Θέατρο για παιδιά

Του Γιάννη Σολακίδη, δασκάλου του 11ου Δημοτικού Σχολείου Ευόσμου

ΠΡΟΛΟΓΟΣtheatroΤο θέατρο, από τα πολύ παλιά χρόνια αποτέλεσε, εκτός από  χώρο τέχνης και πολιτιστικής – πνευματικής επικοινωνίας,  μέσο άσκησης νου, ψυχής και σώματος, μέσο επεξεργασίας και έκθεσης των εκφραστικών ικανοτήτων. Μέσα από την κλασική μορφή του το θέατρο λειτούργησε για πολλούς αιώνες ως τέχνη του λόγου, της κίνησης, της εικόνας και του ήχου.
Η εμπλοκή της παιδικής ηλικίας στο «θεατρικό γίγνεσθαι» υπήρξε καταρχήν θεματολογική (θέατρο για παιδιά) ή ήταν αποτέλεσμα μιας προσαρμογής όλων των μεταβλητών του (θέατρο από παιδιά και κυρίως σχολικό θέατρο).

Με την πάροδο του χρόνου αποδεικνύεται ότι η δραματοποίηση και η θεατρική πράξη είναι πολύ προσφιλείς ως και αναγκαίες στις πρώτες ηλικίες, και μάλιστα ότι οι όροι ζωής και εκπαίδευσης της σύγχρονης πόλης επιτείνουν την ανάγκη επίκλησης αυτών των  εκφραστικών δρόμων, καθώς τα παιδιά της πόλης παρασύρονται σε ρυθμούς παθητικοποίησης και εκφραστικού μαρασμού.Το θέατρο λοιπόν είναι ένα από τα τελευταία μέσα – οχυρά ελεύθερης ανάπτυξης της παιδικής φαντασίας, επεξεργασίας των εκφραστικών ικανοτήτων και σύζευξης παιχνιδιού και μάθησης. Το ζητούμενο είναι, βέβαια, το πώς μπορεί να συνδεθούν σχολείο, εκπαίδευση και θεατρική πράξη.
ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΓΙΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Το πόσο προωθεί, το παιδικό θέατρο, την ολοκλήρωση της προσωπικότητας του παιδιού και επομένως ποιο είναι το μέτρο της αναγκαιότητάς του στη διαμόρφωση του παιδικού χαρακτήρα πρέπει να είναι ο κύριος άξονας της έρευνάς μας στο θέμα της προσφοράς του θεάτρου για παιδιά στα παιδιά. Ακόμη θα πρέπει να εξετάσουμε το πώς θα εξοικειώσουμε τα παιδιά με το θέατρο και στη συνέχεια πώς θα διαμορφώσουμε το «παιδί – θεατή», έτσι που να λειτουργεί επιλεκτικά στο κύκλωμα προσφοράς – ζήτησης, επιζητώντας από μόνο του την παρακολούθηση των καλών παραστάσεων και απορρίπτοντας τις κακές κι εμπορικές.Είναι φανερό ότι η εξοικείωση του παιδιού με το θέατρο πρέπει να γίνεται από πολύ νωρίς. Όλοι εμείς οι εκπαιδευτικοί έχουμε παρατηρήσει, μέσα από τη διδακτική μας εμπειρία, τη δίψα του παιδιού να παίξει, ν’ αναπαραστήσει, ν’ αυτοσχεδιάσει.Ο Κωστής Παλαμάς γράφει: «Θυμάμαι τα παιχνίδια που έπαιζα παιδί, που αυτοσχεδίαζα, γινόμουν αράδα – αράδα δεσπότης, στρατηγός, λιμαδόρος, φλυαρούσα, ξεφώνιζα, έπιανα γνωριμίες με τους τοίχους, είχα δοσοληψίες με τα μυρμήγκια της γλάστρας. Μόνο με τους ανθρώπους δεν είχα σχέση…».

Είναι το θέατρο μια ανάγκη για το παιδί που απορρέει απ’ την ίδια την ψυχοπνευματική του συγκρότηση και εξέλιξη. Αν λοιπόν εκμεταλλευτούμε την ανάγκη αυτή και τη δίψα του παιδιού για το θέατρο είναι φανερό ότι θα πετύχουμε την εξοικείωση του παιδιού με το θέατρο, αποκτώντας ταυτόχρονα ένα ισχυρό διδακτικό εργαλείο.

Τα παιδιά, εκτός του ότι πλουτίζουν το λεξιλόγιό τους, μαθαίνουν να εκφράζονται και με άλλα μέσα, πέρα απ’ το λόγο, με τα μάτια, με τα χέρια, το πρόσωπο, το σώμα, που κανείς δεν τα έμαθε να τα χρησιμοποιούν. Εξ’ ίσου σημαντικό  είναι το ότι το θέατρο λειτουργεί μέσα στην ομάδα. Η επικοινωνία, η δυναμική των ομάδων μέσα στην τάξη, είναι υπολογίσιμη δύναμη στη διδακτική πράξη. Τα παιδιά αποκτούν σχέσεις παραδοχής, εμπιστοσύνης, αλληλοεκτίμησης, αλληλοκατανόησης, αλληλοβοήθειας. Ακόμη το θέατρο εστιάζεται γύρω από κανόνες δικαίου και ηθικές αξίες, τι είναι συμφωνημένο και τι μη, που τα παιδιά μαθαίνουν αβίαστα να σέβονται και να τηρούν. Επίσης αποκτούν καλαισθησία με τα σκηνικά και τα κουστούμια.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέσα από τη δραματοποίηση και τη θεατρική πράξη το παιδί απολαμβάνει και πρέπει να απολαμβάνει:
  • Την ελεύθερη επιλογή του τρόπου έκφρασης και επικοινωνίας.
  • Την αποδέσμευση της φαντασίας του.
  • Τη μεθόδευση της εξάσκησης των εκφραστικών μέσων του (κίνησης, φωνής, προσώπου, λόγου).
  • Την προσωπική στάθμιση του είδους της συμμετοχής του.
  • Το παιχνίδι.
  • Την ανάπτυξη των δημιουργικών δυνάμεών του.
  • Την απελευθέρωση του πηγαίου και του αυθόρμητου.
  • Τη χρήση του συμβολικού βιώματος.
  • Τη δυνατότητα αυτοσχεδιασμού.
  • Τη διερεύνηση της σχέσης με «τον άλλον».
  • Την τριβή με τη δυναμική της ομάδας.
  • Την εναλλαγή των οπτικών της αλήθειας.
  • Τη δημιουργία επικοινωνιακής ατμόσφαιρας.
  • Την εναλλακτική χρήση του χώρου και την παρέμβαση σ’ αυτόν.
  • Τον έλεγχο του χρόνου και της κατανομής του.
  • Την διερεύνηση των ορίων μεταξύ πειθαρχίας και αυτοπειθαρχίας προς όφελος της  δεύτερης.
Η απαρίθμηση ενός μεγάλου αριθμού μεταβλητών ενέργειας της θεατρικής πράξης, που πάντως δεν ακολούθησε σειρά σημαντικότητας, θα πρέπει να προκαλεί παρά να προβληματίζει τον ανήσυχο παιδαγωγό.Με δυο λόγια, το πιο σπουδαίο θαρρώ απ’ όλα, είναι ότι τα παιδιά διασκεδάζουν, είναι ευτυχισμένα. Η προσωπικότητα του παιδιού ανθίζει, μαθαίνει εύκολα δίχως καταπίεση ή εξάρτηση.Στόχος εξάλλου του θεάτρου στο σχολείο δεν είναι, και δεν πρέπει να είναι, το ανέβασμα μιας κομφορμιστικής παράστασης, όπως συνηθιζόταν παλιά, αλλά η συμμετοχή των παιδιών σ’ όλο το φάσμα της δημιουργίας της: στο κείμενο, στη σκηνογραφία, στη σκηνοθεσία, στο βάψιμο, στην ερμηνεία των ρόλων, στα κουστούμια, στο φωτισμό. Ακόμα στόχος του θεάτρου για παιδιά στο δημοτικό σχολείο δεν είναι να ανακαλύψει ταλέντα ή να φτιάξει μελλοντικούς ηθοποιούς. Ούτε επιδιώκει μόνο να δημιουργήσει ευαίσθητους, επαρκείς και καλλιεργημένους θεατές που θα εκτιμήσουν και θα αγαπήσουν το θέατρο, παρ’ όλο που αυτό αποτελεί αναμφίβολα ένα απ’ τα σημαντικά αποτελέσματα της θεατρικής παιδείας.

Ο στόχος του παιδικού θεάτρου στο δημοτικό σχολείο είναι κυρίως να βοηθήσει στην ανάπτυξη ανθρώπων που θα λειτουργούν σε κάθε εκδήλωση της ζωής τους επιλέγοντας δημιουργικές διαδικασίες, που θα αισθάνονται ότι μπορούν να επηρεάσουν το περιβάλλον τους και τα γεγονότα της ζωής τους θετικά και όχι να είναι παθητικοί δέκτες και θύματα ενός περιβάλλοντος, ήδη διαμορφωμένου, που τους επιβάλλει οτιδήποτε. Εφοδιάζει τα παιδιά με δυνατότητες, τα παροτρύνει να ψάξουν για τις δικές τους αλήθειες, επιθυμίες, σκοπούς, να ανακαλύψουν το δικό τους κόσμο, τη δική τους δράση.


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Στην Ελλάδα δυστυχώς βρισκόμαστε ακόμη στο στάδιο της ομιλίας και της κιμωλίας. Οι ώρες «Αισθητικής Αγωγής» που αναφέρονται στο ωρολόγιο πρόγραμμα και υποτίθεται ότι καλύπτουν τις ανάγκες των παιδιών για δημιουργική έκφραση και ευαισθητοποίηση είναι γνωστό ότι στα περισσότερα σχολεία μένουν ανεκμετάλλευτες ή χρησιμοποιούνται για επαναλήψεις. Για θέατρο και θεατρικό παιχνίδι βέβαια ούτε λόγος.Για να μη μετεωριζόμαστε σε θεωρίες κενές και ανεφάρμοστες, όπως έλεγε ο Γληνός, προτείνω:
  • Σεμινάρια για το θεατρικό παιχνίδι – θέατρο – δραματοποίηση για όλους τους δασκάλους και νηπιαγωγούς.
  • Επιδοτούμενες παραστάσεις παιδικών έργων, στην αρχή της χρονιάς, για τους εκπαιδευτικούς με σκοπό την ενημέρωση και την ευαισθητοποίηση.
  • Παρουσίαση παραστάσεων μέσα στα ίδια τα σχολεία που διαθέτουν κατάλληλη αίθουσα.
  • Ηθική, τεχνική και οικονομική ενίσχυση, από μέρους της τοπικής Αυτοδιοίκησης, στις μαθητικές κοινότητες για το ανέβασμα παραστάσεων.
  • Ενίσχυση των προσπαθειών για να στηθούν θεατρικές σκηνές ή σκηνές κουκλοθέατρου ή καραγκιόζη στα σχολεία.
  • Την οργάνωση μαθητικών συναντήσεων με στόχο την ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των μαθητικών θεατρικών ομάδων.
  • Πρόγραμμα επισκέψεων των ηθοποιών και των σκηνοθετών στα σχολεία.
  • Πρόγραμμα επισκέψεων των μαθητών στα θέατρα με σκοπό να έρθουν οι μαθητές σε επαφή με τη δουλειά του σκηνοθέτη, του ηθοποιού, του σκηνογράφου, του ενδυματολόγου.
  • Να παροτρύνονται τα παιδιά στην ανάγνωση θεατρικών κειμένων όπως και στη συγγραφή κάποιων δικών τους διαλόγων, ως δειγμάτων θεατρικού λόγου και έργου, τους οποίους στη συνέχεια θα καταγίνονται ν’ ανεβάσουν.
  • Ύπαρξη σε κάθε αίθουσα ενός μπαούλου ή μιας ντουλάπας με τα κατάλληλα για σύντομες δραματοποιήσεις.
Γιάννης Σολακίδης