ΣΕΙΡΑ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ: Ο άνθρωπος που μεγαλώνει μέσα μας (λόγος)

Του Δρ. Δημητρίου Κουτάντου, εκπαιδευτικού

41ntaliΑυτές οι 191 σελίδες με τις 62 φωτογραφίες κομίζουν την αγάπη, τη δύναμη και την αγωνία, τη γνώση και το φιλοσοφικό μύθο, των τελευταίων έξι και πλέον μηνών. Είναι μια μελέτη του ανθρώπου που αρχίζει 2.500 χιλιάδες χρόνια πριν προκειμένου να κατανοηθεί ο σύγχρονος εξατομικευμένος άνθρωπος, αυτός που έχει αναδυθεί από την εικόνα των αρχαϊκών μύθων, της θεοκρατίας, των αισθήσεων και της ομάδας προς την εσωτερική εικόνα της νόησης, της καθολικότητας και την εξατομίκευση.

Οι απαρχές της εξατομίκευσης αναζητούνται στην καθολικότητα της θεωρίας των ιδεών του Πλάτωνα, στην έναρξη της αυτοσυνειδησίας με τον Σωκράτη, οι οποίοι θεμελίωσαν ένα ανθρώπινο πολιτισμό βασισμένο στο λόγο, αναζητούνται στην εξέλιξη του ευρωπαϊκού πολιτισμού με τον έλεγχο των ψυχορμήτων, ως στις σύγχρονες αφαιρετικές, εννοιολογικές κατακτήσεις των επιστημών αλλά και στη σύγχρονη τέχνη της εσωτερικής αλήθειας. Η εξατομίκευση ενός υπεύθυνου, δημιουργικού υποκειμένου μορφοποιείται μέσα σε μια ελεύθερη, οργανωμένη και δίκαιη κοινωνία και πολιτισμό. Προτείνεται μια δυναμική ερμηνεία για την ταυτότητα του Έλληνα και την ελληνική αμορφοποίητη νεωτερικότητα. Κεντρικό ρόλο στην εργασία διαδραματίζει το έργο του φιλόσοφου Στέλιου Ράμφου.

Ο άνθρωπος που μεγαλώνει μέσα μας

«Status magazine: Υπάρχουν αυτή τη στιγμή στη χώρα μας διανοούμενοι που παρεμβαίνουν γόνιμα στην επικαιρότητα; Στέλιος Ράμφος: Πολλοί γράφουν και μιλούν. Το θέμα όμως δεν είναι αν γράφεις ή μιλάς, αλλά αν έχει οριστεί το εθνικό πεδίο στοχεύσεως. Νομίζω ότι το κρίσιμο ελληνικό πρόβλημα-και ως προς τους διανοουμένους και ως προς την παιδεία και ως προς την πολιτική- είναι η απουσία ενός στόχου, ο οποίος έχει να κάνει με τα ουσιώδη χαρακτηριστικά της κοινωνίας μας. Αυτό λείπει και έτσι είμαστε μάλλον «γενικώς» διανοούμενοι παρά αναλυτές συγκεκριμένων προβλημάτων που εντάσσονται σε ευρύτερο πλαίσιο. Status magazine: Τι εννοείτε; Στέλιος Ράμφος: Ο διανοούμενος μπορεί να γράψει το βιβλίο του, να αρθρογραφήσει στην εφημερίδα, να δώσει συνέντευξη σε περιοδικό, να μιλήσει σε τηλεοπτικές εκπομπές, ως συνείδηση της κοινωνίας. Όταν μια κοινωνία όπως η δική μας, δεν ξέρει τι θέλει, λόγου χάρη να δεσμεύσει στις συντεχνίες τις δυνάμεις της ή να τις ελευθερώσει δημιουργικά, ο διανοούμενος οφείλει, αντί να ανακυκλώνει τα αδιέξοδά της, να τη βγάζει από την αναποφασιστικότητα υποδεικνύοντας ταυτόχρονα στόχους, αποσαφηνίζοντας τα όρια και υπολογίζοντας τα τιμήματα. Έτσι μόνο αναλαμβάνει την ευθύνη του λειτουργήματος του» (Ράμφος, 2005α).
«…Το γεγονός ότι ζούμε μεταξύ ενός αναρχούμενου αισθήματος, ενός διαλυμένου κράτους και μιας κοινωνίας, η οποία δεν ξέρει πως να σταθεί, οφείλεται στο ότι έχουμε εξαιρετικά μειωμένη αυτοσυνειδησία… Ο [Δυτικός] πολιτισμός βασίζεται στην ιδέα ενός αυτοσυνείδητου ανθρώπου, έχει εγκαταλείψει τον ομαδισμό παλαιού τύπου και προχωρεί σε κοινωνίες ευθύνης και πολιτών, ήτοι, προσδιοριζόμενων ανθρώπων με εξελιγμένη κοινωνική συνείδηση. Ο πολιτισμός αυτός έχει ένα πλεονέκτημα έναντι των άλλων: Ότι μόνος μετά τον 14ο-15ο αιώνα έφερε στην επιφάνεια ένα γεγονός άγνωστο στους υπολοίπους λαούς της Γης, το όποιο είχε προετοιμασθεί κατά βάση στην Αρχαία Ελλάδα και εν τινι μέτρω στα μεσαιωνικά χρόνια με τον χριστιανισμό. Ποιο γεγονός; Τον άνθρωπο ο όποιος διαθέτει εσωτερικά κριτήρια να κοιταχθεί και να καταλάβει τον εαυτό του» (Ράμφος, 2009α).
«Την κοινότητα τη θεωρούμε απλό μέσον για την προβολή μας. Την ιδιωτική μας ζωή την απωθούμε, προκειμένου να γίνουμε, πιο εύκολα, όντα κάποιου παράδεισου (σελ. 28). …να στραγγαλίζεται το άτομο για ν’ αναπνέει η ομάδα, σημειωτέων, εκείνος που ανήκει στην ομάδα να το έχει πάρει καν είδηση. […] το παιδί που δεν έπαιξε, η κόρη που δεν έσμιξε με τον άντρα που ήθελε, ο σκεπτόμενός που δεν αξιώθηκε να πει τη σκέψη του. Ένα αδιάκοπο φονικό, και φονιάδες όλοι μας. Εάν κάτι μ’ έσπρωξε να φορτίσω τα φυσικά στοιχεία με ηθικές δυνάμεις ήταν ακριβώς η ανάγκη του συναγερμού για ν’ αντιμετωπισθεί το τέρας που είμαστε. […] μήπως και με το καθαρό νερό, το φως, την αγνότητα (ολ’ αυτά που δεν ξέρουν να προφέρουν το μικρό ή το μεγάλο ψέμα) εικονιστεί κάπου μες στη συνείδηση μας το είδωλο, που θα ήταν ευκταίο, για το ίδιο μας το καλό, να του μοιάσουμε. […] πάνω σε μια ιδέα που το μεγαλείο της να είναι το ίδιο […] παίρνοντας παράδειγμα από τη Γη, που για να βρίσκεται στη σωστή απόσταση από τον ήλιο επιτρέπει τη ζωή – να κρατιούνται στη σωστή απόσταση από του μέσα κόσμου τον μέγα και αόρατο ηθικόν τους ήλιο (σελ. 151-153). … Ώ να μπορούσανε, λέει, και τα οργανωμένα κράτη να διαμορφώσουν μια δημόσια ζωή με νόμους σαν αυτούς που διέπουν το άτομο» (Ελύτης, 1995, και σελ. 372).
«…αντιληφθήκαμε ότι η ανθρώπινη συνείδηση είναι εύθραυστη, ότι αυτή κινδυνεύει περισσότερο από τη ζωή» (Levi Primo, 1958, σελ. 65).

Μέσα μας η Ανατολή και απ’ έξω μας η Δύση
Αυτή η μελέτη βασίζεται στο έργο του φιλόσοφου Στέλιου Ράμφου και κυρίως πάνω στην ιδέα περί εξατομίκευσης του ανθρώπου. Η ιδέα της εξατομίκευσης δεν είναι αυθαίρετη. Πλήθος ερευνών από το χώρο της φιλοσοφίας, των επιστήμων και των καλών τεχνών ομολογούν την ανάδυση του εξατομικευμένου ανθρώπου μέσα από τις μυθικές, θεοκρατικές και ομαδικές φυσιοκρατικές κουλτούρες. Η οικουμενική ανθρώπινη σκέψη ενηλικιώνεται-ιδιαίτερα σήμερα με τις δυνατότητες που παρέχουν τα σύγχρονα δίχτυα επικοινωνίας-, όμως η ενηλικίωσή της δε γίνεται ομοιόμορφα σε όλες τις περιοχές του πλανήτη. Είναι, για παράδειγμα, κοινή, η ανθρώπινη σκέψη που απεικονίζεται στις γλυπτές αναπαραστάσεις του Ασσύριου τον 7ο αιώνα π.Χ. (βλ. παρακάτω τις Εικόνες 5 και 6) με την οποία αποκεφαλίζει τον εχθρό του, με τη σκέψη του Μάγια, του Ίνκα, του Αζτέκου είκοσι περίπου αιώνες αργότερα, τον 10ο-16ο αιώνα μ.Χ., (Εικόνα 7), όπου εξακολουθεί να αποκεφαλίζει και να κάνει ανθρωποθυσίες, ενώ η ίδια σκέψη θεωρείται αδιανόητη σήμερα. Τι θέλουμε να επισημάνουμε μ’ αυτό? η ενηλικίωση της σκέψης ενός λαού δεν ακολουθεί το ημερολόγιο. Μέσα μας, ψυχικά χαραγμένοι, μπορεί να υπάρχουν-πάντα με την έννοια της ενηλικίωσης της σκέψης μας σε αυτό που ανακαλύπτει η ανθρωπότητα-παλαιότεροι χρόνοι. Αυτή η σκέψη, αυτοί οι ψυχισμοί, επηρεάζουν, χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, τη σύγχρονη δράση, τραβώντας μας προς τα πίσω ή ωθώντας μας προς τα εμπρός.

Οι απαρχές της εξατομίκευσης του οικουμενικού ανθρώπου αναζητούνται στην καθολικότητα της θεωρίας των ιδεών του Πλάτωνα και την έναρξη της αυτοσυνειδησίας με τον Σωκράτη, οι οποίοι θεμελίωσαν ένα πολιτισμό βασισμένο στο λόγο, στο ανθρώπινο πνεύμα, επίσης αναζητούνται στην εξέλιξη του ευρωπαϊκού πολιτισμού με τον έλεγχο των ψυχορμήτων προς τον αστικό, δημόσιο μια ιδιωτικό, ευρωπαϊκό πολιτισμό, ως στις σύγχρονες αφαιρετικές, εννοιολογικές κατακτήσεις των επιστημών της θεωρίας της σχετικότητας, της κβαντικής μηχανικής, τα πληθωριστικά μοντέλα της δημιουργίας του σύμπαντος αλλά και στη σύγχρονη τέχνη της εσωτερικής αλήθειας. Μέσα σε αυτές τις φανερωμένες κατακτήσεις της ανθρωπότητας και σε περίοδο κρίσης, αναζητείται μια δυναμική ερμηνευτική για την ταυτότητα του Έλληνα και την ελληνική αμορφοποίητη νεωτερικότητα στη δύση της Ανατολής μας και στην ανατολή της Δύσης μας, για ένα άνοιγμα του παραθυριού ώστε να αναπνεύσουμε καθαρό οξυγόνο μέσα στο χρόνο.

Προσοχή όμως, η ερμηνεία μας για τη σκέψη, τα σύμβολα, τη δράση ενός λαού διαφέρει αν γίνεται από μέσα, με τα δικά μας κριτήρια ή σε σχέση με τις εξελίξεις στον υπόλοιπο κόσμο: για παράδειγμα, μπορούμε να ερμηνεύσουμε στην τέχνη, τις ανατολικές καθηλωμένες θρησκευτικές επιρροές με τις αμετακίνητες «ιερές εικόνες»? στην αρχιτεκτονική, τους αμετακίνητους αρχιτεκτονικούς ρυθμούς των ναών? στην επιστήμη, την σκέψη που δεν την εμπιστευόμαστε αλλά δράττουμε τα προϊόντά της. Έτσι με τα δικά μας κριτήρια, βλέπουμε για παράδειγμα μια χιλιόχρονη βυζαντινή αγιογραφία που από σύμβολο έχει γίνει η ίδια «ιερή», για αυτό χρειάζεται να την αγγίξεις, να την ασπαστείς, η ίδια έτσι γίνεται «θαυματουργή» και περιφέρεται, ενώ αισθανόμαστε ένα είδος απέχθεια στην όψη των εκσυγχρονισμένων δυτικών εικόνων με τα αγγελάκια. Όμως όποιος μελετήσει την ιστορία της τέχνης, θα συνειδητοποιήσει ότι η είναι δυτική τέχνη με τις εξελισσόμενες θρησκευτικές αναπαραστάσεις των Τζιόττο, Μηχαηλάγγελου, Τισιανού, Βελάσκεθ που άνοιξαν το δρόμο προς τη σύγχρονη τέχνη, ενώ η βυζαντινή αγιογραφία παρέμενε καθηλωμένη και εκτός χρόνου, γιατί το ζητούμενο ήταν η επανάληψη, η πιστή αντιγραφή και όχι να θέτει και να λύνει προβλήματα. Στην αρχιτεκτονική, βλέπουμε για παράδειγμα μια δυτική εκκλησία γοτθικού ή κατακόρυφου ρυθμού με τα εντυπωσιακά κλίτη και αισθανόμαστε ένα σφίξιμο στην καρδιά για τις εκκλησίες των «Φράγκων», των δυτικών «αλλόθρησκων». Όμως όποιος μελετήσει την ιστορία της αρχιτεκτονικής, θα συνειδητοποιήσει ότι είναι η δυτική αρχιτεκτονική που με τους Πιζάνο, Μπρουνελλέσκι, Μαζάτσιο, Ρεν, για αιώνες έθετε μαθηματικά προβλήματα που συνεχώς ξεπερνούσε για να ανοίξει το δρόμο προς τη σύγχρονη αρχιτεκτονική, ενώ η παραδοσιακή ανατολική αρχιτεκτονική παρέμενε στάσιμη και επαναλαμβανόμενη. Και τα παραδείγματα συνεχίζονται στις επιστήμες, στον τρόπο που σκεφτόμαστε, στην οργάνωση του κράτους μας. Δε υποστηρίζουμε ότι θα πρέπει να αγνοήσουμε την παράδοση μας, υπάρχει τρόπος προς τα εμπρός, όπως έκαναν για παράδειγμα οι Ιάπωνες που από τις μεσαιωνικές παραδόσεις που διατηρούσαν ως το 19ο αιώνα, έκοψαν δρόμο τετρακοσίων ετών, και ξαφνικά βρέθηκαν μπροστά από τη Δύση, διατηρώντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (Φωρ, 1993β)? αρκεί να το αποφασίσουμε.

Το ύφος της συγγραφής ποικίλει με συνεντεύξεις, προφορικές παραδόσεις, επιστημονικές μελέτες και φιλοσοφικούς στοχασμούς. Η συγγραφή αναδύθηκε ξαφνικά από τις αναγνώσεις, προκαλώντας συγγραφική ποικιλία. Διεισδύει στο κενό ανάμεσα στην κατακτημένη γνώση η οποία παραμένει μετέωρη για το ευρύ κοινό. Η ανθρώπινη αντίληψή, η γνώση μας για τον κόσμο, το σώμα και το συναίσθημά, τη ζωή και το θάνατο, αλλάζουν. Αυτή την εξέλιξη προσπαθήσαμε να αναδείξουμε μέσα από τη μελέτη, την επιστημολογία της ανθρώπινης σκέψης, της φιλοσοφίας, της επιστήμης, της τέχνης σε σχέση με την ελληνική πραγματικότητα. Η συγγραφή θα μπορούσε να έχει γίνει και διαφορετικά, οι αλλαγές που καταγράφονται στην πορεία προς την εξατομίκευση στις παρακάτω ενότητες για την σκέψη, την επιστήμη, την τέχνη, θα μπορούσαν να οργανωθούν σε επιμέρους ενότητες, δηλαδή να αναζητηθεί η εξέλιξη της αντίληψη μας προς την εξατομίκευση από την αρχαιότητα έως σήμερα για το βλέμμα, το μύθο, τη σκέψη, το σώμα, το συναίσθημα, τη ζωή, το θάνατο, το χορό, το τραγούδι, τη ζωγραφική, την ποίηση, την αρχιτεκτονική, την επιστήμη. Ωστόσο και με την παρούσα δομή ο αναγνώστης μπορεί να παρακολουθήσει την εξέλιξη αυτών των επιμέρους θεματικών. Σε κάθε περίπτωση, το ενδιαφέρον, η σκόπευση και ο στόχος μας αφορούν στον πλούτο των ιδεών που θα μας διαβάσουν από μέσα μας, υπό ένα νέο φως, για να μας πάνε παραπέρα.

Πιο συγκεκριμένα, μελετούμε την εξέλιξη του ανθρώπινου πνεύματος και την εξατομίκευση, τη φαν-έρως-η της νόησης, μέσα από την συστηματική ανάλυση του μύθου και του λόγου, τις ανακαλύψεις των επιστημών και των τεχνών από την αρχαιότητα. Εξατομίκευση για τον φιλόσοφο δεν σημαίνει υπερτροφικό εγωισμό, ατομικισμό, εγωτική κατάσταση μέσα στη φυσική ομάδα, αλλά τον άνθρωπο με εσωτερικά κριτήρια και αυτοσυνειδησία μέσα στο ευρύτερο πολιτισμένο, δηλαδή με πνευματικές αξίες, σύνολο. «Όταν λέμε «άτομο», δεν εννοούμε κατ’ ανάγκην τον εγωκεντρικό, αλλά έναν άνθρωπο με αυτοσυνείδηση, όχι σώνει και καλά τον εγωιστή. Από τα αρχαία χρόνια υπάρχει αυτό πού λέμε «ανθρώπινος εγωισμός». Αυτός ο εγωισμός γίνεται τόσο χειρότερος, όσο πιο ομαδικός είναι ο άνθρωπος. Υπό ποια έννοια; Υπό την έννοια ότι η ομάδα δεν παραχωρεί σε παραπάνω από έναν τη διάκριση. Είτε από τον Αχιλλέα ξεκινήσουμε, είτε διαβάσουμε χρονογράφους του Βυζαντίου, είτε φθάσουμε στα κολοκοτρωναίικα, είμαστε υποχρεωμένοι να το δούμε αλλιώς. Όταν χρησιμοποιούμε λοιπόν των όρο «ατομισμός», όταν μιλάμε για άτομο με συνείδηση του εαυτού του, εννοούμε μάλλον έναν αυτοδύναμο άνθρωπο και όχι εκείνον πού ό,τι βάλει στο μυαλό του θέλει να το πραγματοποιήσει. Απλώς, έχοντας στην Ελλάδα αντιπαραθέσει φρασεολογικά το «εμείς» και το «εγώ», ταυτίζουμε αμέσως το άτομο μ’ έναν ξέφρενο εγωισμό. Όχι ότι δεν έχει κάθε άτομο τον εγωισμό του. Ασφαλώς. Αλλά είναι πιο άγριος ο εγωισμός πού προκαλεί τον φθόνο. Στην Ελλάδα, ο εγωισμός οφείλεται στο «γιατί εσύ κι όχι εγώ;» Αυτό έχει να κάνει με το ψυχικό υπόστρωμα που μία κλειστή κοινωνική ομάδα δημιουργεί στον άνθρωπο, ο όποιος δεν μπορεί να καταλάβει τον εαυτό του παρά εάν μόνο αυτός δικαιωθεί στους κόλπους της. Άλλο το «εγώ επιβεβαιώνομαι στον εαυτό μου», όπου επιτρέπεται αίσθημα ευθύνης και αναγνωρίσεως λάθους και άλλο ο εγωισμός του «πάση Ουσία πρέπει να με δουν οι άλλοι μοναδικόν», που αποτελεί ελληνικό και μεσανατολικό φαινόμενο. Εάν ξεκαθαρίσουμε αυτή την έννοια, θα καταλάβουμε καθαρότερα. Θα δούμε για ποιόν λόγο ο ανατολίτικος εγωισμός είναι τυραννικός, ενώ ο άλλος εγωισμός είναι εγωισμός με την παθολογία του ίσως και τη νοσηρότητα του, αλλά συνιστά ταυτοχρόνως και ειδική θεραπευτική, μια καθαρή σχέση με την αλήθεια» (Ράμφος, 2009α).

Η εξατομίκευση του υπεύθυνου, δημιουργικού υποκειμένου θεμελιώνεται μέσα σε μια ελεύθερη, οργανωμένη, δίκαιη κοινωνία και ίση για όλους τους πολίτες, μια κοινωνία πολιτισμού, δηλαδή το δημιούργημα του ανθρώπινου πνεύματος, και ως εκ τούτου υπερβαίνει τον κόσμο των αισθήσεων, τον κόσμο του ανθρώπινου είδους, το αίμα, τη μερικότητα. Άπειρες οι δυνατότητες του ανθρώπου να βαθαίνει συνεχώς μέσα του – τόσο βαθιά, έως τα φωτόνια του αρχέγονου φωτός από τη μεγάλη έκρηξη της δημιουργίας του σύμπαντος, φωτόνια που βρίσκονται τόσο έξω από εμάς όσο και μέσα μας, και όπως πειραματικά έχει αποδειχτεί το 1984, διαρκώς αλληλεπιδρούν, και υπό αυτή την έννοια είναι κοινή η γνώση του σύμπαντος με τη γνώση μέσα μας! – και να ανακαλύπτει έξω, να τείνει συνεχώς ψυχοσωματικά προς το ανώτερο άπειρο, μέσα στα δίχτυα της σύγχρονης επικοινωνίας των συνθέσεων, δυνητικά να ξαναγεννιέται αναστάσιμος κάθε στιγμή και να βιώνει εν ζωή με τις ασκημένες αισθήσεις και την απειρία της νόησης, το πλέον, το υπέρλογο, την αιωνιότητα.

Από την εποχή της καθολικότητας του ανθρώπινου πνεύματος με τη θεωρία των ιδεών του Πλάτωνα και το γνώθι σεαυτόν του Σωκράτη, η άπειρη νόηση του ανθρώπου θεμελιώνεται ως κατηγορία, ως δυνατότητα, συγκροτεί τον ανθρώπινο λόγο απέναντι στον πρωτόγονο μύθο και τις δοξασίες. «Πρόκειται για τον κόσμο του πνεύματος, τις ιδέες ως ζώσες, δυναμικές πραγματικότητες, που λειτουργούν ως αρχέτυπα, ως οδηγητικοί προορισμοί, προσανατολίζοντας την ανθρώπινη πράξη στον κόσμο του νοήματος και δίνοντας μέσα από τη μοναδικότητα της δημιουργίας, ενότητα στην ύπαρξη» (Αζίλογλου, 2011). Πολύ αργότερα, ο Αϊνστάιν άρχισε να σκέφτεται αφαιρετικά τι θα μπορούσε να συμβεί αν ταξίδευε πάνω σε μια ακτίνα φωτός στο διάστημα, όπως σε ένα μαγικό χαλί, και ανακάλυψε τη θεωρία της σχετικότητας, για να ακολουθήσουν πλήθος τεχνολογικών και καλλιτεχνικών εφαρμογών που άλλαξαν για πάντα τον κόσμο μας, εφαρμογές ενέργειας, λέιζερ κτλ.

Οι οικονομικές και οι πολιτισμικές μορφές δεν συγκροτούν το άτομο, αλλά αποκαλύπτουν τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται. Η σύγχρονη σκέψη, τέχνη και επιστήμη δεν είναι ούτε αναπαραστατική, ούτε θρησκευτική, ούτε των κλασσικών μοτίβων, αλλά εννοιολογική και αφαιρετική. «Δεν είναι φιλολογικό το ζήτημα. Για να το πω απλούστερα: «Η γνώση, χονδρικά μέχρι τον Γαλιλαίο, βασιζόταν στην ομοιότητα της σκέψεως μας με την εικόνα που είχαμε για τον Κόσμο, τον Θεό κ.τ.λ. Με τον Γαλιλαίο ή επιστήμη καταργεί την αρχή της ομοιότητος και εισάγει μια γνώση αφαιρετικής διανοήσεως, την γνώση του άνθρωπου της εσωτερικότητος. Επομένως η μεγάλη εκτίναξη της επιστήμης και της τεχνολογίας βασίζεται σ’ ένα τύπο ανθρώπου αγνώστου μέχρι τότε. Αυτός ο τύπος ανθρώπου ο όποιος μπορεί να κατακτήσει το πάν, προσφέρει τα προϊόντα του κυρίαρχου τώρα μεγέθους του σε λαούς οι όποιοι τα προσλαμβάνουν ως μέσα, δεν έχουν όμως τις νοοτροπίες οι οποίες θα τους καταστήσουν παραγωγούς και πρωτεργάτες» (Ράμφος, 2009α).

Σε αυτό το σημείο γίνεται αντιληπτή η θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στον εσωτερικευμένο λόγο και στα προϊόντά του, τα παράγωγα αυτής της γνώσης. Μπορεί να καταναλώνουμε τα προϊόντα του δυτικού πολιτισμού, να τα βλέπουμε ως μέσα για την επίτευξη των σκοπών μας, αλλά η σκέψη μας να παραμένει καθηλωμένη σε προηγούμενους χρόνους. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε βαθύτερα γιατί την ίδια στιγμή που απολαμβάνουμε καταναλωτικά τα προϊόντα της δυτικής σκέψης, μέσα μας συναισθηματικά την απορρίπτουμε. Αυτή η απόσταση σε βάθος χρόνου, σε συνδυασμό με άλλους διεθνείς παράγοντες, έλαβε τεράστιες διαστάσεις και εκδηλώνεται με τη μορφή της σημερινής κρίσης ως εθνική τραγωδία. «Η αποδοχή της νεωτερικότητας και των «αγαθών» της από τη μία και η απουσία αυτόνομου και υπεύθυνου υποκειμένου  και σύγχρονων θεσμών από την άλλη, είναι η βασική αιτία της «σχιζοφρένειας» της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας» (Αζίλογλου, 2011).

Η ομοιότητα της εικόνας ως αποτέλεσμα της όμοιας φυσικής σκέψης, μπορούσε να καθρεπτίζεται, πρακτικά, στους ισχυρούς δεσμούς του αίματος και της χειρωνακτικής καθημερινότητας της οικογένειας, του τόπου ή άλλων επιμέρους ισχυρών ομάδων, και μεταφυσικά στην άφεση στη χάρη του Θεού για την μεταθανάτια ζωή. Ωστόσο η νόηση φανερώνεται, πρακτικά, στο εσωτερικό άπειρο του ανθρώπου, και μεταφυσικά, στο βίωμα της καθολικότητας και της αιωνιότητας εν ζωή. Αυτός που προχωράει δεν είναι ο άνθρωπος με τη μεγαλύτερη φυσική ή δογματική δύναμη αλλά ο άνθρωπος της αφαιρετικής νόησης, η αποκρυπτογράφηση της φύσης μέσα στη λάμψη του λόγου. «Με τον χρόνο την θέση της «αλήθειας» του καθρέπτη θα πάρει ένας άνθρωπος που αντιλαμβάνεται με το νόημα και όχι με τις αισθήσεις» (Ράμφος, 2010α, σελ. 256). «Αντί να αναγνωρίζεται μέσα του ως αυτόνομο υποκείμενο, ο Ρωμιός καθρεπτίζεται στην αντίδραση των άλλων και προσλαμβάνει την ταυτότητά του αντανακλαστικά με θετικό ή αρνητικό πρόσημο» (σελ. 459). «Ελλείψει υποκειμενικού εαυτού όλα τα αισθήματα του φυσικού Εγώ πνίγονται στα καθιερωμένα σύμβολα. Στη σχέση μεταξύ συλλογικών προτύπων και φυσικού Εγώ ο Ρωμιός αναγνωρίζεται στους άλλους και εισπράττει την ταυτότητά του αντανακλαστικά. Αντί να επιβεβαιώνεται στη συνείδηση του καταξιώνεται ή απορρίπτεται στη συλλογική προσπάθεια, στην τυπική τάξη εις βάρος της ελευθερίας του. Δεν βρίσκει τον εαυτό του στο νόημα της προσωπικής ζωής, οπότε μαθαίνει εκ απαλών ονύχων στην αυτονομία χωρίς ευθύνη, η οποία τροφοδοτεί και τον αναρχισμό του» (σελ. 462-463).

Είναι λυπηρό, γιατί σ’ αυτό τον ίδιο τόπο, στην αρχαία Ελλάδα συγκροτήθηκε η σκέψη σε λόγο και έγινε η έναρξη του διαλόγου για την ανθρώπινη αυτοσυνειδησία και την κριτική ματιά στα πράγματα ξεπερνώντας τις μυθοπλασίες και έτσι άναψε το φυτίλι της απογείωσης του ανθρώπου στο φεγγάρι. Δυόμιση χιλιάδες χρόνια στον ίδιο τόπο, ο συγκροτημένος λόγος, το πνεύμα μας αμφιταλαντεύεται, ενώ αναπτύσσεται στις δυτικές κοινωνίες. Και δεν μπορεί να λύσει το εθνικό μας πρόβλημα ο συμψηφισμός με τα προβλήματα του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, ας είμαστε ρεαλιστές, δεν είναι οι Γερμανοί και οι Αμερικάνοι στους δρόμους, οι Έλληνες είμαστε. Η ευρωπαϊκή συμφωνία της 21 Ιουλίου για την έξοδο μας από την οικονομική κρίση αναφέρει ότι είμαστε η «μοναδική» περίπτωση.

Ο αρχαίος ελληνικός λόγος, η νόηση, οι δυνατότητες του ανθρώπινου πνεύματος δεν βρήκαν τις ευνοϊκότερες συνθήκες, ένα πέρασμα στη σύγχρονη ιστορία μας. Οι νεότερες ανθρωπολογικές έρευνες μιλούν για τον άνθρωπο ως ένα ον με «ύπαρξη περιέργειας»: «Ο άνθρωπος είναι το πολιτικό, ομιλούν, δημιουργός πολιτισμού, χρήστης εργαλείων, σκεπτόμενος, ορθολογιστής, παιχνιδιάρης, οραματιζόμενο όν. Είναι όλα αυτά και ακόμη περισσότερο, και εξαιτίας της αλληλοδημιουργίας όλων αυτών των δυνατοτήτων δεν έγινε μόνο κοσμοπολίτικη ύπαρξη αλλά είναι στα πρόθυρα της κατάκτησης του διαστήματος αν δεν εξαφανίσει τον εαυτό του πριν από αυτό» (Eibl-Eibesfeldt, 1989, σελ. 607). Ένα ον με φυλογενετικές καταβολές, όπου η βιολογική ενεργή κληρονομιά προσαρμόζεται στον πολιτισμό.

Τον βαθύτερο ψυχισμό μας με τις αδρανείς νοοτροπίες, πριν ακόμη μορφοποιηθούν σε συγκεκριμένες συμπεριφορές, σε μεγάλο βαθμό, επηρεάζει η απολιθωμένη ορθόδοξη παράδοση που συντηρείται στο επίπεδο των κενών θεολογικών τύπων, κλειστού σχήματος, οι οποίοι παραμένουν στάσιμοι από την περίοδο του Βυζαντίου, τότε που οι βυζαντινοί βλέποντας τις αλλαγές που διαδραματίζονταν στη δύση διέκριναν δυο είδη γνώσης: «Η γνώση της σωτηρίας και η γνώση της περιέργειας… και εμείς απορρίπτουμε την περιέργεια»! «Κατ’ αυτόν τον τρόπο η ζωή των πιστών εγκατέλειψε την χρονικότητα στο όνομα μιας καθαρά εσχατολογικής προοπτικής» (Ράμφος, 2010α, σελ. 381). Αυτή η αντίληψη καθήλωσε την τέχνη, την αρχιτεκτονική, την επιστημονική γνώση, τη σκέψη και καλλιέργησε την παθητικότητα του πνεύματος, η λύτρωση αφέθηκε, ερήμην του ανθρώπου, στα χέρια του Θεού, ανατολική νοοτροπία την οποία βιώνουμε ως τις ημέρες με αχαλίνωτο συναίσθημα και χειρωνακτική λογική μερικότητα και όχι στην καθολικότητα του υποκειμενικού λόγου. Ελλείψει ενεργού εξατομικευμένου ατόμου μέσα στην ευρύτερη καθολικότητα, αντικειμενοποιήθηκε η μερικότητα του συμφέροντος των «χειρωνακτικών ομάδων» βασισμένων στο αίμα (οικογένεια), στον τόπο (κοινότητα) και σε άλλα επιμέρους συντεχνιακά συμφέροντα. Με άλλοθι τη μετά θάνατον σωτηρία, καθηλώνεται το υποκείμενο που θα αναζητούσε μια ενεργή εξατομικευμένη διέξοδο εν ζωή, μέσα στις καθολικές κοινές αξίες και δυνατότητες της επιστήμης, της δημοκρατίας. «Επήλθε στο Βυζάντιο του 14ου αιώνος διαζύγιο μεταξύ λόγου και πίστεως με σοβαρά ιστορικά επακόλουθα» (σελ. 461). «Ο ορθόδοξος της νεωτερικής εποχής έρχεται από άλλο κόσμο και νοιώθει να μετεωρίζεται ανάμεσα σε ουράνια προσδοκία και απομαγεμένη ιστορικότητα» (σελ. 17).

Τις ίδιες σκέψεις κάνει και ο ποιητής: «Κράτα την αναπνοή σου και πρόσεχε. Τώρα πια δεν σε καλύπτουν οι θρησκείες, που τα καταλογίζουν όλα σε μια ανώτερη βούληση. Έφτασε η στιγμή να υποκα-καθίστασαι συ σ’ αυτές, με πλήρη επίγνωση των δικαιωμάτων που σου έχουν δοθεί και που δεν έστερξες ποτέ σου να θέσεις σε ενέργεια. Καμιά δωρεά δεν προσφέρεται αν δεν έχεις γι’ αυτή έτοιμη την ψυχή σου. Που τότε ή σώζεσαι μεσ’ απ’ τον ίδιο σου το θάνατο, ή μένεις και φθείρεσαι μέσα στην καθημερινή συναλλαγή, σαν να σε τρώει σιγά σιγά ένα έντομο» (σελ. 175). «Λυπούμαι αν προσβάλω το αίσθημα των θρησκευομένων μ’ αυτού του είδους την αποσύνδεση. Αλλά ήτανε καιρός να γίνει. Για το καλό των ματιών μας, που από δω κι εμπρός δικαιούνται και μπορούν από μόνα τους να βλέπουν εξίσου και τον άνθρωπο και τα πέραν του ανθρώπου» (Ελύτης, 1995, σελ. 279-280).

Οι δυσκολίες που περνάμε σχετίζονται άμεσα με τις ψυχικές χαράξεις παθητικότητας από τη ορθόδοξη παράδοση, όπως θα αναλύσουμε περισσότερο στις επόμενες ενότητες. Τούτο δεν σημαίνει μια συλλήβδην άρνηση του θρησκευτικού αισθήματος. Το αληθινό ερώτημα είναι, όπως σημειώνει και ο καθηγητής της Παλαιάς Διαθήκης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου κ. Π. Βασιλειάδης (2007) κατά πόσον χωρεί στο ευαγγελικό κήρυγμα η ατομική προοπτική, κατά πόσον ο χριστιανισμός ενθαρρύνει από κοινωνικής απόψεως την ατομικότητα, οπότε αποτελεί οργανικό στοιχείο της δυναμικής του μηνύματός του. Κατά πόσο, δηλαδή, τα προτάγματα της νεωτερικότητας έχουν θέση εντός του ορθόδοξου θεολογικού συστήματος, και φυσικά στον γενικότερο προσανατολισμό του νεότερου Ελληνισμού. Και συνεχίζει ο καθηγητής αναλύοντας το «Το μυστικό του Ιησού» του Ράμφου, ότι εκεί ο συγγραφέας ενδιαφέρεται πρωτίστως για το πρόβλημα της ερμηνευτικής κατανόησης και προσεγγίζει τα ευαγγέλια ως γεγονότα πνευματικά τα οποία αφορούν τον σημερινό άνθρωπο. Ακολουθεί τη σύγχρονη μετανεωτερική ερμηνευτική ανάλυση της «αντίδρασης του αναγνώστη» (reader’s response), η οποία δεν επιμένει μόνο στην αυστηρά ιστορική και αντικειμενική σημασία των ιερών κειμένων, αλλά προεκτείνεται και στην υπαρξιακή τους κατανόηση, την ερμηνευτική υπέρβαση και την πνευματική βίωση από τον σημερινό αναγνώστη. «Πρόκειται για ζωντανό λόγο, ψυχαγωγό, η μέθεξη του οποίου προσανατολίζει τα πράγματα προς το νόημα τους, ως πνευματικό προορισμό, ενώνοντας την διασπασμένη στα πράγματα και τις εντυπώσεις τους, ψυχή του αναγνώστη» (Αζίλογλου, 2011). Ο Ράμφος χαρακτηρίζει την προσπάθειά του «μεταπατερική ανάγνωση των ευαγγελίων», αφού είναι πεπεισμένος ότι «το πλατωνικό-νεοπλατωνικό υπόβαθρο της μετά τον Ωριγένη πατερικής σκέψεως βασίζεται και αναπαράγει τον διαχωρισμό του κόσμου σε αισθητό και νοητό, όπως και του ανθρώπου σε θνητό υλικό σώμα και αθάνατη ψυχή/πνεύμα». Γι’ αυτό και η παραδοσιακή βιβλική προσέγγιση δεν μπορεί «να διαθέτει καμία γονιμότητα παρατείνοντας την αρχαία και μεσαιωνική διαιρετική αντίληψη αισθητών και νοητών, σώματος και πνεύματος, σε μια εποχή όπου όλα τείνουν να ενώνονται σε υψηλότερο επίπεδο» (Βασιλειάδης, 2007).

Τα ερμηνευτικό κλειδί της κατανόησης του μηνύματος των ευαγγελίων από τον Ράμφο είναι η εξατομικευμένη. «Ο Ιησούς φέρνει μια νέα εκδοχή του βιβλικού Μεσσία, έναν νέο τύπο ανθρώπου ως ανοιχτή δυνατότητα υπάρξεως, ο οποίος ενσαρκώνει το «εντός υμών» της Βασιλείας και ξεκλειδώνει αναγεννητικά τις ψυχές, ελευθερώνοντάς τες από τα δεσμά της συλλογικής ταυτότητος». Και αλλού: «η πίστη στον Μεσσία-Χριστό εσωτερικεύεται ως ατομικό βίωμα μιας καινούριας ζωής… τα πάντα υπάρχουν για την εσωτερικότητα» (Ράμφος, 2006).

Ρώτησα μια εκπαιδευτικό που συνόδευε το τετράχρονο παιδί της στην εκκλησία το Πάσχα, ποιο ήταν το νόημα που απέδιδε σε αυτούς τους εκκλησιασμούς για την ίδια και το παιδί της. «Γιατί είναι ωραία, γιατί ο Χριστός αναστήθηκε, γιατί εκεί είναι πολλοί άνθρωποι». Το αληθινό όμως ερώτημα είναι άλλο, δεν αρκεί η θεία χάρη, η τελετουργία, αλλά το προσωπικό νόημα, η προσωπική κατάκτηση του νοήματος της ανάστασης. Αλήθεια τι σημαίνουν για το σύγχρονο Έλληνα οι τελετουργικοί τύποι της εκκλησίας, η «απιστία του Θωμά», η «Ανάσταση του Χριστού»; «Να το πω απερίφραστα: Το πνεύμα του Θεού δεν εγκλωβίζεται σε τύπους ή ονόματα ώστε η επίκληση του να γίνει ένα είδος ξόρκι» (Ράμφος, 2010, σελ. 344). Με το διαχωρισμό ανάμεσα στην εδώ ζωή και στη μετά θάνατο, δεν μας απομένει μέχρι την ανάσταση παρά η αίσθηση. Νηστεία, βεγγαλικά, αρνιά, κρασιά, διασκέδαση, η ευχαρίστηση των αισθήσεων η οποία όμως δεν μπορεί να υπερβεί το τώρα. «Η πέτρα [της αρχαίας γλυπτικής] που σαν ύλη προφέρεται στο θάνατο, με την έννοια ότι μας συμφιλιώνει με το απτό και το ακατάλυτο, αξεχώριστα, υποτάχθηκε σε αυτό το ανώτερο νόημα. Όταν εμείς αποβλέπουμε στο σύμβολο και προσφεύγουμε στο σταυρό, που, για να τον επαναλαμβάνουμε πανομοιότυπα, μεταβάλουμε τις νεκροπόλεις μας σε ευθυγραμμισμένες, κατά στρατιωτικό τρόπο, παρατάξεις, οι [αρχαίοι] Έλληνες, πιο ρεαλιστές, είπαν το «ναι» στη ζωή, συναινέσανε στο ουσιώδες και αρκέσθηκαν σ’ αυτό. Και είναι αυτό που τους πήγε στον ουρανό» (Ελύτης, 1995, σελ. 31).

Η ερμηνευτική πρόταση του Στέλιου Ράμφου δίνει σύγχρονο νόημα στους θεολογικούς τύπους μεταβάλλοντας τους σε ζωντανά σύμβολα, όταν μας καλεί να τα ζήσουμε υπό το φως της απειρίας της ατομικής πίστης και νόησης, η οποία υπερβαίνει τον κατακερματισμό των αισθήσεων. «Ο διχασμός της ψυχής του νεοέλληνα οφείλεται, σε τελική ανάλυση, σε στιβάδες εγκλωβισμένου χρόνου που δημιουργούν τα ξέψυχα, απολιθωμένα σύμβολα, σύμβολα που «κλείνουν» τον ορίζοντα του νοήματος σε δεδομένες σημασίες και εμποδίζουν τη δημιουργία στο ιστορικό παρόν» (Αζίλογλου, 2011). Η αλλαγή αυτής της σκέψης έχει επέλθει εδώ και τέσσερις πέντε αιώνες στη δυτική εκκλησία, ανάμεσα στον πιστό και το θείο δεν χωράει διαμεσολάβηση, κανένα συγχωροχάρτι, καμία τυπολατρική άφεση, η εμβάθυνση στο θείο συνιστά μια προσωπική σχέση και κατάκτηση. Υπάρχει ανάγκη να μεταβάλουμε τον τύπο σε συμβολισμό, δηλαδή στον πλούτο της ποιήσεως, να ξαναζωντανέψει το σύμβολο και να ερμηνευτεί δυναμικά ώστε να ξαναμπεί στο χρόνο, έτσι, όποιος πιστεύει στην ανάσταση πιστεύει στο άπειρο. Ο άπιστος Θωμάς γίνεται ο συμβολισμός του ανθρώπου της αμφιβολίας, των ερωτημάτων που γεννούν οι εμπειριοκρατικές αισθήσεις, αυτός που θέλει να αγγίξει, να ακουμπήσει, και έτσι υποβιβάζει σε παθητικότητα το πνεύμά του, παραμερίζει τη νόηση και την πίστη που είναι το παραπάνω των αισθήσεων και εν δυνάμει ένας κόσμος άπειρος. Η Ανάσταση δεν περιορίζεται στο γεγονός των εμπειρικών αποδείξεων της ανάστασης, αλλά στην συμβολικότατα του να μπορεί ο άνθρωπος να ξαναγεννηθεί πνευματικά κάθε στιγμή μέσα του και να ανακαλύπτει νέες ιδέες και άπειρους κόσμους. «Έτσι ο άνθρωπος οφείλει να βιώνη πνευματικά και ανανεούμενος διαρκώς στη ζωή να γίνεται κύριος του χρόνου του. Το ουσιώδες πλέον δεν είναι να μην πεθαίνει – και η Κόλαση είναι αθανασία -, το ουσιώδες είναι να υπερβαίνει τον φυσικό και τον ιστορικό χρόνο ως πεδία προσαρμογής και να αναγεννάται αδιάκοπα» (Ράμφος, 2004). Γιατί ενώ «ο άνθρωπος των Μέσων χρόνων ζητεί στον άλλο κόσμο το νόημα της ζωής, ο άνθρωπος των Νέων χρόνων το αναζητεί στην προσωπική εμπειρία και τα βιώματα της υπάρξεως του» (Ράμφος, 2000, σελ. 329). «…η αξία της ψυχής καθορίζεται στην πραγματικότητα της χαράς μου, του πόνου μου, του φόβου μου, της απαντοχής μου ή της απελπισίας μου» (σελ. 331). Σαφώς δεν προσδιορίζουν τη ζωή τα γεγονότα αλλά η διάσταση, το νόημα που παίρνουν μέσα μας, η εσωτερική μορφή της ίδιας της ζωής. Αυτή είναι μια εκκρεμότητα του ελληνισμού που δεν βγήκε με τις δυνάμεις του από τους μέσους χρόνους για να περάσει στους δικούς του νέους χρόνους, όταν το Βυζάντιο από τον 10ο αιώνα και μετά δεν βάδισε τη δική του «αναγέννηση» για την εξατομίκευση του ανθρώπου, δηλαδή την ενότητα με τον εαυτό μας ως αυτοσυνείδηση.

Η περιορισμένη γνώση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που θα μας παρείχε μια δυναμική προπαίδεια για την συγκρότηση λόγου σύγχρονου νοήματος, τον τρόπο με τον οποίο θεμελιώνεται, τις δυνατότητες της λογικής και της σκέψης, τις οποίες σήμερα ψυχικά, συναισθηματικά, θεοκρατικά απορρίπτουμε, ο περιορισμός της ενεργούς νοήσεως από το επαναλαμβανόμενο εσχατολογικό, θεολογικό ορθόδοξο τυπικό, κενό σύγχρονου περιεχομένου, σε συνδυασμό με τις ομαδικές νατουραλιστικές δομές της οικογένειας, του τοπικισμού και των συντεχνιών ειδικών συμφερόντων, οδήγησαν στην παθητικότητα της νόησης και στην ανάδυση της «δική μας ανορθολογικής λογικής», η οποία δεν αποτελεί πρόταση αλλά επιλεκτική άρνηση του ορθού λόγου: την ίδια ώρα που επιζητούμε σφόδρα να καταναλώνουμε τα προϊόντα σκέψεως του δυτικού πολιτισμού, ακυρώνουμε και απορρίπτουμε συναισθηματικά αυτή τη λογική στην πράξη. Λόγος είναι η εκφρασμένη και συγκροτημένη σκέψη του ανθρώπου σε αξίες με πράξη μέσα στην κοινωνία, είναι η ικανότητά του να θέτει και να λύνει προβλήματα με ενεργητική συμμετοχή και κριτική στάση. Όμως το αρχαίο μας παρελθόν λειτουργεί μόνο ως άλλοθι, άλλη μια επίκληση του τύπου, ενδυναμώνοντας τη στάσιμη και αμορφοποίητη σύγχρονη ταυτότητα ενός εαυτού και λαού, ο οποίος χαρισματικά θα πρέπει να παραμένει προικισμένος- μέχρι που η έλλειψη γνώσης και η αδράνεια να μας στριμώξουν. Πώς αλλιώς να εξηγήσουμε την απόσταση του τόπου μας σήμερα από το δυτικό κόσμο;

Κατεβάστε ολόκληρο το κείμενο εδώ! (pdf 10MB)

Συνημμένα