερούνται το απαραίτητο εισόδημα για την κάλυψη των βασικών αναγκών τους. Το μέσο εισόδημα μιας οικογένειας της οποίας ο επικεφαλής έχει κάποια αναπηρία φαίνεται να είναι σημαντικά χαμηλό και αυτό οφείλεται στην αδυναμία εύρεσης εργασίας. Συγκεκριμένα, στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι οι αποδοχές μειώνονται ανάλογα με τη σοβαρότητα της αναπηρίας.

Τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες (ΑΜΕΑ) τείνουν να τείθονται στο περιθώριο και να αντιμετωπίζονται με προκατάληψη από όλο το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο.
Συναντούν φραγμούς σε όλες τις δραστηριότητες της ζωής (εκπαίδευση, απασχόληση και προσβασιμότητα), τις οποίες όλοι οι υπόλοιποι θεωρούν φυσιολογικές και δεδομένες. Άμεσο αποτέλεσμα όλων αυτών, είναι παρεμποδίζεται η ενεργός συμμετοχή τους σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας και να καθίστανται πολύ πιο τρωτοί στον κοινωνικό αποκλεισμό από τους υπόλοιπους πολίτες χωρίς ειδικές ανάγκες.
Μια κοινωνία για να αναπτυχθεί κοινωνικά και οικονομικά χρειάζεται την δυναμική συμμετοχή όλων ανεξαιρέτως των πολιτών της. Γι΄ αυτό τα Άτομα με Ειδικές Ανάγκες (ΑΜΕΑ), δεν πρέπει να εκλείπουν από αυτή την προσπάθεια καθώς η συμμετοχή του μεγάλου αυτού ποσοστού του πληθυσμού της χώρας είναι απαραίτητη στην παραγωγική, κοινωνική και οικονομική ζωή.

Καταλήγουμε στο συμπέρασμα λοιπόν, ότι ουσιαστικά η αναπηρία δημιουργείται από την ίδια την κοινωνία, όταν αυτή μη έχοντας την κατάλληλη υποδομή δεν δίνει την απαραίτητη προσοχή σε μια μειονεξία ή ατέλεια ενός ανθρώπου, διαγράφοντας όλες τις άλλες πλευρές του.

Επομένως, η λύση βρίσκεται στην αλλαγή του αφιλόξενου, εχθρικού, και απρόσβατου περιβάλλοντος του Ατόμου με Ειδικές Ανάγκες. Και για να επιτευχθεί αυτό δεν απαιτείται μεγάλη οικονομική προσπάθεια, αλλά ευαισθησία και συνειδητοποίηση της ευθύνης που έχουμε όλοι απέναντι σε αυτούς τους συνανθρώπους μας.

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ – ΟΡΟΙ

1. Ας αρχίσουμε με τον έννοια του όρου «Άτομα με Ειδικές Ανάγκες».
Σε πρώτη φάση, δεν θα καταπιαστούμε με επιστημονικούς ορισμούς, που πολλές φορές είναι δυσνόητες.

Α.   Με λίγα λόγια, θα λέγαμε ότι «Άτομο με Ειδικές Ανάγκες»είναι αυτός που δυσκολεύεται ή αδυνατεί να απολαύσει όσα η κοινωνία μας προσφέρει και ταυτόχρονα δεν μπορεί και ο ίδιος να προσφέρει όσα θα ήθελε στην κοινωνία και στον εαυτό του. Οι αιτίες για τις παραπάνω δυσκολίες είναι οι διαφορές, που έχουν αυτά τα άτομα σε σχέση με τα συνηθισμένα άτομα. Γιατί όμως αυτές οι διαφορές εμφανίζονται σαν μειονεξίες ή ειδικές ανάγκες;

Από τα παρακάτω θα μπορέσουμε εύκολα να συμπεράνουμε ότι ο όρος «Άτομα με Ειδικές Ανάγκες» είναι έννοια σχετική και αφορά περισσότερο το κοινωνικό περιβάλλον και το πως αυτό αντιμετωπίζει και συμπεριφέρεται σε κάθε ξεχωριστό μέλος της, παρά το άτομο με ιδιαιτερότητες καθ’ αυτό.
Αν ένας από μας λοιπόν έχει μυωπία, σαφώς διαφέρει από τον πολύ κόσμο. Αυτή η διαφορά είναι ταυτόχρονα και ειδική ανάγκη μέχρι να επέμβει η επιστήμη με τους κατάλληλους φακούς ή τις νέες τεχνικές λέιζερ που χρησιμοποιούνται σήμερα όλο και περισσότερο.

Ένας βαρήκοος, με την ιδιαιτερότητά του είναι ΑΜΕΑ μέχρι να φορέσει ακουστικά.
Ένας, σε όλα συνηθισμένος άνθρωπος, ο οποίος βρίσκεται σε μια χώρα του εξωτερικού της οποίας δε γνωρίζει τη γλώσσα, μέχρι να βρει διερμηνέα ή να μάθει την ξένη γλώσσα, είναι επικοινωνιακά ΑΜΕΑ.
Ένα άτομο με κινητικές δυσκολίες, παρ”” όλη την ιδιαιτερότητά του, είναι Άτομο χωρίς Ειδικές Ανάγκες, αν του εξασφαλιστεί η πρόσβαση στους χώρους και τα μέσα, που είναι βατά για όλους τους άλλους (πεζοδρόμια, είσοδοι και έξοδοι οικημάτων και διαφόρων άλλων κτιρίων, διασκευασμένα Ι.Χ. και λεωφορεία, ειδικοί τηλεφωνικοί θάλαμοι, κλπ)

Ένας κωφός δεν είναι ανάμεσα σε ανθρώπους, που γνωρίζουν έστω και στοιχειωδώς τη νοηματική γλώσσα.
Τέλος, ακόμα και ένα νοητικά στερημένο άτομο θα έχει πολύ λιγότερες ειδικές ανάγκες σε ένα προστατευμένο και φιλικό περιβάλλον, όπου θα καλύπτονται οι ανάγκες του και θα του προσφέρονται τα κατάλληλα μέσα για την σωστή και εναρμονισμένη διαβίωσή του.

Όλοι μας λοιπόν είμαστε, κατά κάποιο τρόπο, ή μπορεί να γίνουμε άτομα με ειδικές ανάγκες, καθώς και τα ΑΜΕΑ είναι δυνατόν, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, να πάψουν να έχουν ειδικές ανάγκες.

Αν κατανοήσουμε λοιπόν όλοι μας την έννοια αυτή, των ΑΜΕΑ και γενικότερα των χαρακτηριστικών τους, σίγουρα θα μπορέσουμε να κάνουμε πολλά πράγματα που θα οδηγήσουν στην πλήρη και ισότιμη ενσωμάτωση των ατόμων με ειδικές ανάγκες στην κοινωνία.

Β.   Ένας άλλος ορισμός είναι ο ακόλουθος: «Άτομα με Ειδικές Ανάγκες» είναι τα άτομα που παρουσιάζουν κάποιες ανικανότητες ή αδυναμίες λόγω φυσικής, ψυχικής ή νοητικής ανεπάρκειας, οι οποίες μέσω του περιβάλλοντος εμφανίζονται ως αναπηρίες και μπορούμε να τα κατηγοριοποιήσουμε ως εξής:

Άτομα με μόνιμη ανικανότητα: τα οποία είναι οι κινητικοί ανάπηροι, οι τυφλοί και γενικά οι αμβλύωπες, οι κωφοί, όσοι έχουν δυσκολία στην αντίληψη, την επικοινωνία και την προσαρμογή και τα άτομα που πάσχουν από διάφορες ασθένειες όπως αρτηριοσκλήρυνση, επιληψία, ανεπάρκεια νεφρού, ρευματικές παθήσεις, καρδιοπάθειες κλπ.

Άτομα με παροδική ανικανότητα: τα οποία μπορεί να είναι τραυματίες, παροδικά ασθενείς κλπ.
Εμποδιζόμενα άτομα: είναι τα άτομα με ειδικές ανάγκες, αλλά και τα άτομα με μειωμένες ικανότητες, δηλαδή τα άτομα της τρίτης και τέταρτης ηλικίας, οι έγκυες, τα προεφηβικά άτομα, τα άτομα με ασυνήθεις σωματικές διαστάσεις, οι εθισμένοι σε βλαβερές ουσίες, όσοι χρησιμοποιούν ή οδηγούν οποιουδήποτε τύπου αμαξίδιο, όσοι μεταφέρουν βάρη κλπ.

Γ.   Άτομο με ειδικές ανάγκες ή μειονεκτικό άτομο είναι αυτό που υποφέρει από οποιαδήποτε συνεχιζόμενη ανικανότητα του σώματος, του πνεύματος ή της προσωπικότητας.
Οι διαταραχές που προσδιορίζουν τα άτομα με ειδικές ανάγκες, υπάγονται σε δώδεκα κατηγορίες:
1. Διαταραχές ομιλίας
2. Δυσκολίες μάθησης (δυσλεξία, δυσαριθμησία, δυσαναγνωσία…)
3. Ελαφριά ή μέση νοητική καθυστέρηση
4. Βαριά νοητική υστέρηση
5. Σοβαρές σύνθετες γνωστικές, συναισθηματικές, ψυχικές και κοινωνικές
διαταραχές (Αυτισμός, σύνδρομο Down κ.α.)
6. Διάφορα οργανικά νοσήματα (μεσογειακή αναιμία, νεφρική ανεπάρκεια…)
7. Σοβαρή απώλεια ακοής
8. Πολλαπλές μειονεξίες
9. Nευρολογικές ή Ορθοπεδικές βλάβες(σοβαρά κινητικά προβλήματα, πολλαπλές αναπηρίες, σπαστικότητα, παραπληγία…)
10. Κώφωση
11. Ελλιπής όραση
12. Τύφλωση.

Δ.   Με τον όρο αυτό, που έχει καθιερωθεί στη χώρα μας αντί των όρων των αντίστοιχων προς τις ξενόγλωσσες εκφράσεις disabled people ή person with a disability, χαρακτηρίζονται τα πρόσωπα με οποιασδήποτε σοβαρότητας μειονεξίες που οφείλονται σε σωματικές, διανοητικές ή ψυχικές βλάβες (HELIOS) ή κατά μεταγενέστερη διατύπωση (HELIOS II) τα πρόσωπα με σοβαρές ανεπάρκειες, ανικανότητες ή μειονεξίες που οφείλονται σε σωματικές βλάβες, συμπεριλαμβανομένων των αισθητηριακών βλαβών, είτε νοητικές ή ψυχολογικές, οι οποίες περιορίζουν ή καθιστούν αδύνατη την εκτέλεση δραστηριότητας ή λειτουργίας που θεωρείται φυσιολογική για έναν άνθρωπο.

Ως μειονεξία δε έχει οριστεί: η εκ γενετής ή επιγενόμενη ελάττωση των φυσικών ή πνευματικών ικανοτήτων, η οποία επηρεάζει τις τρέχουσες δραστηριότητες και την εργασία ενός προσώπου κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να μειώνεται η συμμετοχή του στην κοινωνική ζωή, στην επαγγελματική του απασχόληση, στην ικανότητά του να χρησιμοποιεί τις κοινωφελείς υπηρεσίες.

Προοδευτικά, όμως, το περιεχόμενο του όρου διευρύνεται και σήμερα στον ευρύτερο εννοιολογικό χώρο περιλαμβάνονται εκτός των ΑΜΕΑ και ορισμένες μειονεκτούσες ομάδες όπως: οι διακινούμενοι εργαζόμενοι, οι μαζικώς μετακινούμενοι πληθυσμοί και άλλες κατηγορίες, όπως, π.χ., τα πρόσωπα που αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα (φτωχοί, αλλοδαποί κ.ά.), τα κακοποιημένα παιδιά, οι έγκλειστοι σε σωφρονιστικά καταστήματα, καθώς και άλλες κατηγορίες προσώπων με ιδιαίτερες ανάγκες.

Σύμφωνα μάλιστα με τον Ευρωπαϊκό Οδηγό Ορθής Πρακτικής:
α) σήμερα έχει γίνει κοινή συνείδηση ότι ο όρος ειδικές ανάγκες αναφέρεται σε ένα πολύπλοκο σύστημα κοινωνικών περιορισμών,
β) η έλλειψη ισότητας ευκαιριών μπορεί να οφείλεται σε πολλές αιτίες που επηρεάζουν το ένα δέκατο των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οπότε
γ) είναι απαράδεκτο να οικοδομείται η κοινωνία χωρίς να λαμβάνεται μέριμνα για τις ανάγκες και τα δικαιώματα μιας τόσο μεγάλης μερίδας πληθυσμού.

2. Ποσοστό των ΑΜΕΑ

Ο ποσοτικός προσδιορισμός του πληθυσμού των ΑΜΕΑ στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζει δυσκολίες.
Σύμφωνα με μελέτη της Eurostat (Στατιστική Υπηρεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης) το ποσοστό των ατόμων με αναπηρία στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε σύγκριση με το σύνολο του πληθυσμού είναι περίπου 12%, με διαφορές μεταξύ των κρατών – μελών, από 9,3% στην Ελλάδα μέχρι 15,3% στην Ισπανία.
Για την Ελλάδα, επίσημα στοιχεία για τα ΑΜΕΑ προέρχονται από δύο κυρίως πηγές :
Στην Απογραφή Πληθυσμού του 1991 που διενήργησε η ΕΣΥΕ καταγράφηκαν συνολικά 267.003 ΑΜΕΑ, οι μισοί περίπου από τους οποίους είναι χρόνια πάσχοντες (π.χ. καρδιοπαθείς, νεφροπαθείς, καρκινοπαθείς, κλπ.). Το 87% των ΑμεΑ που καταγράφηκαν διαβιούν σε νοικοκυριά, ενώ το υπόλοιπο 13% διαβιεί σε συλλογικές κατοικίες (π.χ. κέντρα ημερήσιας φροντίδας, νοσοκομεία, κλπ.).
Στο πλαίσιο της Έρευνας Εργατικού Δυναμικού, το β’ τρίμηνο του 2002, το ποσοστό του πληθυσμού της χώρας που έχει κάποια αναπηρία ή αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα υγείας αγγίζει το 18,2%, ενώ περισσότερα από τα μισά άτομα βρίσκονται σε ηλικίες άνω των 65 ετών.

3. Οι δυσκολίες των ΑΜΕΑ
Η αυτόνομη διακίνηση και διαβίωση των ατόμων με ειδικές ανάγκες εμποδίζεται από την δυσκολία που έχουν στην κίνηση, στην προσέγγιση, στην αντίληψη, στην επικοινωνία και την προσαρμογή, στην ακοή και στην όραση.
Παρ’ όλα αυτά προσπαθούν να ξεπεράσουν την φυσική τους ανεπάρκεια με βοηθητικά μέσα, όπως μπαστούνια, περπατίστρες, αναπηρικά αμαξίδια και άλλα μέσα και το επιτυγχάνουν όταν δεν εμποδίζονται από σκαλοπάτια ή δάπεδα με απότομες κλίσεις, από στενούς χώρους και άλλα τέτοια σημεία που συναντάμε καθημερινά γύρω μας. Ενώ αντίθετα, διευκολύνονται με την ύπαρξη δαπέδων απαλών κλίσεων και χωρίς σκαλοπάτια, την χρησιμοποίηση διαφόρων μηχανικών μέσων για την κάλυψη υψομετρικών διαφορών, την κατάλληλη και ευκολονόητη σήμανση, των εύκολων και προσιτών μηχανισμών χειρισμού και τέλος, με την ύπαρξη ακίνδυνων χώρων όπου θα μπορούν να κινηθούν με άνεση και ευκολία.
Άτομα με δυσκολία στην όραση
Αυτά τα άτομα βλέπουν λίγο ή καθόλου. Για την αυτόνομη μετακίνησή τους κάνουν χρήση μπαστουνιού ή ειδικά εκπαιδευμένων σκύλων. Αναγνωρίζουν τον χώρο με τα άκρα και την ακοή και διευκολύνονται από κατευθυντήριους οδηγούς στο δάπεδο, διαφορετικής υφής και έντονης χρωματικής αντίθεσης από τα υπόλοιπα στοιχεία, ειδικούς χειρολισθήρες με αρχή και τέλος, πινακίδες με το σύστημα BRAILLE σε κατάλληλο ύψος τοποθετημένες, δάπεδα μη ηχοαπορροφητικά για να αναγνωρίζουν τους άλλους από τον βηματισμό τους, ευκρινή ηχητική σήμανση και χώρους που να μην δημιουργούν αντήχηση. Ο θόρυβος είναι η ομίχλη για τους τυφλούς. Επειδή τα άτομα αυτά δεν βλέπουν, οι χώροι στους οποίους κινούνται θα πρέπει να είναι ελεύθεροι εμποδίων και να μην κρύβουν παγίδες.
Άτομα με δυσκολία στην ακοή
Η διακίνηση των ατόμων αυτών διευκολύνεται με την ύπαρξη έντονης και ευκρινούς σήμανσης. Ο άπλετος φωτισμός των χώρων εξασφαλίζει την καλή επικοινωνία των ατόμων με προβλήματα στην ακοή, δεδομένου ότι τους επιτρέπει να διαβάζουν τα χείλη του ομιλητού ή να επικοινωνούν με τη νοηματική γλώσσα (γλώσσα των χεριών).
Άτομα με δυσκολία στην αντίληψη και την επικοινωνία
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν τα άτομα με μόνιμα μειωμένη αντίληψη, όπως τα άτομα με διάφορες ψυχικές ή οργανικές παθήσεις και τα άτομα με παροδικά μειωμένη αντίληψη, όπως οι ηλικιωμένοι, τα παιδιά, οι αφηρημένοι, οι μεθυσμένοι, οι ναρκομανείς, οι κουρασμένοι και άλλα. Τα άτομα αυτά έχουν περιορισμένη επαφή με το περιβάλλον και τα γύρω αντικείμενα, αδυνατούν να δράσουν αυτόνομα ή και ακόμα να αντιδράσουν στα εμπόδια ή τους κινδύνους.
Η απλοποίηση των χώρων διακίνησης, η χρήση σημάνσεων με ενδείξεις με χρωματικές αντιθέσεις, τα έντονα ηχητικά σήματα βελτιώνουν την σχέση των ατόμων αυτών με το περιβάλλον.
Άτομα με δυσκολία στην κίνηση
Δυσκολία στην κίνηση έχουν τα άτομα με αδύνατα ή παράλυτα μέλη, με δυσκαμψία ή σχετική έλλειψη μέλους ή όλων των μελών του σώματός τους.
Επιπλέον τέτοια άτομα είναι οι ηλικιωμένοι, τα άτομα με καρδιοαναπνευστικά προβλήματα, οι προσωρινά τραυματισμένοι και άλλοι. Τα άτομα αυτά έχουν αργότερους ρυθμούς στην κίνησή τους και για να μετακινηθούν χρησιμοποιούν βοηθητικά μέσα (αναπηρικό αμαξίδιο, πατερίτσες, μπαστούνια κλπ).

4. Δικαιώματα των ΑΜΕΑ
Τα άτομα με ειδικές ανάγκες έχουν δικαιώματα, όπως και όλοι οι άνθρωποι, που έχουν κωδικοποιηθεί ως εξής:
• Το άτομο με ειδικές ανάγκες έχει τα ίδια βασικά δικαιώματα με τους άλλους πολίτες της ίδιας χώρας και της ίδιας ηλικίας.
• Το άτομο με ειδικές ανάγκες έχει δικαίωμα σε ανάλογη ιατρική περίθαλψη, σωματική αποκατάσταση και εκπαίδευση, για να μπορέσει να αναπτύξει στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό τις ικανότητες και δεξιότητές του, ανεξάρτητα από το βαθμό της αναπηρίας του. Κανένα καθυστερημένο άτομο δεν πρέπει να στερείται τις υπηρεσίες αυτές με το αιτιολογικό ότι συνεπάγονται μεγάλες δαπάνες.
• Ανάλογα με τις ικανότητές του, έχει δικαίωμα να συμμετέχει στην παραγωγική διαδικασία και την επαγγελματική απασχόληση, καθώς και το δικαίωμα σε οικονομική ασφάλεια και αξιοπρεπές επίπεδο ζωής.
• Έχει δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνική ζωή. Αν χρειαστεί περίθαλψη σε ίδρυμα, το τελευταίο αυτό πρέπει να έχει οικογενειακό χαρακτήρα και να βρίσκεται όσο το δυνατό πιο κοντά στη μόνιμη κατοικία του μειονεκτικού ατόμου.
• Αν παραστεί ανάγκη, δικαιούται να έχει κηδεμονία, ικανή να προστατεύει την προσωπική του ευημερία και να ικανοποιεί τα ενδιαφέροντά του.
• Έχει το δικαίωμα να προστατεύεται από εκμετάλλευση, κατάχρηση, καταπίεση ή από κατώτερης ποιότητας θεραπεία. Όταν προσάγεται σε δίκη, έχει το δικαίωμα σε νόμιμη υπεράσπιση, που πρέπει να στηρίζεται πάνω σε δίκαιη εκτίμηση του βαθμού της υπευθυνότητάς του.
• Αν εξαιτίας της σοβαρότητας του μειονεκτήματός του δεν είναι σε θέση να διεκδικήσει μόνο τα δικαιώματά του, η διαδικασία για την τροποποίηση ή την άρνηση των δικαιωμάτων του να προϋποθέτει κατάλληλη νομική προστασία, που θα εξασφαλίζει το άτομο αυτό από κάθε κατάχρηση, εκμετάλλευση ή καταπίεση και θα βασίζεται σε εκτίμηση της κοινωνικής ωριμότητάς του, από εμπειρογνώμονες που έχουν τα απαραίτητα προσόντα.
• Κυρίως το άτομο με ειδικές ανάγκες πρέπει να έχει το σεβασμό των συνανθρώπων του.

ΕΙΔΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΑΜΕΑ

Ειδική αγωγή είναι η ειδική εκπαιδευτική βοήθεια που παρέχεται στα ΑΜΕΑ. Η βοήθεια παρέχεται βάσει ενός σχεδιασμένου εκπαιδευτικού προγράμματος που οργανώνεται κατά τέτοιο τρόπο ώστε να μπορεί να αντιμετωπίζει τις ειδικές ανάγκες κάθε ατόμου. Η ειδική αυτή βοήθεια προσφέρεται στο άτομο όχι μόνο στο ειδικό σχολείο αλλά και στο κανονικό. Η εξατομικευμένη διδασκαλία που δίνεται στο άτομο με μαθησιακές δυσκολίες στην ειδική τάξη ή μέσα στην κανονική τάξη είναι ειδική αγωγή.
Η ειδική αγωγή μπορεί να παρέχεται στις εξής κατηγορίες ατόμων με ειδικές ανάγκες: τυφλοί, κωφοί, βαρήκοοι, όσοι έχουν κινητικές διαταραχές, οι επιληπτικοί, όσοι έχουν νοητική καθυστέρηση, όσοι έχουν διαταραχές στο λόγο, όσοι πάσχουν από ψυχικές νόσους, όσοι εμφανίζουν δυσκολίες μάθησης.
Η συστηματική ανάπτυξη και οργάνωση της ειδικής αγωγής στη χώρα μας εισήλθε στην τρίτη δεκαετία. Η ανάπτυξη αυτή έχει συντελέσει στη σημαντική διαφοροποίηση της εκπαιδευτικής πολιτικής, την ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου έναντι των ατόμων αυτών και ιδιαίτερα των παιδιών με ειδικές ανάγκες και στην ανάληψη συγκεκριμένων δραστηριοτήτων από τους αρμόδιους φορείς, σε σύγκριση με την υπάρχουσα κατάσταση κατά την περίοδο πριν το 1970, όπου η αντιμετώπιση των ατόμων με ειδικές ανάγκες γινόταν με ιδρυματικό και φιλανθρωπικό τρόπο.

1. Σκοπός της ειδικής αγωγής.
Βασικός σκοπός της εκπαίδευσης (Ν.1566/1985) είναι η “ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε να έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν δημιουργικά”.
Επιπλέον, ως ένας από τους σκοπούς της εκπαίδευσης (στο Ν. 2525/97) ορίζεται “η καλλιέργεια δεξιοτήτων που θα διευκολύνουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας”.
Σκοπός της ειδικής αγωγής είναι η πλήρης σχολική και κοινωνική ενσωμάτωση των παιδιών με ειδικές ανάγκες και ιδιαίτερες μαθησιακές δυσκολίες και το επιτυχές πέρασμά τους από το σχολείο στη ζωή και στη δράση. Για να ξεπεράσει ένα ειδικό παιδί τα προβλήματά του πρέπει η ειδική βοήθεια που θα του δοθεί να στηρίζεται πάνω σε ένα καλά καταρτισμένο και εξατομικευμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα. Και αυτό λόγω του ότι οι ανάγκες του κάθε παιδιού είναι διαφορετικές.
Στα άτομα που έχουν ειδικές ανάγκες παρέχεται ειδική αγωγή και ειδική επαγγελματική εκπαίδευση, η οποία επιδιώκει:
την ολόπλευρη και αποτελεσματική ανάπτυξη και αξιοποίηση των δυνατοτήτων και ικανοτήτων τους,
την ανάπτυξη της αυτοεκτίμησης και την ψυχολογική υποστήριξη των ίδιων αλλά και των οικογενειών τους
την κινητοποίηση του ατόμου
την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία και
την αλληλοαποδοχή τους με το κοινωνικό σύνολο.

Πιο συγκεκριμένα η ειδική αγωγή παρέχει στα άτομα με ειδικές ανάγκες :
1. Σχολικές γνώσεις: δεξιότητες και σχολικές γνώσεις και ανάπτυξη των ικανοτήτων έκφρασης και κατανόησης ώστε να μπορεί το άτομο με ειδικές ανάγκες να δίνει και να παίρνει οδηγίες.
2. Θεσμικά χαρακτηριστικά: βασικές συνήθειες υγιεινής διατροφής, εξάσκηση στην εξεύρεση εναλλακτικών λύσεων στα καθημερινά προβλήματα και συμβουλευτική υποστήριξη ώστε να αναπτύξει το άτομο με ειδικές ανάγκες κοινωνικά παραδεκτές αξίες όπως: εντιμότητα, υπευθυνότητα, ειλικρίνεια, αξιοπιστία κ.α.
3. Κοινωνικές συνήθειες : βοήθεια ώστε να μπορεί το άτομο με ειδικές ανάγκες να αναπτύσσει διαπροσωπικές σχέσεις, να αποδέχεται την καθοδήγηση και την επίβλεψη, να αντιστέκεται στις κοινωνικές πιέσεις και να είναι ικανό να προφυλάσσει τον εαυτό του από τους συνηθισμένους κινδύνους.
4. Επαγγελματικές δεξιότητες : να έχει το άτομο με ειδικές ανάγκες επαρκή μυϊκή δύναμη και αντοχή, ταχύτητα και συντονισμό κινήσεων, να φροντίζει τα υλικά και τα εργαλεία που χρησιμοποιεί και να επιμένει να τελειώσει μια εργασία που έχει αναλάβει. Να τηρεί το ωράριο εργασίας και να μπορεί να χρησιμοποιεί τα μέσα συγκοινωνίας.
5.Ψυχολογική υποστήριξη : ενθάρρυνση για να συνεχίσει, κάλυψη συναισθηματικών αναγκών, στήριξη της οικογένειας.
6. Οικογενειακές υποχρεώσεις : να μπορεί το άτομο με ειδικές ανάγκες να προϋπολογίζει τα οικογενειακά έξοδα βάσει των εσόδων, να φροντίζει για τη διατήρηση της περιουσίας, για τα παιδιά και την οικογένειά του και να γνωρίζει μαγειρική και σερβίρισμα.

2. Που παρέχεται η ειδική αγωγή.

Η ειδική αγωγή των ατόμων με ειδικές ανάγκες παρέχεται :
• Σε κανονικά σχολεία, στα οποία είναι ενταγμένα τα άτομα αυτά.
• Σε ειδικές τάξεις, τμήματα ή ομάδες που λειτουργούν μέσα σε κανονικά σχολεία ή σε ειδικές τάξεις ή τμήματα παρατήρησης που λειτουργούν με σκοπό τη βαθύτερη διάγνωση δύσκολων περιπτώσεων και εφαρμόζουν ειδικά προγράμματα.
• Σε ειδικά νηπιαγωγεία και σε αυτοτελή ειδικά σχολεία πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
• Σε ειδικά σχολεία, ειδικές τάξεις ή τμήματα ή ομάδες που λειτουργούν ως παραρτήματα σε νευροψυχιατρικά, ορθοπεδικά και άλλα νοσοκομεία και κλινικές ή ιατροπαιδαγωγικά κέντρα ή θεραπευτικά καταστήματα.
• Σε ειδικές επαγγελματικές σχολές ή σε ειδικά τμήματα επαγγελματικής εκπαίδευσης μέσα σε κανονικά σχολεία καθώς και σε ειδικά επαγγελματικά εργαστήρια.
• Σε οποιονδήποτε χρόνο και χώρο εκτός της οικογένειας, ιδίως σε θεραπευτήρια χρόνιων παθήσεων ή σε θεραπευτήρια καταστήματα όπου τα άτομα έχουν για οποιονδήποτε λόγο ειδικές συνθήκες διαβίωσης.
• Σε εργαστήρια ειδικής επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης (Ε.Ε.Ε.Ε.Κ.)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Εθνική Στατιστική Υπηρεσία της Ε.Ε., Βρυξέλλες, Ιανουάριος, 2004
  • Έκθεση Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Βρυξέλλες, Ιανουάριος, 2004
  • Έκθεση Συνοχής Ε.Ε., Eurostar, Φεβρουάριος, 2004
  • HELLIOS- Πρόγραμμα για τα μειονεκτούντα άτομα, περιοδική επιθεώρηση της Επιτροπής των Ε.Κ., Βρυξέλλες, 1989
  • Οδηγός του πολίτη με ειδικές ανάγκες, εκδ. Υπουργείο Εσωτερικών Δημ. Διοίκησης & Αποκέντρωσης, Αθήνα, 2001
  • Πρωτοπαπά Α., «Η δημιουργία επιπρόσθετων ευκαιριών απασχόλησης για τα άτομα με ειδικές ανάγκες», εκδ. Υπουργείου Εργασίας- Ο.Α.Ε.Δ., ΙΙΙ μέρος, Αθήνα, 1988
  • Χαρτοκόλλης Π., «Προβλήματα γύρω από την κοινωνική αποκατάσταση ψυχικών αναπηριών», Αθήνα, 1981