«Οι Μινωίτες: Ο αρχαιότερος ευρωπαϊκός πολιτισμός, ο Μινωικός, αναπτύχθηκε στο ορεινό αιγαιοπελαγίτικο νησί της Κρήτης γύρω στο 2000 π.Χ. Ονομάστηκε έτσι από τον Μίνωα, έναν θρυλικό βασιλιά της Κρήτης. Ο Μινωικός πολιτισμός άκμασε για πάνω από 500 χρόνια, μέχρι να τερματιστεί ξαφνικά από τους εισβολείς από την Ελλάδα.
Οι απαρχές του Μινωικού πολιτισμού ήταν αρκετά διαφορετικές από εκείνες των συγχρόνων του στη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο και την κοιλάδα του Ινδού: η Κρήτη δεν έχει πλημμυρικές πεδιάδες με εύφορες προσχώσεις ή μεγάλα ποτάμια που μπορούν να αξιοποιηθούν για άρδευση. Η βάση της Μινωικής επιβίωσης ήταν η «Μεσογειακή Τριάδα» του σιταριού, της ελιάς και του αμπελιού. Οι ελιές και τα αμπέλια αναπτύχθηκαν καλά στις απόκρημνες βουνοπλαγιές του νησιού και παρήγαγαν πολύτιμα, εύκολα αποθηκευμένα προϊόντα – λάδι και κρασί – που διακινούνταν ευρέως στην ανατολική Μεσόγειο.
Οι περιορισμένες εκτάσεις της εύφορης κοιλάδας στην Κρήτη θα μπορούσαν να αφιερωθούν στην καλλιέργεια σίτου. Κοπάδια προβάτων, που εκτρέφονταν στα ψηλά ορεινά βοσκοτόπια, παρήγαγαν μαλλί που προμήθευε μια υφαντουργία, η οποία εξήγαγε υφάσματα μέχρι την Αίγυπτο. Με τέτοιους τρόπους, οι Μινωίτες μεγιστοποίησαν την παραγωγικότητα αυτού που εκ πρώτης όψεως δεν ήταν ένα πολλά υποσχόμενο περιβάλλον για εντατική γεωργία. Άλλα βιοτεχνικά προϊόντα που παρήγαγαν οι Κρήτες, όπως η μεταλλουργία, οι βαφές και η κεραμική, εξήχθησαν επίσης ως παράπλευρο εμπόριο του λαδιού, του κρασιού και των υφασμάτων.
Μέχρι το 2000 π.Χ., η ευημερία και ο πυκνός πληθυσμός της Κρήτης είχαν οδηγήσει στην ανάπτυξη πόλεων και μικρών βασιλείων με επίκεντρο τα υπέροχα ανακτορικά συγκροτήματα στην Κνωσό, τη Φαιστό, τα Μάλια και τα Χανιά. Ορισμένα μικρότερα ανάκτορα πιστεύεται ότι ήταν υποδεέστερα κέντρα εξουσίας. Εκτός από κατοικίες για τους ηγεμόνες, τα ανάκτορα λειτουργούσαν και ως θρησκευτικά, οικονομικά και διοικητικά κέντρα. Τα ανάκτορα στέγαζαν επίσης εργαστήρια, ιερά, θαλάμους ακροατηρίου και αποθήκες όπου αποθηκεύονταν τα πλεονάσματα τροφίμων και τα εμπορικά αγαθά για αναδιανομή. Οι μεγάλες κεντρικές αυλές ήταν πιθανώς το σκηνικό των θρησκευτικών τελετουργιών και των κοινοτικών εορτών.
Μινώταυρος: Το μέγεθος και τα πολύπλοκα σχέδια των ανακτόρων πιθανότατα οδήγησαν στον μετέπειτα ελληνικό μύθο του Λαβύρινθου, στον οποίο ο βασιλιάς Μίνωας κράτησε τον Μινώταυρο, ένα τέρας μισάνθρωπος, μισός ταύρος. Οι ταύροι είχαν σίγουρα ιδιαίτερη σημασία στη μινωική θρησκεία. Υπάρχουν ζωγραφισμένες τοιχογραφίες στους τοίχους του παλατιού στην Κνωσό που δείχνουν νέους να πηδούν πάνω από τις πλάτες των ταύρων σε ένα τελετουργικό παιχνίδι και τα κέρατα των πέτρινων ταύρων είναι ένα κοινό θρησκευτικό σύμβολο. Μια άλλη δημοφιλής θρησκευτική φιγούρα ήταν μια θεά που συχνά εμφανιζόταν να κρατά φίδια.
Οι ανάγκες της διοίκησης του παλατιού οδήγησαν στην ανάπτυξη της γραφής — πρώτα χρησιμοποιώντας ιερογλυφικά, και αργότερα μια συλλαβική γραφή γνωστή ως Γραμμική Α. Καμία γραφή δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί, επομένως η εθνική ταυτότητα των Μινωιτών παραμένει άγνωστη. Ωστόσο, είναι σαφές ότι δεν μιλούσαν ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και άρα δεν ήταν Έλληνες. Όπως και στην Εγγύς Ανατολή, τα έγγραφα γράφτηκαν σε πήλινες πλάκες και αποθηκεύτηκαν σε αρχεία.
Καταστροφή από φωτιά: Γύρω στο 1700 π.Χ., τα μινωικά ανάκτορα καταστράφηκαν από πυρκαγιές, πιθανότατα λόγω πολέμων μεταξύ των ανακτορικών βασιλείων. Όλα τα ανάκτορα ξαναχτίστηκαν, αλλά μόνο η Κνωσός ανέκτησε την παλιά της αίγλη. Αυτό υποδηλώνει ότι η Κνωσός είχε αποκτήσει κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί, μειώνοντας τα άλλα ανάκτορα σε υποτελή. Μεταγενέστερες παραδόσεις περιγράφουν τους στόλους του βασιλιά Μίνωα να κυριαρχούν στο Αιγαίο και να απαιτούν φόρο τιμής από τους Έλληνες. Οι Μινωίτες είχαν αποικίες σε όλο το Αιγαίο, συμπεριλαμβανομένης μιας μινωικής συνοικίας στην αιγυπτιακή πόλη Άβαρις. Μια εξέχουσα αποικία, το Ακρωτήρι στο ηφαιστειακό νησί της Θήρας, θάφτηκε σε στάχτη μετά από μια τεράστια έκρηξη το 1628 π.Χ. Περιγραφόμενος ως «Μινωική Πομπηία», ο χώρος ήταν τόσο καλά διατηρημένος που σώθηκαν ακόμη και τοιχογραφίες. Οι σεισμοί που σχετίζονται με την έκρηξη της Θήρας προκάλεσαν εκτεταμένες ζημιές στην Κρήτη, οι πτώσεις από την έκρηξη κατέστρεψαν καλλιέργειες και έθαψαν χωράφια, προκαλώντας πείνα και κοινωνική αστάθεια.
Μια τελική καταστροφή έπληξε τους Μινωίτες γύρω στο 1450 π.Χ., όταν σχεδόν όλα τα ανάκτορα, οι πόλεις και τα αγροκτήματα της Κρήτης καταστράφηκαν ή υπέστησαν ζημιές από φωτιά, και πολλά εγκαταλείφθηκαν, χωρίς να κατοικηθούν ποτέ ξανά. Μόνο η Κνωσός γλίτωσε από την καταστροφή, αλλά μόνο επειδή επιλέχθηκε από τους νέους ηγεμόνες του νησιού, οι οποίοι εισήγαγαν νέες ταφικές πρακτικές, νέους θεούς, νέες μορφές τέχνης και ένα νέο σύστημα γραφής, φέρνοντας έτσι το τέλος του Μινωικού πολιτισμού.» (Haywood, J. (2005). The Penguin Historical Atlas of Ancient Civilizations, σσ. 98-99).
«Στις μινωικές σπουδές, η λατρεία του Evans, που συχνά συσχετίζεται με εύκολες συγκρίσεις με τη σύγχρονη εποχή, εμποδίζει κάθε ουσιαστική πρόοδο στις έρευνες. Είναι αλήθεια ότι το εύρος των ερωτημάτων που τίθενται μεγαλώνει και προβλήματα όπως η γένεση του Κράτους, ο ρόλος των γυναικών ή η λειτουργία των μινωικών ανακτόρων έχουν τεθεί εδώ και λίγο καιρό. Στο ζήτημα αυτό, τα δάνεια από την κοινωνική ανθρωπολογία είναι καλοδεχούμενα, πρέπει όμως να γίνουν πιο συγκεκριμένα και πιο ακριβή. Και πρέπει, κυρίως, να εγκαταλειφθούν οι γενικευτικές απόψεις που και η ίδια, για λογαριασμό της, έχει εγκαταλείψει εδώ και πολύ καιρό. Ακρίβεια και αυστηρότητα προσδιορίζουν το επιστημονικό πνεύμα που μπορεί να πρυτανεύσει σε έρευνες μακροχρόνιες και ελάχιστα θεαματικές, αλλά ουσιώδεις και καθοριστικές. Είναι, όμως, εξίσου απαραίτητα η άρνηση της εσωστρέφειας και ένα άνοιγμα προς τα έξω. Αυτός ο διάλογος με τις υπόλοιπες επιστήμες -ανθρωπολογία και εθνολογία, προϊστορία, αρχαιολογία των χωρών της Ανατολής, ιστορία, τεχνολογία, φυσικές επιστήμες…- είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά κίνητρα της έρευνας. Πρέπει κυρίως –και αυτό είναι το ουσιώδες να αλλάξουμε πνευματική συμπεριφορά, να διαφοροποιήσουμε τα θέματα μελέτης και να ανανεώσουμε τους προβληματισμούς. Με αυτή την προοπτική, η συγκυρία που κυριαρχεί από τη δεκαετία του 1990 μας προσφέρει σχεδόν ιδανικές συνθήκες για να εμβαθύνουμε τη σκέψη μας και να προετοιμάσουμε τις ανασκαφές του μέλλοντος.» ((René Treuil, Pascal Darcque, Jean-Claude Poursat, 2015, Οι Πολιτισμοί του Αιγαίου, σσ. 649-650)
Λίκνα Πολιτισμού (Cradles of Civilizations)
Η παρούσα δημοσίευση είναι η πέμπτη για την ενότητα Λίκνα του Πολιτισμού (Cradles of Civilizations). Στην πρώτη δημοσίευση παρουσιάσαμε την αντίληψη σύμφωνα με την οποία υπήρξε ένα λίκνο πολιτισμού που εξαπλώθηκε στην ανθρωπότητα με την Πολιτιστική Διάχυση (Cultural Diffusion), κάναμε επισκέψεις στο Βρετανικό Μουσείο (British Museum), το Λούβρο (Louvre) και τα Μουσεία Βερολίνου (Neues Museum, Pergamon Museum).
Ακολούθησε η αναζήτηση των απαρχών του ανθρώπινου πολιτισμού, ξεκινώντας από την Παλαιολιθική περίοδο, και κυρίως από το κομβικό σημείο περίπου 12.000 χρόνια πριν, στο τέλος της Τελευταίας Εποχής Παγετώνων, όταν οι πρώτοι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες αρχίζουν να συγκεντρώνονται, να οραματίζονται και να οικοδομούν λατρευτικούς χώρους. Πραγματοποιήσαμε επισκέψεις στα πρώτα αρχιτεκτονικά ιερά της ανθρωπότητας: το Γκιομπεκλί Τεπέ (Göbekli Tepe, περ. 12.000 χρόνια πριν) και το Καραχάν Τεπέ (Karahan Tepe, περ. 11.800 χρόνια πριν), καθώς και στους πρώτους μεγάλους νεολιθικούς (ημι)αγροτικούς οικισμούς, όπως ο Τσαταλχουγιούκ (Çatalhöyük, περ. 9.500 χρόνια πριν). Το νεολιθικό Μουσείο Σανλιούρφας (Şanlıurfa Museum) παρουσιάζει τις δραματικές αλλαγές της νεολιθικής μετάβασης από τον «κήπο των άγριων ζώων» στην αυγή της ανθρώπινης παρουσίας με ένα πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι απαρχές του πολιτισμού αναζητήθηκαν και στην εξάπλωση της νεολιθικοποίησης στην Ελλάδα και την Ευρώπη (Neolithisation of Greece and Europe, 9.000–5.600 χρόνια πριν): τη μετάβαση στην εξημερωμένη γεωργία και τα εξημερωμένα ζώα, τους νεολιθικούς οικισμούς της Ελλάδας με επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα, και της Κεντρικής Ευρώπης στις τελετουργικές λίθινες κατασκευές της Δυτικής Ευρώπης στο Στόουνχεντζ (Stonehenge, περ. 5.000–4.500 χρόνια πριν). Παράλληλα, συζητήθηκε η ύπαρξη ενός ευρασιατικού δικτύου ανταλλαγών.
Στην τέταρτη δημοσίευση παρουσιάσαμε το πρώτο λίκνο του ανθρώπινου πολιτισμού, τους Μεσοποτάμιους Λαούς (Mesopotamian Civilizations, 8.500–3.000 χρόνια πριν) και τη γέννηση των πρώτων οργανωμένων αγροτικών οικισμών, των πόλεων-κρατών και των πρώτων μεγάλων αυτοκρατοριών στην Εύφορη Ημισέληνο. Εξετάστηκαν οι πολιτισμοί των Προ-Σουμέριων (8.500–6.500), των Σουμέριων (5.500–4.000), των Ακκάδιων (4.334–4.154), των Ασσύριων (4.000–2.612), των Βαβυλώνιων (3.894–2.539) και των Χετταίων (3.600–3.200), με επισκέψεις στους αρχαιολογικούς χώρους της Μεσοποταμίας, τους ζώντες βάλτους, την σουμεριακή πόλη Ουρ, τη Βαβυλώνα, τη Νινευή κ.ά., καθώς και το Μουσείο της Βαγδάτης (Baghdad Museum) και το Μουσείο της Βασόρας (Basra Museum).
Η παρούσα πέμπτη δημοσίευση παρουσιάζει τη συνέχεια όλων αυτών των εξελίξεων και την παραπέρα λάμψη του ανθρώπινου πολιτισμού στη Μινωική Κρήτη – τον Αρχαιότερο Πρώτο Ευρωπαϊκό Πολιτισμό (Minoan Crete, The First European Civilization, 5.000–3.450 χρόνια πριν). Η Μινωική Κρήτη και οι σχέσεις της με τους προγενέστερους ή τους σύγχρονους πολιτισμούς διερευνάται με επισκέψεις στο ανάκτορο της Κνωσού (Knossos), τα Αρχαιολογικά Μουσεία Ηρακλείου-Ρεθύμνου-Ελεύθερνας, τα κυκλικά κοσμολογικά μοντέλα/ημερολόγια από το Γκιομπεκλί Τεπέ, το Stonehenge, τους επτά πλανήτες των Σουμέριων που εμφανίζονται στις Μινωικές μήτρες του Παλαιόκαστρου-το μινωικό υπολογιστή και τη μνημειώδη κυκλική κατασκευή που αποκαλύφθηκε στο Νέο Αεροδρόμιο Κρήτης (New Heraklion Airport) στο λόφο Παπούρα, καθώς και με τις επισκέψεις στη γενέτειρά μου στην Αρχαία Αξό (Axos) με το ναό της «ανατολίτισσας» Αφροδίτης-Αστάρτης, στις Αρχάνες και τα Ανεμοσπήλια με την ανθρωποθυσία και στο Ιδαίο Άντρο (Idaean Cave) με πάρα πολλά αρχαιολογικά ευρήματα με ανατολικές επιδράσεις.
Ο μινωικός κόσμος αποτελεί μια φυσική συνέχεια των νεολιθικών και μετα-νεολιθικών πολιτισμών της Ανατολής, και ταυτόχρονα μια δημιουργικά αυτόνομη πρωτοευρωπαϊκή εκδοχή ενός ανεπτυγμένου κέντρου πολιτισμού. Αυτή η πολιτισμική συνέχεια συμβολίζεται και στο μύθο με τη βίαιη «Αρπαγή της Ευρώπης» (παλιότερα «The Rape of Europa», νεότερη απόδοση «The Abduction of Europa») ακριβώς από τη Φοινίκη/ακτές Ανατολικής Μεσογείου από το μεταμορφωμένο Δία σε λευκό ταύρο. Στο τέλος του άρθρου επισυνάπτεται ένα μεγάλο κείμενο για τεκμηρίωση των λεγομένων για τη συνέχεια των πολιτισμών, με πρώτη γέφυρα από τη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο στην Κρήτη με τα ευρήματα της αρχαιολογικής ανασκαφής στους πρόποδες του Ψηλορείτη (!) στο Ιδαίον Άντρο με πάρα πολλές ανατολικές σχέσεις, βλ. Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. (2013). Ιδαίο Άντρο: Το Σπήλαιο του Δία και οι Θησαυροί του. Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, καθώς και μια δεύτερη γέφυρα πολιτισμού με τη συνέχεια από την αρχαιότητα ως τις ημέρες μας στις ζωντανές λαϊκές τελετουργίες παραδόσεις, Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου. βλ. «Επίμετρο – Δύο Γέφυρες Πολιτισμών: (α) Από τη Μεσοποταμία στις ανασκαφές του Ιδαίου Άντρου στον Ψηλορείτη, (β) Από την Αρχαιότητα στις λαϊκές τελετουργίες» (σσ. 123).
Και όμως, ενώ λίγες ημέρες πριν επισκέφτηκα τη Μεσοποταμία — τους Σουμέριους, τους Ακκάδιους, τους Ασσύριους, την Ουρ, τη Βαβυλώνα, τη Νινευή, τους βασιλείς τους όπως τον Σαργών, τα αρχαιολογικά τους ευρήματα, τους μύθους και τις θεότητές τους — τι γυρεύουν όμως αυτές οι παραδόσεις στους πρόποδες του Ψηλορείτη; Και ακόμη, νόμιζα ότι το ταξίδι στη Μεσοποταμία είχε ολοκληρωθεί όταν περιέγραφα ενδεικτικά τη συνέχεια των πολιτισμών με το παράδειγμα της κοινής θέας Ινάννα/Ιστάρ/Αστάρτη (Inanna/Ishtar/Astarte), μέσω της Κύπρου και στην Κρήτη. Υπενθυμίζω από την επίσκεψη στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα και το τμήμα με τις κυπριακές θεότητες: «Ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα γυναικεία ειδώλια και οι παραστάσεις της θεάς Αστάρτης. Η θεά Αστάρτη (Astarte), θεότητα με καταγωγή από την Ινάννα (Inanna) των Σουμέριων και την Ιστάρ (Ishtar) των Ακκάδιων/Βαβυλώνιων, υιοθετείται στην Κύπρο από τους Φοίνικες από τη Μέση Εποχή του Χαλκού (περ. 1900–1600 π.Χ.) και συνδέεται με τη φύση, τη γονιμότητα και τον έρωτα, καθώς και με τη Μινωική Αστάρτη, που πιθανότητα «ξεκλειδώνει» το μυστήριο του Δίσκου της Φαιστού». Ο ερευνητής Gareth Owens αναφέρει: «Έχω την υποψία ότι ο Δίσκος της Φαιστού είναι ύμνος προς την Αστάρτη, τη θεότητα του έρωτα. Τέτοιες λέξεις όπως αυτές που αναφέρονται στον Δίσκο βρέθηκαν και σε μινωικά τάματα και, όπως συμβαίνει και με τα σημερινά τάματα, ο κόσμος κάνει μια προσευχή όταν δυσκολεύεται — είτε για θέματα υγείας είτε για προσωπικά προβλήματα. Ο άνθρωπος δεν αλλάζει τελικά». Εκτιμά ότι η μία πλευρά του Δίσκου της Φαιστού είναι αφιερωμένη στην έγκυο θεότητα και η άλλη στη Μινωική Αστάρτη (Astarte) (online: «Η θεά Αστάρτη πίσω από το μυστήριο του Δίσκου της Φαιστού»). Με την επιστροφή μου, όμως, από τη Μεσοποταμία στην Ελλάδα, υπάρχει μια συνέχεια σε αυτή την ιστορία, γιατί μαθαίνω ότι, η θεά Ινάννα/Ιστάρ/Αστάρτη αποκαλύπτεται στις ανασκαφές της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών το 1899 από τον αρχαιολόγο Federico Halbherr, στη γενέτειρά μου, την Αρχαία Αξό (!) καθώς εντοπίζεται ο Ναός της Αφροδίτης-Αστάρτης (βλ. παρακάτω περισσότερα, Δαφέρμος, 2001), ενώ και οι ανασκαφές των Γιάννη Σακελλαράκη και Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη στο Ιδαίον Άντρο 30 χιλιόμετρα μακριά από την Αξό στον Ψηλορείτη, αποκαλύπτουν πλήθος ασσυριακών και άλλων επιρροών στις ασπίδες, στο τύμπανο του Δία κτλ.
Μινωικός πολιτισμός: το μεγάλο «θαλάσσιο» ποτάμι των τριών ηπείρων
Ο Μινωικός πολιτισμός (Minoan civilization), που αναπτύχθηκε στην Κρήτη κατά την Εποχή του Χαλκού (Bronze Age), θεωρείται ο αρχαιότερος αστικός πολιτισμός της Ευρώπης, ένα από τα πρώτα παραδείγματα οργανωμένης κοινωνίας στον δυτικό κόσμο. Τα αρχαιολογικά ευρήματα π.χ. της Κνωσού αποκαλύπτουν μια κοινωνία που προχώρησε σημαντικά στην αστική οργάνωση, την αρχιτεκτονική, τη γραφή, το εμπόριο, την τέχνη και τη μυθολογία, και αποτελεί ένα θεμέλιο για τον δυτικό πολιτισμό και ενός λίκνου πολιτισμού. Η κλασική Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. θεωρείται (άτυπα) λίκνο του δυτικού πολιτισμού για τις ιδέες της δημοκρατίας, της φιλοσοφίας, των πολιτικών θεσμών, της λογοτεχνίας και της επιστήμης, βλ. σχετικά σε άλλη δημοσίευση για την Αξονική Εποχή.
Η διαμόρφωση του πολιτισμού στην Κρήτη άρχισε από τον νεολιθικό πολιτισμό της Κνωσού (περ. 7000–3100 π.Χ.), και σιγά σιγά αναπτύσσεται σε επιμέρους περιόδους, την Προανακτορική περίοδο (Prepalatial period, 3100–1900 π.Χ.) με την ανάπτυξη αγροτικών κοινοτήτων, πρώιμη κεραμική και κοινωνική διαφοροποίηση, την Παλαιοανακτορική περίοδο (Protopalatial period, 1900–1700 π.Χ.) σηματοδοτεί την κατασκευή των πρώτων ανακτόρων στην Κνωσό (Knossos), τη Φαιστό (Phaistos) και τα Μάλια, με αύξηση του εμπορίου και κοινωνική οργάνωση, ακολουθεί η Νεοανακτορική περίοδος (Neopalatial period, 1700–1450 π.Χ.), περίοδος ακμής με μεγαλοπρεπή ανάκτορα, εξελιγμένη γραφειοκρατία, άνθηση της τέχνης και της ναυτοσύνης, δημιουργία της Γραμμικής Α (Linear A) και των Κρητικών Ιερογλυφικών (Cretan Hieroglyphs), ενώ η Μετανακτορική περίοδος (Postpalatial period, 1450–1100 π.Χ.) ξεκινά με την κάθοδο των Μυκηναίων από την ηπειρωτική Ελλάδα περίπου από το δέκατο πέμπτο αιώνα π.Χ., τα μινωικά ανάκτορα καταστρέφονται και το νησί περνά σε μυκηναϊκή κυριαρχία, οι Μυκηναίοι υιοθετούν στοιχεία της μινωικής τέχνης και διοίκησης, χρησιμοποιώντας πλέον τη Γραμμική Β’ (Linear B), μια μορφή της ελληνικής γλώσσας, βλ. ενδεικτικά για την Υστερομινωική περίοδο στο διαδίκτυο την ταινία μας με τον τίτλο «Λουλούδια Σπασμένα».
Οι σύγχρονες γενετικές και αρχαιολογικές προσεγγίσεις έχουν αναδείξει τον αυτόχθονα χαρακτήρα των Μινωιτών, καταρρίπτοντας παλαιότερες θεωρίες περί εξωγενούς προέλευσης· σύμφωνα με μελέτες DNA οι Μινωίτες κατάγονται κυρίως από νεολιθικούς γεωργικούς πληθυσμούς της δυτικής Ανατολίας που εγκαταστάθηκαν στο Αιγαίο την 7η χιλιετία π.Χ., χωρίς ενδείξεις αφρικανικών ή σημιτικών γενετικών επιρροών, παρά τις τεκμηριωμένες εμπορικές επαφές. Τα αρχαιολογικά δεδομένα υποστηρίζουν αυτή τη θέση, καθώς η εξέλιξη των μινωικών ανακτόρων και η πολιτισμική συνέχεια από τη Νεολιθική στην Πρωτομινωική περίοδο καταδεικνύουν τοπική ανάπτυξη χωρίς ασυνέχειες ή εισβολές. Οι Μυκηναίοι παρουσιάζουν συγγένεια με τους Μινωίτες, αλλά φέρουν πρόσμιξη γενετικών στοιχείων από την Ποντιακή Στέπα, πιθανώς συνδεόμενη με τις ινδοευρωπαϊκές γλωσσικές επιρροές. Συνολικά, οι Μινωίτες αποδεικνύονται φορείς μιας αυτόχθονης και εξελισσόμενης πολιτισμικής ταυτότητας στο προϊστορικό Αιγαίο (Lazaridis, I., et al. (2017). Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans. Nature, 548(7666), 214–218).
Η στρατηγική θέση της Κρήτης, σε ίση απόσταση γεωγραφικά και πολιτισμικά από την Αφρική και την Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία της Ασίας και την δυναμικά εξελισσόμενη Ευρώπη, την καθιστά γέφυρα τριών ηπείρων και σταυροδρόμι πολιτισμικών διεργασιών. Ενώ τα περισσότερα λίκνα πολιτισμού αναπτύχθηκαν δίπλα στα μεγάλα ποτάμια Τίγρη-Ευφράτη, Νείλο, Ινδό, Κίτρινο ποταμό, Κονγκό, Νίγηρα, Αμαζόνιο – το μεγάλο ποτάμι των Μινωιτών, των εμπόρων και των πολιτισμών, ήταν η θάλασσα. Οι Μινωίτες αφομοιώνουν και επαναπροσδιορίζουν στοιχεία από τους μεγάλους πολιτισμούς διαμορφώνοντας ταυτόχρονα έναν αυτόνομο πρωτοποριακό πολιτισμό με έντονη ναυτική δραστηριότητα, εντυπωσιακά ανάκτορα, υψηλή καλλιτεχνική έκφραση με πολύχρωμες τοιχογραφίες, λατρεία της φύσης, μια συνολική έκφραση που αποπνέει ζωή και ρυθμό. Η συνέχεια της Κρήτης στα λίκνα του πολιτισμού αντανακλάται όπως προαναφέραμε στον μύθο της Αρπαγής της Ευρώπης, σύμφωνα με τον οποίο ο Δίας, μεταμορφωμένος σε ταύρο, μεταφέρει την Ευρώπη από τη Φοινίκη στην Κρήτη. Η αφήγηση αυτή εκφράζει την ιδέα της συνέχεια του πολιτισμού από την Ανατολή στη Δύση, με την Κρήτη ως σημείο εκκίνησης της ευρωπαϊκής πολιτισμικής ταυτότητας και συνείδησης, είναι το κατώφλι του ευρωπαϊκού πολιτισμού και για τους αρχαιολόγους, με την Κνωσό να αποτελεί το κέντρο.
«Βεβαιωμένα είναι τα ίχνη των Μινωιτών και στη μικρασιατική ακτή, τη Μίλητο και τις Ερυθρές. Μινωίτες ναυτικοί και έμποροι είχαν στα χέρια τους το διαμετακομιστικό εμπόριο ακόμα και της παλαιστινιακής ακτής με την Αίγυπτο. Πρόκειται για τους Κεφτιού, όπως ονομάζονται οι Μινωίτες δωροφόροι σε αιγυπτιακές τοιχογραφίες.
Η λιμενική πόλη της Κνωσού ήταν ασφαλώς το κέντρο κάθε ναυτικής μα και υπερπόντιας μινωικής δραστηριότητας. Εκεί θα είχε την έδρα του ο μινωικός εμπορικός στόλος, για τον οποίο πολλά στοιχεία είναι γνωστά από δεκάδες μινωικές σφραγίδες, αλλά και από τη γνωστή μικρογραφική τοιχογραφία της Θήρας. Η σχέση των Μινωιτών με τη θάλασσα καταδεικνύεται άλλωστε και στην τέχνη, με την ύπαρξη του λεγόμενου θαλάσσιου ρυθμού. Η μαρτυρημένη και από τον Θουκυδίδη, τον 5ο αιώνα π.Χ., θαλασσοκρατία του Μίνωα που, τηρουμένων των αναλογιών, μπορεί να συγκριθεί με τις μεταγενέστερες ναυτικές δυνάμεις στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Βενετία και την Αγγλία, είχε φυσικά τους ίδιους εμπορικούς στόχους και ασφαλώς ιμπεριαλιστική μορφή, έστω κι αν ο βικτωριανός Άρθουρ Έβανς την ονόμασε Pax Minoica» (Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. Κνωσός: Κατώφλι του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2010, σελ. 287). Στο βίντεο που ακολουθεί μια πρώτη επίσκεψη στον Αρχαιολογικό Χώρο της Κνωσού.
Cradle of European Civilisation (Crete/Knossos): Λίκνο Ευρωπαϊκού Πολιτισμού Κρήτη/Κνωσός, Minoan civilization, European civilisation, βίντεο διάρκειας 35’ λεπτών. Επίσκεψη στο Ανάκτορο της Κνωσού, μια εμπειρία αρχαιολογικής και πολιτισμικής αξίας. Η είσοδος στον χώρο μέσα από ένα εντυπωσιακό σύνολο πυλώνων και τα πηγάδια γνωστά ως κουλουρές πιθανώς τελετουργικής ή αποθηκευτικής χρήσης, υποδηλώνοντας τη μετάβαση από τον «εξωτερικό» στον «ιερό» χώρο. Είσοδος με πομπή και ρυτοφόρους. Η διαδρομή συνεχίζει προς τη Μεγάλη Κεντρική Αυλή (Central Court), σημείο συνάντησης τελετουργιών, πιθανών αθλητικών αγώνων και πομπών. Αναγνωρίζεται η εικονιζόμενη τοιχογραφία της Πομπής (Procession Fresco), που απεικονίζει μορφές ανδρών σε ιερατικό σχηματισμό να μεταφέρουν τελετουργικά αντικείμενα, μεταξύ των οποίων ρυτά (rhyta) – περίτεχνα τελετουργικά αγγεία, συχνά διαμορφωμένα σε μορφή ταύρου ή κεφαλής ζώου. Τα ρυτά θεωρούνται σύμβολα χοών ή προσφορών προς τη θεότητα και αποτελούν δείγμα τόσο της τεχνολογικής δεξιοτεχνίας όσο και της λατρευτικής ιδεολογίας. Από τα σημαντικότερα σημεία της διαδρομής είναι η Αίθουσα του Θρόνου (Throne Room), με τον εμβληματικό θρόνο και τις τοιχογραφίες των γρυπών (Griffin Fresco), που δημιουργούν ένα περιβάλλον ιερής φόρτισης υποδηλώνοντας τη σύνδεση της εξουσίας με τη λατρεία. Σημαντική ενότητα του ανακτόρου αποτελούν οι τοιχογραφίες (frescoes), που αποτυπώνουν σκηνές λατρείας, φύσης και εθιμικού αθλητισμού. Μεταξύ αυτών διακρίνονται: Ο Πρίγκιπας με τα Κρίνα (Prince of the Lilies) – μια φιγούρα άνδρα με περίτεχνη κόμμωση και διακόσμηση. Τα Ταυροκαθάψια (Bull-leaping scene) – απεικόνιση νεαρών να εκτελούν ακροβατικά άλματα πάνω από ταύρους, πιθανότατα ως μέρος μυητικών ή θρησκευτικών πρακτικών. Τα Δελφίνια στο Μέγαρο της Βασίλισσας (Dolphin Fresco) – που υπογραμμίζουν τη σχέση του Μινωικού πολιτισμού με το θαλάσσιο στοιχείο. Σε λειτουργικό επίπεδο, το ανάκτορο περιλάμβανε προηγμένο υδραυλικό σύστημα, με αποχετευτικά κανάλια και πιθανές εγκαταστάσεις λουτρών, ιδίως στο Μέγαρο της Βασίλισσας (Queen’s Megaron). Οι αποθηκευτικοί χώροι (magazines), επενδυμένοι με τεράστιους πίθους (pithoi), μαρτυρούν την ύπαρξη συγκεντρωτικής οικονομίας και ελέγχου αποθεμάτων σε λάδι, σιτηρά και κρασί, γεγονός αυτό ενισχύει την αντίληψη περί κρατικής διοίκησης. Η εμπειρία αυτή ολοκληρώνεται με μια επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου (Heraklion Archaeological Museum), όπου εκτίθενται τα ευρήματα των ανασκαφών και της Κνωσού, ρυτά, σφραγιδόλιθοι, πέλεκεις, ειδώλια, τοιχογραφίες, βλ. το επόμενο βίντεο παρακάτω.
Η μινωική ζωή και λατρεία συνδέεται στενά με τη φύση, τη γονιμότητα και τις θεότητες γυναικείου χαρακτήρα, αντανακλώντας μια λατρεία βαθιά ριζωμένη στον φυσικό κόσμο και στους κύκλους της ζωής. Τα αρχαιολογικά ευρήματα από τα Μινωικά Ανάκτορα (Minoan Palaces), τα Ιερά Κορυφής (Peak Sanctuaries) και τα Λατρευτικά Σπήλαια (Sacred Caves) προσφέρουν πολύτιμα τεκμήρια για τις τελετουργικές πρακτικές με ειδώλια, διπλούς πέλεκεις (labrys), αγγεία, μικρογλυπτική. Οι τρεις αυτοί χώροι σε πολλές περιοχές του νησιού αποκάλυψαν πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων (έτσι παρουσιάζονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου), ενώ παράλληλα ενέπνευσαν τον νεότερο λαϊκό πολιτισμό λειτουργώντας ως φορείς πολιτισμικής συνέχειας, όπως θα δούμε προς το τέλος αυτής της μελέτης. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού από το Φεβρουάριο του 2024 έχει καταθέσει τον φάκελο υποψηφιότητας για την εγγραφή έξι Μινωικών Ανακτόρων (Minoan palaces) στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO: Ζάκρου, Κνωσού, Φαιστού, Μαλίων, Ζωμίνθου και Κυδωνίας. Κατά τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., αυτά τα μινωικά ανάκτορα της Κρήτης αποτέλεσαν τα κέντρα της πολιτικής, οικονομικής και λατρευτικής ζωής για περίπου εξακόσια χρόνια.
Ανάκτορο Κνωσού (Palace of Knossos) περίπου 2000–1375 π.Χ. Η Κνωσός αποτελεί το μεγαλύτερο και πιο σημαντικό μινωικό ανάκτορο, κεντρικό διοικητικό, λατρευτικό και πολιτιστικό κέντρο της Κρήτης. Αποτυπώνει την ακμή του μινωικού πολιτισμού με εξαιρετική αρχιτεκτονική, τέχνη και οργανωμένη διακυβέρνηση. Κυρία ευρήματα αποτελούν τα πολυώροφα κτίρια, λαβύρινθοι, τοιχογραφίες, πινακίδες Γραμμικής Α και Β, αποθήκες με πιθάρια, λατρευτικά αντικείμενα.
Ανάκτορο Φαιστού (Palace of Phaistos): 1900–1400 π.Χ. σημαντικό κέντρο στα νότια του νησιού με εκλεπτυσμένη αρχιτεκτονική και διακόσμηση, που υποδηλώνει ισχυρό διοικητικό και λατρευτικό ρόλο. Διαδραμάτιζε κεντρικό ρόλο στη μινωική διοίκηση και την τελετουργική ζωή, ενώ έχει συνεισφέρει σημαντικά στην κατανόηση της γραφής και της επικοινωνίας μέσω του Δίσκου της Φαιστού, πινακίδες Γραμμικής Β, τοιχογραφίες, σφραγίδες, αγγεία.
Ανάκτορο Μαλίων (Palace of Malia): 1900–1450 π.Χ. πολυώροφο ανάκτορο στη βόρεια Κρήτη που συνδύαζε διοικητικές, εμπορικές και λατρευτικές λειτουργίες, με πλούσιο υλικό πολιτιστικό απόθεμα. Κόμβος εμπορίου και θρησκευτικών τελετών, με γνωστά ευρήματα χρυσά κοσμήματα όπως «οι Μέλισσες των Μαλίων», τοιχογραφίες, σφραγίδες, ειδώλια.
Ανάκτορο Ζάκρου (Palace of Zakros): 1900–1450 π.Χ. το ανατολικότερο ανάκτορο της Κρήτης με ισχυρούς εμπορικούς δεσμούς με την Ανατολή, γνωστό για την πολυτέλεια των ευρημάτων του. Αποτελεί σημαντικό παράδειγμα της εξωτερικής πολιτικής και των εμπορικών επαφών των Μινωιτών με πολύχρωμα αγγεία, κοσμήματα, σφραγίδες και αντικείμενα από τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο.
Ανάκτορο Ζωμίνθου (Palace of Zominthos): 1600–1450 π.Χ. ανάκτορο που βρίσκεται σε μεγάλο υψόμετρο στον Ψηλορείτη (1200 μέτρα υψόμετρο), στον άξονα Κνωσού-Ζωμίνθου-Ιδαίου Άντρου, με χαρακτηριστικά που συνδυάζουν εμπορικές και λατρευτικές λειτουργίες. Δείχνει την εξάπλωση και την επιρροή του Μινωικού πολιτισμού σε ορεινές περιοχές. Έχουν βρεθεί κεραμικά, μεταλλικά αντικείμενα, θρησκευτικά ειδώλια, υπολείμματα κτιρίων και τειχών με ιδιότυπη αρχιτεκτονική, βλ. παρακάτω το βίντεο από την επίσκεψη στο Ιδαίο Άντρο.
Ανάκτορο Κυδωνίας (Palace of Kydonia): 1600–1450 π.Χ. κεντρικό διοικητικό και εμπορικό κέντρο στη δυτική Κρήτη, με σημαντικές επιρροές από άλλα νησιά και την ηπειρωτική Ελλάδα. Αντικατοπτρίζει την πολυποίκιλη οικονομία και τη θρησκευτική ζωή της περιοχής, καθώς και τις εμπορικές ανταλλαγές σε ευρεία κλίμακα με σημαντικούς αποθηκευτικούς χώρους, κεραμική, νομίσματα με θεότητες, μαρμάρινα αγάλματα, κυκλώπεια τείχη.
Ιερά Κορυφών (Peak Sanctuaries)
Οι κορυφές των βουνών λειτούργησαν ως υπαίθρια ιερά (peak sanctuaries), όπου οι πιστοί άφηναν πήλινα ειδώλια ανθρώπων, ζώων και τμημάτων σώματος (μινωικά τάματα), θέλοντας την εύνοια της θεότητας. Στο Γιούχτα (Juktas) πιθανότατα το αρχαιότερο, αποκαλύφθηκαν στρώματα στάχτης, κρανία ζώων, εκατοντάδες πήλινα ειδώλια, ακόμη και μια ανθρωποθυσία, βλ. το σχετικό βίντεο επίσκεψης στις Αρχάνες-Ανεμόσπηλια. Στο Πετσόφα (Petsophas), χάρη στις ανασκαφές του John Myres το 1903, βρέθηκαν χιλιάδες ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα ειδώλια, γρανιτένιες λεκάνες με εγχάρακτες πινακίδες Γραμμικής Α΄ και στρώματα τέφρας. Το Κάρφι (Karfi), σε υψόμετρο 1.100 μ., προσέφερε χιλιάδες πήλινες αναθήκες και ο Τραοστάλος (Traostalos) μαζί με τον Βρύσινα (Vrisiña) αποκάλυψαν πήλινα μέλη σώματος, ενδεικτικά ιαματικών τελετουργιών, «μινωικά τάματα» παράδοση που συνεχίζεται στις εκκλησίες μέχρι σήμερα. Οι κορυφές Τύλισσος (Tylissos) και Γωνιές Φιλιορόμος (Gonie Philioromos) προσθέτουν στο εκτενές δίκτυο υπαίθριων λατρευτικών χώρων.
Σπήλαια (Caves)
Τα σπήλαια και της Κρήτης θεωρούνταν κατοικίες των θεών από την προϊστορία και σημεία μυστηριακής λατρείας· στο εσωτερικό τους βρέθηκαν βάθρα βωμών, κώνοι λιβανισμού και αγγεία για προσφορές. Το Δικταίο Άντρον (Dikteon Cave ή Psychro Cave) ανασκάφηκε από τους Hatzidakis και Evans στα τέλη του 19ου αιώνα· διατηρούνται στρώματα στάχτης, υπολείμματα θυσιών ζώων και πλήθος μικρών δοχείων για σπονδές. Το Ιδαῖον Ἄντρον (Ideon Cave) της Ίδης—μυθικός τόπος γέννησης του Διός—έφερε στο φως ασβεστολιθικά βάθρα, πήλινες λεκάνες και πολυάριθμα λατρευτικά αντικείμενα, βλ. αναλυτικότερα παρακάτω το βίντεο με την επίσκεψή μας. Σημαντική θέση κατέχουν και σπήλαια όπως το Αρκαλοχώρι (Arkalokhori) και ο Άγιος Χαράλαμπος (Agios Charalambos), που χρησίμευσαν ως νεκρικοί χώροι κατά τη Νεολιθική και την Πρώιμη Μινωική περίοδο, μαρτυρώντας τη συνεχή χρήση τους από τις τοπικές κοινότητες. Το σπήλαιο Καμάρες (Cave of Kamares) έδωσε μάλιστα το όνομα στην κεραμική φάση χάρη στα περίτεχνα πολυχρωματικά αγγεία που ανασύρθηκαν, βλ. το βίντεο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου:
Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου/ Archaeological Museum of Heraklion: Ανάκτορα – Σπήλαια – Ιερά Κορυφών, Minoan Palaces, Sacred Caves & Peak Sanctuaries, βίντεο διάρκειας 56’ λεπτών. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου είναι ένας από τους σημαντικότερους μουσειακούς χώρους της Ευρώπης και του μινωικού πολιτισμού. Η συλλογή καλύπτει την περίοδο από τη Νεολιθική εποχή έως τη Ρωμαϊκή περίοδο. Γκαλερί Ι–ΙΙ: Νεολιθική και Πρωτομινωική Εποχή (7000–2000 π.Χ.): Αντικείμενα καθημερινής ζωής, ειδώλια και πρώιμη κεραμική που αποτυπώνουν τις απαρχές του πολιτισμού στην Κρήτη. Εκθέματα όπως το Ειδώλιο Θεά της Γονιμότητας (Goddess of Fertility figurine) αντικατοπτρίζει τις πρώιμες λατρευτικές αντιλήψεις γύρω από τη γονιμότητα και τη μητρότητα. Αγγεία τύπου Βασιλικής (Vasiliki Ware) μαρτυρούν την πρώιμη τεχνική εξέλιξη και διακοσμητική ευρηματικότητα της κεραμικής. Κεραμικά από το σπήλαιο Κουμασά (Ceramics from the Koumasa cave) παρέχουν στοιχεία για τη λατρεία και ταφικά έθιμα της προανακτορικής Κρήτης. Γκαλερί ΙΙΙ–V: Παλαιοανακτορική Περίοδος (2000–1700 π.Χ.): Πρώτη φάση των Μινωικών ανακτόρων με τελετουργικά αντικείμενα, πολυτελή κεραμικά και συμβολική τέχνη, εκθέματα όπως οι Μέλισσες των Μαλίων (Malia Pendant) συμβολίζουν την αρμονία, τη γονιμότητα και την αφθονία. Αγγεία τύπου Καμαραίων (Kamares Ware) αποδεικνύουν την εκλεπτυσμένη αισθητική και τεχνική δεξιότητα των Μινωιτών. Ρυτό από ηφαιστειακό λίθο (Volcanic stone rhyton) τελετουργικό αγγείο που υποδηλώνει την κεντρική θέση της θρησκείας στη μινωική κοινωνία. Γκαλερί VI–VIII: Νεοανακτορική Περίοδος (1700–1450 π.Χ.): Η περίοδος ακμής της Μινωικής Κρήτης, με πλήρως ανεπτυγμένα ανάκτορα και θρησκευτικά σύμβολα. Εκθέματα όπως ο Δίσκος της Φαιστού (Phaistos Disc) αντιπροσωπεύει ένα από τα μεγάλα αινίγματα της αρχαίας γραφής και της επικοινωνίας. Θεές των Όφεων/Φιδιών (Snake Goddesses) αντικατοπτρίζουν τη μινωική θρησκευτική λατρεία και τη σημαντική θέση της γυναίκας. Κεφαλή ταύρου από λίθο (Stone Bull’s Head Rhyton) σύμβολο της λατρείας του ταύρου και της τελετουργικής ζωής. Χάλκινα όπλα και εργαλεία (Bronze weapons and tools) δείχνουν την τεχνολογική πρόοδο και την καθημερινή ή στρατιωτική ζωή. Γκαλερί IX–XI: Υστερομινωική Περίοδος (1450–1100 π.Χ.): Μετά την καταστροφή των ανακτόρων, εμφανίζονται μυκηναϊκές επιρροές και οργανωμένα διοικητικά κέντρα. Εκθέματα όπως η Σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδας (Agia Triada Sarcophagus) παρέχει μοναδικές πληροφορίες για τις ταφικές τελετές και τις μεταθανάτιες αντιλήψεις. Πινακίδες Γραμμικής Β’ (Linear B Tablets) μαρτυρούν την πρώιμη χρήση της ελληνικής γλώσσας και την ανακτορική γραφειοκρατία. Χρυσά κοσμήματα (Gold Jewelry) αναδεικνύουν την κοινωνική ιεραρχία και την πολυτέλεια των ανώτερων τάξεων. Γκαλερί XIII: Μινωικές Τοιχογραφίες με εντυπωσιακά χρώματα και δυναμικές σκηνές απεικονίζουν την καθημερινή και τελετουργική ζωή των Μινωιτών. Εκθέματα όπως ο Πρίγκιπας με τα Κρίνα (Prince of the Lilies) ενσαρκώνει την αισθητική κομψότητα και τη λατρεία της νεότητας, εξού και η λατρεία του Κρηταγενή Δία ως παιδί. Ταυροκαθάψια (Bull-Leaping) δείχνει την έντονη τελετουργική και αθλητική παρουσία του ταύρου στη μινωική ζωή ως συνέχεια των ανατολικών παραδόσεων. Κυρίες με τα Γαλάζια (Ladies in Blue) παρουσιάζει τα στολίδια και την κοινωνική θέση των γυναικών. Συλλέκτης Κρόκου (Saffron Gatherer) δηλώνει τη σημασία των φυσικών προϊόντων και της φροντίδας του σώματος. Γκαλερί XV–XXII: Ιστορικές Περίοδοι (1100 π.Χ. – 300 μ.Χ.): Ανάπτυξη πόλεων-κρατών, επαφές με τον ελληνικό κόσμο, καλλιτεχνική παραγωγή και επιγραφική παράδοση. Άγαλμα Απόλλωνα και Αρτέμιδος (Statues of Apollo and Artemis) εκφράζουν τη λατρεία από την αρχαιότητα ως τη ρωμαϊκή εποχή. Επιτύμβιες στήλες και επιγραφές (Funerary steles and inscriptions) αποκαλύπτουν προσωπικές ιστορίες και κοινωνικά ήθη της εποχής. Πήλινα αγγεία γεωμετρικής περιόδου (Geometric-period pottery) αντικατοπτρίζουν την επανεμφάνιση της τέχνης μετά τη μινωική παρακμή. Γκαλερί XXVI–XXVII: Συλλογή Γλυπτικής: Γλυπτά και ανάγλυφα από την Αρχαϊκή έως τη Ρωμαϊκή περίοδο με θρησκευτικά και ταφικά θέματα. Εκθέματα: Κεφαλή ρωμαϊκού αυτοκράτορα (Head of Roman Emperor) αντιπροσωπεύει την πολιτική ισχύ και την αυτοκρατορική παρουσία στην Κρήτη. Άγαλμα Αφροδίτης (Statue of Aphrodite) αντανακλά τις ιδεαλιστικές αντιλήψεις για την ομορφιά και τη θηλυκότητα. Ανάγλυφα επιτύμβιων στηλών (Reliefs from funerary monuments) δίνουν συγκινητικές εικόνες της καθημερινής ζωής και του θανάτου.
Όσον αφορά τις εξωτερικές διεθνείς πολιτισμικές επιρροές και αλληλεπιδράσεις της Μινωικής Κρήτης, στο νέο οδηγό του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου (Ρεθεμνιωτάκης, 2024), περιγράφονται με λεπτομέρεια τα σχετικά αρχαιολογικά ευρήματα της Προθήκης 50: «ΠΡΟΘΗΚΗ 50. ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΜΙΝΩΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΟΚΡΑΤΙΑ Το είδος, η ποιότητα και η προέλευση των εισαγόμενων πρώτων υλών και έτοιμων προϊόντων αποδεικνύουν το εύρος και την οργάνωση του δικτύου ανταλλαγών διαμέσου του θαλάσσιου εμπορίου. Οι θάλασσες δεν αποτέλεσαν ποτέ εμπόδιο για τους Μινωίτες θαλασσοδρόμους, αντίθετα υπήρξαν το προνομιακό πεδίο των δραστηριοτήτων τους. Τα πλοία τους έφθαναν σε λιμάνια και εμπορικούς σταθμούς στα νησιά του Αιγαίου, τη Μικρά Ασία, την Αίγυπτο και την Ανατολή, σε τόπους και χώρες όπου έχουν βρεθεί ισχυρά κατάλοιπα μινωικής παρουσίας, όπως σταθμοί-εγκαταστάσεις, εισηγμένα αντικείμενα από την Κρήτη, καθώς και αναγνωρίσιμες μινωικές καλλιτεχνικές επιρροές. Στην Κνωσό και στο επίνειό της στον Πόρο-Κατσαμπά, βρέθηκαν εισηγμένα αιγυπτιακά λίθινα αγγεία και σκεύη από αλάβαστρο και διορίτη, ένα αλαβάστρινο ανθρωπόμορφο αγγείο σε μορφή εγκύου, αλαβάστρινο ενεπίγραφο πώμα πυξίδας-κοσμηματοθήκης με τη δέλτο του φαραώ Κυάν της δυναστείας των ξώς (Β ́ μισότου 17ουαι. π.Χ.) καιένααγαλμάτιοαπόδιορίτηπουαναφέρεισειερογλυφικήεπιγραφή τον αξιωματούχο Ουζέρ ως επόπτη των χρυσοχόων (22ος-17ος αι. π.Χ.). Από την Ανατολή κατέφθαναν στα λιμάνια εμπορικοί αμφορείς με το περιεχόμενό τους, όπως ο χαναανίτικος αμφορέας που βρέθηκε στον Πόρο, συροπαλαιστινιακά και κυκλαδίτικα γουδιά από τραχείτη και οψιανός από τη Μικρά Ασία, που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του ρυτού από την Τύλισο. Ακόμα, εισάγονταν χαυλιόδοντες ελέφαντα για την κατασκευή των ελεφαντουργημάτων, όπως ο πιθανής συριακής προέλευσης χαύλιος από τη Ζάκρο. Τάλαντα χαλκού καθαρού βάρους 30-35 κιλών που εισάγονταν από την Κύπρο βρέθηκαν στην Αγία Τριάδα και τη Ζάκρο. Το βάρος αυτό προσεγγίζει η παλαιότερα αποκαλούμενη «άγκυρα» από την Κνωσό, ένα λίθινο κωνικό αναρτώμενο αντικείμενο από πορφυρίτη, διακοσμημένο με ανάγλυφο χταπόδι (εικ. 81). Έχει βάρος 29 περίπου κιλών, δηλαδή κοντά στο βάρος του ταλάντου, και θα μπορούσε επομένως να αποτελεί μέτρο πιστοποίησης βάρους του εισαγόμενου χαλκού σε μορφή ταλάντων.
Ανατολικής προέλευσης είναι οι σφραγιδοκύλινδροι, όπως ο χρυσόδετος από την Κνωσό (εικ. 79), κατασκευασμένος από λαζουρίτη (λάπις λάζουλι, ύλη που προέρχεται αποκλειστικά από το μακρινό Αφγανιστάν. Από τα νησιά των Κυκλάδων ήλθε στην Κρήτη μια πρόχους ειδικού σχήματος, η λεγόμενη μαστοπρόχους, με διακοσμητικές θηλές, και από τη δωδεκανησιακή νησίδα Γυαλί δίπλα στη Νίσυρο ο μεγάλος πυρήνας στικτού οψιανού, ύλη από την οποία φτιάχνονταν λίθινα αγγεία όπως ο τρίτωνας από την Αγία Τριάδα, ένα πραγματικό επίτευγμα καλλιτεχνίας και τεχνικής λόγω της ιδιαίτερης σκληρότητας του λίθου. Αντικείμενα από πολύτιμες ύλες, που απαιτούσαν ιδιαίτερα ειδικευμένη εργασία, εξάγονταν από την Κρήτη σε αυλές ηγεμόνων. Αυτό μαρτυρείται εύγλωττα στην παράσταση πομπής των Κεφτιού (εικ. 80), των Μινωιτών δηλαδή στη γλώσσα των Αιγυπτίων, από τον τάφο του ανακτορικού αξιωματούχου Ρεχμιρέ στις αιγυπτιακές Θήβες, που χρονολογείται στον 15ο αι. π.Χ. Εικονίζονται Μινωίτες απεσταλμένοι να μεταφέρουν αντικείμενα μινωικής προέλευσης από χρυσό και πολύτιμες ύλες, όπως δείχνει το χρώμα τους, δηλαδή κωνικά ρυτά και σκεύη σε μορφή ταυροκεφαλής και λέαινας, που θυμίζουν τα αντίστοιχα από την Κνωσό (Αίθ. VIII). Είναι ασφαλώς βασιλικά δώρα που προσφέρθηκαν από τον ηγεμόνα της Κρήτης στον ομόλογό του Αιγύπτιο φαραώ, σύμφωνα με μια πρακτική ανταλλαγής δώρων που ίσχυε στα ανατολικά βασίλεια.» (σσ. 54-55).
«ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. Η ΜΙΝΩΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΟΚΡΑΤΙΑ Η αρχαιολογική έρευνα από την αρχή του προηγούμενου αιώνα έως τις μέρες μας επαληθεύει ότι ορισμένοι από τους γλαφυρούς κρητικούς μύθους παραπέμπουν όντως σε πτυχές της πραγματικότητας των μινωικών χρόνων. Η μορφή του Μίνωα παραμένει βέβαια στη σφαίρα του μύθου και δεν μπορεί να καθοριστεί με ιστορικά τεκμήρια, όπως για παράδειγμα οι Φαραώ της Αιγύπτου. Όμως, το πολυδαίδαλο ανάκτορο που αποκαλύφθηκε στην Κνωσό είναι πράγματι το επιβλητικότερο μνημείο της μινωικής Κρήτης, κέντρο οργάνωσης διοίκησης, όπως δείχνουν τα πυκνωμένα αρχεία, και ενδεικτικής πολυτέλειας, η οποία φαίνεται στην κατασκευή, τη διακόσμηση και την σκευή του. Ορισμένοι παλαιότεροι ερευνητές το ταύτιζαν με τον μυθικό Λαβύρινθο και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι σε χώρο του βρέθηκε πινακίδα με Γραμμική Β’ γραφή που αναφέρει μια «πότνια του Λαβυρίνθου» (Βλ. Αίθ. ΙΧ/εικ. 150). Άλλη πινακίδα καταγράφει προσφορά ελαίου στο Δαιδάλειον ιερό, παραπέμποντας στο όνομα του θρυλικού τεχνίτη Δαιδάλου. Ο ταύρος, συμπρωταγωνιστής σε βασικούς μύθους, αποτελεί γνωστό εμβληματικό μοτίβο της μινωικής εικονογραφίας, ιδίως της σχετικής με την Κνωσό. Ο Μινώταυρος φαίνεται να απεικονίζεται σε μινωικές θήκες, εφόσον μια μορφή ταυρανθρώπου απεικονίζεται σε μινωική σφραγίδα από σάρδιο και σε ένα σφράγισμα. Με το χοροστάσι της Αριάδνης που περιγράφει ο Όμηρος συσχετίστηκαν οι δύο κτιστές κυκλικές εξέδρες-χοροστάσια που αποκαλύφθηκαν κοντά στο ανάκτορο. Σύμφωνα με το ομηρικό κείμενο, στο χοροστάσι της Κνωσού χόρευαν κυκλικά οι νέοι και οι νέες με πρώτη την πριγκίπισσα Αριάδνη, με τη συνοδεία μουσικής και επιδείξεων από δύο ακροβάτες-κυβιστητήρες. Δύο ακροβάτες σε συγχρονισμένη κυβίστηση απεικονίζονται ακριβώς με αυτόν τον τρόπο σε μια μινωική σφραγίδα και σε έναν ζωγραφιστό φορητό βωμό.
Οι αρχαιολογικές έρευνες που συνεχώς αποκαλύπτουν τεκμήρια της μινωικής εμβέλειας σ’ όλο το Αιγαίο, την Πελοπόννησο, τα μικρασιατικά παράλια, στις ακτές της ανατολικής Μεσογείου και σε περιοχές της Αιγύπτου έρχονται να επιβεβαιώσουν τον πυρήνα ιστορικής πραγματικότητας που εμπεριέχουν οι αρχαίες αναφορές, όπως του Θουκυδίδη, σχετικά με τη μινωική κυριαρχία στη θάλασσα και τα νησιά. Παράλιες πόλεις-αποικίες, λιμενικοί εμπορικοί σταθμοί που εμφανίζουν μινωικά χαρακτηριστικά σε κάθε είδους τέχνεργα, στην εικονογραφία και την τεχνοτροπία αλλά και στην αρχιτεκτονική, τη γραφή και τα μετρικά συστήματα δημιουργούν ένα πυκνό δίκτυο εμπορικής-οικονομικής και ιδεολογικής-πολιτισμικής διείσδυσης. Στις Κυκλάδες είναι η θήρα με τις εκπληκτικές μινωικές τοιχογραφίες, αλλά και η Κέα, η Μήλος, η Νάξος. Στα Δωδεκάνησα η Ρόδος, η Κως, η Σάμος, η Κάλυμνος, η Κάσος και η Κάρπαθος, στο βόρειο Αιγαίο η Σαμοθράκη και η Λήμνος. Στο δυτικό Κρητικό Πέλαγος τα Κύθηρα και στην Πελοπόννησο οι Μυκήνες, η Πύλος, το Βαφειό αλλά και η Αίγινα με μοναδικής ποιότητας μινωικά ευρήματα. Κι ακόμα, στη μικρασιατική ακτή η σημαντική Μίλητος με ισχυρή μινωική παρουσία και η περιοχή της Σμύρνης. Στα συροπαλαιστινιακά παράλια και την ενδοχώρα της Συρίας και του Λίβανου, η Ουγκαρίτ, η Βύβλος, η Κάινα, στο Ισραήλ το Ελ Κάμπρι και στην Τουρκία η Αλαλάχ. Τα μινωικά ευρήματα αυτών των θέσεων έρχονται να προστεθούν στις πληροφορίες από τα αρχεία των ανακτόρων των προϊστορικών βασιλείων της Ανατολής: στο Μάρι της Συρίας κοντά στον Ευφράτη υπάρχει καταγραφή πολυτελούς ξίφους και μετάλλινου αγγείου κρητικής τέχνης. Ποιητικό κείμενο από την Ουγκαρίτ του 14ου αι. π.Χ. περιέχει επίκληση στη θεά να καλέσει από την Κρήτη τον θεό της τέχνης για να κοσμήσει το ανάκτορο του βασιλιά. Άλλη καταγραφή αναφέρει κρητικό αντιπρόσωπο στην Ουγκαρίτ που προμηθευόταν κασσίτερο από το Μάρι. Ακόμα πιο εμφατικά, οι τοιχογραφίες σε αιγυπτιακούς τάφους του 15ου αι. π.Χ. που απεικονίζουν Μινωίτες, τους Κεφτιού όπως λέγονται στην αιγυπτιακή γλώσσα, να κομίζουν πολύτιμα μινωικά τέχνεργα στον φαραώ (εικ. 216) και επίσης οι τοιχογραφίες μινωικής τεχνικής και θεματολογίας, όπως τα ταυροκαθάψια από το ανάκτορο στην Άβαρι-Τελ ελ Ντάμπα στο δέλτα του Νείλου (εικ. 215), αποτελούν πολυσήμαντες μαρτυρίες για την ισχύ και την απήχηση του μινωικού κόσμου.» (Νέος Οδηγός Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου: Ρεθεμνιωτάκης, Γ. (2024). Ανακαλύπτοντας την αρχαία Κρήτη μέσα από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, σσ. 133-134).
Εκτός από τα παραπάνω εκθέματα, συνολικά το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου αποτελεί ένα ζωντανό κόμβο επικοινωνίας με τη Μεσοποταμία, την Ανατολία, την Αίγυπτο και αργότερα την Περσία. Πλήθος άλλων ευρημάτων αποδεικνύουν ότι οι επαφές αυτές δεν περιορίζονταν στο εμπόριο, αλλά περιλάμβαναν ανταλλαγές συμβολισμών, τεχνικών, υλικών και θρησκευτικών ιδεών. Η επιρροή της Αιγύπτου στη Μινωική Κρήτη είναι ιδιαίτερα εμφανής τόσο σε υλικά όσο και σε εικονογραφικές επιρροές: Χάντρες από φαγεντιανή (faience beads), υλικό χαρακτηριστικό της αιγυπτιακής τέχνης, βρέθηκαν σε τάφους στο Αρκαλοχώρι. Αντικείμενα από ελεφαντόδοντο και ιπποπόταμο στην Κρήτη, που τα είδαμε και στο Μουσείο της Βαγδάτης και στα μεγάλα ευρωπαϊκά αρχαιολογικά μουσεία, μαρτυρούν δίκτυα ανταλλαγών πολυτελών αγαθών. Οι περίφημες τοιχογραφίες με πιθήκους της Κνωσού (Frescoes of monkeys from Knossos) έχουν ομοιότητες με αιγυπτιακές απεικονίσεις από τη Θήβα (Theban frescoes). Το Αγγείο με Καρπούς Παπαρούνας (Poppy Goddess Rhyton), που εκτίθεται στην αίθουσα των ιεροτελεστιών, συνδέεται με αιγυπτιακές θεότητες όπως η Ίσις (Isis), φέρνοντας στοιχεία γονιμότητας και μυστικισμού. Τα ευρήματα του μουσείου αποκαλύπτουν επαφές με τις μεγάλες φάσεις της Μεσοποταμίας: Σφραγίδες με ρομβοειδή και γωνιώδη μοτίβα, όπως η Σφραγίδα του Ιερέα με το Σκήπτρο από την Κνωσό (Priest-King Seal from Knossos), παραπέμπουν σε σφηνοειδή γραφή των Σουμερίων και Ακκαδίων. Η χρήση της Γραμμικής Α’ γραφής (Linear A tablets), σε λειτουργική ομοιότητα με μεσοποταμιακά «λογιστικά αρχεία» από την Ουρ (Ur) και την Ουρούκ (Uruk). Η ιεραρχική απεικόνιση προσώπων σε σφραγιδόλιθους, όπως στον Σφραγιδόλιθο με την ιερή σκηνή (Sealstone with sacred scene), θυμίζει ασσυριακές τελετουργικές εικόνες. Η Ανατολία και οι Χετταίοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο ως διαμεσολαβητές πολιτισμικών επιρροών: Τα αγγεία από τη Φαιστό και τα Μάλια (Phaistos and Malia pottery) παρουσιάζουν χαρακτηριστικά χεττιτικής κεραμικής, όπως ρομβοειδείς προεκτάσεις στο στόμιο. Οι δίδυμοι πέλεκεις (labrys), σύμβολα της μινωικής θρησκείας, συνδέονται με χεττιτικά τελετουργικά σχήματα. Η τεχνική της χύτευσης μετάλλων με κεριά (lost-wax casting) που αποδεικνύεται από τα μεταλλικά ευρήματα του μουσείου, πιθανόν να προέρχεται από ανατολικές επιρροές. Η χρήση ημιπολύτιμων λίθων καρνεόλης (carnelian beads), που προέρχονται από την Ινδία, βεβαιώνεται σε μινωικά κοσμήματα.
Βέβαια ο Μινωικός πολιτισμός δεν περιορίστηκε στις επιρροές που δέχτηκε, αλλά και εξήγαγε καλλιτεχνικά στοιχεία και τεχνικές: Η Καμαραϊκή κεραμική (Kamares Ware), χαρακτηριστικό δείγμα μινωικής τέχνης, έχει βρεθεί εκτός Κρήτης, όπως στα στρώματα της Αιγύπτου (Tell el-Dab’a), στην Κύπρο, στην Ουγκαρίτ (Ugarit) και στη Βύβλο (Byblos). Μινωικές τοιχογραφίες ή απομιμήσεις τους έχουν ανιχνευθεί σε θέσεις όπως η Αμάρνα (Amarna) και το Αλάλαχ (Alalakh), επηρεάζοντας καλλιτεχνικά και την πρώιμη μυκηναϊκή τέχνη. Μέσα από την αρχαιολογική έρευνα λοιπόν αποκαλύπτεται η Κρήτη ως διαμεσολαβητικός πολιτισμικός κόμβος, ικανός να απορροφά και να μεταπλάθει θρησκευτικά, τεχνολογικά και καλλιτεχνικά στοιχεία από Ανατολή και Δύση. Η Μεγάλη Θεά της Μινωικής Κρήτης (Great Goddess of Crete), η Πότνια (Potnia), ενσαρκώνει αυτή τη σύνθεση, φέρνοντας στον πυρήνα του κρητικού μύθου στοιχεία από την Ινάννα (Inanna), την Ιστάρ (Ishtar) και την Αστάρτη (Astarte), διαμορφώνοντας έτσι μια οικουμενική θεϊκή εικόνα πέρα από σύνορα και εποχές.
Διαδοχικά Κοσμολογικά μοντέλα: Γκιομπεκλί Τεπέ, Stonehenge, Σουμέριοι, Αίγυπτος, Μινωικές μήτρες Παλαιόκαστρου-μινωικός υπολογιστής, κυκλικό μνημείο στο Νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου
Οι κοσμολογικές αντιλήψεις και τα λίθινα λατρευτικά και κοσμολογικά μνημεία των πολιτισμών επίσης μπορούν να μας αποκαλύψουν την κοινή κλωστή που ενώνει τα λίκνα των πολιτισμών. Είδαμε ότι πριν από 12.000 χρόνια, με το λιώσιμο των παγετώνων, οι άνθρωποι άρχισαν να συγκεντρώνονται στην Άνω Μεσοποταμία γύρω από τα κοινά τους οράματα, να υψώνουν λίθους και να τους λαξεύουν. Μέχρι πού έφτασαν, όμως, αυτά τα κοινά οράματα; Από τότε, οι άνθρωποι επιδίωξαν να κατανοήσουν, να οργανώσουν και να καταγράψουν τον χρόνο μέσω της παρατήρησης και των ουρανίων σωμάτων. Τι είδαμε λοιπόν στις τρεις προηγούμενες δημοσιεύσεις, αλλά και στις επιτόπιες επισκέψεις, οι οποίες με μια προσεκτική ματιά, αποκαλύπτουν τη συνέχεια αυτής της σκέψης στη Μινωική Κρήτη;
Γκιομπεκλί Τεπέ (Ανατολία, περ. 11600 χρόνια πριν): Το Γκιομπεκλί Τεπέ είναι το αρχαιότερο γνωστό αρχιτεκτονικό λατρευτικό κέντρο στον κόσμο, αποτελείται από μεγάλες λίθινες στήλες με σκαλισμένα άγρια ζώα και γεωμετρικά σχέδια. Ορισμένοι ερευνητές προτείνουν ότι το συγκρότημα είχε αστρονομική σημασία, λειτουργώντας ως ημερολόγιο για την παρακολούθηση των εποχών και των ουρανίων φαινομένων. Ο Magli (2013) πρότεινε ότι ο κύριος ναός ενδέχεται να ευθυγραμμίζεται με την ανατολή του Σείριου γύρω στο 11.100, γεγονός που πιθανόν είχε τελετουργική σημασία (Magli, G. (2013). Architecture, Astronomy and Sacred Landscape in Ancient Egypt). Οι Belmonte και González-García (2016) διερεύνησαν πιθανές αστρονομικές ευθυγραμμίσεις, ιδίως σε σχέση με τον Ήλιο και λαμπρά άστρα. Παρά την έλλειψη οριστικών αποδείξεων, η υπόθεση ότι το μνημείο είχε κοσμολογική ή ημερολογιακή λειτουργία παραμένει ενεργή στο πλαίσιο της διεπιστημονικής έρευνας (Belmonte, J.A., & González-García, A.C. (2016). Astronomical orientations in the sanctuaries of Göbekli Tepe. Mediterranean Archaeology and Archaeometry, 16(4), 125–134).
Στόουνχετζ (Αγγλία, περ. 5000–4000 χιλιάδες χρόνια πριν): Το Στόουνχετζ είναι ένα από τα πιο γνωστά μεγαλιθικά μνημεία του δυτικού νεολιθικού κόσμου. Αποτελείται από μεγάλες λίθινες στήλες τοποθετημένες επίσης σε κυκλική διάταξη, με ευθυγραμμίσεις που σχετίζονται με τα ηλιοστάσια και τις ηλιακές κινήσεις, με αστρονομικό προσανατολισμό, στοιχείο που υποδηλώνει πιθανή λειτουργία ως ηλιακό ημερολόγιο αλλά και ως ένα τελετουργικό χώρο ταφών της αριστοκρατίας (Hawkins, Stonehenge Decoded, 1965· Ruggles, Astronomy in Prehistoric Britain and Ireland, 1997). Ο αρχαιολόγος μελετητής του μνημείου, Timothy Darvill, έχει προτείνει ότι το Stonehenge πιθανότατα επηρεάστηκε από την Αίγυπτο γύρω στο 2750 π.Χ. με τη μετάβαση από το σεληνιακό στο ηλιακό ημερολόγιο (Darvill, Τ. Stonehenge: The Biography of a Landscape, 2006).
Μεσοποτάμιοι – Σουμέριοι (περ. 6000-2539 χρόνια πριν): Οι Σουμέριοι ανέπτυξαν το πρώτο γνωστό γραπτό σύστημα και κατέγραψαν τις κινήσεις των πλανητών σε πινακίδες από πηλό με προηγμένη αστρονομική παρατήρηση και γνώση για την οργάνωση του χρόνου και των γεωργικών δραστηριοτήτων. Ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ., κατέγραφαν τις κινήσεις ουρανίων σωμάτων με σκοπό τη ρύθμιση θρησκευτικών τελετουργιών, γεωργικών κύκλων και ημερολογιακών συστημάτων. Κεντρικό ρόλο κατείχαν τα επτά «κινούμενα ουράνια σώματα» –Ήλιος, Σελήνη, Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Δίας και Κρόνος– τα οποία συσχέτισαν με θεότητες, συγκροτώντας ένα πρώιμο θεοκεντρικό πλανητικό σύστημα (Rochberg, Heavenly Writing, 2004) άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μαντεία και την κοσμολογική τάξη, όπως καταδεικνύεται από τα κείμενα Enuma Anu Enlil, και την ιερατική-βασιλική οργάνωση της κοινωνίας τους. Επίσης αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως ο ναός της Ινάννα στην Ουρούκ, ενδέχεται να ενσωμάτωναν αστρονομικούς προσανατολισμούς σχετιζόμενους με τις φάσεις της Αφροδίτης (Magli, Architecture, Astronomy and Sacred Landscape, 2013). Η συμβολική και λειτουργική χρήση της αστρονομίας στους Σουμέριους έθεσε τις βάσεις για τις εξελιγμένες παραδόσεις των Ακκάδιων, των Ασσύριων, των Βαβυλωνίων, των Χετταίων και της κλασικής αρχαιότητας.
Αίγυπτος – Nabta Playa (περ. 8000–6000 χρόνια πριν): Το κυκλικό ημερολογιακό μνημείο Νάμπτα Πλάγια στη νοτιοδυτική Αίγυπτο αποτελεί έναν από τους αρχαιότερους γνωστούς αστρονομικούς τελετουργικούς κύκλους στην Αφρική. Μέσα στη Σαχάρα, αποτελείται από λίθινες κατασκευές και κέντρα τελετουργιών, που σχετίζονται με τις εποχιακές βροχοπτώσεις και τις μετακινήσεις νομαδικών πληθυσμών. Οι αστρονόμοι και αρχαιολόγοι υποστήριξαν ότι ορισμένοι λίθινοι δείκτες προσανατολίζονται προς το θερινό ηλιοστάσιο, υποδηλώνοντας γνώση των ετήσιων ηλιακών κύκλων και αυτοί οι άνθρωποι ανέπτυξαν ένα πρώιμο ημερολογιακό σύστημα για την πρόβλεψη των μουσώνων και τη ρύθμιση των τελετουργιών. Για τα κοσμολογικά μοντέλα αυτών των τεσσάρων πολιτισμών, προγενέστερων (ή και σύγχρονων) της Μινωικής Κρήτης βλ. την επόμενη εικόνα και τις λεζάντες.
ΑΠΟ ΠΑΝΩ ΠΡΟΣ ΤΑ ΚΑΤΩ 4 ΚΥΚΛΙΚΑ ΚΟΣΜΟΛΟΓΙΚΑ ΜΟΝΤΕΛΑ: 1. Νεολιθικός ναός Γκιομπεκλί Τεπέ (Ανατολία, περ. 11600 χρόνια πριν) 2. Μεγαλιθικό μνημείο Στόουνχετζ (Αγγλία, περ. 5000–4000 χρόνια πριν) 3. Αριστερά, η επιγραφή MUL.APIN αστρονομικό-θεολογικό κείμενο της Μεσοποταμίας των επτά ουράνιων σωμάτων των Σουμέριων και των Βαβυλώνιων που συνδέονταν με θεότητες: η Σελήνη (Σιν), ο Ήλιος (Σαμάς), ο Ερμής (Ναβού), η Αφροδίτη (Ιννάνα/Ιστάρ), ο Άρης (Νεργάλ), ο Δίας (Μαρδούκ) και ο Κρόνος (Νινουρτά). Δεξιά, η Σφραγίδα Adda (περ. 4300 χρόνια πριν) απεικονίζει θεότητες-πλανήτες: ο θεός Σαμάς (θεός του ήλιου και της δικαιοσύνης) ανάμεσα από δύο βουνά, με πριόνι στο χέρι του, ο θεός Μαρδούκ ή Ίσουμ, η Ίννανα (θεά του έρωτα και του πολέμου) με φτερά και όπλα, καθώς και ο Εα (θεός της σοφίας) με τον υδρόδρακόντα. 4. Ημερολογιακό μνημείο Nabta Playa (Αίγυπτος, 8000–6000 χρόνια πριν)
Νέο Μουσείο Βερολίνου/Γερμανία – Berlin Gold Hat (περ. 3000 χρόνια πριν): Στο Μουσείο του Βερολίνου είδαμε σχετικά το «Χρυσό Καπέλο του Βερολίνου» από την ύστερη εποχή του χαλκού, βλ. online μια πολύ ενδιαφέρουσα ημερολογιακή ανάλυση με τον τίτλο «Berlin Gold Hat». Οι σύγχρονες μελέτες δείχνουν πως η διακόσμησή του ενσωματώνει αστρονομικά δεδομένα, επιτρέποντας τη χρήση του ως ημερολογιακού εργαλείου για τον υπολογισμό σεληνιακών και ηλιακών κύκλων έως 57 μηνών. Η κατασκευή του απαιτούσε ελεγχόμενη θέρμανση και ακριβή μεταλλοτεχνία, αναδεικνύοντας τη διττή του σημασία, τόσο ως καλλιτεχνικό αριστούργημα όσο και ως πρώιμο επιστημονικό εργαλείο.
Μινωικές Μήτρες του Παλαικάστρου/Κρήτη, ή Μινωικός Υπολογιστής (περ. 4000–3.500 χρόνια πριν): Και φτάνουμε τώρα στη Μινωική Κρήτη. Στην περιοχή του Παλαικάστρου στην ανατολική πλευρά του νησιού, το 1899 βρέθηκαν από ένα αγρότη δυο πήλινες μήτρες που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή μικρών μορφών και συμβόλων μέσω χύτευσης. Τα εκμαγεία περιλαμβάνουν γυναικείες μορφές με υψωμένα χέρια, διπλούς πελέκεις (λάβρυες), άνθη ή κάψες παπαρούνας οπίου, αφιερωματικά κέρατα, αστρικά σύμβολα και έναν οδοντωτό δίσκο με σταυρό στο κέντρο, που πιθανολογείται ότι σχετίζεται με αστρονομικές παρατηρήσεις και την πρόβλεψη ηλιακών και σεληνιακών εκλείψεων, βλ. την επόμενη φωτογραφία. Ο Άρθουρ Έβανς, στο έργο του Το ανάκτορο του Μίνωα στην Κνωσσό (1921), ερμηνεύει αυτά τα σύμβολα ως κοσμολογικά: τον οδοντωτό δίσκο ως συνδυασμό Ηλίου και Αυγερινού και τον κύκλο-με-βάση ως θεά του κάτω κόσμου και Εσπερινό Άστρο.
Μία πρόσφατη μελέτη (Τσικριτσής κ.ά., 2013) ερμηνεύει τον οδοντωτό δίσκο ως μήτρα χύτευσης ενός ακτινωτού δίσκου που λειτουργούσε ως ηλιακό ωρολόγιο, εργαλείο για τον προσδιορισμό γεωγραφικού πλάτους και μέσο πρόβλεψης εκλείψεων, για μια χρονολογική περίοδο που συνδέει 18 ηλιακά έτη με 28 σεληνιακές εκλείψεις. Επιπλέον, έντεκα σημεία στο ίδιο αντικείμενο συμβολίζουν τα επτά ουράνια σώματα της μινωικής κοσμολογίας, τα οποία αντιστοιχούν στα γνωστά από τους Σουμέριους και τη Μεσοποταμία ουράνια σώματα/θεότητες: Ερμή, Αφροδίτη, Γη, Άρη, Δία, Κρόνο, Σελήνη και Ήλιο, βλ. την επόμενη εικόνα. Η γυναικεία μορφή ερμηνεύεται ως η τιτανίδα Ρέα, ενώ ο ακτινωτός δίσκος θεωρείται πρώιμος αναλογικός υπολογιστής, που προηγείται χρονικά κατά περίπου 1400 χρόνια του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, και οι ερευνητές καταλήγουν ότι «τα καλούπια ήταν για τη δημιουργία φορητών αστρονομικών υπολογιστών…». (Μηνάς Τσικριτσής, Ευστράτιος Θεοδοσίου, Βασίλειος Ν. Μανιμάνης, Πέτρος Μανταράκης και Δημήτριος Τσικριτσής, «A Minoan Eclipse Calculator», Mediterranean Archaeology and Archaeometry, τόμος 13, τεύχος 1, 2013, σσ. 265–275).
Μάλιστα η διδακτορική έρευνα του Jan Velsink (2016) αναθεωρεί τη χρονολόγηση των μητρών του Παλαικάστρου, τοποθετώντας τον Μινωικό Υπολογιστή Εκλείψεων στην πρώιμη Μινωική περίοδο (1875–1850 π.Χ.), δηλαδή περίπου 500 χρόνια νωρίτερα από ό,τι είχε αρχικά υποτεθεί. Ο Δρ. Μηνάς Τσικριτσής επιβεβαιώνει αυτή τη χρονολογική μετακίνηση. Ο υπολογιστής αυτός συνδέει την τεχνολογία και τη θρησκευτική κοσμοθεωρία, όπως φαίνεται από τα σύμβολα στις μήτρες, αποκαλύπτοντας έναν σύνθετο μυστικισμό αλλά και επιστημονική γνώση. Παρόμοιες αστρονομικές απεικονίσεις έχουν βρεθεί και σε άλλα μινωικά ευρήματα, όπως ο χρυσός δίσκος του Moordord, επιβεβαιώνοντας την προχωρημένη αρχαιοαστρονομία στη Μεσόγειο (Velsink, J. (2016). Re-dating the Minoan Eclipse Calculator: Evidence from the Palekastro Moulds. BABESCH, 91, 165–174).
ΑΡΙΣΤΕΡΑ πάνω: Η μήτρα Α (εμπρόσθια όψη) με οδοντωτό δίσκο, γυναικεία μορφή με όρθια χέρια και κυκλικό αντικείμενο με βάση. ΑΡΙΣΤΕΡΑ κάτω: Η μήτρα Β (εμπρόσθια όψη) με δύο διπλούς πέλεκες, ο αριστερός έχει επεκταμένες άκρες (κόψεις). ΔΕΞΙΑ το Μινωικό Κοσμολογικό Μοντέλο με τους επτά πλανήτες: (Online: Εφημερίδα Καθημερινή, «Τον 19ο αι. π.Χ. η νέα χρονολόγηση του Μινωικού Υπολογιστή Εκλείψεων του Παλαικάστρου Σητείας)
Η νέα κυκλική Αρχαιολογική Ανακάλυψη στον Λόφο Παπούρα, Νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου (περ. 4000–3700 χρόνια πριν): Το Υπουργείο Πολιτισμού ανακοίνωσε επίσημα την ανακάλυψη αυτής της μοναδικής κυκλικής δομής στον Λόφο Παπούρα τον Ιούνιο του 2024. Οι ανασκαφικές έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη στον χώρο του υπό κατασκευή νέου Αεροδρομίου Ηρακλείου και σε υψόμετρο πεντακοσίων μέτρων στην κορυφή του λόφου Παπούρα, στο λόφο όπου σχεδιαζόταν να κατασκευαστεί το ραντάρ του αεροδρομίου – αποκάλυψαν ένα εκπληκτικό κυκλικό μνημειακό αρχιτεκτονικό σύνολο, μοναδικό για τη μινωική αρχαιολογία. Η κατασκευή έχει διάμετρο περίπου 48 μέτρα και καλύπτει συνολική επιφάνεια περίπου 1.800 τ.μ. Το κεντρικό κυκλικό κτίσμα (Ζώνη Α), διαμέτρου περίπου 48 μέτρων φέρει ένα σταυροειδές σύμβολο που παραπέμπει σε ένα διαχρονικό ηλιακό μοτίβο, κοινό σε μινωικά ευρήματα και ιδιαίτερα στον γνωστό Μινωικό Υπολογιστή Εκλείψεων. Παράλληλα, η περιβάλλουσα Ζώνη Β διαθέτει 24 μικρούς ακτινωτούς χώρους, οι οποίοι φαίνεται να σχετίζονται με σεληνιακό ημερολόγιο 12 μηνών, διαχωρισμένο σε φάσεις νέας και πανσελήνου, όπως υποδηλώνουν ευρήματα τελετουργικών σκευών. Η μοναδικότητα του ευρήματος έγκειται επίσης στην παρουσία έξι επιπλέον επάλληλων δακτυλίων που, σε συνδυασμό με το κέντρο (Ήλιο) και τη Σελήνη, ερμηνεύονται ως αναπαράσταση των επτά πλανητών της αρχαιότητας (Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Δίας, Κρόνος, καθώς και Ήλιος και Σελήνη ως ουράνια σώματα με πλανητικές ιδιότητες. Οι δακτύλιοι αυτοί πιθανόν αποτυπώνουν τις συνοδικές κινήσεις των πλανητών, προσδίδοντας στην κατασκευή μια κοσμολογική λειτουργία, η οποία συνδέει τα ουράνια φαινόμενα με τις θρησκευτικές και αγροτικές δραστηριότητες των Μινωιτών, βλ. την επόμενη εικόνα.
ΠΑΝΩ: Η νέα κυκλική αρχαιολογική ανακάλυψη στον Λόφο Παπούρα, στο νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου, οκτώ κύκλοι με διάμετρο 48 μέτρα. ΚΑΤΩ: Το Μινωικό κοσμολογικό μοντέλο των επτά πλανητών όπως αποτυπώνεται στις μήτρες του Παλαίκαστρου, και η σχέση του με το νέο μνημείο στο Αεροδρόμιο Ηρακλείου (online: Μια πιθανή Αρχαιοαστρονομική Ερμηνεία στο Μοναδικό! Εύρημα για τη Μινωϊκή Αρχαιολογία, Των Δρ. Μηνά Τσικριτσή Ερευνητή Αιγαιακών Γραφών και του Ξενοφών Μουσά Καθηγητή Αστροφυσικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ))
Ο προσανατολισμός του σταυρού του μνημείου στο κέντρο του, με κλίση περίπου 13°, υποδηλώνει την παρατήρηση του Ήλιου και των τεσσάρων εποχών, καθορίζοντας σημαντικές ημερολογιακές στιγμές, όπως τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια, που σχετίζονται με τον κύκλο της σποράς και της συγκομιδής. Επιπλέον, η βορειοανατολική κατεύθυνση δείχνει προς το αστέρι Θουμπάν (α-Δράκοντος), το οποίο ήταν ο πολικός αστέρας γύρω στο 2400 π.Χ., υπογραμμίζοντας τη σημαντική αστρονομική γνώση της εποχής. Η χρονολογική ταύτιση του ευρήματος (περί το 2000–1700 π.Χ.) με τη μήτρα του Παλαικάστρου και άλλες μινωικές μαρτυρίες ενισχύει την υπόθεση ότι πρόκειται για ένα σύνθετο σεληνοηλιακό ημερολόγιο, που αποτύπωνε τη σχέση ανθρώπου, ουρανού και φύσης, και που λειτουργούσε ταυτόχρονα ως θρησκευτικός χώρος λατρείας και πρακτικό εργαλείο για τον προγραμματισμό των αγροτικών εργασιών και τελετουργιών. «Επιπλέον τα δύο ευρήματα έχουν παράλληλη χρονολογική περίοδο αφού όπως αναφέρει το ΥΠΠΟ: η κύρια περίοδος χρήσης φαίνεται πως ήταν μεταξύ (2000-1700π.Χ.) και η μήτρα του Παλαικάστρου χρονολογήθηκε ΜΜΙΙ το 1800 π.Χ. με βάση τη διδακτορική διατριβή του Ι. Velsing(2017). Παγκοσμίως τέτοιες επάλληλες κατασκευές βασίζονται στην δομή του Κόσμου που απεικονίζεται σε πυραμίδες (Αίγυπτο, Μεσοποταμία, Προ-Ισπανική Αμερική κ.α.)». (online: Τσικριτσής, Μ., & Μουσάς, Ξ. (2024) Μια πιθανή Αρχαιοαστρονομική Ερμηνεία στο Μοναδικό! Εύρημα για τη Μινωϊκή Αρχαιολογία. Και Τσικρίτσης, Δ., et al. (2019). Μινωικές μήτρες και υπολογιστική τεχνολογία. Journal of Archaeological Science).
Μηχανισμός των Αντικυθήρων (περ. 2150–2100 χρόνια πριν): Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων είναι ένα αρχαίο ελληνικό τεχνολογικό επίτευγμα, που χρονολογείται περίπου στον 2ο αιώνα π.Χ. και θεωρείται ο πρώτος αναλογικός υπολογιστής στην ιστορία. Ανακαλύφθηκε το 1901 σε ναυάγιο κοντά στο νησί Αντικύθηρα και αποτέλεσε αντικείμενο εντατικής επιστημονικής μελέτης. Ο μηχανισμός, μέσω ενός σύνθετου συστήματος οδοντωτών τροχών, μπορούσε να προβλέπει αστρονομικά φαινόμενα, όπως τον ακριβή υπολογισμό της θέσης του Ηλίου, της Σελήνης και, πιθανώς, των πλανητών, στον ουρανό. Υπολόγιζε τις φάσεις της Σελήνης, προέβλεπε ηλιακές και σεληνιακές εκλείψεις και προσδιόριζε τις ημερομηνίες τέλεσης των αρχαίων στεφανιτών αγώνων (Ολυμπιακοί, Ίσθμια, Πύθεια κλπ.). Στις εξωτερικές πλάκες και στο εσωτερικό του έφερε αστρονομικές, γεωγραφικές και τεχνολογικές επιγραφές. Όλοι αυτοί οι πολιτισμοί οργανώνουν τον χρόνο μέσω της παρατήρησης των ουρανίων σωμάτων. Οι μέθοδοι τους ποικίλλουν από μνημειακά λίθινα ημερολόγια (Γκιομπεκλί Τεπέ, Στόουνχετζ), σε εγγεγραμμένες πηλοπλάκες (Σουμέριοι), μέχρι εξελιγμένα μηχανικά όργανα και μήτρες (Μινωικός Υπολογιστής, Κυκλικό Μνημείο Νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου, Μηχανισμός Αντικυθήρων).
Η συνέχεια των πολιτισμών από τη Μεσοποταμία έως τη Μινωική Κρήτη, ενδεικτικά αρχαιολογικά παραδείγματα: νεολιθική μετανάστευση· ζατρίκιο από τη σουμεριακή Ουρ έως την Κνωσό· αρχαιολογικά ευρήματα στο Ιδαίον Άντρο με χάλκινα από την Εγγύς Ανατολή· φιάλες με την Ινάννα-Ιστάρ· ειδώλια και ασπίδες της Ανατολής και της θεάς Αστάρτης· ο ιερός γάμος (hieros gamos)· η αρχαία Αξός με τον κεραυνό του Δία και το ναό της μινωικής Αφροδίτης-Αστάρτης
Νεολιθική μετανάστευση: «Οι πρώτοι νεολιθικοί άνθρωποι έφθασαν στην Κρήτη πριν από 9.000 χρόνια, γεγονός που συνέπεσε χρονικά με την ανάπτυξη και την υιοθέτηση των γεωργικών πρακτικών στην Εγγύς Ανατολή και την εκτεταμένη διασπορά του νεολιθικού πληθυσμού (8.000−9.500 χρόνια πριν) που έφερε τη γεωργία στην Ευρώπη. Οι πιο πιθανές προελεύσεις αυτών των νεολιθικών εποίκων ήταν οι πλησιέστερες ακτές, είτε η Πελοπόννησος είτε η νοτιοδυτική Ανατολία. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι εγκαθίδρυσαν τον πρώτο σημαντικό ευρωπαϊκό πολιτισμό στο νησί της Κρήτης στην αρχή της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού.7 Ο Sir Arthur Evans ονόμασε τους ανθρώπους που δημιούργησαν αυτόν τον πολιτισμό «Μινωίτες» από το θρυλικό βασιλιά της Κνωσού, Μίνωα» (Hughey JR, et. Al., Ένας ευρωπαϊκός πληθυσμός στη Μινωική Κρήτη κατά την Εποχή του Χαλκού. Nat Commun, σσ. 455-456). Και συνεχίζε o καθηγητής Ιατρικής και Επιστημών Γονιδιώματος του Πανεπιστημίου Washington κ. Γεώργιος Σταματογιαννόπουλος: «Με βάση τη μεγάλη γενετική ομοιότητά τους με τους ευρωπαϊκούς νεολιθικούς πληθυσμούς, καθώς και τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς της Εποχής του Χαλκού, μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα ότι οι Μινωίτες είναι απόγονοι των νεολιθικών πληθυσμών που εποίκησαν την Ευρώπη πριν από 9.000 χρόνια. Η προέλευση αυτών των πληθυσμών που γνώριζαν τη γεωργία ήταν η Ανατολία, περιοχή που σήμερα αντιστοιχεί στην Ανατολική Τουρκία και στη Μέση Ανατολή. Με άλλα λόγια, ο πολιτισμός των Μινωιτών ήταν ένας αυτόχθων πολιτισμός» (online: Ο παππούς μου ο Μινωίτης).
Ζατρίκιο: «Ένα μοναδικό, εξαιρετικά πολυτελές, αντικείμενο είναι το ζατρίκιο. Βρέθηκε κοντά στα πλακίδια του λεγόμενου μωσαϊκού της Κνωσού και χρονολογείται περί το 1600 π.Χ. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν ελεφαντόδοντο, ορεία κρύσταλλος, γαλάζια υαλόμαζα, φύλλα χρυσού και αργύρου. Μαζί βρέθηκαν τέσσερα ελεφάντινα πιόνια. Ήταν σπάνιο βασιλικό παιγνίδι που αντίστοιχό του γνωρίζουμε από το βασιλικό νεκροταφείο της Ουρ στη Μεσοποταμία [βλ. τα δυο εκθέματα στα βίντεο η ανασκαφή της Ουρ στο Βρετανικό Μουσείο και το βίντεο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου]. Στην Αίγυπτο το παιγνίδι συνδεόταν με τον Άνουβι, τον θεό με μορφή τσακαλιού, και το παιχνίδι ονομαζόταν «ο σκύλος και το τσακάλι». Ο Έβανς το συγκρίνει με το παιχνίδι πόλις των ελληνικών χρόνων.» (Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. Κνωσός: Κατώφλι του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, 2010, σελ. 252).
Ιδαίο Άντρο (Ideon Andron): Το Ιδαίο Άντρο, σπήλαιο στους πρόποδες του Ψηλορείτη, θεωρείται μυθολογικά ο τόπος ανατροφής του Δία. Η πρώτη αρχαιολογική ανασκαφή πραγματοποιήθηκε το 1885 από τον Federico Halbherr, υπό την αιγίδα του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ηρακλείου, με πρόεδρο τον Ιωσήφ Χατζηδάκη. Η ανασκαφή αποκάλυψε σημαντικά ευρήματα, όπως χάλκινες ασπίδες της Γεωμετρικής περιόδου (8ος–7ος αι. π.Χ.) με παραστάσεις που σχετίζονται με τον μύθο του Δία και των Κουρητών.
Πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων στο Ιδαίον Άντρο/Ψηλορείτη, χάλκινα από την Εγγύς Ανατολή, φιάλες με την Ιστάρ, ειδώλια και ασπίδες της ανατολής και της θεάς Αστάρτης, ο ιερός γάμος (hieros gamos), αναφέρουν οι ανασκαφείς στο βιβλίο: Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. (2013). Ιδαίο Άντρο: Το Σπήλαιο του Δία και οι Θησαυροί του. Αθήνα: Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία: «Πλήθος είναι τα χάλκινα ευρήματα από το Ιδαίο Άντρο. Περί τα 300 είναι τα αγγεία ή θραύσματα αγγείων του 9ου-6ου αιώνα π.Χ. από τις παλιότερες ανασκαφές και εκατοντάδες τα μικρά κομμάτια, από τα οποία το ένα τρίτο προέρχεται από την Εγγύς Ανατολή και την Κύπρο ή είναι ανατολικής έμπνευσης.» (σελ. 163)
Το τύμπανο είναι, λοιπόν, χαρακτηριστικό δείγμα των ανατολικών ή ανατολικής επίδρασης έργων που ήλθαν στο φως στο Ιδαίο Άντρο. Ο Kunze το χρονολογεί στον 8ο αιώνα, περί το 750 π.Χ. και πιστεύει ότι σχετίζεται με τα υστεροχιττιτικά εργαστήρια. Η μορφή του θεού στο τύμπανο είναι κατά τον ίδιο, ένας συνδυασμός διαφόρων ανατολικών θεών και ηρώων. Η σύνθεση από ετερογενή στοιχεία στις κινήσεις, τα φτερά κλπ., ένα αμάλγαμα ανατολικών με στοιχεία που θεωρεί ελληνικά, του επιτρέπει να εκφράσει την άποψη ότι κατασκευάστηκε στην Κρήτη από πρώιμους μετανάστες, τεχνίτες από την Ανατολή, στην παράδοση των ασσυριακών-βορειοσυριακών, χιττιτικών έργων. Την άποψη του Kunze συμμερίστηκαν όλοι οι μελετητές. Κατά τον Coldstream κατάγεται από την ασσυριακή τέχνη της βασιλείας του Sargon II (722-705 π.Χ.). Από το ίδιο εργαστήριο θεωρείται ότι είναι ένα κύπελλο στην Capena και βάση λέβητα στο Praeneste.» (σελ. 175)
Φιάλες με τελετές βρέθηκαν και αλλού στην Κρήτη, στους Αρκάδες, την Ελεύθερνα, αλλά και στην Κύπρο και τη Σπάρτη. Οι φιάλες αυτές είναι στη σφυρήλατη τεχνική. Από τις λιγότερο καλά διατηρημένες φιάλες η μία αποδίδει σκηνή χορού και προσφορών. Εικονίζονται γυναίκες χειροκρατούμενες των οποίων προηγείται μία που κρατεί πουλί και ψάρι. Απέναντί της άλλη γυναίκα που κρατεί δέσμη πουλιών με κορδόνι. Φέρουν μακρύ ένδυμα και η μία χαμηλό πόλο. Ο κυκλικός χορός ασκείται κυρίως από γυναίκες ενώ γενικά ο χορός θεωρείται στοιχείο επίκλησης. Το θέμα της φιάλης αυτής έρχεται από την Κύπρο. Η παρουσία ψαριών συνδέεται με τελετές χθονίων θεοτήτων ενώ στη Μεσοποταμία προσφέρονται στη γονιμική Ιστάρ.» (σελ. 183)
iv Ειδώλια χάλκινα (γυναικείες θεότητες από την Ανατολή και η Αστάρτη στις ασπίδες) «Στο Ιδαίο Άντρο βρέθηκαν 89 χάλκινα ειδώλια που χρονολογούνται από την ΥΜΙ (γύρω στο 1600 π.Χ.) περίοδο μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια. Από τα ειδώλια, ένα είναι μινωικό της εποχής της ακμής που αποδεικνύει, μαζί με τις εξαιρετικής ποιότητας σφραγίδες και την κεραμική, ότι το σπήλαιο άκμαζε στα μινωικά χρόνια.
Γεωμετρική περίοδος. Στο ιερό σπήλαιο βρέθηκαν τόσο ανδρικά, όσο και γυναικεία ειδώλια. Η εύρεση γυναικείων ειδωλίων γεωμετρικής περιόδου δείχνει τη συνέχεια της λατρείας της γυναικείας θεότητας αλλά και τη σχέση με τις γυναικείες θεότητες της Ανατολής, όπως η Αστάρτη, που εικονίζεται και στις ασπίδες. (σελ. 185)
Ο μεγάλος ώριμος θεός είναι αυτός που συνδιαλέγεται με τον Μίνωα κάθε εννέα χρόνια. Μαζί με τον Δία όμως λατρεύονταν στο Ιδαίο Άντρο και άλλες θεϊκές μορφές, όπως η αρχέγονη λατρευόμενη θεότητα Γη που ταυτίζεται με τη Ρέα, μητέρα του Δία, αδελφή και σύζυγο του Κρόνου αλλά και με τη Δήμητρα, την Άρτεμη, που εικονίζεται και σε δαχτυλίδια και λύχνους του 2ου και 3ου αιώνα μ.Χ. που βρέθηκαν στο Ιδαίο Άντρο, την ξενόφερτη φρυγική Κυβέλη που λατρευόταν στα βουνά με άγρια ξεφωνητά, με θορύβους τυμπάνων και κροτάλων, κυμβάλων και εκστατικούς χορούς που τις κύριες ιδιότητές της συγκεντρώνει η Ιδαία Μήτηρ και φυσικά η Ήρα, της οποίας ο ιερός γάμος με τον Δία γιορταζόταν στην Κνωσό (Διόδωρος Σικ. 5, 27).» (σελ. 215)
Παγκόσμιο Γεωπάρκο UNESCO Ψηλορείτη, Ζώμινθος μινωικό ανάκτορο (1200 μέτρα), Ιδαίο Άντρο το ιερό του Κρηταγενή Δία (1500 μέτρα), Οροπέδιο της Νίδας, Αστεροσκοπείο Σκίνακα (1750 μέτρα), βίντεο διάρκειας 36’ λεπτών. Η Ζώμινθος βρίσκεται δυτικά της κωμόπολης των Ανωγείων και της αρχαίας Αξού, κατά μήκος της διαδρομής που συνδέει την Κνωσό με το Ιδαίον Άντρον, τη ιερή σπηλιά του Δία, στο οροπέδιο της Νίδας. Αποτελεί ένα εκ των έξι μινωικών ανακτόρων που έχουν προταθεί για ένταξη στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Πρόκειται για ένα μοναδικό στο είδος του ορεινό συγκρότημα, το οποίο συνδυάζει λατρευτικές, οικιστικές και παραγωγικές λειτουργίες αφιερωμένο στη λατρεία του Δία. Πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα ενισχύουν την άποψη ότι η Ζώμινθος λειτουργούσε ως θρησκευτικό κέντρο ήδη από την Παλαιοανακτορική περίοδο (1900–1700 π.Χ.). Η τεκμηριωμένη παρουσία υπαίθριου ιερού από το 2000 π.Χ., με αναθηματικές προσφορές και αγγεία, παραπέμπει σαφώς στην παράδοση των μινωικών ιερών κορυφής. Στο ίδιο σημείο ανεγέρθηκε αργότερα το σύνθετο και πολυώροφο ανακτορικό οικοδόμημα για τελετουργικές και καθημερινές ανάγκες. Μεταξύ των σημαντικότερων ευρημάτων συγκαταλέγονται τελετουργικά σκεύη, χάλκινα αντικείμενα και λίθινα αγγεία, ρυτά και σε μορφή ταυροκεφαλής. Η ανίχνευση της προέλευσης των λίθινων πλακών που κοσμούσαν τα δάπεδα του ανακτόρου σε λατομείο των απέναντι Ταλαίων Ορέων αποδεικνύει την ύπαρξη οργανωμένων δικτύων μεταφοράς υλικών καθώς και την τεχνική αρτιότητα της εποχής. Η παράδοση αυτή της εξειδικευμένης λιθοδομής διατηρείται χιλιάδες χρόνια μετά έως σήμερα· χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η δική μας πέτρινη οικία, η οποία ανεγέρθηκε με υλικά από λατομείο του Ψηλορείτη και πλάκες δαπέδου προερχόμενες από τα Ταλαία Όρη.
Αρχαία Αξός, ο Δίας και ο Ναός της Αφροδίτης-Αστάρτης:
Η αρχαία Άξος (Axos) είναι η γενέτειρά μου, μια από τις ενενήντα ή εκατό πόλεις της Κρήτης όπως τις παρουσιάζει και η τρέχουσα Περιοδική Αρχαιολογική Έκθεση «ΕΚΑΤΟΜΠΟΛΙΣ» στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου 2025, βλ. παρακάτω το σχετικό βίντεο. Αποτέλεσε σημαντική πόλη-κράτος με συνεχή κατοίκηση από τη Γεωμετρική περίοδο ενώ υπάρχουν ενδείξεις και για την ύστερη νεολιθική περίοδο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου. Εκτός από τα αρχαιολογικά ευρήματα και την Ακρόπολη, ο μύθος επιβεβαιώνει τον κεντρικό της ρόλο: Ο Δίας, μεταμορφωμένος σε λευκό ταύρο, αρπάζει την Ευρώπη από τη Φοινίκη και τη μεταφέρει στην Κρήτη. Από την ένωσή τους γεννιούνται τρεις γιοι: ο Μίνωας, ο Ραδάμανθυς και ο Σαρπηδών. Ο Μίνωας, μεγαλώνοντας, παντρεύεται την Πασιφάη, η οποία κατά την ελληνική μυθολογία ήταν κόρη του Ήλιου και της νύμφης Περσηίδος. Ο Μίνωας και η Πασιφάη αποκτούν οκτώ παιδιά, ανάμεσα στα οποία και η Ακακαλλίς (ή Ακαλλίδα), η οποία γέννησε τον Ετέαρχο (Etearchus) βασιλιά της αρχαίας πόλης Αξού (Axos). Η ιστορία συνεχίζεται: σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Βιβλίο Δʹ, κεφ. 154), ο Ετέαρχος, παρασυρμένος από τη δεύτερη σύζυγό του, παρέδωσε την κόρη του, Φρονίμη (Phronime), στον έμπορο Θεμίσων (Themison), με σκοπό να τη θανατώσει, κατηγορώντας την ψευδώς για ανήθικο βίο, ρίχνοντάς την στη θάλασσα.. Ο Θεμίσων την έδεσε με σκοινιά και την έριξε στη θάλασσα, όμως στη συνέχεια την ανέσυρε. Όταν ολοκληρώθηκε το ταξίδι, την παρέδωσε στον άρχοντα της Θήρας (Thera), Πολύμνηστο (Polymnestus), ο οποίος την παντρεύτηκε και έγινε πατέρας του Βάττου Αʹ (Battus I) που απόικησε την Κυρήνη. Έτσι, μέσω της γενεαλογικής γραμμής: Δίας (Zeus) → Ευρώπη (Europa) → Μίνωας (Minos) → Πασιφάη/Ήλιος (Pasiphaë) → Ακακαλλίδα (Acacallis) → Ετέαρχος (Etearchus) και Βάττος Α’, αναδεικνύεται η σύνδεση της Άξου (Axos) και με την Κυρήνη (Cyrene), σχηματίζοντας διακρατικά δίκτυα μεταξύ Κρήτης (Crete), Θήρας (Thera) και Λιβύης (Libya), ο εγγονός του βασιλιά της Αξού γίνηκεν ο οικιστής της Κυρήνης, βλ. παρακάτωτον μύθο της Φρονίμης στο δραματοποιημένο βίντεο στο Μουσείο της Ελεύθερνας.
Αρκετές αναφορές για την Αξό κάνει και ο αρχαιολόγος Γιαννης Σακελαράκης στην κοντινή ανασκαφή στο Ιδαίο Άντρο. «Από τα χαρακτηριστικά σκεύη που έχουν σχέση με τη μαντεία είναι οι λέβητες. Στους Δελφούς οι λέβητες συνδέονται με τη μαντική ιδιότητα του Απόλλωνα που διαδέχτηκε την προφητική δύναμη της Γης. Η Πυθία καθόταν σε τρίποδα που τη συνέδεε με τις χθόνιες δυνάμεις. Στο Ιδαίο Άντρο, όπως σημειώθηκε πιο πάνω, βρέθηκαν πολλοί λέβητες που κάποιοι από αυτούς ασφαλώς έχουν σχέση με αυτήν τη λειτουργία. Από τη γειτονική Αξό γνωρίζουμε όχι μόνο το νόμισμα του 2ου αιώνα π.Χ. που προαναφέρθηκε, με παράσταση λέβητα πάνω στον οποίο εικονίζεται κεραυνός, αλλά τη γνωστή μίτρα του 7ου αιώνα π.Χ. όπου πάνω από τον λέβητα εικονίζεται μορφή που ερμηνεύτηκε σαν Αθηνά, Απόλλωνας ή Δίας. (σελ. 225) (Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. (2013). Ιδαίο Άντρο: Το Σπήλαιο του Δία και οι Θησαυροί του. Αθήνα: Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία.)
«Από τη Μεσοποταμία, το λίκνο των πολιτισμών, στα Αρχαιολογικά Μουσεία Ρεθύμνου-Ελεύθερνας-Ηρακλείου – ως τη γενέτειρά μου την αρχαία Αξό: η φλόγα της κοινής θεάς Αφροδίτης-Αστάρτης παραμένει ζωντανή.», βίντεο διάρκειας 206’ λεπτών. Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου (παλαιολιθική περίοδος, νεολιθική, μινωική, αρχαϊκή, κλασική, ρωμαϊκή). Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου παρουσιάζει αρχαιολογικά ευρήματα του Νομού από τη Νεολιθική περίοδο ως τα ρωμαϊκά χρόνια, από τις τοποθεσίες Μελιδόνι, Γεράνι, Αρμένοι, Μοναστηράκι, Σύβριτος, Σταυρωμένος, Αξός, Ελεύθερνα, Λάππα (Αργυρούπολη). Στην πρώτη ενότητα, παρουσιάζονται ευρήματα από τη Νεολιθική και Πρωτομινωική περίοδο (περ. 3500–2100 π.Χ.) εργαλεία και ειδώλια από τα σπήλαια Μελιδόνι και Γεράνι (βλ. σχετικά online το εκπαιδευτικό μας πρόγραμμα: «Το Νεολιθικό Σπήλαιο Γερανίου» & «Το Παράρτημα του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου»). Εντυπωσιακά είναι τα πρωτομινωικά αγγεία και κεραμικά, που μαρτυρούν πρώιμη κατοίκηση και αγροτική δραστηριότητα. Ακολουθούν αντικείμενα της Μέσης Μινωικής περιόδου (περ. 2100–1600 π.Χ.) από το Μοναστηράκι και το ιερό κορυφής του Βρύσινα, όπως μικρογραφικά μοντέλα βωμών, σφραγιδόλιθοι και ειδώλια λατρευτικού χαρακτήρα. Ύστερη Μινωική περίοδος (περ. 1600–1100 π.Χ.) ευρήματα από το νεκροταφείο των Αρμένων, με πλούσιες τάφους θαλαμωτού τύπου που χρονολογούνται γύρω στο 1320–1200 π.Χ.. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται ευρήματα της Γεωμετρικής και Αρχαϊκής περιόδου (περ. 1000–500 π.Χ.) από την Αξό και την Ελεύθερνα, επιτύμβιες στήλες, επιγραφές Βουστροφηδόν/boustrophedon γραμμένες με εναλλασσόμενη φορά και κεραμικά αγγεία. Από την Κλασική και Ελληνιστική περίοδο (500–1ος αι. π.Χ.) προέρχονται μαρμάρινα γλυπτά, επιγραφές, νομίσματα και αντικείμενα καθημερινής χρήσης από την Ελεύθερνα, τη Σύβριτο και τη Λάππα. Ιδιαίτερη θέση στο μουσείο έχει η Ρωμαϊκή περίοδος (1ος αι. π.Χ.–4ος αι. μ.Χ.) στα οποία ξεχωρίζει το μαρμάρινο άγαλμα της λεγόμενης «Αφροδίτης Ριθύνιας» και η επίχρυση ζώνη της Αξού. Μουσείο Αρχαίας Ελεύθερνας (MAE) Το Μουσείο Αρχαίας Ελεύθερνας, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2016, οργανώνεται σε τρεις θεματικές ενότητες που πραγματεύονται τη δημόσια και ιδιωτική ζωή, τη θρησκευτική πρακτική και τις ταφικές αντιλήψεις των κατοίκων της αρχαίας Ελεύθερνας, από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου προσφέρει μια επιστημονικά τεκμηριωμένη ανάγνωση της κοινωνικής δυναμικής μιας πόλης-κράτους της αρχαϊκής και κλασικής Κρήτης. Αίθουσα Α: Δημόσια και Ιδιωτική Ζωή (Public and Private Life): Εκθέματα: Εισαγόμενα αντικείμενα από Αίγυπτο και Φοινίκη (Imported items from Egypt and Phoenicia) αναδεικνύουν τις εμπορικές και πολιτισμικές σχέσεις της Ελεύθερνας με τον ευρύτερο αρχαίο κόσμο. Εργαλεία και όπλα (Tools and weapons) μαρτυρούν την καθημερινή ζωή και τις αμυντικές ανάγκες των κατοίκων. Κοσμήματα και αγγεία (Jewelry and pottery) αντικατοπτρίζουν την αισθητική και τις τεχνικές δεξιότητες της εποχής. Αίθουσα Β: Θρησκευτική Ζωή και Λατρείες (Religious Life and Cults) Εκθέματα: Κόρη της Ελεύθερνας (Kore of Eleutherna) αντιπροσωπευτικό δείγμα αρχαϊκής γλυπτικής, που συνδέεται με την περίφημη «Κόρη της Οσέρ» που εκτίθεται στο Λούβρο. Αρχιτεκτονικά μέλη ιερών (Architectural elements of sanctuaries) παρέχουν πληροφορίες για τη δομή και τη σημασία των λατρευτικών χώρων. Επιγραφές και αναθηματικά αντικείμενα (Inscriptions and votive offerings) αποκαλύπτουν τις θρησκευτικές πρακτικές και τις θεότητες που λατρεύονταν. Αίθουσα Γ: Νεκρόπολη Ορθής Πέτρας (Orthi Petra Necropolis). Εκθέματα: Μπρούντζινη ασπίδα (Bronze shield) σύμβολο πολεμικής αρετής και κοινωνικής θέσης. Ταφικά κοσμήματα από χρυσό και ελεφαντόδοντο (Funerary jewelry made of gold and ivory) δείγματα πλούτου και τεχνικής δεξιοτεχνίας. Αναπαραστάσεις ταφικών τελετών (Depictions of funerary rituals) προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για τις αντιλήψεις περί ζωής και θανάτου. Φρόνιμη, η Πριγκίπισσα της Αξού: Τον 7ο αιώνα π.Χ., σύμφωνα με τον ιστορικό Ηρόδοτο, βασιλιάς της αρχαίας πόλης Αξού ήταν ο Ετέαρχος, ο μόνος γνωστός βασιλιάς που αναφέρεται μετά την κάθοδο των Δωριέων στην περιοχή. Ο Ετέαρχος είχε μια κόρη, τη Φρόνιμη. Μετά το θάνατο της μητέρας της, ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε, αλλά η μητριά της Φρονίμης τη μισούσε και απαίτησε από τον Ετέαρχο να την εξοντώσει. Όταν ο βασιλιάς είχε φιλοξενούμενο τον Θεμίσων, έμπορο από τη Θήρα, τον ανάγκασε να ορκιστεί ότι θα πραγματοποιήσει όποια εντολή του δώσει. Μετά την αναχώρηση του Θεμίσων για τη Θήρα, ο Ετέαρχος του παρέδωσε την κόρη του με την εντολή να τη ρίξει στη θάλασσα. Ο Θεμίσων τήρησε τον όρκο του δεμένο τη Φρόνιμη με σκοινί και την έριξε στη θάλασσα. Ωστόσο, αμέσως μετά την τράβηξε έξω, διασφαλίζοντας ότι έμεινε ζωντανή. Έτσι, διατήρησε και τον όρκο του και την ηθική του συνείδηση. Η Φρόνιμη μεταφέρθηκε στη Θήρα, όπου τη φιλοξένησε ο πλούσιος Πολύμνητος, με τον οποίο απέκτησε ένα παιδί, τον Βάττο, που είχε τραυλισμό. Με τη συμβουλή του θεού Απόλλωνα, τον οποίο οι κάτοικοι της Αξού λάτρευαν ιδιαίτερα, ο Βάττος κατευθύνθηκε προς την Κυρήνη στην Βόρεια Αφρική μαζί με αποίκους από τη Θήρα και ίδρυσε εκεί την αποικία το 631 π.Χ. (βλ. επίσης Δαφέρμος Μιχάλης, 2001, σσ. 121-127). Αρχαία Αξός μία από τις εκατό πόλεις της Κρήτης παρουσιάζεται στην τρέχουσα έκθεση «Εκατόπολις» του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου (2025). Υπήρξε σημαντική πόλη-κράτος, ερείπια και αρχαιολογικά ευρήματα στην Αξό από την ανασκαφή του 1899, Ακρόπολη με κυκλώπεια τείχη, Ανδρείον/φρούριο εντός της ακρόπολης, ο ναός της Ακρόπολης στην κορφή ως Ναός του Απόλλωνος που αργότερα ίσως περιήλθε στο Δία, Ναός της Αφροδίτης – Αστάρτης με εκατοντάδες πήλινα ειδώλια προσφορών με γυναικείες φιγούρες που κρατούν ρόγδια, πτηνά και χοιρίδια, σε συνδυασμό με εικονίσεις της θεάς με στέμμα από στάχυα, τεκμηριώνουν τη σύνδεση με τη γεωργία και την καρποφορία. Αρχάνες Ανεμόσπηλια/Ιερό κορυφής Γιούχτας, Αρχαιολογικό Μουσείο Ηράκλειο περιοδική έκθεση «ΕΚΑΤΟΜΠΟΛΙΣ», Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου μια δεύτερη ματιά.
Ερείπια και αρχαιολογικά ευρήματα στην αρχαία Αξό μαρτυρούν τις σχέσεις και τις επιρροές με τους πολιτισμούς της Ανατολής. Ξεχωρίζουν τα στοιχεία που ήρθαν στο φως από την ανασκαφή του 1899, 23 Οκτωβρίου – 6 Δεκεμβρίου 1899, βλ. Δαφέρμος, Μ., Η Αξός Μυλοποτάμου Κρήτης, 2001, σσ. 81–112). Στην ακρόπολη διακρίνονται κυκλώπεια τείχη και οχυρωματικές κατασκευές, καθώς και το Ανδρείον/φρούριο στο εσωτερικό της. Στην κορυφή βρισκόταν ο Ναός της Ακρόπολης, αρχικά αφιερωμένος στον Απόλλωνα και αργότερα στον Δία. Σημαντικός είναι και ο Ναός της Αφροδίτης–Αστάρτης, της «Μεγάλης Μητέρας», θεότητα που συνδέει τον μινωικό και ανατολικό κόσμο. Στη Μεσοποταμία λατρευόταν ως Ινάννα, Ιστάρ και Αστάρτη· στην Κρήτη των Μινωικών χρόνων πιθανότατα ταυτίζεται με τη Θεά των Όφεων και την Αφροδίτη–Αστάρτη, προσωποποίηση της φύσης και της ζωοδότρας δύναμης. Ο Καρλ Γιουνγκ θεωρεί τη Μεγάλη Μητέρα αρχέτυπο βαθιά ριζωμένο στο συλλογικό ασυνείδητο, ήδη από πριν την κύηση και εμφανίζεται ως Παρθένος (αγνότητα), Μητέρα (γονιμότητα), και Γριά (σοφία). Πολλά ειδώλια από την προϊστορική Ευρώπη ερμηνεύονται ως απεικονίσεις αυτής της Θεάς της Γονιμότητας, βλ. την επόμενη δημοσίευση. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και ο Κρητογενής Ζευς, που σύμφωνα με την παράδοση γεννήθηκε στο Ιδαίο Άντρο. Εκεί η Ρέα, εκδοχή της Μεγάλης Μητέρας, τον έκρυψε από τον Κρόνο. Ο Ζευς αυτός δεν είναι ακόμα ο πατριαρχικός θεός του Ολύμπου, αλλά ένα θεϊκό παιδί — πάντα νέος, πάντα ζωή — δεμένος με τη Μητέρα Θεά και τους Κουρήτες που τον προστάτευαν. Όπως και άλλοι νεαροί θεοί της φύσης, ενσαρκώνει τον κύκλο της βλάστησης και της αναγέννησης — μια ενέργεια που αποτυπώνεται σε τοιχογραφίες, ειδώλια και σφραγίδες.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα της ανασκαφής του Federico Halbherr το 1899 στην Αξό προσφέρουν πολύτιμες ενδείξεις και ενισχύουν την ανάγκη για μια νέα, συστηματική ανασκαφή που θα αναδείξει πλήρως την αρχαία πόλη και την ακρόπολη. Μια τέτοια προσπάθεια είναι επείγουσα, προκειμένου να αποτραπούν ατυχείς ενέργειες, όπως η πρόσφατη λαθρανασκαφή — πιθανότατα στον χώρο του Ναού της Αφροδίτης–Αστάρτης. Παρακάτω μια περιγραφή από το βιβλίο του Δαφέρμου (2001):
«4. Ναός της Αφροδίτης – Αστάρτης: «Όσο για το δεύτερο ναό, που η ίδια αποστολή και την ίδια εποχή ανάσκαψε στην κάτω πόλη και ειδικά κάτω από τη Β.Α. πλευρά της Ακρόπολης, στη θέση «Κουνέτης», ή «Στου λάκκου τον πόρο», ο Halbherr μας δίδει τις ακόλουθες πληροφορίες:
Ο ναός αυτός είχε, φαίνεται, αφιερωθεί στη θεά της φύσης (Αφροδίτη – Αστάρτη) και ήταν μια οικοδομή χωρίς κίονες, με πρόναο, σηκό και οπισθόδομο, με τοποθέτηση μάλλον προς το βορρά. Προφανώς είχεν επισκευασθεί και μερικώς ανακτισθεί κατά την Ρωμαϊκή εποχή, αλλά τα ευρήματα δεν αφήνουν αμφιβολίες, πως υπήρχεν ήδη από τον 6ο π.Χ. αιώνα.
Η ανασκαφή έφερε σε φως μαζί με τα θεμέλιά του, μεγάλη ποσότητα πήλινων ομοιωμάτων της Αστάρτης, πότε γυμνής, πότε ντυμένης, πότε όρθίας και πότε καθισμένης σε θρόνο, σε διάφορες στάσεις, που δεν στερούνται σπουδαιότητας, για την καλλιτεχνική τυπολογία στις παραστάσεις της θεότητας αυτής.» (σελ. 91) […]
«Άλλα ενδιαφέροντα ευρήματα στο ίδιο μέρος είναι: Μεγάλη ποσότητα από αναθηματικά αργιλλώδη αγαλμάτια διαφόρων εποχών και διαφορετικής κατασκευής, και ένας πυρήνας από ορειχάλκινα όπλα. Τα αγαλμάτια πολύ ενδιαφέροντα, εξαιτίας των μοναδικών και ποικίλλων τύπων των και διότι μερικά είναι εξαίρετης κατασκευής», βρέθηκαν σωριασμένα σε δύο βασικές ομάδες, κοντά στο βωμό, στα σημεία 1 και Ε του σχεδιαγράμματος, μέσα σε στρώμα από οργανικές ουσίες (οστά ζώ ων), κάρβουνα και προϊόντα καύσεως.
Μια άλλη μικρότερη ομάδα από τερρακόττες βρέθηκε κοντά στη Ν.Δ. γωνία του ναού, περίπου στο σημείο …, καθώς και μια αργιλλώδη κεφαλή από οπτή πλίνθο στο σημείο F.
Τα αγαλμάτια αυτά παριστάνουν, κατά τον Ψιλάκη, «την Αφροδίτην καθόλην αυτής την εξέλιξιν, από της πρώτης αυτής μορφής, ως συροφοινικικής Αστάρτης ή Μελίτης ή Κυβέλης, μέχρι της Ελληνικής πανδήμου ή Ουρανίας Αφροδίτης».
Για «αναθήματα, πήλινα αρχαϊκά ειδώλια της θεάς» (Αφροδίτης Αστάρτης), μιλούν και οι Ξανθουδίδης και Γενεράλης – Μαρινάτος. Ο δε Kirsten σημειώνει ότι «οι τερρακόττες αρχινώντας με απλές μικρές μορφές γυμνών θεαινών, όπως αυτές, που βρέθηκαν στον Κρουσώνα (Ραύκον) κ.ά. στην Κρήτη και στη Σπάρτη, των μέσων του 7ου π.Χ. αιώνα δείχνουν ένα ιερόν μιας μητρικής θεάς της καρποφορίας, όπως της Ορθίας στη Σπάρτη, της Ελευθίας, στη Λατώ και Αμνισό, την οποία, αυτοί, που έκαμαν τις ανασκαφές, εχαρακτήρισαν ως Αφροδίτη – Αστάρτην. Μπορούμε όμως βέβαια, προσθέτει, να παρατηρήσαμε σ’ αυτή τα βασικά στοιχεία μιας Αρτέμιδας, που αργότερα εμφανίζεται κάπου κάπου και πάνω σε νομίσματα της Oάξου. Οι γυναικείες αυτές μορφές συνεχίζονται ως την κλασική εποχή ντυμένες και γυμνές, επίσης στεφανωμένες»…
Ο Halbherr τα χαρακτηρίζει ως τα πολυτιμότερα ευρήματα. Και ο Δέφνερ, που τα είδε στο Μουσείο Χανίων, χαρακτηρίζει τα χάλκινα της Αξού, δηλ. «μια περικεφαλαία χαλκή και 6 προστερνίδια χαλκά, ως αρίστις τέχνης».
Για τα πήλινα δε ειδώλια, 200 περίπου τον αριθμό, που επιχείρησε μάλιστα να τα χωρίσει σε 17 κλάσεις σύμφωνα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, σημειώνει: «Τα πλείστα τούτων είναι πρωτογενείς και άτεχνοι παραστάσεις της θεάς – Μητρός, της θεάς δηλ. της γενέσεως, βλαστήσεως και ζωής ανθρώπων ζώων και φυτών. Παριστάνουν γυναίκα γυμνής με τρίγωνα ειδές αιδοίον, φουσκωμένα βυζιά, τα οποία εκπιέζει με τα χέρια της, άφθονα μαλλιά και σκουλαρίκια στρογγυλά ίσα με τα μάγουλά της. Κάμποσα είναι και υπέρ το δέον καλλίπυγα, δηλ. πάσχουν από στεατοπυγίαν.
Και συνεχίζει: «Η λατρεία της θεάς αυτής της γενετησίου ορμής, εισήχθη από τη Βαβυλωνίαν εις την Κύπρον και απ’ εκεί εις την Ανατ. Κρήτην, εις τους Ετεόκρητας, που δεν ήσαν φυλή Ινδογερμανική, δεν είχαν δηλ. και μίαν συγγένειαν, με τους Έλληνας». Τέλος προσθέτει, πως τα θέλγητρα ενός απ’ αυτά τον συγκινήσανε τόσο, που του εμπνεύσανε τους παρακάτω στίχους, τους οποίους παραθέτομεν σε μετάφραση:
Δεν είναι ο Θεός ο παντοδύναμος και πάνσοφος,
που δημιούργησε τον άνθρωπο «κατ’ εικόνα του».
Είναι ο άνθρωπος ο πρωτόγονος, ο άνθρωπος ο απολίτιστος,
που εικόνισε το Θεό «κατ’ εικόνα του».
Τα ορειχάλκινα ευρήματα, που, κατά την Αγγελική Λεμπέση, προέρχονται από αφιερώματα στη θεά, απασχόλησαν τους αρχαιολόγους, για την καλλιτεχνική και ιστορική τους αξίας, για την οποία περισσότερα στα επόμενα, στο κεφάλαιο Καλές Τέχνες.
Λεπτομερής πάντως καταγραφή και περιγραφή τους μας δίδει ο Doro Levi, καθώς και σχετική αξιολόγηση. Όλα τα παραπάνω ευρήματα βοήθησαν να καθοριστεί, πως το Ιερό ανήκε στην Αφροδίτη – Αστάρτη, κατά την επικρατέστερη γνώμη, και ελειτούργησε από τον 7ο π.Χ. αιώνα, ως τη Ρωμαϊκή εποχή.» (σσ. 91-95)
Ναός της Δήμητρας: «Μια άλλη δοκιμαστική ανασκαφή έκαμεν ο Πετρουλάκης το 1910 στη θέση «Στου Γερακάρο, 300-400 μέτρα Δ. από το χωριό, δίπλα στο δημόσιιο δρόμο προς το Ρέθεμνος, στα Β.Α. ριζά της «Χαλέπας».
Αφορμή στην ανασκαφή έδωκεν ένα ανάγλυφο, που βρήκεν εκεί ο γέρο-Δημήτρης Μανιάς, καθώς εκαλλιεργούσε το κτήμα του. Το ανάγλυφο αυτό «κακοτέχνημα των τελευταίων Ρωμαϊκών χρόνων», κατά τον Πετρουλάκη, είναι από κοινό εγχώριο μάρμαρο και έχει ύψος 0,81 μ. πλάτος 0,43 και πάχος 0,19. Βρίσκεται στο Μουσείον Ρεθέμνου και παριστάνει, κατά τον ίδιο πάντοτε, τη θεά Δήμητρα, που εικονίζεται σαν βασίλισσα, φέρει διάδημα και κάθεται σε θρόνο. Πάνω από το διάδημα φέρει στεφάνι από στάχυα, ενώ στο πάνω αριστερό μέρος του θρόνου εικονίζεται λαμπάδα. Στο τύμπανο του ανάγλυφου αετώματος υπάρχει μισοφέγγαρο, «όχι σαν σύμβολο φυσικά της Δήμητρας, παρά για να πληρώσει το χώρο».
Κατά την ανασκαφή δε βρήκε το ιερό, όπως γράφει ο Kirsten, παρά 200 περίπου ειδώλια, ακέραια και μη, που βρίσκονται στο Μουσείο Ρεθέμνου. Ο πηλός των είναι, σημειώνει, χονδροειδής και το «βερνικώδες» επί χρισμά των καταστραμμένο από την υγρασία. Απ’ αυτά, άλλα είναι γυναικών, που φορούν «ποδήρες ιμάτιον και χιτώνα» και κρατούν κάτι (προσφοράς;) στο ένα χέρι, άλλα κεφαλές γυναικείες αρχαϊκής μορφής, μια ανδρική και ένα γυμνό ειδώλιο νεανία και άλλα τέλος χοιριδίων. Επίσης χέρια, ο καρπός κυρίως, τα περισσότερα από τα οποία κρατούν ρόγδι» [βλ. σχετικά το βίντεο με την επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου].
Τάφοι: Άλλα λείψανα, που περισώθηκαν από την αρχαιότητα, είναι τα «Ληνόπίτα», όπως τα ονομάζουν οι ντόπιοι, από εσφαλμένη αντίληψη, ίσως, πως ήσαν τάχα σπίτια των αρχαίων Ελλήνων. Πρόκειται για τάφους της Ελληνιστικής εποχής, κατά τον Κirstenlis. Βρίσκονται στη θέση «Αμμουδάρα» (« λεπτή άμμος) ή «στου Μούρη», εκατό μέτρα περίπου, πιο κάτω από την ανασκαφή του Πετρουλάκι, στη Β. ριζοβουνιά, της «Χαλέπας» και όχι εκεί, που τα τοποθετεί ο Kirsten. Ήσαν αριστερά και δεξιά του παλιού κεντρικού δρόμου, που οδηγεί μέσω Αξού στο Ρέθεμνος, όταν τους είδε ο Pashey» (σσ. 95-96).
«8. Ευρήματα σε Μουσεία: Και τώρα, ας σημειώσουμε τα κυριότερα από όσα άλλα ευρήματα της Αξού γλίτωσαν από την αρπαγή των αρχαιοκαπήλων και βρίσκονται σε Μουσεία και ιδιωτικές συλλογές. Τα περισσότερα φυσικά είναι στα Μουσεία της Κρήτης (Χανιών, Ρεθέμνου και Ηρακλείου), προ πάντων δε, του τελευταίου. Και τούτο γιατί με το Ηράκλειο συνδέεται πιο πολύ η Αξός οικονομικά, διότι διέθετε πάντα πλουσιότερη αγορά, ήταν πλησιέστερο κάπως και εκεί ιδρύθηκε το πρώτο και καλύτερο αρχαιολογικό Μουσείο, που γίνηκε και το κέντρο των αρχαιολογικών ανασκαφών της Κρήτης.
Εκεί τέλος βρέθηκαν πλούσιοι αρχαιόφιλοι, ο Μητσοτάκις παλαιότερα και κατόπιν ο Γιαμαλάκις, που κατάρτισαν αξιόλογες αρχαιολογικές συλλογές. Και πρώτα στο Μουσείο Ηρακλείου: Ακολουθούμε τον οδηγό του Μουσείου του Στελ. Αλεξίου, (Αθήναι 1968), απ’ όπου αντιγράφομε, και έχομε υπόψη μας το περιοδικό «Κρητικά Χρονικά» που εκδίδεται στο Ηράκλειο Κρήτης και όπου γίνονται σχετικές δημοσιεύσεις:
Μία ωραία ομάς κεφαλών ειδωλίων προέρχονται από την Αξόν.
2. Χάλκινον κράνος κορινθιακού τύπου από την Αξόν. Αι παραγναθίδες προστατεύουν τας παρειάς και το κάθετον σκέλος την ρίνα. Δια διακοσμητικούς λόγους δηλώνονται οι οφρύες.
3. Ανάμεσα σε ποικίλα χάλκινα σκεύη από τους γεωμετρικούς τάφους της Φορτέτσας και από το Ιδαίον Άντρον, και μία περικεφαλαία με αναγλύφους πτερωτούς ίππους από την Αξόν.
4. «Μίτραι», δηλ. τμήματα αμυντικού οπλισμού, που προστατεύουν την κοιλίαν, από την Αξόν, με παραστάσεις αθλητών, που διαφιλονικούν τον στέφανον της νίκης, τριποδικών λεβήτων, λεόντων, πτερωτών ίππων κ.λπ. Η χάλκινη «φιάλη», έχει αιγυπτιαζούσας παραστάσεις σφιγγών 35 κ.λπ. Μαζί με άλλα νομίσματα κρητικών πόλεων με την απεικόνισιν της θεότη τος ή του ήρωος, που προστατεύει την πόλιν και του συμβόλου της… και της Αξού.
«Μνημιώδης τέχνη της Αρχαϊκής περιόδου Ζ’ Στ’ αιών π.Χ. Εις τας δύο προθήκας (2008, 200) έχουν εκτεθεί αναθηματικοί ασπίδες και φιάλαι και τύμπάνα από το Ιδαίον Άντρον, όπου κατά την μυθολογίαν είχε ανατραφεί ο Ζευς και όπου οι δαίμονες Κουρήτες με τους ήχους των τυμπάνων των εκάλυπτον τους θρήνους του νηπίου Διός, διά να μην τον καταπιεί ο Κρόνος.
Η σκηνή αύτη απεικονίζεται και εις «εν από τα τύμπανα εις την προθήκην 209. Εις το κέντρον του τυμπάνου ίσταται ο Ζευς πατών επάνω εις ταύρον και διαμελίζων με τα χέρια του λέοντα. Δεξιά και αριστερά του οι Κουρήτες, απεικονιζόμενοι ως πτερωτοί ασυριακοί δαίμονες κρούουν τέσσερα τύμπανα. Αι ασπίδες έχουν προεξοχήν εις σχήμα λεοντοκεφαλής και σπανιότερα αετού, και ευκρούστους παραστάσεις, που απεικονίζουν την «πότνιαν θηρών», γυμνήν ανάμεσα εις λέοντας, σκηνάς αγώνων μεταξύ ανθρώπων και λεόντων, σφίγγας, όφεις κ.λπ.
… Μία φιάλη έχει ωραίαν παράστασιν χορού γυναικών και προσφοράς πουλιών και ψαριών εις θεότητα. Άλλοι φιάλαι έχουν μόνον σειράς από ταύρους, ελάφια κ.ά. ζώα. Άπαντα τα έργα ταύτα χρονολογούνται κατά τα μέλη του Η’ ή τας αρχάς του Ζ’ π.Χ. αιώνος και δεικνύουν ισχυράν ανατολικήν επίδρασιν, αλλά το πνεύμα της συνθέσεως των στοιχείων είναι νέον»338. Μαζί με αυτά υπάρχει… και «μικρά πωρίνη κεφαλή των αρχών του Στ’ π.Χ. αιώνος, από την Αξόν».
Τμήμα ευμεγέθους προσώπου μειδιώσης γυναικός (εξ Αξού)… Είναι τα κυριότερα των αποκτηθέντων αντικειμένων πηλοπλαστικής της αρχαιολογικής συλλογής Γιαμαλάκη κατά το έτος 1951 (Ν. Πλάτων, Κρητικά Χρονικά, Ε’ (1951), σελ. 449).
Καλής διατηρήσεως και στιβαράς κατασκευής είναι χαλκή περικεφαλαία Κορινθιακού τύπου ανήκουσα εις τον Στ’ αιώνα (Ν. Πλάτων, Κρητικά Χρονικά, Ε’ (1951), σελ. 450).
Δύο νεολιθικοί πελέκεις, μία τεφροδόχος κάλπη και πέντε αρύβαλλοι γεωμετρικών χρόνων ενδιαφέρον πώρινον γοργόνειον αρχαϊκών χρόνων πώρινον τεμάχιον με ανάγλυφον παράστασιν χορευτριών ειδώλια και αγγεία ελληνικών χρόνων, λύχνοι ελληνιστικοί και ρωμαϊκοί και κομμάτια επιγραφών (Στυλ. Αλεξίου, Κρητικά Χρονικά, ΙΖ’ (1963), σελ. 394).
Χάλκινο ειδώλιο «λάτρεως» με μακρύ περίζωμα· κομμάτια ειδωλίων και ζωδίων ελληνικών χρόνων, τρία χρυσά ενώτια, δύο χάλκινοι «ωτογλυφίδες», οστέινα κοχλιάρια και γυάλινα αγγεία ρωμαϊκών χρόνων (Στυλ. Αλεξίου, Κρητικά Χρονικά, ΙΖ’ (1963), σελ. 399).
Κομμάτια μικρών και μεγάλων αρχαϊκών πήλινων ειδωλίων και ζωδίων και μερικά σωληνοειδή, ανθρωπόμορφα κάπως ειδώλια αρχαϊκών χρόνων με πήλινα κεραμίδια και ακροκέραμα, που προέρχονται πιθανότατα από αρχαίο ναό. Βρέθηκαν στη θέση «Λειβάδα» κομμάτια πρωτογεωμετρικών ζωδίων και ειδωλίων, που βρέθηκαν στη θέση «Βουνό»342. Υδρία και ψευδόστομος αμφορεύς, προχαΐδιον, κρατηρίδιον και χαλκή περόνη, που ευρέθησαν εις την θέσιν: «Αμμουδάρα»33, (Στυλ. Αλεξίου, Κρητικά Χρονικά, ΙΖ’ (1963), σελ. 399 και Αρχαιολογικών Δελτίον, τόμ. 12 (1964), σελ. 447).
Πρωτογεωμετρικών ειδώλιον ανδρός, οδόντες κάπρου, τμήμα Ελληνικού κέρνου εκ της ακροπόλεως Αξού και ελληνικά αναθηματικά πλακίδια γυναικών «εξ Αξού». (Κρητ. Χρονικά, ΙΗ’ (1964), σελ. 284).
Περισυλλογή ειδωλίων, δακτυλιολίθων, νομισμάτων κ.λπ. εγένετο εις Αξόν. (Στυλ. Αλεξίου, «Αι αρχαιότητες της Κρήτης το 1967», Κρητικά Χρονικά, (1969), σελ. 536).
14. Δύο κεφαλαί ταύρου και μία χειρ ειδωλίου φυσικού μεγέθους μετά τμήματος ενδύματος αρχαϊκών χρόνων εις συλλογήν Μεταξά. (Στ. Αλεξίου, Αρχαιολογικόν Δελτίον, τόμ. 19, (1964), μέρος Β’, 3, σελ. 438).
Στο Μουσείο Ρεθύμνου βρίσκονται: 1.Το άγαλμα της Δήμητρας και τα λοιπά ευρήματα, που αποκάλυψεν η ανασκαφή Πετρουλάκη στου Γερακάρι, που προαναφέραμε.
Ενδιαφέρον σύνολον χαλκών επιχρύσων κοσμημάτων ρωμαϊκών χρόνων, δηλαδή διάδημα με ενθέμια γυαλιού ελλειψοειδή και καρδιόσχημα, δύο ενώτια με εξαρτήματα σε σχήμα αγγείου και δύο χρυσοί ρόδακες. (Στυλ. Αλεξίου, Κρητικά Χρονικά, ΙΖ’ (1963), σελ. 394).
Υστεροαρχαϊκή επιγραφή (Γιάννης Τζεδάκης, Κρητικά Χρονικά, 10′, (1965), σελ. 299). Και όσα άλλα εμνημονεύσαμε στα προηγούμενα.
Στο Μουσείο Χανίων βρίσκονται: 1. Οι τερακότες και άλλα ευρήματα της ανασκαφής του ναού της Αφροδίτης Αστάρης (ή Αρτέμιδας) και του ναού της Ακρόπολης (Απόλλωνος ή Διός). 2. Μερικά χάλκινα «αρίστης τέχνης», για τα οποία παραθέσαμε λεπτομέρειες και κρίσεις του Μ. Δέφνερ παραπάνω, στο κεφάλαιο: «Ο ναός της Αφροδίτης – Αστάρτης». (.» (Δαφέρμος Μιχάλης, 2001, Η Αξός Μυλοποτάμου Κρήτης, ιστορία-λαογραφία-παραδόσεις, σσ. 103-106).
«Ότι ωστόσο η ζωή συνεχίζεται εδώ και τους πρώτους τούτους αιώνες της Δωρικής εισβολής, μπορούμε, νομίζω, να συμπεράναμε και από τα λιγοστά έστω ευρήματα, που ανάγονται στην περίοδο αυτή, όπως είναι: το αγγείο σε σχήμα πουλιού, που επισημαίνει στο Μουσείο Ηρακλείου ο Υ. R. Desboroughs15 με προέλευση την Αξό και τοποθετεί με άλλα παρόμοιου στυλ στην «υπομινωική περίοδο».
Το «πρωτογεωμετρικόν» ειδώλιο ανδρός, που αναφέραμεν ήδη.
Τα «γεωμετρικά αγγεία», όπως τα εχαρακτήρισαν ο Ξανθουδίδης κ.ά.
Αλλά και συμπερασματικά μπορούμε να υποστηρίξουμε την άποψη του. Η μεγάλη ακμή, που παρουσιάζει η Αξός στους αιώνες, που ευθύς αμέσως ακολουθούν και ειδικά στην αρχαϊκή εποχή, όπως θα δούμε, προϋποθέτει ζωή κάποιων αιώνων πριν.
Πάντως κατά τον 8ο π.Χ. αιώνα η τάξη είχεν αποκατασταθεί και είχε παγιωθεί η νέα κατάσταση και, καθώς γράφει ο R. Willetty, «τότε αρχίζει η κυρίως ελληνική εποχή, για την Κρήτη. Το εμπόριο ακμάζει και αναπτύσσεται η αστική ζωή των Δωριέων, αντίθετα προς την περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδος, που καθυστερεί. Έτσι αναπτύσσονται πόλεις, όπως η Αξός, η Πολυρρήνια, η Υρτακίνα κ.ά.».
Όπως μας δείχνουν δε διάφορα αντικείμενα τέχνης, στη μεταβατική αυτή περίοδο, η επαφή του Ελλαδικού νησιωτικού κόσμου με την Ανατολή συνεχίζεται με γέφυρες την Κύπρο, τη Ρόδο και την Κρήτη.
Η τελευταία μάλιστα με την επίκαιρη θέση της ανάμεσα και στην Αίγυπτο και την Κυρήνη εστάθηκεν, ως τα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα, η κυριότερη γέφυρα, που μαζί με τα διάφορα είδη εμπορίου μεταβίβαζε και τα ποικίλα πολιτιστικά στοιχεία της Ασίας και της Αιγύπτου στο νότιο Ελληνικό χώρο 18 αφού στο δυνατό χωνευτήρι της τους έδιδε έντονη τη δική της σφραγίδα.
Πήρε λ.χ. και μεταβίβασε την τέχνη της μεταλλοτεχνίας, την επεξεργασία της πέτρας, την αγαλματοποιΐα, πολλές ζωικές και φυτικές μορφές, όπως το λιοντάρι, τη σφίγγα, τους γρύπες, τα άνθη του λωτού, τα ανθέμια, τη φτερωτή θεά των ζώων, την απότνιαν θηρών», όπως ονομάζεται (Άριστμις;), κ.ά. που βλέπομε να χρησιμοποιούνται, σαν διακοσμητικά στοιχεία στα έργα τέχνης της εποχής. Γίνεται δηλαδή το πιο σπουδαίο κέντρο του Ελληνικού κόσμου, «που μεταφέρει τη ζωογόνο εισφορά της Ανατολής στην ηπειρωτική Ελλάδα».
Μ’ αυτό τον τρόπο συντελεί να δημιουργηθεί στην Ελλάδα, ύστερα από την Γεωμετρική περίοδο 1900-750 π.Χ.), μια νέα μορφή τέχνης, που παρουσιάζει έντονη την επίδραση της Ανατολής και ονομάζεται, γι’ αυτό, «ανατολίζουσα».
Αυτό όμως δε σημαίνει, πως η Ελληνική τέχνη εξανατολίστηκε. Αντίθετα τα ζωοποιά αυτά στοιχεία, που παράλαβε «μετουσιώνονται πολύ γρήγορα, εναρθρώνονται», και έτσι προβάλλει μια νέα μορφή τέχνης, που έχαρακτήρισαν με τον όρο «Δαιδαλική».
Είναι το προοίμιο της «Αρχαϊκής τέχνης», της περιόδου, που είδε να αναπτύσσεται πλάι στη χρήση του μπρούντζου και της πλαστικής ψημένης γης, η αγαλματοποιία, η οικοδομή λίθινων μεγάλων ναών κ.ά.
Η άνθηση αυτή της τέχνης, ύστερα από το «μεσαίωνα», που προηγήθηκε, στάθηκε τόσο εντυπωσιακή, που οι ιστορικοί μιλούν για «Κρητική Αναγέννηση» τον 8ο-70 αιώνα π.Χ. ένα αιώνα ακόμα και θα μπούμε στον 6ο αιώνα που θα λάμψει η ανεπανάληπτη Ελληνική κλασική τέχνη. Για το λόγο αυτό ο 7ος αιώνας θεωρείται ο πιο γόνιμος και ιστορικά πολύ σημαντικός, ο αιώνας της κυοφορίας της Ελληνικής Τέχνης.» (Δαφέρμος Μιχάλης, 2001, Η Αξός Μυλοποτάμου Κρήτης, ιστορία-λαογραφία-παραδόσεις, σσ. 119-121).
Από τη Μεσοποταμία και τη Μινωική Κρήτη στις σημερινές Λαϊκές Τελετουργίες και Παραδόσεις
Η παρούσα, πέμπτη κατά σειρά, δημοσίευση της ενότητας «Λίκνα Πολιτισμού», αφιερωμένη στη Μινωική Κρήτη, επιχειρεί να αναδείξει την πολιτισμική συνέχεια ανάμεσα στην Ανατολή και την Κρήτη–Ευρώπη. Η στρατηγική γεωγραφική —και κατ’ επέκταση πολιτισμική— θέση της, ανάμεσα στη Μεσοποταμία/Ανατολή, την Αίγυπτο και την αναδυόμενη Ευρώπη, την κατέστησε σταυροδρόμι εμπορικών και ιδεολογικών ροών, όπως αποδεικνύεται από την αρχαιολογική έρευνα σε δεκάδες θέσεις, όπως το Ιδαίο Άντρο, την Κνωσό, τη Ζάκρο, την Αξό κ.ά. Η κοινή κοσμολογική αντίληψη φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τη σύγχρονη ανακάλυψη του κυκλικού μνημείου στο υπό κατασκευή νέο αεροδρόμιο Ηρακλείου, το οποίο ενδέχεται να αποτελέσει και το σύμβολο του νέου αερολιμένα: ένα αέναο σύμβολο μνήμης και ταυτότητας που προβάλλει την Κρήτη ως λίκνο πολιτισμού, με ρίζες που εκτείνονται από την «Αρπαγή της Ευρώπης» από τη Φοινίκη έως τον συμβολισμό του κέρματος των δύο ευρώ και το γλυπτό του Δία/Ταύρου με την Ευρώπη έξω από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες.
Πανίσχυρα σύμβολα και πρακτικές, λοιπόν, εξακολουθούν να λειτουργούν από την αρχαιότητα έως σήμερα, με έντονη παρουσία στις λαϊκές τελετουργίες και παραδόσεις: οι ταύροι, τα σιτηρά, ο κύκλος της ζωής και του θανάτου, ο κύκλος της φύσης, τα καιρικά φαινόμενα, ο αέρας, η φωτιά, η γη, οι δώδεκα μήνες του χρόνου, τα σπήλαια, τα ιερά κορυφών. Έτσι εξηγείται, για παράδειγμα, η επιμονή στη δύσκολη τετράωρη ανάβαση στα Ταλαία Όρη (Κουλούκωνα) με τη γιαγιά μου, σε ηλικία 84 ετών. Οι χρονικότητες και οι χωρικότητες των τελετουργιών —οι κορυφές, τα σπήλαια, οι ιεροί τόποι— συνεχίζουν να τροφοδοτούν τη λαϊκή παράδοση. Για παράδειγμα, τα μινωικά τάματα που βρέθηκαν στα ιερά κορυφών για λόγους θεραπείας —πήλινα μέλη σώματος, όπως πόδια, χέρια, μάτια— επιβιώνουν σήμερα ως μεταλλικά τάματα στις εκκλησίες. «Το ζύμωμα ανθρωπομορφικών άρτων αποτελεί γνωστή λατρευτική πρακτική από την αρχαιότητα, όπως συνηθισμένη ήταν και η προσφορά μεταλλικών ή πήλινων μελών σε ιερά. Ανάμεσα στα άλλα γνωστά ζυμωτά τάματα του αρχαίου κόσμου υπήρχαν πλακούντες σε σχήμα εγκύου γυναίκας (Αθήναιος 441f), σε σχήμα γυναικείων γεννητικών οργάνων – εκ σησάμου και μέλιτος κατασκευάζεσθαι εφηβαία γυναικεία α και λείσθαι κατά πάσαν Σικελίαν μυλλούς, σύμφωνα με τον Συρακούσιο Ηρακλείδη (Αθήναιος 647 α). Αναφέρεται όμως, και «πλακούς ενόρχης». Ωστόσο, άρτοι και πλακούντες σε σχήμα αιδοίου και φαλλού προσφέρονταν συχνά σε αρχαίες γιορτές, όπως ήταν τα Αλώα και τα πιώδη ναό του Αγίου Αντωνίου Κομητάδων Σφακίων. Αρρηφόρια! (Δαράκη 1997: 185).
Ο Σχολιαστής του Λουκιανού προσδιορίζει ότι αυτά τα γλυκά ψωμιά πλάθονταν σε σχήμα ανδρικών γεννητικών οργάνων και όφεων. Αναφέρονται δε καν ταύθα άρρητα ιερά εκ στέατος του σίτου κατασκευασμένα, μιμήματα δρακόντων και ανδρείων σχημάτων (Σχόλ. εις Λουκιανόν 80, 2.1,28). Γλυκά σε σχήμα γυναικείου αιδοίου ρίχνονταν σε ρωγμές του εδάφους (Αριστοφάνης, Θεσμοφοριάζουσα 282-289, βλ. Δαράκη 1997: 185) για τη γονιμότητα των καρπών της γης αλλά και των ανθρώπων: «περί της των καρπών γενέσεως και της των ανθρώπων σποράς Σχολ. εις Λουκιανόν 80.2.1.28). Η προσφορά αυτών των γλυκισμάτων ερμηνεύεται ως αποτύπωση της καθόδου της Περσεφόνης στον Άδη [βλ. αντίστοιχα την κάθοδο της Ινάννα και του Ντουρμάζ στον Άδη, Μεσοποταμία] (Δαράκη 1997: 186).» (σελ. 90).
Πάνω στις ίδιες πέτρες, στα ίδια βράχια που σταματούσαν οι Κρήτες πριν από 4.000 χρόνια μεταφέροντας τις προσφορές τους, για παράδειγμα πήλινα τάματα, στέκονται και οι σημερινοί Κρητικοί, ίσως και να χρησιμοποιούν τις ίδιες πλάκες ως τράπεζες προσφορών. Η συνέχεια της λατρείας βρίσκει την πλήρη έκφρασή της, έστω και με διαφορετική εξωτερική περιβολή, στις κορφές των βουνών.» (Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου, σελ. 412)
Η μελέτη για τη Μινωική Κρήτη ως λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού ολοκληρώνεται με τη «γέφυρα» προς το παρόν, μέσα από τις ζωντανές λαϊκές τελετουργίες στο νησί και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ο πολιτισμός δεν είναι απλώς μνημεία του παρελθόντος, αλλά νοηματικοί κύκλοι που συνεχίζουν να τροφοδοτούν την καθημερινότητά μας. Κεντρικό σημείο των αρχαίων και νεότερων παραδόσεων αποτελούν τα σιτηρά, ως βασικό μέσο επιβίωσης. Από την Άνω Μεσοποταμία, όπου τα άγρια σιτηρά εμφανίζονται πριν από περίπου 12.000 χρόνια, εξαπλώθηκαν, έθρεψαν και απέκτησαν βαθύ νοηματικό περιεχόμενο, ως τα Ελευσίνια Μυστήρια αλλά και τις σημερινές τελετουργίες. Τα σιτηρά δεν θρέφουν μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή του ανθρώπου, και όταν άλλαξε η καλλιέργεια τους άλλαξαν και οι παραδόσεις.
«Ο συμβολισμός του σίτου είναι γνωστός από την αρχαιότητα. Ήταν το κυριότερο σύμβολο των Ελευσίνιων μυστηρίων και εξέφραζε την πίστη για την ανακύκλωση της ζωής και την αέναη συνέχειά της. Το σιτάρι ωριμάζει στο στάχυ, συλλέγεται, αποθηκεύεται μέσα σε πιθάρια ή λάκκους σκαμμένους βαθιά στη γη και στη συνέχεια, με τη σπορά, καταχώνεται στο χώμα για να βλαστήσει και πάλι και να αρχίσει ξανά ένας καινούργιος κύκλος ζωής (Danforth 1982: 96-106, Ψιλάκης & Ψιλάκη 2001: 317, Bloch 1982: 211). Ο ίδιος ακριβώς συμβολικός ρόλος διασώθηκε στη χριστιανική συμβολική και καθαγιάστηκε με επίσημα θρησκευτικά κείμενα. Στην πρωτογενή μορφή του χρησιμοποιήθηκε ακόμη και σε επίσημες εκκλησιαστικές τελετές (ευχέλαιο). (σελ. 356)
«Αν, λοιπόν, ο Βασίλειος και ο Ωριγένης επιστράτευσαν πλήθος θεολογικών επιχειρημάτων για να υπερασπιστούν την προσωνυμία Θεοτόκος, η λαϊκή πίστη των Ελλήνων βρήκε γνώριμο έδαφος για να συνεχίσει τη μακρόχρονη λατρευτική της παράδοση. Η κουροτρόφος δεν ήταν απλώς σχήμα λόγου. Ήταν προσωποποίηση μιας θεότητας που τα ίχνη της χάνονται πίσω από την Εποχή του Χαλκού, ίσως ακόμη πιο πίσω από τις πρώτες γνωστές σε μας μινωικές παραστάσεις που απεικονίζουν το γνώριμο θέμα της Μητέρας και του παιδιού.
Από τα μυκηναϊκά χρόνια έχομε εκπληκτικές παραστάσεις κουροτρόφων, όπως το ειδώλιο από θαλαμωτό τάφο των Μυκηνών, αλλά και το ειδώλιο του Άργους. Στο πρώτο μια γυναικεία μορφή φαίνεται να κρατά νήπιο στην αγκαλιά της, με προστατευτικό σκιάδιο πάνω από το κεφάλι του. Γενικά πιστεύεται ότι στο ειδώλιο αυτό αποδίδεται η Μητέρα-Θεά που κρατεί το δικό της θείο βρέφος. Στο ειδώλιο κουροτρόφου που φυλάσσεται στο Μουσείο του Άργους η γυναίκα-τροφός προσωποποιεί και πάλι τη Μητέρα -Θεά και φαίνεται να θηλάζει το βρέφος της. Η κουροτρόφος, πότε ως ανεξάρτητη θεότητα και πότε ως προσωνυμία άλλων θεοτήτων (Γαία Κουροτρόφος, Άρτεμις, Δήμητρα, αλλά και Εστία και Ελεύθια), ενσωματώνει τις λατρευτικές πρακτικές που διατηρήθηκαν αλώβητες από τα προϊστορικά χρόνια. (σελ. 597).
Κάπου, όμως, μόλις χθες, αυτή η αλυσίδα της θρέψης και των τελετουργιών γύρω από τα σιτηρά φαίνεται να σπάει. Ένας κύκλος χιλιάδων χειρωνακτικών χρόνων, που συνέδεε τη γη άμεσα με τον άνθρωπο, το σώμα με το πνεύμα, αλλάζει δραματικά, μέσα σε λίγα μόλις πρόσφατα χρόνια αλλάζουν όλα.
«Ωστόσο, υπάρχει και εδώ ένα κομβικό σημείο που οριοθετεί την υποχώρηση των λαϊκών τελετουργιών και των εθίμων. Μόνο που αυτή η υποχώρηση δεν οφείλεται τόσο σε εξωγενείς παράγοντες όσο στην αλλαγή του παραγωγικού χάρτη, δηλαδή στην εγκατάλειψη της καλλιέργειας των δημητριακών καρπών. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960 οι κοινωνικές και οικονομικές δομές παρέμεναν σχεδόν αμετάβλητες στο νησί. Η αγροτική οικονομία διατηρούσε πολλά στοιχεία από τον παλιό αυτοκαταναλωτικό χαρακτήρα της. Οι αγροτικές κοινωνίες στήριζαν την επιβίωσή τους περισσότερο στην παραγωγή των αγαθών που τους ήταν απαραίτητα και λιγότερο στην εμπορευματοποίηση της παραγωγής, που κι αυτή είχε εμφανιστεί με κάποια καθυστέρηση. Ούτε λόγος να γίνεται για βιομηχανική επανάσταση και εκμηχάνιση καθ’ όλη την περίοδο της ξενικής κατοχής (μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα), ακόμη και μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.» (Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου, σελ. 12).
Παρακάτω μια σύντομη περιγραφή του περάσματος της αρχαιότητας μέσα στις λαϊκές παραδόσεις, μια αποτύπωση του τρόπου με τον οποίο στοιχεία της αρχαιότητας επιβιώνουν και μεταπλάθονται μέσα στις λαϊκές παραδόσεις, καθ’ όλη τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους. Για πληρέστερη ανάλυση, βλ. το επισυναπτόμενο επίμετρο Β’ Μέρος, Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου.
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ Τα κουλούρια στα κέρατα των ταύρων ανακαλούν μινωικά και μυκηναϊκά και μεσοποταμιακά θυσιαστικά δρώμενα, όπου ο ταύρος είχε ιερό ρόλο στη γονιμότητα και την ανανέωση της φύσης. Ο βολβός της Πρωτοχρονιάς (σκίλλα) ως αποτροπαϊκό αντικείμενο συνδέεται με παρόμοιες πρακτικές της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, φυτά-σύμβολα προστάτευαν την είσοδο του οίκου. Η σκιλλοκρομμύδα και ο Μέγας Αλέξανδρος η θρυλική αφήγηση παραπέμπει στην αναζήτηση της αθανασίας όπως σε ανατολικούς μύθους. Παραδοσιακές μορφές μαντικής πανάρχαιων τεχνικών πρόγνωσης, όπως η σπλαγχνοσκοπία, γνωστή από τη Βαβυλώνα, και η τεφροσκοπία, διαδεδομένη στην αρχαία Ελλάδα. Άγιος Βασίλης, ο καλός σπορέας εμφανίζεται ως διάδοχος αρχαίων σπορέων-θεοτήτων, όπως ο Διόνυσος ή ο Ενλίλ, προστάτης της σποράς και της ευφορίας. 6 Ιανουαρίου – Των Φώτων – Θεοφάνια – Επιφάνια η καθαρτική τελετή, αρχαίες θεοφάνειες όπως στην Κνωσό και στα Ελευσίνια. Ο αγιασμός / καθαρμοί του φυσικού κόσμου αρχαία ελληνική παράδοση των καθαρμών με χρήση νερού.
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ Άγιος Τρύφωνας – άγιος της βλάστησης συνδέεται με τη λατρεία του Διονύσου και των προελληνικών θεοτήτων της βλάστησης και της αμπέλου.
ΜΑΡΤΙΟΣ Ο Μάρτης και τα μαρτοκάλαντα/μαρτάκι το νήμα στον καρπό σχετίζεται με αρχαίες αποτροπαϊκές πρακτικές, όπως η προστατευτική κλωστή στα Ελευσίνια.
ΑΠΡΙΛΙΟΣ Γιορτές της Σαρακοστής και Καθαρή Δευτέρα τελετές καθαρμού και αποχής που θυμίζουν τις προ-εαρινές τελετές των Θαλυσίων προς τιμήν της Δήμητρας, για αναγέννηση της γης. Σάββατο του Λαζάρου – μεταμφιέσεις δρώμενα νεκρανάστασης που παραπέμπουν σε συμβολικές αναβιώσεις από τον αρχαίο ελληνικό και μεσοποταμιακό κύκλο των νεκρών.
ΜΑΪΟΣ Πρωτομαγιά και το μαγιοδέντρο συνδέεται με τελετές αφιερωμένες στην Άνοιξη και στη γονιμότητα, όπως τα Ανθεστήρια και τα Αδώνια. Σάββατο των ψυχών προέρχεται από αρχαίες λατρευτικές πρακτικές για τους νεκρούς.
ΙΟΥΝΙΟΣ Εθιμικές πυρές – Κλήδονας – Ισημερία αναβίωση ηλιολατρικών τελετών, όπως τα αρχαία Ηλιοστάσια και οι φωτιές του Απόλλωνα. Ο Κλήδονας θυμίζει μαντικούς θεσμούς με καταβολές στη Μικρά Ασία.
ΙΟΥΛΙΟΣ Ο Αλωνάρης – άγιος του θέρους γιορταζόταν με τελετές προσφοράς στους θεούς της συγκομιδής, όπως τον Ερμή Κριοφόρο και τη Δήμητρα.
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ Δεκαπενταύγουστος η Παναγία διατηρεί στοιχεία της Μεγάλης Μητέρας, της Ρέας ή της Κυβέλης, όπως απεικονίζονται στις εικονικές «κοίμησης» θεοτήτων. Μερομήνια – λαϊκή μετεωρολογία παράδοση αστροπαρατήρησης από το μεσοποταμιακο κόσμο.
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ Αγροτική Πρωτοχρονιά – Καθαγιασμός σπόρων συναντά τις τελετές σποράς που τελούνταν στις εσχατιές του μινωικού πολιτισμού με ιερές αποθήκες και συμβολική έναρξη του νέου γεωργικού έτους.
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ Ιωάννης ο Ερημίτης – λατρεία σε σπήλαια αναλογεί στις μινωικές λατρείες σπηλαίων, π.χ. Ιδαίο Άντρο και Δίκτη, αφιερωμένων σε θεότητες αναγέννησης και προστασίας.
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ Άγιος Γεώργιος – Αγροτικός και αμπελουργικός άγιος συγχωνεύει μορφές του Διόνυσου, θεού του κρασιού και της βλάστησης.
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ Ψωμί Χριστουγέννων – τελετουργικά φαγητά θυμίζει τους αρχαίους άρτους των Ελευσινίων και τις προσφορές των πολυσπόρων, απόηχος της επιβίωσης του σπόρου μέσα στο χειμώνα. Καλικάντζαροι / Δωδεκαήμερο από τις δαιμονικές μορφές των χθόνιων θεοτήτων.
Επίμετρο – Δύο Γέφυρες Πολιτισμών: (α) «Από τη Μεσοποταμία στις ανασκαφές του Ιδαίου Άντρου στον Ψηλορείτη, (β) Από την Αρχαιότητα στις λαϊκές παραδόσεις και τελετουργίες» (σσ. 123)
Χρησιμοποιούμε cookie για την εξατομίκευση περιεχομένου και διαφημίσεων, την παροχή λειτουργιών κοινωνικών μέσων και την ανάλυση της επισκεψιμότητάς μας. Αποδέχεστε το cookie; ΑποδοχήΠερισσότερα
Ιδιωτικότητα & Cookies
Privacy Overview
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these cookies, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are as essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may have an effect on your browsing experience.
Necessary cookies are absolutely essential for the website to function properly. This category only includes cookies that ensures basic functionalities and security features of the website. These cookies do not store any personal information.
Ιούν 27 2025
ΛΙΚΝΑ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ – ΜΙΝΩΙΚΗ ΚΡΗΤΗ: Ο αρχαιότερος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός (5000-3450 χρόνια πριν), Κνωσσός, Αρχαιολογικά Μουσεία Ηρακλείου-Ρεθύμνου-Ελεύθερνας, Αξός, Ιδαίο Άντρο, Μνημείο Νέο Αεροδρόμιο Κρήτης
του Δρ. Δημητρίου Κουτάντου, εκπαιδευτικού
«Ἔνθα δέ κεν ἄρχετο Μίνως εὐρὺ χέρας ἀνήρ, ἐννενήκοντα δὲ πόλεις ἔχειν ἐπὶ πλούσιον ἄστεος ἐπὶ νησὶ μεγάλῳ, ὅθι τε λαοί τε καὶ ἀγροί τε ἔνθα καὶ ἔσεται ἐς αἰεὶ βασιλεύων ἀνὴρ καλὸς ἦμαρ» (Οδύσσεια, Βιβλίο 19 (172-177).
«Οι Μινωίτες: Ο αρχαιότερος ευρωπαϊκός πολιτισμός, ο Μινωικός, αναπτύχθηκε στο ορεινό αιγαιοπελαγίτικο νησί της Κρήτης γύρω στο 2000 π.Χ. Ονομάστηκε έτσι από τον Μίνωα, έναν θρυλικό βασιλιά της Κρήτης. Ο Μινωικός πολιτισμός άκμασε για πάνω από 500 χρόνια, μέχρι να τερματιστεί ξαφνικά από τους εισβολείς από την Ελλάδα.
Οι απαρχές του Μινωικού πολιτισμού ήταν αρκετά διαφορετικές από εκείνες των συγχρόνων του στη Μεσοποταμία, την Αίγυπτο και την κοιλάδα του Ινδού: η Κρήτη δεν έχει πλημμυρικές πεδιάδες με εύφορες προσχώσεις ή μεγάλα ποτάμια που μπορούν να αξιοποιηθούν για άρδευση. Η βάση της Μινωικής επιβίωσης ήταν η «Μεσογειακή Τριάδα» του σιταριού, της ελιάς και του αμπελιού. Οι ελιές και τα αμπέλια αναπτύχθηκαν καλά στις απόκρημνες βουνοπλαγιές του νησιού και παρήγαγαν πολύτιμα, εύκολα αποθηκευμένα προϊόντα – λάδι και κρασί – που διακινούνταν ευρέως στην ανατολική Μεσόγειο.
Οι περιορισμένες εκτάσεις της εύφορης κοιλάδας στην Κρήτη θα μπορούσαν να αφιερωθούν στην καλλιέργεια σίτου. Κοπάδια προβάτων, που εκτρέφονταν στα ψηλά ορεινά βοσκοτόπια, παρήγαγαν μαλλί που προμήθευε μια υφαντουργία, η οποία εξήγαγε υφάσματα μέχρι την Αίγυπτο. Με τέτοιους τρόπους, οι Μινωίτες μεγιστοποίησαν την παραγωγικότητα αυτού που εκ πρώτης όψεως δεν ήταν ένα πολλά υποσχόμενο περιβάλλον για εντατική γεωργία. Άλλα βιοτεχνικά προϊόντα που παρήγαγαν οι Κρήτες, όπως η μεταλλουργία, οι βαφές και η κεραμική, εξήχθησαν επίσης ως παράπλευρο εμπόριο του λαδιού, του κρασιού και των υφασμάτων.
Μέχρι το 2000 π.Χ., η ευημερία και ο πυκνός πληθυσμός της Κρήτης είχαν οδηγήσει στην ανάπτυξη πόλεων και μικρών βασιλείων με επίκεντρο τα υπέροχα ανακτορικά συγκροτήματα στην Κνωσό, τη Φαιστό, τα Μάλια και τα Χανιά. Ορισμένα μικρότερα ανάκτορα πιστεύεται ότι ήταν υποδεέστερα κέντρα εξουσίας. Εκτός από κατοικίες για τους ηγεμόνες, τα ανάκτορα λειτουργούσαν και ως θρησκευτικά, οικονομικά και διοικητικά κέντρα. Τα ανάκτορα στέγαζαν επίσης εργαστήρια, ιερά, θαλάμους ακροατηρίου και αποθήκες όπου αποθηκεύονταν τα πλεονάσματα τροφίμων και τα εμπορικά αγαθά για αναδιανομή. Οι μεγάλες κεντρικές αυλές ήταν πιθανώς το σκηνικό των θρησκευτικών τελετουργιών και των κοινοτικών εορτών.
Μινώταυρος: Το μέγεθος και τα πολύπλοκα σχέδια των ανακτόρων πιθανότατα οδήγησαν στον μετέπειτα ελληνικό μύθο του Λαβύρινθου, στον οποίο ο βασιλιάς Μίνωας κράτησε τον Μινώταυρο, ένα τέρας μισάνθρωπος, μισός ταύρος. Οι ταύροι είχαν σίγουρα ιδιαίτερη σημασία στη μινωική θρησκεία. Υπάρχουν ζωγραφισμένες τοιχογραφίες στους τοίχους του παλατιού στην Κνωσό που δείχνουν νέους να πηδούν πάνω από τις πλάτες των ταύρων σε ένα τελετουργικό παιχνίδι και τα κέρατα των πέτρινων ταύρων είναι ένα κοινό θρησκευτικό σύμβολο. Μια άλλη δημοφιλής θρησκευτική φιγούρα ήταν μια θεά που συχνά εμφανιζόταν να κρατά φίδια.
Οι ανάγκες της διοίκησης του παλατιού οδήγησαν στην ανάπτυξη της γραφής — πρώτα χρησιμοποιώντας ιερογλυφικά, και αργότερα μια συλλαβική γραφή γνωστή ως Γραμμική Α. Καμία γραφή δεν έχει αποκρυπτογραφηθεί, επομένως η εθνική ταυτότητα των Μινωιτών παραμένει άγνωστη. Ωστόσο, είναι σαφές ότι δεν μιλούσαν ινδοευρωπαϊκή γλώσσα και άρα δεν ήταν Έλληνες. Όπως και στην Εγγύς Ανατολή, τα έγγραφα γράφτηκαν σε πήλινες πλάκες και αποθηκεύτηκαν σε αρχεία.
Καταστροφή από φωτιά: Γύρω στο 1700 π.Χ., τα μινωικά ανάκτορα καταστράφηκαν από πυρκαγιές, πιθανότατα λόγω πολέμων μεταξύ των ανακτορικών βασιλείων. Όλα τα ανάκτορα ξαναχτίστηκαν, αλλά μόνο η Κνωσός ανέκτησε την παλιά της αίγλη. Αυτό υποδηλώνει ότι η Κνωσός είχε αποκτήσει κυριαρχία σε ολόκληρο το νησί, μειώνοντας τα άλλα ανάκτορα σε υποτελή. Μεταγενέστερες παραδόσεις περιγράφουν τους στόλους του βασιλιά Μίνωα να κυριαρχούν στο Αιγαίο και να απαιτούν φόρο τιμής από τους Έλληνες. Οι Μινωίτες είχαν αποικίες σε όλο το Αιγαίο, συμπεριλαμβανομένης μιας μινωικής συνοικίας στην αιγυπτιακή πόλη Άβαρις. Μια εξέχουσα αποικία, το Ακρωτήρι στο ηφαιστειακό νησί της Θήρας, θάφτηκε σε στάχτη μετά από μια τεράστια έκρηξη το 1628 π.Χ. Περιγραφόμενος ως «Μινωική Πομπηία», ο χώρος ήταν τόσο καλά διατηρημένος που σώθηκαν ακόμη και τοιχογραφίες. Οι σεισμοί που σχετίζονται με την έκρηξη της Θήρας προκάλεσαν εκτεταμένες ζημιές στην Κρήτη, οι πτώσεις από την έκρηξη κατέστρεψαν καλλιέργειες και έθαψαν χωράφια, προκαλώντας πείνα και κοινωνική αστάθεια.
Μια τελική καταστροφή έπληξε τους Μινωίτες γύρω στο 1450 π.Χ., όταν σχεδόν όλα τα ανάκτορα, οι πόλεις και τα αγροκτήματα της Κρήτης καταστράφηκαν ή υπέστησαν ζημιές από φωτιά, και πολλά εγκαταλείφθηκαν, χωρίς να κατοικηθούν ποτέ ξανά. Μόνο η Κνωσός γλίτωσε από την καταστροφή, αλλά μόνο επειδή επιλέχθηκε από τους νέους ηγεμόνες του νησιού, οι οποίοι εισήγαγαν νέες ταφικές πρακτικές, νέους θεούς, νέες μορφές τέχνης και ένα νέο σύστημα γραφής, φέρνοντας έτσι το τέλος του Μινωικού πολιτισμού.» (Haywood, J. (2005). The Penguin Historical Atlas of Ancient Civilizations, σσ. 98-99).
«Στις μινωικές σπουδές, η λατρεία του Evans, που συχνά συσχετίζεται με εύκολες συγκρίσεις με τη σύγχρονη εποχή, εμποδίζει κάθε ουσιαστική πρόοδο στις έρευνες. Είναι αλήθεια ότι το εύρος των ερωτημάτων που τίθενται μεγαλώνει και προβλήματα όπως η γένεση του Κράτους, ο ρόλος των γυναικών ή η λειτουργία των μινωικών ανακτόρων έχουν τεθεί εδώ και λίγο καιρό. Στο ζήτημα αυτό, τα δάνεια από την κοινωνική ανθρωπολογία είναι καλοδεχούμενα, πρέπει όμως να γίνουν πιο συγκεκριμένα και πιο ακριβή. Και πρέπει, κυρίως, να εγκαταλειφθούν οι γενικευτικές απόψεις που και η ίδια, για λογαριασμό της, έχει εγκαταλείψει εδώ και πολύ καιρό. Ακρίβεια και αυστηρότητα προσδιορίζουν το επιστημονικό πνεύμα που μπορεί να πρυτανεύσει σε έρευνες μακροχρόνιες και ελάχιστα θεαματικές, αλλά ουσιώδεις και καθοριστικές. Είναι, όμως, εξίσου απαραίτητα η άρνηση της εσωστρέφειας και ένα άνοιγμα προς τα έξω. Αυτός ο διάλογος με τις υπόλοιπες επιστήμες -ανθρωπολογία και εθνολογία, προϊστορία, αρχαιολογία των χωρών της Ανατολής, ιστορία, τεχνολογία, φυσικές επιστήμες…- είναι ένα από τα πιο αποτελεσματικά κίνητρα της έρευνας. Πρέπει κυρίως –και αυτό είναι το ουσιώδες να αλλάξουμε πνευματική συμπεριφορά, να διαφοροποιήσουμε τα θέματα μελέτης και να ανανεώσουμε τους προβληματισμούς. Με αυτή την προοπτική, η συγκυρία που κυριαρχεί από τη δεκαετία του 1990 μας προσφέρει σχεδόν ιδανικές συνθήκες για να εμβαθύνουμε τη σκέψη μας και να προετοιμάσουμε τις ανασκαφές του μέλλοντος.» ((René Treuil, Pascal Darcque, Jean-Claude Poursat, 2015, Οι Πολιτισμοί του Αιγαίου, σσ. 649-650)
Λίκνα Πολιτισμού (Cradles of Civilizations)
Η παρούσα δημοσίευση είναι η πέμπτη για την ενότητα Λίκνα του Πολιτισμού (Cradles of Civilizations). Στην πρώτη δημοσίευση παρουσιάσαμε την αντίληψη σύμφωνα με την οποία υπήρξε ένα λίκνο πολιτισμού που εξαπλώθηκε στην ανθρωπότητα με την Πολιτιστική Διάχυση (Cultural Diffusion), κάναμε επισκέψεις στο Βρετανικό Μουσείο (British Museum), το Λούβρο (Louvre) και τα Μουσεία Βερολίνου (Neues Museum, Pergamon Museum).
Ακολούθησε η αναζήτηση των απαρχών του ανθρώπινου πολιτισμού, ξεκινώντας από την Παλαιολιθική περίοδο, και κυρίως από το κομβικό σημείο περίπου 12.000 χρόνια πριν, στο τέλος της Τελευταίας Εποχής Παγετώνων, όταν οι πρώτοι κυνηγοί-τροφοσυλλέκτες αρχίζουν να συγκεντρώνονται, να οραματίζονται και να οικοδομούν λατρευτικούς χώρους. Πραγματοποιήσαμε επισκέψεις στα πρώτα αρχιτεκτονικά ιερά της ανθρωπότητας: το Γκιομπεκλί Τεπέ (Göbekli Tepe, περ. 12.000 χρόνια πριν) και το Καραχάν Τεπέ (Karahan Tepe, περ. 11.800 χρόνια πριν), καθώς και στους πρώτους μεγάλους νεολιθικούς (ημι)αγροτικούς οικισμούς, όπως ο Τσαταλχουγιούκ (Çatalhöyük, περ. 9.500 χρόνια πριν). Το νεολιθικό Μουσείο Σανλιούρφας (Şanlıurfa Museum) παρουσιάζει τις δραματικές αλλαγές της νεολιθικής μετάβασης από τον «κήπο των άγριων ζώων» στην αυγή της ανθρώπινης παρουσίας με ένα πρωταγωνιστικό ρόλο. Οι απαρχές του πολιτισμού αναζητήθηκαν και στην εξάπλωση της νεολιθικοποίησης στην Ελλάδα και την Ευρώπη (Neolithisation of Greece and Europe, 9.000–5.600 χρόνια πριν): τη μετάβαση στην εξημερωμένη γεωργία και τα εξημερωμένα ζώα, τους νεολιθικούς οικισμούς της Ελλάδας με επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα, και της Κεντρικής Ευρώπης στις τελετουργικές λίθινες κατασκευές της Δυτικής Ευρώπης στο Στόουνχεντζ (Stonehenge, περ. 5.000–4.500 χρόνια πριν). Παράλληλα, συζητήθηκε η ύπαρξη ενός ευρασιατικού δικτύου ανταλλαγών.
Στην τέταρτη δημοσίευση παρουσιάσαμε το πρώτο λίκνο του ανθρώπινου πολιτισμού, τους Μεσοποτάμιους Λαούς (Mesopotamian Civilizations, 8.500–3.000 χρόνια πριν) και τη γέννηση των πρώτων οργανωμένων αγροτικών οικισμών, των πόλεων-κρατών και των πρώτων μεγάλων αυτοκρατοριών στην Εύφορη Ημισέληνο. Εξετάστηκαν οι πολιτισμοί των Προ-Σουμέριων (8.500–6.500), των Σουμέριων (5.500–4.000), των Ακκάδιων (4.334–4.154), των Ασσύριων (4.000–2.612), των Βαβυλώνιων (3.894–2.539) και των Χετταίων (3.600–3.200), με επισκέψεις στους αρχαιολογικούς χώρους της Μεσοποταμίας, τους ζώντες βάλτους, την σουμεριακή πόλη Ουρ, τη Βαβυλώνα, τη Νινευή κ.ά., καθώς και το Μουσείο της Βαγδάτης (Baghdad Museum) και το Μουσείο της Βασόρας (Basra Museum).
Η παρούσα πέμπτη δημοσίευση παρουσιάζει τη συνέχεια όλων αυτών των εξελίξεων και την παραπέρα λάμψη του ανθρώπινου πολιτισμού στη Μινωική Κρήτη – τον Αρχαιότερο Πρώτο Ευρωπαϊκό Πολιτισμό (Minoan Crete, The First European Civilization, 5.000–3.450 χρόνια πριν). Η Μινωική Κρήτη και οι σχέσεις της με τους προγενέστερους ή τους σύγχρονους πολιτισμούς διερευνάται με επισκέψεις στο ανάκτορο της Κνωσού (Knossos), τα Αρχαιολογικά Μουσεία Ηρακλείου-Ρεθύμνου-Ελεύθερνας, τα κυκλικά κοσμολογικά μοντέλα/ημερολόγια από το Γκιομπεκλί Τεπέ, το Stonehenge, τους επτά πλανήτες των Σουμέριων που εμφανίζονται στις Μινωικές μήτρες του Παλαιόκαστρου-το μινωικό υπολογιστή και τη μνημειώδη κυκλική κατασκευή που αποκαλύφθηκε στο Νέο Αεροδρόμιο Κρήτης (New Heraklion Airport) στο λόφο Παπούρα, καθώς και με τις επισκέψεις στη γενέτειρά μου στην Αρχαία Αξό (Axos) με το ναό της «ανατολίτισσας» Αφροδίτης-Αστάρτης, στις Αρχάνες και τα Ανεμοσπήλια με την ανθρωποθυσία και στο Ιδαίο Άντρο (Idaean Cave) με πάρα πολλά αρχαιολογικά ευρήματα με ανατολικές επιδράσεις.
Ο μινωικός κόσμος αποτελεί μια φυσική συνέχεια των νεολιθικών και μετα-νεολιθικών πολιτισμών της Ανατολής, και ταυτόχρονα μια δημιουργικά αυτόνομη πρωτοευρωπαϊκή εκδοχή ενός ανεπτυγμένου κέντρου πολιτισμού. Αυτή η πολιτισμική συνέχεια συμβολίζεται και στο μύθο με τη βίαιη «Αρπαγή της Ευρώπης» (παλιότερα «The Rape of Europa», νεότερη απόδοση «The Abduction of Europa») ακριβώς από τη Φοινίκη/ακτές Ανατολικής Μεσογείου από το μεταμορφωμένο Δία σε λευκό ταύρο. Στο τέλος του άρθρου επισυνάπτεται ένα μεγάλο κείμενο για τεκμηρίωση των λεγομένων για τη συνέχεια των πολιτισμών, με πρώτη γέφυρα από τη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο στην Κρήτη με τα ευρήματα της αρχαιολογικής ανασκαφής στους πρόποδες του Ψηλορείτη (!) στο Ιδαίον Άντρο με πάρα πολλές ανατολικές σχέσεις, βλ. Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. (2013). Ιδαίο Άντρο: Το Σπήλαιο του Δία και οι Θησαυροί του. Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, καθώς και μια δεύτερη γέφυρα πολιτισμού με τη συνέχεια από την αρχαιότητα ως τις ημέρες μας στις ζωντανές λαϊκές τελετουργίες παραδόσεις, Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου. βλ. «Επίμετρο – Δύο Γέφυρες Πολιτισμών: (α) Από τη Μεσοποταμία στις ανασκαφές του Ιδαίου Άντρου στον Ψηλορείτη, (β) Από την Αρχαιότητα στις λαϊκές τελετουργίες» (σσ. 123).
Και όμως, ενώ λίγες ημέρες πριν επισκέφτηκα τη Μεσοποταμία — τους Σουμέριους, τους Ακκάδιους, τους Ασσύριους, την Ουρ, τη Βαβυλώνα, τη Νινευή, τους βασιλείς τους όπως τον Σαργών, τα αρχαιολογικά τους ευρήματα, τους μύθους και τις θεότητές τους — τι γυρεύουν όμως αυτές οι παραδόσεις στους πρόποδες του Ψηλορείτη; Και ακόμη, νόμιζα ότι το ταξίδι στη Μεσοποταμία είχε ολοκληρωθεί όταν περιέγραφα ενδεικτικά τη συνέχεια των πολιτισμών με το παράδειγμα της κοινής θέας Ινάννα/Ιστάρ/Αστάρτη (Inanna/Ishtar/Astarte), μέσω της Κύπρου και στην Κρήτη. Υπενθυμίζω από την επίσκεψη στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα και το τμήμα με τις κυπριακές θεότητες: «Ιδιαίτερη θέση κατέχουν τα γυναικεία ειδώλια και οι παραστάσεις της θεάς Αστάρτης. Η θεά Αστάρτη (Astarte), θεότητα με καταγωγή από την Ινάννα (Inanna) των Σουμέριων και την Ιστάρ (Ishtar) των Ακκάδιων/Βαβυλώνιων, υιοθετείται στην Κύπρο από τους Φοίνικες από τη Μέση Εποχή του Χαλκού (περ. 1900–1600 π.Χ.) και συνδέεται με τη φύση, τη γονιμότητα και τον έρωτα, καθώς και με τη Μινωική Αστάρτη, που πιθανότητα «ξεκλειδώνει» το μυστήριο του Δίσκου της Φαιστού». Ο ερευνητής Gareth Owens αναφέρει: «Έχω την υποψία ότι ο Δίσκος της Φαιστού είναι ύμνος προς την Αστάρτη, τη θεότητα του έρωτα. Τέτοιες λέξεις όπως αυτές που αναφέρονται στον Δίσκο βρέθηκαν και σε μινωικά τάματα και, όπως συμβαίνει και με τα σημερινά τάματα, ο κόσμος κάνει μια προσευχή όταν δυσκολεύεται — είτε για θέματα υγείας είτε για προσωπικά προβλήματα. Ο άνθρωπος δεν αλλάζει τελικά». Εκτιμά ότι η μία πλευρά του Δίσκου της Φαιστού είναι αφιερωμένη στην έγκυο θεότητα και η άλλη στη Μινωική Αστάρτη (Astarte) (online: «Η θεά Αστάρτη πίσω από το μυστήριο του Δίσκου της Φαιστού»). Με την επιστροφή μου, όμως, από τη Μεσοποταμία στην Ελλάδα, υπάρχει μια συνέχεια σε αυτή την ιστορία, γιατί μαθαίνω ότι, η θεά Ινάννα/Ιστάρ/Αστάρτη αποκαλύπτεται στις ανασκαφές της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών το 1899 από τον αρχαιολόγο Federico Halbherr, στη γενέτειρά μου, την Αρχαία Αξό (!) καθώς εντοπίζεται ο Ναός της Αφροδίτης-Αστάρτης (βλ. παρακάτω περισσότερα, Δαφέρμος, 2001), ενώ και οι ανασκαφές των Γιάννη Σακελλαράκη και Έφη Σαπουνά-Σακελλαράκη στο Ιδαίον Άντρο 30 χιλιόμετρα μακριά από την Αξό στον Ψηλορείτη, αποκαλύπτουν πλήθος ασσυριακών και άλλων επιρροών στις ασπίδες, στο τύμπανο του Δία κτλ.
Μινωικός πολιτισμός: το μεγάλο «θαλάσσιο» ποτάμι των τριών ηπείρων
Ο Μινωικός πολιτισμός (Minoan civilization), που αναπτύχθηκε στην Κρήτη κατά την Εποχή του Χαλκού (Bronze Age), θεωρείται ο αρχαιότερος αστικός πολιτισμός της Ευρώπης, ένα από τα πρώτα παραδείγματα οργανωμένης κοινωνίας στον δυτικό κόσμο. Τα αρχαιολογικά ευρήματα π.χ. της Κνωσού αποκαλύπτουν μια κοινωνία που προχώρησε σημαντικά στην αστική οργάνωση, την αρχιτεκτονική, τη γραφή, το εμπόριο, την τέχνη και τη μυθολογία, και αποτελεί ένα θεμέλιο για τον δυτικό πολιτισμό και ενός λίκνου πολιτισμού. Η κλασική Αθήνα του 5ου αιώνα π.Χ. θεωρείται (άτυπα) λίκνο του δυτικού πολιτισμού για τις ιδέες της δημοκρατίας, της φιλοσοφίας, των πολιτικών θεσμών, της λογοτεχνίας και της επιστήμης, βλ. σχετικά σε άλλη δημοσίευση για την Αξονική Εποχή.
Η διαμόρφωση του πολιτισμού στην Κρήτη άρχισε από τον νεολιθικό πολιτισμό της Κνωσού (περ. 7000–3100 π.Χ.), και σιγά σιγά αναπτύσσεται σε επιμέρους περιόδους, την Προανακτορική περίοδο (Prepalatial period, 3100–1900 π.Χ.) με την ανάπτυξη αγροτικών κοινοτήτων, πρώιμη κεραμική και κοινωνική διαφοροποίηση, την Παλαιοανακτορική περίοδο (Protopalatial period, 1900–1700 π.Χ.) σηματοδοτεί την κατασκευή των πρώτων ανακτόρων στην Κνωσό (Knossos), τη Φαιστό (Phaistos) και τα Μάλια, με αύξηση του εμπορίου και κοινωνική οργάνωση, ακολουθεί η Νεοανακτορική περίοδος (Neopalatial period, 1700–1450 π.Χ.), περίοδος ακμής με μεγαλοπρεπή ανάκτορα, εξελιγμένη γραφειοκρατία, άνθηση της τέχνης και της ναυτοσύνης, δημιουργία της Γραμμικής Α (Linear A) και των Κρητικών Ιερογλυφικών (Cretan Hieroglyphs), ενώ η Μετανακτορική περίοδος (Postpalatial period, 1450–1100 π.Χ.) ξεκινά με την κάθοδο των Μυκηναίων από την ηπειρωτική Ελλάδα περίπου από το δέκατο πέμπτο αιώνα π.Χ., τα μινωικά ανάκτορα καταστρέφονται και το νησί περνά σε μυκηναϊκή κυριαρχία, οι Μυκηναίοι υιοθετούν στοιχεία της μινωικής τέχνης και διοίκησης, χρησιμοποιώντας πλέον τη Γραμμική Β’ (Linear B), μια μορφή της ελληνικής γλώσσας, βλ. ενδεικτικά για την Υστερομινωική περίοδο στο διαδίκτυο την ταινία μας με τον τίτλο «Λουλούδια Σπασμένα».
Οι σύγχρονες γενετικές και αρχαιολογικές προσεγγίσεις έχουν αναδείξει τον αυτόχθονα χαρακτήρα των Μινωιτών, καταρρίπτοντας παλαιότερες θεωρίες περί εξωγενούς προέλευσης· σύμφωνα με μελέτες DNA οι Μινωίτες κατάγονται κυρίως από νεολιθικούς γεωργικούς πληθυσμούς της δυτικής Ανατολίας που εγκαταστάθηκαν στο Αιγαίο την 7η χιλιετία π.Χ., χωρίς ενδείξεις αφρικανικών ή σημιτικών γενετικών επιρροών, παρά τις τεκμηριωμένες εμπορικές επαφές. Τα αρχαιολογικά δεδομένα υποστηρίζουν αυτή τη θέση, καθώς η εξέλιξη των μινωικών ανακτόρων και η πολιτισμική συνέχεια από τη Νεολιθική στην Πρωτομινωική περίοδο καταδεικνύουν τοπική ανάπτυξη χωρίς ασυνέχειες ή εισβολές. Οι Μυκηναίοι παρουσιάζουν συγγένεια με τους Μινωίτες, αλλά φέρουν πρόσμιξη γενετικών στοιχείων από την Ποντιακή Στέπα, πιθανώς συνδεόμενη με τις ινδοευρωπαϊκές γλωσσικές επιρροές. Συνολικά, οι Μινωίτες αποδεικνύονται φορείς μιας αυτόχθονης και εξελισσόμενης πολιτισμικής ταυτότητας στο προϊστορικό Αιγαίο (Lazaridis, I., et al. (2017). Genetic origins of the Minoans and Mycenaeans. Nature, 548(7666), 214–218).
Η στρατηγική θέση της Κρήτης, σε ίση απόσταση γεωγραφικά και πολιτισμικά από την Αφρική και την Αίγυπτο, τη Μεσοποταμία της Ασίας και την δυναμικά εξελισσόμενη Ευρώπη, την καθιστά γέφυρα τριών ηπείρων και σταυροδρόμι πολιτισμικών διεργασιών. Ενώ τα περισσότερα λίκνα πολιτισμού αναπτύχθηκαν δίπλα στα μεγάλα ποτάμια Τίγρη-Ευφράτη, Νείλο, Ινδό, Κίτρινο ποταμό, Κονγκό, Νίγηρα, Αμαζόνιο – το μεγάλο ποτάμι των Μινωιτών, των εμπόρων και των πολιτισμών, ήταν η θάλασσα. Οι Μινωίτες αφομοιώνουν και επαναπροσδιορίζουν στοιχεία από τους μεγάλους πολιτισμούς διαμορφώνοντας ταυτόχρονα έναν αυτόνομο πρωτοποριακό πολιτισμό με έντονη ναυτική δραστηριότητα, εντυπωσιακά ανάκτορα, υψηλή καλλιτεχνική έκφραση με πολύχρωμες τοιχογραφίες, λατρεία της φύσης, μια συνολική έκφραση που αποπνέει ζωή και ρυθμό. Η συνέχεια της Κρήτης στα λίκνα του πολιτισμού αντανακλάται όπως προαναφέραμε στον μύθο της Αρπαγής της Ευρώπης, σύμφωνα με τον οποίο ο Δίας, μεταμορφωμένος σε ταύρο, μεταφέρει την Ευρώπη από τη Φοινίκη στην Κρήτη. Η αφήγηση αυτή εκφράζει την ιδέα της συνέχεια του πολιτισμού από την Ανατολή στη Δύση, με την Κρήτη ως σημείο εκκίνησης της ευρωπαϊκής πολιτισμικής ταυτότητας και συνείδησης, είναι το κατώφλι του ευρωπαϊκού πολιτισμού και για τους αρχαιολόγους, με την Κνωσό να αποτελεί το κέντρο.
«Βεβαιωμένα είναι τα ίχνη των Μινωιτών και στη μικρασιατική ακτή, τη Μίλητο και τις Ερυθρές. Μινωίτες ναυτικοί και έμποροι είχαν στα χέρια τους το διαμετακομιστικό εμπόριο ακόμα και της παλαιστινιακής ακτής με την Αίγυπτο. Πρόκειται για τους Κεφτιού, όπως ονομάζονται οι Μινωίτες δωροφόροι σε αιγυπτιακές τοιχογραφίες.
Η λιμενική πόλη της Κνωσού ήταν ασφαλώς το κέντρο κάθε ναυτικής μα και υπερπόντιας μινωικής δραστηριότητας. Εκεί θα είχε την έδρα του ο μινωικός εμπορικός στόλος, για τον οποίο πολλά στοιχεία είναι γνωστά από δεκάδες μινωικές σφραγίδες, αλλά και από τη γνωστή μικρογραφική τοιχογραφία της Θήρας. Η σχέση των Μινωιτών με τη θάλασσα καταδεικνύεται άλλωστε και στην τέχνη, με την ύπαρξη του λεγόμενου θαλάσσιου ρυθμού. Η μαρτυρημένη και από τον Θουκυδίδη, τον 5ο αιώνα π.Χ., θαλασσοκρατία του Μίνωα που, τηρουμένων των αναλογιών, μπορεί να συγκριθεί με τις μεταγενέστερες ναυτικές δυνάμεις στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Βενετία και την Αγγλία, είχε φυσικά τους ίδιους εμπορικούς στόχους και ασφαλώς ιμπεριαλιστική μορφή, έστω κι αν ο βικτωριανός Άρθουρ Έβανς την ονόμασε Pax Minoica» (Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. Κνωσός: Κατώφλι του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού. Αθήνα: Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, 2010, σελ. 287). Στο βίντεο που ακολουθεί μια πρώτη επίσκεψη στον Αρχαιολογικό Χώρο της Κνωσού.
Cradle of European Civilisation (Crete/Knossos): Λίκνο Ευρωπαϊκού Πολιτισμού Κρήτη/Κνωσός, Minoan civilization, European civilisation, βίντεο διάρκειας 35’ λεπτών. Επίσκεψη στο Ανάκτορο της Κνωσού, μια εμπειρία αρχαιολογικής και πολιτισμικής αξίας. Η είσοδος στον χώρο μέσα από ένα εντυπωσιακό σύνολο πυλώνων και τα πηγάδια γνωστά ως κουλουρές πιθανώς τελετουργικής ή αποθηκευτικής χρήσης, υποδηλώνοντας τη μετάβαση από τον «εξωτερικό» στον «ιερό» χώρο. Είσοδος με πομπή και ρυτοφόρους. Η διαδρομή συνεχίζει προς τη Μεγάλη Κεντρική Αυλή (Central Court), σημείο συνάντησης τελετουργιών, πιθανών αθλητικών αγώνων και πομπών. Αναγνωρίζεται η εικονιζόμενη τοιχογραφία της Πομπής (Procession Fresco), που απεικονίζει μορφές ανδρών σε ιερατικό σχηματισμό να μεταφέρουν τελετουργικά αντικείμενα, μεταξύ των οποίων ρυτά (rhyta) – περίτεχνα τελετουργικά αγγεία, συχνά διαμορφωμένα σε μορφή ταύρου ή κεφαλής ζώου. Τα ρυτά θεωρούνται σύμβολα χοών ή προσφορών προς τη θεότητα και αποτελούν δείγμα τόσο της τεχνολογικής δεξιοτεχνίας όσο και της λατρευτικής ιδεολογίας. Από τα σημαντικότερα σημεία της διαδρομής είναι η Αίθουσα του Θρόνου (Throne Room), με τον εμβληματικό θρόνο και τις τοιχογραφίες των γρυπών (Griffin Fresco), που δημιουργούν ένα περιβάλλον ιερής φόρτισης υποδηλώνοντας τη σύνδεση της εξουσίας με τη λατρεία. Σημαντική ενότητα του ανακτόρου αποτελούν οι τοιχογραφίες (frescoes), που αποτυπώνουν σκηνές λατρείας, φύσης και εθιμικού αθλητισμού. Μεταξύ αυτών διακρίνονται: Ο Πρίγκιπας με τα Κρίνα (Prince of the Lilies) – μια φιγούρα άνδρα με περίτεχνη κόμμωση και διακόσμηση. Τα Ταυροκαθάψια (Bull-leaping scene) – απεικόνιση νεαρών να εκτελούν ακροβατικά άλματα πάνω από ταύρους, πιθανότατα ως μέρος μυητικών ή θρησκευτικών πρακτικών. Τα Δελφίνια στο Μέγαρο της Βασίλισσας (Dolphin Fresco) – που υπογραμμίζουν τη σχέση του Μινωικού πολιτισμού με το θαλάσσιο στοιχείο. Σε λειτουργικό επίπεδο, το ανάκτορο περιλάμβανε προηγμένο υδραυλικό σύστημα, με αποχετευτικά κανάλια και πιθανές εγκαταστάσεις λουτρών, ιδίως στο Μέγαρο της Βασίλισσας (Queen’s Megaron). Οι αποθηκευτικοί χώροι (magazines), επενδυμένοι με τεράστιους πίθους (pithoi), μαρτυρούν την ύπαρξη συγκεντρωτικής οικονομίας και ελέγχου αποθεμάτων σε λάδι, σιτηρά και κρασί, γεγονός αυτό ενισχύει την αντίληψη περί κρατικής διοίκησης. Η εμπειρία αυτή ολοκληρώνεται με μια επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου (Heraklion Archaeological Museum), όπου εκτίθενται τα ευρήματα των ανασκαφών και της Κνωσού, ρυτά, σφραγιδόλιθοι, πέλεκεις, ειδώλια, τοιχογραφίες, βλ. το επόμενο βίντεο παρακάτω.
Μινωικά Ανάκτορα (Minoan Palaces) – Ιερά Κορυφών (Peak Sanctuaries) Λατρευτικά Σπήλαια (Sacred Caves)
Η μινωική ζωή και λατρεία συνδέεται στενά με τη φύση, τη γονιμότητα και τις θεότητες γυναικείου χαρακτήρα, αντανακλώντας μια λατρεία βαθιά ριζωμένη στον φυσικό κόσμο και στους κύκλους της ζωής. Τα αρχαιολογικά ευρήματα από τα Μινωικά Ανάκτορα (Minoan Palaces), τα Ιερά Κορυφής (Peak Sanctuaries) και τα Λατρευτικά Σπήλαια (Sacred Caves) προσφέρουν πολύτιμα τεκμήρια για τις τελετουργικές πρακτικές με ειδώλια, διπλούς πέλεκεις (labrys), αγγεία, μικρογλυπτική. Οι τρεις αυτοί χώροι σε πολλές περιοχές του νησιού αποκάλυψαν πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων (έτσι παρουσιάζονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου), ενώ παράλληλα ενέπνευσαν τον νεότερο λαϊκό πολιτισμό λειτουργώντας ως φορείς πολιτισμικής συνέχειας, όπως θα δούμε προς το τέλος αυτής της μελέτης. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού από το Φεβρουάριο του 2024 έχει καταθέσει τον φάκελο υποψηφιότητας για την εγγραφή έξι Μινωικών Ανακτόρων (Minoan palaces) στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO: Ζάκρου, Κνωσού, Φαιστού, Μαλίων, Ζωμίνθου και Κυδωνίας. Κατά τη δεύτερη χιλιετία π.Χ., αυτά τα μινωικά ανάκτορα της Κρήτης αποτέλεσαν τα κέντρα της πολιτικής, οικονομικής και λατρευτικής ζωής για περίπου εξακόσια χρόνια.
Ιερά Κορυφών (Peak Sanctuaries)
Οι κορυφές των βουνών λειτούργησαν ως υπαίθρια ιερά (peak sanctuaries), όπου οι πιστοί άφηναν πήλινα ειδώλια ανθρώπων, ζώων και τμημάτων σώματος (μινωικά τάματα), θέλοντας την εύνοια της θεότητας. Στο Γιούχτα (Juktas) πιθανότατα το αρχαιότερο, αποκαλύφθηκαν στρώματα στάχτης, κρανία ζώων, εκατοντάδες πήλινα ειδώλια, ακόμη και μια ανθρωποθυσία, βλ. το σχετικό βίντεο επίσκεψης στις Αρχάνες-Ανεμόσπηλια. Στο Πετσόφα (Petsophas), χάρη στις ανασκαφές του John Myres το 1903, βρέθηκαν χιλιάδες ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα ειδώλια, γρανιτένιες λεκάνες με εγχάρακτες πινακίδες Γραμμικής Α΄ και στρώματα τέφρας. Το Κάρφι (Karfi), σε υψόμετρο 1.100 μ., προσέφερε χιλιάδες πήλινες αναθήκες και ο Τραοστάλος (Traostalos) μαζί με τον Βρύσινα (Vrisiña) αποκάλυψαν πήλινα μέλη σώματος, ενδεικτικά ιαματικών τελετουργιών, «μινωικά τάματα» παράδοση που συνεχίζεται στις εκκλησίες μέχρι σήμερα. Οι κορυφές Τύλισσος (Tylissos) και Γωνιές Φιλιορόμος (Gonie Philioromos) προσθέτουν στο εκτενές δίκτυο υπαίθριων λατρευτικών χώρων.
Σπήλαια (Caves)
Τα σπήλαια και της Κρήτης θεωρούνταν κατοικίες των θεών από την προϊστορία και σημεία μυστηριακής λατρείας· στο εσωτερικό τους βρέθηκαν βάθρα βωμών, κώνοι λιβανισμού και αγγεία για προσφορές. Το Δικταίο Άντρον (Dikteon Cave ή Psychro Cave) ανασκάφηκε από τους Hatzidakis και Evans στα τέλη του 19ου αιώνα· διατηρούνται στρώματα στάχτης, υπολείμματα θυσιών ζώων και πλήθος μικρών δοχείων για σπονδές. Το Ιδαῖον Ἄντρον (Ideon Cave) της Ίδης—μυθικός τόπος γέννησης του Διός—έφερε στο φως ασβεστολιθικά βάθρα, πήλινες λεκάνες και πολυάριθμα λατρευτικά αντικείμενα, βλ. αναλυτικότερα παρακάτω το βίντεο με την επίσκεψή μας. Σημαντική θέση κατέχουν και σπήλαια όπως το Αρκαλοχώρι (Arkalokhori) και ο Άγιος Χαράλαμπος (Agios Charalambos), που χρησίμευσαν ως νεκρικοί χώροι κατά τη Νεολιθική και την Πρώιμη Μινωική περίοδο, μαρτυρώντας τη συνεχή χρήση τους από τις τοπικές κοινότητες. Το σπήλαιο Καμάρες (Cave of Kamares) έδωσε μάλιστα το όνομα στην κεραμική φάση χάρη στα περίτεχνα πολυχρωματικά αγγεία που ανασύρθηκαν, βλ. το βίντεο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου:
Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου/ Archaeological Museum of Heraklion: Ανάκτορα – Σπήλαια – Ιερά Κορυφών, Minoan Palaces, Sacred Caves & Peak Sanctuaries, βίντεο διάρκειας 56’ λεπτών. Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου είναι ένας από τους σημαντικότερους μουσειακούς χώρους της Ευρώπης και του μινωικού πολιτισμού. Η συλλογή καλύπτει την περίοδο από τη Νεολιθική εποχή έως τη Ρωμαϊκή περίοδο. Γκαλερί Ι–ΙΙ: Νεολιθική και Πρωτομινωική Εποχή (7000–2000 π.Χ.): Αντικείμενα καθημερινής ζωής, ειδώλια και πρώιμη κεραμική που αποτυπώνουν τις απαρχές του πολιτισμού στην Κρήτη. Εκθέματα όπως το Ειδώλιο Θεά της Γονιμότητας (Goddess of Fertility figurine) αντικατοπτρίζει τις πρώιμες λατρευτικές αντιλήψεις γύρω από τη γονιμότητα και τη μητρότητα. Αγγεία τύπου Βασιλικής (Vasiliki Ware) μαρτυρούν την πρώιμη τεχνική εξέλιξη και διακοσμητική ευρηματικότητα της κεραμικής. Κεραμικά από το σπήλαιο Κουμασά (Ceramics from the Koumasa cave) παρέχουν στοιχεία για τη λατρεία και ταφικά έθιμα της προανακτορικής Κρήτης. Γκαλερί ΙΙΙ–V: Παλαιοανακτορική Περίοδος (2000–1700 π.Χ.): Πρώτη φάση των Μινωικών ανακτόρων με τελετουργικά αντικείμενα, πολυτελή κεραμικά και συμβολική τέχνη, εκθέματα όπως οι Μέλισσες των Μαλίων (Malia Pendant) συμβολίζουν την αρμονία, τη γονιμότητα και την αφθονία. Αγγεία τύπου Καμαραίων (Kamares Ware) αποδεικνύουν την εκλεπτυσμένη αισθητική και τεχνική δεξιότητα των Μινωιτών. Ρυτό από ηφαιστειακό λίθο (Volcanic stone rhyton) τελετουργικό αγγείο που υποδηλώνει την κεντρική θέση της θρησκείας στη μινωική κοινωνία. Γκαλερί VI–VIII: Νεοανακτορική Περίοδος (1700–1450 π.Χ.): Η περίοδος ακμής της Μινωικής Κρήτης, με πλήρως ανεπτυγμένα ανάκτορα και θρησκευτικά σύμβολα. Εκθέματα όπως ο Δίσκος της Φαιστού (Phaistos Disc) αντιπροσωπεύει ένα από τα μεγάλα αινίγματα της αρχαίας γραφής και της επικοινωνίας. Θεές των Όφεων/Φιδιών (Snake Goddesses) αντικατοπτρίζουν τη μινωική θρησκευτική λατρεία και τη σημαντική θέση της γυναίκας. Κεφαλή ταύρου από λίθο (Stone Bull’s Head Rhyton) σύμβολο της λατρείας του ταύρου και της τελετουργικής ζωής. Χάλκινα όπλα και εργαλεία (Bronze weapons and tools) δείχνουν την τεχνολογική πρόοδο και την καθημερινή ή στρατιωτική ζωή. Γκαλερί IX–XI: Υστερομινωική Περίοδος (1450–1100 π.Χ.): Μετά την καταστροφή των ανακτόρων, εμφανίζονται μυκηναϊκές επιρροές και οργανωμένα διοικητικά κέντρα. Εκθέματα όπως η Σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδας (Agia Triada Sarcophagus) παρέχει μοναδικές πληροφορίες για τις ταφικές τελετές και τις μεταθανάτιες αντιλήψεις. Πινακίδες Γραμμικής Β’ (Linear B Tablets) μαρτυρούν την πρώιμη χρήση της ελληνικής γλώσσας και την ανακτορική γραφειοκρατία. Χρυσά κοσμήματα (Gold Jewelry) αναδεικνύουν την κοινωνική ιεραρχία και την πολυτέλεια των ανώτερων τάξεων. Γκαλερί XIII: Μινωικές Τοιχογραφίες με εντυπωσιακά χρώματα και δυναμικές σκηνές απεικονίζουν την καθημερινή και τελετουργική ζωή των Μινωιτών. Εκθέματα όπως ο Πρίγκιπας με τα Κρίνα (Prince of the Lilies) ενσαρκώνει την αισθητική κομψότητα και τη λατρεία της νεότητας, εξού και η λατρεία του Κρηταγενή Δία ως παιδί. Ταυροκαθάψια (Bull-Leaping) δείχνει την έντονη τελετουργική και αθλητική παρουσία του ταύρου στη μινωική ζωή ως συνέχεια των ανατολικών παραδόσεων. Κυρίες με τα Γαλάζια (Ladies in Blue) παρουσιάζει τα στολίδια και την κοινωνική θέση των γυναικών. Συλλέκτης Κρόκου (Saffron Gatherer) δηλώνει τη σημασία των φυσικών προϊόντων και της φροντίδας του σώματος. Γκαλερί XV–XXII: Ιστορικές Περίοδοι (1100 π.Χ. – 300 μ.Χ.): Ανάπτυξη πόλεων-κρατών, επαφές με τον ελληνικό κόσμο, καλλιτεχνική παραγωγή και επιγραφική παράδοση. Άγαλμα Απόλλωνα και Αρτέμιδος (Statues of Apollo and Artemis) εκφράζουν τη λατρεία από την αρχαιότητα ως τη ρωμαϊκή εποχή. Επιτύμβιες στήλες και επιγραφές (Funerary steles and inscriptions) αποκαλύπτουν προσωπικές ιστορίες και κοινωνικά ήθη της εποχής. Πήλινα αγγεία γεωμετρικής περιόδου (Geometric-period pottery) αντικατοπτρίζουν την επανεμφάνιση της τέχνης μετά τη μινωική παρακμή. Γκαλερί XXVI–XXVII: Συλλογή Γλυπτικής: Γλυπτά και ανάγλυφα από την Αρχαϊκή έως τη Ρωμαϊκή περίοδο με θρησκευτικά και ταφικά θέματα. Εκθέματα: Κεφαλή ρωμαϊκού αυτοκράτορα (Head of Roman Emperor) αντιπροσωπεύει την πολιτική ισχύ και την αυτοκρατορική παρουσία στην Κρήτη. Άγαλμα Αφροδίτης (Statue of Aphrodite) αντανακλά τις ιδεαλιστικές αντιλήψεις για την ομορφιά και τη θηλυκότητα. Ανάγλυφα επιτύμβιων στηλών (Reliefs from funerary monuments) δίνουν συγκινητικές εικόνες της καθημερινής ζωής και του θανάτου.
Όσον αφορά τις εξωτερικές διεθνείς πολιτισμικές επιρροές και αλληλεπιδράσεις της Μινωικής Κρήτης, στο νέο οδηγό του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου (Ρεθεμνιωτάκης, 2024), περιγράφονται με λεπτομέρεια τα σχετικά αρχαιολογικά ευρήματα της Προθήκης 50: «ΠΡΟΘΗΚΗ 50. ΕΜΠΟΡΙΟ ΚΑΙ ΜΙΝΩΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΟΚΡΑΤΙΑ Το είδος, η ποιότητα και η προέλευση των εισαγόμενων πρώτων υλών και έτοιμων προϊόντων αποδεικνύουν το εύρος και την οργάνωση του δικτύου ανταλλαγών διαμέσου του θαλάσσιου εμπορίου. Οι θάλασσες δεν αποτέλεσαν ποτέ εμπόδιο για τους Μινωίτες θαλασσοδρόμους, αντίθετα υπήρξαν το προνομιακό πεδίο των δραστηριοτήτων τους. Τα πλοία τους έφθαναν σε λιμάνια και εμπορικούς σταθμούς στα νησιά του Αιγαίου, τη Μικρά Ασία, την Αίγυπτο και την Ανατολή, σε τόπους και χώρες όπου έχουν βρεθεί ισχυρά κατάλοιπα μινωικής παρουσίας, όπως σταθμοί-εγκαταστάσεις, εισηγμένα αντικείμενα από την Κρήτη, καθώς και αναγνωρίσιμες μινωικές καλλιτεχνικές επιρροές. Στην Κνωσό και στο επίνειό της στον Πόρο-Κατσαμπά, βρέθηκαν εισηγμένα αιγυπτιακά λίθινα αγγεία και σκεύη από αλάβαστρο και διορίτη, ένα αλαβάστρινο ανθρωπόμορφο αγγείο σε μορφή εγκύου, αλαβάστρινο ενεπίγραφο πώμα πυξίδας-κοσμηματοθήκης με τη δέλτο του φαραώ Κυάν της δυναστείας των ξώς (Β ́ μισό του 17ου αι. π.Χ.) και ένα αγαλμάτιο από διορίτη που αναφέρει σε ιερογλυφική επιγραφή τον αξιωματούχο Ουζέρ ως επόπτη των χρυσοχόων (22ος-17ος αι. π.Χ.). Από την Ανατολή κατέφθαναν στα λιμάνια εμπορικοί αμφορείς με το περιεχόμενό τους, όπως ο χαναανίτικος αμφορέας που βρέθηκε στον Πόρο, συροπαλαιστινιακά και κυκλαδίτικα γουδιά από τραχείτη και οψιανός από τη Μικρά Ασία, που χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή του ρυτού από την Τύλισο. Ακόμα, εισάγονταν χαυλιόδοντες ελέφαντα για την κατασκευή των ελεφαντουργημάτων, όπως ο πιθανής συριακής προέλευσης χαύλιος από τη Ζάκρο. Τάλαντα χαλκού καθαρού βάρους 30-35 κιλών που εισάγονταν από την Κύπρο βρέθηκαν στην Αγία Τριάδα και τη Ζάκρο. Το βάρος αυτό προσεγγίζει η παλαιότερα αποκαλούμενη «άγκυρα» από την Κνωσό, ένα λίθινο κωνικό αναρτώμενο αντικείμενο από πορφυρίτη, διακοσμημένο με ανάγλυφο χταπόδι (εικ. 81). Έχει βάρος 29 περίπου κιλών, δηλαδή κοντά στο βάρος του ταλάντου, και θα μπορούσε επομένως να αποτελεί μέτρο πιστοποίησης βάρους του εισαγόμενου χαλκού σε μορφή ταλάντων.
Ανατολικής προέλευσης είναι οι σφραγιδοκύλινδροι, όπως ο χρυσόδετος από την Κνωσό (εικ. 79), κατασκευασμένος από λαζουρίτη (λάπις λάζουλι, ύλη που προέρχεται αποκλειστικά από το μακρινό Αφγανιστάν. Από τα νησιά των Κυκλάδων ήλθε στην Κρήτη μια πρόχους ειδικού σχήματος, η λεγόμενη μαστοπρόχους, με διακοσμητικές θηλές, και από τη δωδεκανησιακή νησίδα Γυαλί δίπλα στη Νίσυρο ο μεγάλος πυρήνας στικτού οψιανού, ύλη από την οποία φτιάχνονταν λίθινα αγγεία όπως ο τρίτωνας από την Αγία Τριάδα, ένα πραγματικό επίτευγμα καλλιτεχνίας και τεχνικής λόγω της ιδιαίτερης σκληρότητας του λίθου. Αντικείμενα από πολύτιμες ύλες, που απαιτούσαν ιδιαίτερα ειδικευμένη εργασία, εξάγονταν από την Κρήτη σε αυλές ηγεμόνων. Αυτό μαρτυρείται εύγλωττα στην παράσταση πομπής των Κεφτιού (εικ. 80), των Μινωιτών δηλαδή στη γλώσσα των Αιγυπτίων, από τον τάφο του ανακτορικού αξιωματούχου Ρεχμιρέ στις αιγυπτιακές Θήβες, που χρονολογείται στον 15ο αι. π.Χ. Εικονίζονται Μινωίτες απεσταλμένοι να μεταφέρουν αντικείμενα μινωικής προέλευσης από χρυσό και πολύτιμες ύλες, όπως δείχνει το χρώμα τους, δηλαδή κωνικά ρυτά και σκεύη σε μορφή ταυροκεφαλής και λέαινας, που θυμίζουν τα αντίστοιχα από την Κνωσό (Αίθ. VIII). Είναι ασφαλώς βασιλικά δώρα που προσφέρθηκαν από τον ηγεμόνα της Κρήτης στον ομόλογό του Αιγύπτιο φαραώ, σύμφωνα με μια πρακτική ανταλλαγής δώρων που ίσχυε στα ανατολικά βασίλεια.» (σσ. 54-55).
«ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. Η ΜΙΝΩΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΟΚΡΑΤΙΑ Η αρχαιολογική έρευνα από την αρχή του προηγούμενου αιώνα έως τις μέρες μας επαληθεύει ότι ορισμένοι από τους γλαφυρούς κρητικούς μύθους παραπέμπουν όντως σε πτυχές της πραγματικότητας των μινωικών χρόνων. Η μορφή του Μίνωα παραμένει βέβαια στη σφαίρα του μύθου και δεν μπορεί να καθοριστεί με ιστορικά τεκμήρια, όπως για παράδειγμα οι Φαραώ της Αιγύπτου. Όμως, το πολυδαίδαλο ανάκτορο που αποκαλύφθηκε στην Κνωσό είναι πράγματι το επιβλητικότερο μνημείο της μινωικής Κρήτης, κέντρο οργάνωσης διοίκησης, όπως δείχνουν τα πυκνωμένα αρχεία, και ενδεικτικής πολυτέλειας, η οποία φαίνεται στην κατασκευή, τη διακόσμηση και την σκευή του. Ορισμένοι παλαιότεροι ερευνητές το ταύτιζαν με τον μυθικό Λαβύρινθο και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι σε χώρο του βρέθηκε πινακίδα με Γραμμική Β’ γραφή που αναφέρει μια «πότνια του Λαβυρίνθου» (Βλ. Αίθ. ΙΧ/εικ. 150). Άλλη πινακίδα καταγράφει προσφορά ελαίου στο Δαιδάλειον ιερό, παραπέμποντας στο όνομα του θρυλικού τεχνίτη Δαιδάλου. Ο ταύρος, συμπρωταγωνιστής σε βασικούς μύθους, αποτελεί γνωστό εμβληματικό μοτίβο της μινωικής εικονογραφίας, ιδίως της σχετικής με την Κνωσό. Ο Μινώταυρος φαίνεται να απεικονίζεται σε μινωικές θήκες, εφόσον μια μορφή ταυρανθρώπου απεικονίζεται σε μινωική σφραγίδα από σάρδιο και σε ένα σφράγισμα. Με το χοροστάσι της Αριάδνης που περιγράφει ο Όμηρος συσχετίστηκαν οι δύο κτιστές κυκλικές εξέδρες-χοροστάσια που αποκαλύφθηκαν κοντά στο ανάκτορο. Σύμφωνα με το ομηρικό κείμενο, στο χοροστάσι της Κνωσού χόρευαν κυκλικά οι νέοι και οι νέες με πρώτη την πριγκίπισσα Αριάδνη, με τη συνοδεία μουσικής και επιδείξεων από δύο ακροβάτες-κυβιστητήρες. Δύο ακροβάτες σε συγχρονισμένη κυβίστηση απεικονίζονται ακριβώς με αυτόν τον τρόπο σε μια μινωική σφραγίδα και σε έναν ζωγραφιστό φορητό βωμό.
Οι αρχαιολογικές έρευνες που συνεχώς αποκαλύπτουν τεκμήρια της μινωικής εμβέλειας σ’ όλο το Αιγαίο, την Πελοπόννησο, τα μικρασιατικά παράλια, στις ακτές της ανατολικής Μεσογείου και σε περιοχές της Αιγύπτου έρχονται να επιβεβαιώσουν τον πυρήνα ιστορικής πραγματικότητας που εμπεριέχουν οι αρχαίες αναφορές, όπως του Θουκυδίδη, σχετικά με τη μινωική κυριαρχία στη θάλασσα και τα νησιά. Παράλιες πόλεις-αποικίες, λιμενικοί εμπορικοί σταθμοί που εμφανίζουν μινωικά χαρακτηριστικά σε κάθε είδους τέχνεργα, στην εικονογραφία και την τεχνοτροπία αλλά και στην αρχιτεκτονική, τη γραφή και τα μετρικά συστήματα δημιουργούν ένα πυκνό δίκτυο εμπορικής-οικονομικής και ιδεολογικής-πολιτισμικής διείσδυσης. Στις Κυκλάδες είναι η θήρα με τις εκπληκτικές μινωικές τοιχογραφίες, αλλά και η Κέα, η Μήλος, η Νάξος. Στα Δωδεκάνησα η Ρόδος, η Κως, η Σάμος, η Κάλυμνος, η Κάσος και η Κάρπαθος, στο βόρειο Αιγαίο η Σαμοθράκη και η Λήμνος. Στο δυτικό Κρητικό Πέλαγος τα Κύθηρα και στην Πελοπόννησο οι Μυκήνες, η Πύλος, το Βαφειό αλλά και η Αίγινα με μοναδικής ποιότητας μινωικά ευρήματα. Κι ακόμα, στη μικρασιατική ακτή η σημαντική Μίλητος με ισχυρή μινωική παρουσία και η περιοχή της Σμύρνης. Στα συροπαλαιστινιακά παράλια και την ενδοχώρα της Συρίας και του Λίβανου, η Ουγκαρίτ, η Βύβλος, η Κάινα, στο Ισραήλ το Ελ Κάμπρι και στην Τουρκία η Αλαλάχ. Τα μινωικά ευρήματα αυτών των θέσεων έρχονται να προστεθούν στις πληροφορίες από τα αρχεία των ανακτόρων των προϊστορικών βασιλείων της Ανατολής: στο Μάρι της Συρίας κοντά στον Ευφράτη υπάρχει καταγραφή πολυτελούς ξίφους και μετάλλινου αγγείου κρητικής τέχνης. Ποιητικό κείμενο από την Ουγκαρίτ του 14ου αι. π.Χ. περιέχει επίκληση στη θεά να καλέσει από την Κρήτη τον θεό της τέχνης για να κοσμήσει το ανάκτορο του βασιλιά. Άλλη καταγραφή αναφέρει κρητικό αντιπρόσωπο στην Ουγκαρίτ που προμηθευόταν κασσίτερο από το Μάρι. Ακόμα πιο εμφατικά, οι τοιχογραφίες σε αιγυπτιακούς τάφους του 15ου αι. π.Χ. που απεικονίζουν Μινωίτες, τους Κεφτιού όπως λέγονται στην αιγυπτιακή γλώσσα, να κομίζουν πολύτιμα μινωικά τέχνεργα στον φαραώ (εικ. 216) και επίσης οι τοιχογραφίες μινωικής τεχνικής και θεματολογίας, όπως τα ταυροκαθάψια από το ανάκτορο στην Άβαρι-Τελ ελ Ντάμπα στο δέλτα του Νείλου (εικ. 215), αποτελούν πολυσήμαντες μαρτυρίες για την ισχύ και την απήχηση του μινωικού κόσμου.» (Νέος Οδηγός Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου: Ρεθεμνιωτάκης, Γ. (2024). Ανακαλύπτοντας την αρχαία Κρήτη μέσα από το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου, σσ. 133-134).
Εκτός από τα παραπάνω εκθέματα, συνολικά το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου αποτελεί ένα ζωντανό κόμβο επικοινωνίας με τη Μεσοποταμία, την Ανατολία, την Αίγυπτο και αργότερα την Περσία. Πλήθος άλλων ευρημάτων αποδεικνύουν ότι οι επαφές αυτές δεν περιορίζονταν στο εμπόριο, αλλά περιλάμβαναν ανταλλαγές συμβολισμών, τεχνικών, υλικών και θρησκευτικών ιδεών. Η επιρροή της Αιγύπτου στη Μινωική Κρήτη είναι ιδιαίτερα εμφανής τόσο σε υλικά όσο και σε εικονογραφικές επιρροές: Χάντρες από φαγεντιανή (faience beads), υλικό χαρακτηριστικό της αιγυπτιακής τέχνης, βρέθηκαν σε τάφους στο Αρκαλοχώρι. Αντικείμενα από ελεφαντόδοντο και ιπποπόταμο στην Κρήτη, που τα είδαμε και στο Μουσείο της Βαγδάτης και στα μεγάλα ευρωπαϊκά αρχαιολογικά μουσεία, μαρτυρούν δίκτυα ανταλλαγών πολυτελών αγαθών. Οι περίφημες τοιχογραφίες με πιθήκους της Κνωσού (Frescoes of monkeys from Knossos) έχουν ομοιότητες με αιγυπτιακές απεικονίσεις από τη Θήβα (Theban frescoes). Το Αγγείο με Καρπούς Παπαρούνας (Poppy Goddess Rhyton), που εκτίθεται στην αίθουσα των ιεροτελεστιών, συνδέεται με αιγυπτιακές θεότητες όπως η Ίσις (Isis), φέρνοντας στοιχεία γονιμότητας και μυστικισμού. Τα ευρήματα του μουσείου αποκαλύπτουν επαφές με τις μεγάλες φάσεις της Μεσοποταμίας: Σφραγίδες με ρομβοειδή και γωνιώδη μοτίβα, όπως η Σφραγίδα του Ιερέα με το Σκήπτρο από την Κνωσό (Priest-King Seal from Knossos), παραπέμπουν σε σφηνοειδή γραφή των Σουμερίων και Ακκαδίων. Η χρήση της Γραμμικής Α’ γραφής (Linear A tablets), σε λειτουργική ομοιότητα με μεσοποταμιακά «λογιστικά αρχεία» από την Ουρ (Ur) και την Ουρούκ (Uruk). Η ιεραρχική απεικόνιση προσώπων σε σφραγιδόλιθους, όπως στον Σφραγιδόλιθο με την ιερή σκηνή (Sealstone with sacred scene), θυμίζει ασσυριακές τελετουργικές εικόνες. Η Ανατολία και οι Χετταίοι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο ως διαμεσολαβητές πολιτισμικών επιρροών: Τα αγγεία από τη Φαιστό και τα Μάλια (Phaistos and Malia pottery) παρουσιάζουν χαρακτηριστικά χεττιτικής κεραμικής, όπως ρομβοειδείς προεκτάσεις στο στόμιο. Οι δίδυμοι πέλεκεις (labrys), σύμβολα της μινωικής θρησκείας, συνδέονται με χεττιτικά τελετουργικά σχήματα. Η τεχνική της χύτευσης μετάλλων με κεριά (lost-wax casting) που αποδεικνύεται από τα μεταλλικά ευρήματα του μουσείου, πιθανόν να προέρχεται από ανατολικές επιρροές. Η χρήση ημιπολύτιμων λίθων καρνεόλης (carnelian beads), που προέρχονται από την Ινδία, βεβαιώνεται σε μινωικά κοσμήματα.
Βέβαια ο Μινωικός πολιτισμός δεν περιορίστηκε στις επιρροές που δέχτηκε, αλλά και εξήγαγε καλλιτεχνικά στοιχεία και τεχνικές: Η Καμαραϊκή κεραμική (Kamares Ware), χαρακτηριστικό δείγμα μινωικής τέχνης, έχει βρεθεί εκτός Κρήτης, όπως στα στρώματα της Αιγύπτου (Tell el-Dab’a), στην Κύπρο, στην Ουγκαρίτ (Ugarit) και στη Βύβλο (Byblos). Μινωικές τοιχογραφίες ή απομιμήσεις τους έχουν ανιχνευθεί σε θέσεις όπως η Αμάρνα (Amarna) και το Αλάλαχ (Alalakh), επηρεάζοντας καλλιτεχνικά και την πρώιμη μυκηναϊκή τέχνη. Μέσα από την αρχαιολογική έρευνα λοιπόν αποκαλύπτεται η Κρήτη ως διαμεσολαβητικός πολιτισμικός κόμβος, ικανός να απορροφά και να μεταπλάθει θρησκευτικά, τεχνολογικά και καλλιτεχνικά στοιχεία από Ανατολή και Δύση. Η Μεγάλη Θεά της Μινωικής Κρήτης (Great Goddess of Crete), η Πότνια (Potnia), ενσαρκώνει αυτή τη σύνθεση, φέρνοντας στον πυρήνα του κρητικού μύθου στοιχεία από την Ινάννα (Inanna), την Ιστάρ (Ishtar) και την Αστάρτη (Astarte), διαμορφώνοντας έτσι μια οικουμενική θεϊκή εικόνα πέρα από σύνορα και εποχές.
Διαδοχικά Κοσμολογικά μοντέλα: Γκιομπεκλί Τεπέ, Stonehenge, Σουμέριοι, Αίγυπτος, Μινωικές μήτρες Παλαιόκαστρου-μινωικός υπολογιστής, κυκλικό μνημείο στο Νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου
Οι κοσμολογικές αντιλήψεις και τα λίθινα λατρευτικά και κοσμολογικά μνημεία των πολιτισμών επίσης μπορούν να μας αποκαλύψουν την κοινή κλωστή που ενώνει τα λίκνα των πολιτισμών. Είδαμε ότι πριν από 12.000 χρόνια, με το λιώσιμο των παγετώνων, οι άνθρωποι άρχισαν να συγκεντρώνονται στην Άνω Μεσοποταμία γύρω από τα κοινά τους οράματα, να υψώνουν λίθους και να τους λαξεύουν. Μέχρι πού έφτασαν, όμως, αυτά τα κοινά οράματα; Από τότε, οι άνθρωποι επιδίωξαν να κατανοήσουν, να οργανώσουν και να καταγράψουν τον χρόνο μέσω της παρατήρησης και των ουρανίων σωμάτων. Τι είδαμε λοιπόν στις τρεις προηγούμενες δημοσιεύσεις, αλλά και στις επιτόπιες επισκέψεις, οι οποίες με μια προσεκτική ματιά, αποκαλύπτουν τη συνέχεια αυτής της σκέψης στη Μινωική Κρήτη;
Γκιομπεκλί Τεπέ (Ανατολία, περ. 11600 χρόνια πριν): Το Γκιομπεκλί Τεπέ είναι το αρχαιότερο γνωστό αρχιτεκτονικό λατρευτικό κέντρο στον κόσμο, αποτελείται από μεγάλες λίθινες στήλες με σκαλισμένα άγρια ζώα και γεωμετρικά σχέδια. Ορισμένοι ερευνητές προτείνουν ότι το συγκρότημα είχε αστρονομική σημασία, λειτουργώντας ως ημερολόγιο για την παρακολούθηση των εποχών και των ουρανίων φαινομένων. Ο Magli (2013) πρότεινε ότι ο κύριος ναός ενδέχεται να ευθυγραμμίζεται με την ανατολή του Σείριου γύρω στο 11.100, γεγονός που πιθανόν είχε τελετουργική σημασία (Magli, G. (2013). Architecture, Astronomy and Sacred Landscape in Ancient Egypt). Οι Belmonte και González-García (2016) διερεύνησαν πιθανές αστρονομικές ευθυγραμμίσεις, ιδίως σε σχέση με τον Ήλιο και λαμπρά άστρα. Παρά την έλλειψη οριστικών αποδείξεων, η υπόθεση ότι το μνημείο είχε κοσμολογική ή ημερολογιακή λειτουργία παραμένει ενεργή στο πλαίσιο της διεπιστημονικής έρευνας (Belmonte, J.A., & González-García, A.C. (2016). Astronomical orientations in the sanctuaries of Göbekli Tepe. Mediterranean Archaeology and Archaeometry, 16(4), 125–134).
Στόουνχετζ (Αγγλία, περ. 5000–4000 χιλιάδες χρόνια πριν): Το Στόουνχετζ είναι ένα από τα πιο γνωστά μεγαλιθικά μνημεία του δυτικού νεολιθικού κόσμου. Αποτελείται από μεγάλες λίθινες στήλες τοποθετημένες επίσης σε κυκλική διάταξη, με ευθυγραμμίσεις που σχετίζονται με τα ηλιοστάσια και τις ηλιακές κινήσεις, με αστρονομικό προσανατολισμό, στοιχείο που υποδηλώνει πιθανή λειτουργία ως ηλιακό ημερολόγιο αλλά και ως ένα τελετουργικό χώρο ταφών της αριστοκρατίας (Hawkins, Stonehenge Decoded, 1965· Ruggles, Astronomy in Prehistoric Britain and Ireland, 1997). Ο αρχαιολόγος μελετητής του μνημείου, Timothy Darvill, έχει προτείνει ότι το Stonehenge πιθανότατα επηρεάστηκε από την Αίγυπτο γύρω στο 2750 π.Χ. με τη μετάβαση από το σεληνιακό στο ηλιακό ημερολόγιο (Darvill, Τ. Stonehenge: The Biography of a Landscape, 2006).
Μεσοποτάμιοι – Σουμέριοι (περ. 6000-2539 χρόνια πριν): Οι Σουμέριοι ανέπτυξαν το πρώτο γνωστό γραπτό σύστημα και κατέγραψαν τις κινήσεις των πλανητών σε πινακίδες από πηλό με προηγμένη αστρονομική παρατήρηση και γνώση για την οργάνωση του χρόνου και των γεωργικών δραστηριοτήτων. Ήδη από την 3η χιλιετία π.Χ., κατέγραφαν τις κινήσεις ουρανίων σωμάτων με σκοπό τη ρύθμιση θρησκευτικών τελετουργιών, γεωργικών κύκλων και ημερολογιακών συστημάτων. Κεντρικό ρόλο κατείχαν τα επτά «κινούμενα ουράνια σώματα» –Ήλιος, Σελήνη, Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Δίας και Κρόνος– τα οποία συσχέτισαν με θεότητες, συγκροτώντας ένα πρώιμο θεοκεντρικό πλανητικό σύστημα (Rochberg, Heavenly Writing, 2004) άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μαντεία και την κοσμολογική τάξη, όπως καταδεικνύεται από τα κείμενα Enuma Anu Enlil, και την ιερατική-βασιλική οργάνωση της κοινωνίας τους. Επίσης αρχιτεκτονικά στοιχεία, όπως ο ναός της Ινάννα στην Ουρούκ, ενδέχεται να ενσωμάτωναν αστρονομικούς προσανατολισμούς σχετιζόμενους με τις φάσεις της Αφροδίτης (Magli, Architecture, Astronomy and Sacred Landscape, 2013). Η συμβολική και λειτουργική χρήση της αστρονομίας στους Σουμέριους έθεσε τις βάσεις για τις εξελιγμένες παραδόσεις των Ακκάδιων, των Ασσύριων, των Βαβυλωνίων, των Χετταίων και της κλασικής αρχαιότητας.
Αίγυπτος – Nabta Playa (περ. 8000–6000 χρόνια πριν): Το κυκλικό ημερολογιακό μνημείο Νάμπτα Πλάγια στη νοτιοδυτική Αίγυπτο αποτελεί έναν από τους αρχαιότερους γνωστούς αστρονομικούς τελετουργικούς κύκλους στην Αφρική. Μέσα στη Σαχάρα, αποτελείται από λίθινες κατασκευές και κέντρα τελετουργιών, που σχετίζονται με τις εποχιακές βροχοπτώσεις και τις μετακινήσεις νομαδικών πληθυσμών. Οι αστρονόμοι και αρχαιολόγοι υποστήριξαν ότι ορισμένοι λίθινοι δείκτες προσανατολίζονται προς το θερινό ηλιοστάσιο, υποδηλώνοντας γνώση των ετήσιων ηλιακών κύκλων και αυτοί οι άνθρωποι ανέπτυξαν ένα πρώιμο ημερολογιακό σύστημα για την πρόβλεψη των μουσώνων και τη ρύθμιση των τελετουργιών. Για τα κοσμολογικά μοντέλα αυτών των τεσσάρων πολιτισμών, προγενέστερων (ή και σύγχρονων) της Μινωικής Κρήτης βλ. την επόμενη εικόνα και τις λεζάντες.
1. Νεολιθικός ναός Γκιομπεκλί Τεπέ (Ανατολία, περ. 11600 χρόνια πριν)
2. Μεγαλιθικό μνημείο Στόουνχετζ (Αγγλία, περ. 5000–4000 χρόνια πριν)
3. Αριστερά, η επιγραφή MUL.APIN αστρονομικό-θεολογικό κείμενο της Μεσοποταμίας των επτά ουράνιων σωμάτων των Σουμέριων και των Βαβυλώνιων που συνδέονταν με θεότητες: η Σελήνη (Σιν), ο Ήλιος (Σαμάς), ο Ερμής (Ναβού), η Αφροδίτη (Ιννάνα/Ιστάρ), ο Άρης (Νεργάλ), ο Δίας (Μαρδούκ) και ο Κρόνος (Νινουρτά). Δεξιά, η Σφραγίδα Adda (περ. 4300 χρόνια πριν) απεικονίζει θεότητες-πλανήτες: ο θεός Σαμάς (θεός του ήλιου και της δικαιοσύνης) ανάμεσα από δύο βουνά, με πριόνι στο χέρι του, ο θεός Μαρδούκ ή Ίσουμ, η Ίννανα (θεά του έρωτα και του πολέμου) με φτερά και όπλα, καθώς και ο Εα (θεός της σοφίας) με τον υδρόδρακόντα.
4. Ημερολογιακό μνημείο Nabta Playa (Αίγυπτος, 8000–6000 χρόνια πριν)
Νέο Μουσείο Βερολίνου/Γερμανία – Berlin Gold Hat (περ. 3000 χρόνια πριν): Στο Μουσείο του Βερολίνου είδαμε σχετικά το «Χρυσό Καπέλο του Βερολίνου» από την ύστερη εποχή του χαλκού, βλ. online μια πολύ ενδιαφέρουσα ημερολογιακή ανάλυση με τον τίτλο «Berlin Gold Hat». Οι σύγχρονες μελέτες δείχνουν πως η διακόσμησή του ενσωματώνει αστρονομικά δεδομένα, επιτρέποντας τη χρήση του ως ημερολογιακού εργαλείου για τον υπολογισμό σεληνιακών και ηλιακών κύκλων έως 57 μηνών. Η κατασκευή του απαιτούσε ελεγχόμενη θέρμανση και ακριβή μεταλλοτεχνία, αναδεικνύοντας τη διττή του σημασία, τόσο ως καλλιτεχνικό αριστούργημα όσο και ως πρώιμο επιστημονικό εργαλείο.
Μινωικές Μήτρες του Παλαικάστρου/Κρήτη, ή Μινωικός Υπολογιστής (περ. 4000–3.500 χρόνια πριν): Και φτάνουμε τώρα στη Μινωική Κρήτη. Στην περιοχή του Παλαικάστρου στην ανατολική πλευρά του νησιού, το 1899 βρέθηκαν από ένα αγρότη δυο πήλινες μήτρες που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή μικρών μορφών και συμβόλων μέσω χύτευσης. Τα εκμαγεία περιλαμβάνουν γυναικείες μορφές με υψωμένα χέρια, διπλούς πελέκεις (λάβρυες), άνθη ή κάψες παπαρούνας οπίου, αφιερωματικά κέρατα, αστρικά σύμβολα και έναν οδοντωτό δίσκο με σταυρό στο κέντρο, που πιθανολογείται ότι σχετίζεται με αστρονομικές παρατηρήσεις και την πρόβλεψη ηλιακών και σεληνιακών εκλείψεων, βλ. την επόμενη φωτογραφία. Ο Άρθουρ Έβανς, στο έργο του Το ανάκτορο του Μίνωα στην Κνωσσό (1921), ερμηνεύει αυτά τα σύμβολα ως κοσμολογικά: τον οδοντωτό δίσκο ως συνδυασμό Ηλίου και Αυγερινού και τον κύκλο-με-βάση ως θεά του κάτω κόσμου και Εσπερινό Άστρο.
Μία πρόσφατη μελέτη (Τσικριτσής κ.ά., 2013) ερμηνεύει τον οδοντωτό δίσκο ως μήτρα χύτευσης ενός ακτινωτού δίσκου που λειτουργούσε ως ηλιακό ωρολόγιο, εργαλείο για τον προσδιορισμό γεωγραφικού πλάτους και μέσο πρόβλεψης εκλείψεων, για μια χρονολογική περίοδο που συνδέει 18 ηλιακά έτη με 28 σεληνιακές εκλείψεις. Επιπλέον, έντεκα σημεία στο ίδιο αντικείμενο συμβολίζουν τα επτά ουράνια σώματα της μινωικής κοσμολογίας, τα οποία αντιστοιχούν στα γνωστά από τους Σουμέριους και τη Μεσοποταμία ουράνια σώματα/θεότητες: Ερμή, Αφροδίτη, Γη, Άρη, Δία, Κρόνο, Σελήνη και Ήλιο, βλ. την επόμενη εικόνα. Η γυναικεία μορφή ερμηνεύεται ως η τιτανίδα Ρέα, ενώ ο ακτινωτός δίσκος θεωρείται πρώιμος αναλογικός υπολογιστής, που προηγείται χρονικά κατά περίπου 1400 χρόνια του Μηχανισμού των Αντικυθήρων, και οι ερευνητές καταλήγουν ότι «τα καλούπια ήταν για τη δημιουργία φορητών αστρονομικών υπολογιστών…». (Μηνάς Τσικριτσής, Ευστράτιος Θεοδοσίου, Βασίλειος Ν. Μανιμάνης, Πέτρος Μανταράκης και Δημήτριος Τσικριτσής, «A Minoan Eclipse Calculator», Mediterranean Archaeology and Archaeometry, τόμος 13, τεύχος 1, 2013, σσ. 265–275).
Μάλιστα η διδακτορική έρευνα του Jan Velsink (2016) αναθεωρεί τη χρονολόγηση των μητρών του Παλαικάστρου, τοποθετώντας τον Μινωικό Υπολογιστή Εκλείψεων στην πρώιμη Μινωική περίοδο (1875–1850 π.Χ.), δηλαδή περίπου 500 χρόνια νωρίτερα από ό,τι είχε αρχικά υποτεθεί. Ο Δρ. Μηνάς Τσικριτσής επιβεβαιώνει αυτή τη χρονολογική μετακίνηση. Ο υπολογιστής αυτός συνδέει την τεχνολογία και τη θρησκευτική κοσμοθεωρία, όπως φαίνεται από τα σύμβολα στις μήτρες, αποκαλύπτοντας έναν σύνθετο μυστικισμό αλλά και επιστημονική γνώση. Παρόμοιες αστρονομικές απεικονίσεις έχουν βρεθεί και σε άλλα μινωικά ευρήματα, όπως ο χρυσός δίσκος του Moordord, επιβεβαιώνοντας την προχωρημένη αρχαιοαστρονομία στη Μεσόγειο (Velsink, J. (2016). Re-dating the Minoan Eclipse Calculator: Evidence from the Palekastro Moulds. BABESCH, 91, 165–174).
ΑΡΙΣΤΕΡΑ κάτω: Η μήτρα Β (εμπρόσθια όψη) με δύο διπλούς πέλεκες, ο αριστερός έχει επεκταμένες άκρες (κόψεις).
ΔΕΞΙΑ το Μινωικό Κοσμολογικό Μοντέλο με τους επτά πλανήτες: (Online: Εφημερίδα Καθημερινή, «Τον 19ο αι. π.Χ. η νέα χρονολόγηση του Μινωικού Υπολογιστή Εκλείψεων του Παλαικάστρου Σητείας)
Η νέα κυκλική Αρχαιολογική Ανακάλυψη στον Λόφο Παπούρα, Νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου (περ. 4000–3700 χρόνια πριν): Το Υπουργείο Πολιτισμού ανακοίνωσε επίσημα την ανακάλυψη αυτής της μοναδικής κυκλικής δομής στον Λόφο Παπούρα τον Ιούνιο του 2024. Οι ανασκαφικές έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη στον χώρο του υπό κατασκευή νέου Αεροδρομίου Ηρακλείου και σε υψόμετρο πεντακοσίων μέτρων στην κορυφή του λόφου Παπούρα, στο λόφο όπου σχεδιαζόταν να κατασκευαστεί το ραντάρ του αεροδρομίου – αποκάλυψαν ένα εκπληκτικό κυκλικό μνημειακό αρχιτεκτονικό σύνολο, μοναδικό για τη μινωική αρχαιολογία. Η κατασκευή έχει διάμετρο περίπου 48 μέτρα και καλύπτει συνολική επιφάνεια περίπου 1.800 τ.μ. Το κεντρικό κυκλικό κτίσμα (Ζώνη Α), διαμέτρου περίπου 48 μέτρων φέρει ένα σταυροειδές σύμβολο που παραπέμπει σε ένα διαχρονικό ηλιακό μοτίβο, κοινό σε μινωικά ευρήματα και ιδιαίτερα στον γνωστό Μινωικό Υπολογιστή Εκλείψεων. Παράλληλα, η περιβάλλουσα Ζώνη Β διαθέτει 24 μικρούς ακτινωτούς χώρους, οι οποίοι φαίνεται να σχετίζονται με σεληνιακό ημερολόγιο 12 μηνών, διαχωρισμένο σε φάσεις νέας και πανσελήνου, όπως υποδηλώνουν ευρήματα τελετουργικών σκευών. Η μοναδικότητα του ευρήματος έγκειται επίσης στην παρουσία έξι επιπλέον επάλληλων δακτυλίων που, σε συνδυασμό με το κέντρο (Ήλιο) και τη Σελήνη, ερμηνεύονται ως αναπαράσταση των επτά πλανητών της αρχαιότητας (Ερμής, Αφροδίτη, Άρης, Δίας, Κρόνος, καθώς και Ήλιος και Σελήνη ως ουράνια σώματα με πλανητικές ιδιότητες. Οι δακτύλιοι αυτοί πιθανόν αποτυπώνουν τις συνοδικές κινήσεις των πλανητών, προσδίδοντας στην κατασκευή μια κοσμολογική λειτουργία, η οποία συνδέει τα ουράνια φαινόμενα με τις θρησκευτικές και αγροτικές δραστηριότητες των Μινωιτών, βλ. την επόμενη εικόνα.
ΚΑΤΩ: Το Μινωικό κοσμολογικό μοντέλο των επτά πλανητών όπως αποτυπώνεται στις μήτρες του Παλαίκαστρου, και η σχέση του με το νέο μνημείο στο Αεροδρόμιο Ηρακλείου (online: Μια πιθανή Αρχαιοαστρονομική Ερμηνεία στο Μοναδικό! Εύρημα για τη Μινωϊκή Αρχαιολογία, Των Δρ. Μηνά Τσικριτσή Ερευνητή Αιγαιακών Γραφών και του Ξενοφών Μουσά Καθηγητή Αστροφυσικής στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ))
Ο προσανατολισμός του σταυρού του μνημείου στο κέντρο του, με κλίση περίπου 13°, υποδηλώνει την παρατήρηση του Ήλιου και των τεσσάρων εποχών, καθορίζοντας σημαντικές ημερολογιακές στιγμές, όπως τις ισημερίες και τα ηλιοστάσια, που σχετίζονται με τον κύκλο της σποράς και της συγκομιδής. Επιπλέον, η βορειοανατολική κατεύθυνση δείχνει προς το αστέρι Θουμπάν (α-Δράκοντος), το οποίο ήταν ο πολικός αστέρας γύρω στο 2400 π.Χ., υπογραμμίζοντας τη σημαντική αστρονομική γνώση της εποχής. Η χρονολογική ταύτιση του ευρήματος (περί το 2000–1700 π.Χ.) με τη μήτρα του Παλαικάστρου και άλλες μινωικές μαρτυρίες ενισχύει την υπόθεση ότι πρόκειται για ένα σύνθετο σεληνοηλιακό ημερολόγιο, που αποτύπωνε τη σχέση ανθρώπου, ουρανού και φύσης, και που λειτουργούσε ταυτόχρονα ως θρησκευτικός χώρος λατρείας και πρακτικό εργαλείο για τον προγραμματισμό των αγροτικών εργασιών και τελετουργιών. «Επιπλέον τα δύο ευρήματα έχουν παράλληλη χρονολογική περίοδο αφού όπως αναφέρει το ΥΠΠΟ: η κύρια περίοδος χρήσης φαίνεται πως ήταν μεταξύ (2000-1700π.Χ.) και η μήτρα του Παλαικάστρου χρονολογήθηκε ΜΜΙΙ το 1800 π.Χ. με βάση τη διδακτορική διατριβή του Ι. Velsing(2017). Παγκοσμίως τέτοιες επάλληλες κατασκευές βασίζονται στην δομή του Κόσμου που απεικονίζεται σε πυραμίδες (Αίγυπτο, Μεσοποταμία, Προ-Ισπανική Αμερική κ.α.)». (online: Τσικριτσής, Μ., & Μουσάς, Ξ. (2024) Μια πιθανή Αρχαιοαστρονομική Ερμηνεία στο Μοναδικό! Εύρημα για τη Μινωϊκή Αρχαιολογία. Και Τσικρίτσης, Δ., et al. (2019). Μινωικές μήτρες και υπολογιστική τεχνολογία. Journal of Archaeological Science).
Μηχανισμός των Αντικυθήρων (περ. 2150–2100 χρόνια πριν): Ο Μηχανισμός των Αντικυθήρων είναι ένα αρχαίο ελληνικό τεχνολογικό επίτευγμα, που χρονολογείται περίπου στον 2ο αιώνα π.Χ. και θεωρείται ο πρώτος αναλογικός υπολογιστής στην ιστορία. Ανακαλύφθηκε το 1901 σε ναυάγιο κοντά στο νησί Αντικύθηρα και αποτέλεσε αντικείμενο εντατικής επιστημονικής μελέτης. Ο μηχανισμός, μέσω ενός σύνθετου συστήματος οδοντωτών τροχών, μπορούσε να προβλέπει αστρονομικά φαινόμενα, όπως τον ακριβή υπολογισμό της θέσης του Ηλίου, της Σελήνης και, πιθανώς, των πλανητών, στον ουρανό. Υπολόγιζε τις φάσεις της Σελήνης, προέβλεπε ηλιακές και σεληνιακές εκλείψεις και προσδιόριζε τις ημερομηνίες τέλεσης των αρχαίων στεφανιτών αγώνων (Ολυμπιακοί, Ίσθμια, Πύθεια κλπ.). Στις εξωτερικές πλάκες και στο εσωτερικό του έφερε αστρονομικές, γεωγραφικές και τεχνολογικές επιγραφές. Όλοι αυτοί οι πολιτισμοί οργανώνουν τον χρόνο μέσω της παρατήρησης των ουρανίων σωμάτων. Οι μέθοδοι τους ποικίλλουν από μνημειακά λίθινα ημερολόγια (Γκιομπεκλί Τεπέ, Στόουνχετζ), σε εγγεγραμμένες πηλοπλάκες (Σουμέριοι), μέχρι εξελιγμένα μηχανικά όργανα και μήτρες (Μινωικός Υπολογιστής, Κυκλικό Μνημείο Νέο Αεροδρόμιο Ηρακλείου, Μηχανισμός Αντικυθήρων).
Η συνέχεια των πολιτισμών από τη Μεσοποταμία έως τη Μινωική Κρήτη, ενδεικτικά αρχαιολογικά παραδείγματα: νεολιθική μετανάστευση· ζατρίκιο από τη σουμεριακή Ουρ έως την Κνωσό· αρχαιολογικά ευρήματα στο Ιδαίον Άντρο με χάλκινα από την Εγγύς Ανατολή· φιάλες με την Ινάννα-Ιστάρ· ειδώλια και ασπίδες της Ανατολής και της θεάς Αστάρτης· ο ιερός γάμος (hieros gamos)· η αρχαία Αξός με τον κεραυνό του Δία και το ναό της μινωικής Αφροδίτης-Αστάρτης
Νεολιθική μετανάστευση: «Οι πρώτοι νεολιθικοί άνθρωποι έφθασαν στην Κρήτη πριν από 9.000 χρόνια, γεγονός που συνέπεσε χρονικά με την ανάπτυξη και την υιοθέτηση των γεωργικών πρακτικών στην Εγγύς Ανατολή και την εκτεταμένη διασπορά του νεολιθικού πληθυσμού (8.000−9.500 χρόνια πριν) που έφερε τη γεωργία στην Ευρώπη. Οι πιο πιθανές προελεύσεις αυτών των νεολιθικών εποίκων ήταν οι πλησιέστερες ακτές, είτε η Πελοπόννησος είτε η νοτιοδυτική Ανατολία. Οι συγκεκριμένοι άνθρωποι εγκαθίδρυσαν τον πρώτο σημαντικό ευρωπαϊκό πολιτισμό στο νησί της Κρήτης στην αρχή της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού. 7 Ο Sir Arthur Evans ονόμασε τους ανθρώπους που δημιούργησαν αυτόν τον πολιτισμό «Μινωίτες» από το θρυλικό βασιλιά της Κνωσού, Μίνωα» (Hughey JR, et. Al., Ένας ευρωπαϊκός πληθυσμός στη Μινωική Κρήτη κατά την Εποχή του Χαλκού. Nat Commun, σσ. 455-456). Και συνεχίζε o καθηγητής Ιατρικής και Επιστημών Γονιδιώματος του Πανεπιστημίου Washington κ. Γεώργιος Σταματογιαννόπουλος: «Με βάση τη μεγάλη γενετική ομοιότητά τους με τους ευρωπαϊκούς νεολιθικούς πληθυσμούς, καθώς και τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς της Εποχής του Χαλκού, μπορούμε να υποθέσουμε βάσιμα ότι οι Μινωίτες είναι απόγονοι των νεολιθικών πληθυσμών που εποίκησαν την Ευρώπη πριν από 9.000 χρόνια. Η προέλευση αυτών των πληθυσμών που γνώριζαν τη γεωργία ήταν η Ανατολία, περιοχή που σήμερα αντιστοιχεί στην Ανατολική Τουρκία και στη Μέση Ανατολή. Με άλλα λόγια, ο πολιτισμός των Μινωιτών ήταν ένας αυτόχθων πολιτισμός» (online: Ο παππούς μου ο Μινωίτης).
Ζατρίκιο: «Ένα μοναδικό, εξαιρετικά πολυτελές, αντικείμενο είναι το ζατρίκιο. Βρέθηκε κοντά στα πλακίδια του λεγόμενου μωσαϊκού της Κνωσού και χρονολογείται περί το 1600 π.Χ. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν ελεφαντόδοντο, ορεία κρύσταλλος, γαλάζια υαλόμαζα, φύλλα χρυσού και αργύρου. Μαζί βρέθηκαν τέσσερα ελεφάντινα πιόνια. Ήταν σπάνιο βασιλικό παιγνίδι που αντίστοιχό του γνωρίζουμε από το βασιλικό νεκροταφείο της Ουρ στη Μεσοποταμία [βλ. τα δυο εκθέματα στα βίντεο η ανασκαφή της Ουρ στο Βρετανικό Μουσείο και το βίντεο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου]. Στην Αίγυπτο το παιγνίδι συνδεόταν με τον Άνουβι, τον θεό με μορφή τσακαλιού, και το παιχνίδι ονομαζόταν «ο σκύλος και το τσακάλι». Ο Έβανς το συγκρίνει με το παιχνίδι πόλις των ελληνικών χρόνων.» (Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. Κνωσός: Κατώφλι του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, 2010, σελ. 252).
Ιδαίο Άντρο (Ideon Andron): Το Ιδαίο Άντρο, σπήλαιο στους πρόποδες του Ψηλορείτη, θεωρείται μυθολογικά ο τόπος ανατροφής του Δία. Η πρώτη αρχαιολογική ανασκαφή πραγματοποιήθηκε το 1885 από τον Federico Halbherr, υπό την αιγίδα του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ηρακλείου, με πρόεδρο τον Ιωσήφ Χατζηδάκη. Η ανασκαφή αποκάλυψε σημαντικά ευρήματα, όπως χάλκινες ασπίδες της Γεωμετρικής περιόδου (8ος–7ος αι. π.Χ.) με παραστάσεις που σχετίζονται με τον μύθο του Δία και των Κουρητών.
«Στὸ Ἰδαῖο Ἄντρο εἶχα τὴ θεία τύχη νὰ ψαύσω τὴν παλλόμενη καρδιὰ τῆς Κρήτης, ἐπὶ πεντέμισι χιλιάδες συνεχή χρόνια, ἀπὸ τὴ νεολιθικὴ ἐποχὴ μέχρι σήμερα. Στὸ Ἰδαῖο Ἄντρο, τὴ Βηθλεὲμ τῆς ἀρχαιότητας, τὸν τόπο τῆς γέννησης καὶ τοῦ θανάτου τοῦ αἰώνια ἀναγεννώμενου Μινωίτη θεοῦ τῆς βλάστησης, τοῦ αἰώνια ἀναγεννώμενου Κρηταγενοῦς Δία, τοῦ κρητικότατου θεοῦ, αὐτοῦ τοῦ ἴδιου τοῦ θεοῦ τῆς Κρήτης τοῦ Καζαντζάκη. Μπορεῖ ὅλα αὐτὰ νὰ φαίνονται σὰν ψέματα, γι ̓ αὐτὸ εἶπαν ἄλλωστε τοὺς Κρῆτες ψεῦτες. Μπορεῖ ὅλα αὐτὰ νὰ φαίνονται παράλογα, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ μὴν εἶναι. Εἶπε κάποτε ὁ Καζαντζάκης:
Οἱ ἄνθρωποι διαιροῦνται, ὅπως καὶ οἱ ἀριθμοί, σέ «ἄρτιους» καὶ «περιττούς». Οἱ πρῶτοι εἶναι ἥσυχοι καὶ βέβαιοι γιὰ ὅλα τὰ πράγματα. Εἶναι λεῖοι. Οἱ ἄλλοι, πάντοτε ἀνήσυχοι κι ἀβέβαιοι, ἀποζητοῦν χωρὶς ἐλπίδα τὴν τελείωση. Εἶναι γεμάτοι «τσουγκριά» – ἐρωτήματα καὶ προεκτάσεις. Οἱ τελευταῖοι μὲ καταλαβαίνουν καὶ χωρὶς νὰ τοὺς ἐξηγῶ. Οἱ ἄλλοι, ὅ,τι καὶ νὰ τοὺς πῶ, δὲν θὰ μπορέσουν ποτὲ νὰ καταλάβουν» (Σακελλαράκης, Γιάννης. Η ποιητική της ανασκαφής. Ίκαρος, 2003. σσ. 159-160)
Πλήθος αρχαιολογικών ευρημάτων στο Ιδαίον Άντρο/Ψηλορείτη, χάλκινα από την Εγγύς Ανατολή, φιάλες με την Ιστάρ, ειδώλια και ασπίδες της ανατολής και της θεάς Αστάρτης, ο ιερός γάμος (hieros gamos), αναφέρουν οι ανασκαφείς στο βιβλίο: Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. (2013). Ιδαίο Άντρο: Το Σπήλαιο του Δία και οι Θησαυροί του. Αθήνα: Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία: «Πλήθος είναι τα χάλκινα ευρήματα από το Ιδαίο Άντρο. Περί τα 300 είναι τα αγγεία ή θραύσματα αγγείων του 9ου-6ου αιώνα π.Χ. από τις παλιότερες ανασκαφές και εκατοντάδες τα μικρά κομμάτια, από τα οποία το ένα τρίτο προέρχεται από την Εγγύς Ανατολή και την Κύπρο ή είναι ανατολικής έμπνευσης.» (σελ. 163)
Το τύμπανο είναι, λοιπόν, χαρακτηριστικό δείγμα των ανατολικών ή ανατολικής επίδρασης έργων που ήλθαν στο φως στο Ιδαίο Άντρο. Ο Kunze το χρονολογεί στον 8ο αιώνα, περί το 750 π.Χ. και πιστεύει ότι σχετίζεται με τα υστεροχιττιτικά εργαστήρια. Η μορφή του θεού στο τύμπανο είναι κατά τον ίδιο, ένας συνδυασμός διαφόρων ανατολικών θεών και ηρώων. Η σύνθεση από ετερογενή στοιχεία στις κινήσεις, τα φτερά κλπ., ένα αμάλγαμα ανατολικών με στοιχεία που θεωρεί ελληνικά, του επιτρέπει να εκφράσει την άποψη ότι κατασκευάστηκε στην Κρήτη από πρώιμους μετανάστες, τεχνίτες από την Ανατολή, στην παράδοση των ασσυριακών-βορειοσυριακών, χιττιτικών έργων. Την άποψη του Kunze συμμερίστηκαν όλοι οι μελετητές. Κατά τον Coldstream κατάγεται από την ασσυριακή τέχνη της βασιλείας του Sargon II (722-705 π.Χ.). Από το ίδιο εργαστήριο θεωρείται ότι είναι ένα κύπελλο στην Capena και βάση λέβητα στο Praeneste.» (σελ. 175)
Φιάλες με τελετές βρέθηκαν και αλλού στην Κρήτη, στους Αρκάδες, την Ελεύθερνα, αλλά και στην Κύπρο και τη Σπάρτη. Οι φιάλες αυτές είναι στη σφυρήλατη τεχνική. Από τις λιγότερο καλά διατηρημένες φιάλες η μία αποδίδει σκηνή χορού και προσφορών. Εικονίζονται γυναίκες χειροκρατούμενες των οποίων προηγείται μία που κρατεί πουλί και ψάρι. Απέναντί της άλλη γυναίκα που κρατεί δέσμη πουλιών με κορδόνι. Φέρουν μακρύ ένδυμα και η μία χαμηλό πόλο. Ο κυκλικός χορός ασκείται κυρίως από γυναίκες ενώ γενικά ο χορός θεωρείται στοιχείο επίκλησης. Το θέμα της φιάλης αυτής έρχεται από την Κύπρο. Η παρουσία ψαριών συνδέεται με τελετές χθονίων θεοτήτων ενώ στη Μεσοποταμία προσφέρονται στη γονιμική Ιστάρ.» (σελ. 183)
iv Ειδώλια χάλκινα (γυναικείες θεότητες από την Ανατολή και η Αστάρτη στις ασπίδες) «Στο Ιδαίο Άντρο βρέθηκαν 89 χάλκινα ειδώλια που χρονολογούνται από την ΥΜΙ (γύρω στο 1600 π.Χ.) περίοδο μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια. Από τα ειδώλια, ένα είναι μινωικό της εποχής της ακμής που αποδεικνύει, μαζί με τις εξαιρετικής ποιότητας σφραγίδες και την κεραμική, ότι το σπήλαιο άκμαζε στα μινωικά χρόνια.
Γεωμετρική περίοδος. Στο ιερό σπήλαιο βρέθηκαν τόσο ανδρικά, όσο και γυναικεία ειδώλια. Η εύρεση γυναικείων ειδωλίων γεωμετρικής περιόδου δείχνει τη συνέχεια της λατρείας της γυναικείας θεότητας αλλά και τη σχέση με τις γυναικείες θεότητες της Ανατολής, όπως η Αστάρτη, που εικονίζεται και στις ασπίδες. (σελ. 185)
Ο μεγάλος ώριμος θεός είναι αυτός που συνδιαλέγεται με τον Μίνωα κάθε εννέα χρόνια. Μαζί με τον Δία όμως λατρεύονταν στο Ιδαίο Άντρο και άλλες θεϊκές μορφές, όπως η αρχέγονη λατρευόμενη θεότητα Γη που ταυτίζεται με τη Ρέα, μητέρα του Δία, αδελφή και σύζυγο του Κρόνου αλλά και με τη Δήμητρα, την Άρτεμη, που εικονίζεται και σε δαχτυλίδια και λύχνους του 2ου και 3ου αιώνα μ.Χ. που βρέθηκαν στο Ιδαίο Άντρο, την ξενόφερτη φρυγική Κυβέλη που λατρευόταν στα βουνά με άγρια ξεφωνητά, με θορύβους τυμπάνων και κροτάλων, κυμβάλων και εκστατικούς χορούς που τις κύριες ιδιότητές της συγκεντρώνει η Ιδαία Μήτηρ και φυσικά η Ήρα, της οποίας ο ιερός γάμος με τον Δία γιορταζόταν στην Κνωσό (Διόδωρος Σικ. 5, 27).» (σελ. 215)
Παγκόσμιο Γεωπάρκο UNESCO Ψηλορείτη, Ζώμινθος μινωικό ανάκτορο (1200 μέτρα), Ιδαίο Άντρο το ιερό του Κρηταγενή Δία (1500 μέτρα), Οροπέδιο της Νίδας, Αστεροσκοπείο Σκίνακα (1750 μέτρα), βίντεο διάρκειας 36’ λεπτών. Η Ζώμινθος βρίσκεται δυτικά της κωμόπολης των Ανωγείων και της αρχαίας Αξού, κατά μήκος της διαδρομής που συνδέει την Κνωσό με το Ιδαίον Άντρον, τη ιερή σπηλιά του Δία, στο οροπέδιο της Νίδας. Αποτελεί ένα εκ των έξι μινωικών ανακτόρων που έχουν προταθεί για ένταξη στον Κατάλογο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO. Πρόκειται για ένα μοναδικό στο είδος του ορεινό συγκρότημα, το οποίο συνδυάζει λατρευτικές, οικιστικές και παραγωγικές λειτουργίες αφιερωμένο στη λατρεία του Δία. Πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα ενισχύουν την άποψη ότι η Ζώμινθος λειτουργούσε ως θρησκευτικό κέντρο ήδη από την Παλαιοανακτορική περίοδο (1900–1700 π.Χ.). Η τεκμηριωμένη παρουσία υπαίθριου ιερού από το 2000 π.Χ., με αναθηματικές προσφορές και αγγεία, παραπέμπει σαφώς στην παράδοση των μινωικών ιερών κορυφής. Στο ίδιο σημείο ανεγέρθηκε αργότερα το σύνθετο και πολυώροφο ανακτορικό οικοδόμημα για τελετουργικές και καθημερινές ανάγκες. Μεταξύ των σημαντικότερων ευρημάτων συγκαταλέγονται τελετουργικά σκεύη, χάλκινα αντικείμενα και λίθινα αγγεία, ρυτά και σε μορφή ταυροκεφαλής. Η ανίχνευση της προέλευσης των λίθινων πλακών που κοσμούσαν τα δάπεδα του ανακτόρου σε λατομείο των απέναντι Ταλαίων Ορέων αποδεικνύει την ύπαρξη οργανωμένων δικτύων μεταφοράς υλικών καθώς και την τεχνική αρτιότητα της εποχής. Η παράδοση αυτή της εξειδικευμένης λιθοδομής διατηρείται χιλιάδες χρόνια μετά έως σήμερα· χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η δική μας πέτρινη οικία, η οποία ανεγέρθηκε με υλικά από λατομείο του Ψηλορείτη και πλάκες δαπέδου προερχόμενες από τα Ταλαία Όρη.
Αρχαία Αξός, ο Δίας και ο Ναός της Αφροδίτης-Αστάρτης:
Η αρχαία Άξος (Axos) είναι η γενέτειρά μου, μια από τις ενενήντα ή εκατό πόλεις της Κρήτης όπως τις παρουσιάζει και η τρέχουσα Περιοδική Αρχαιολογική Έκθεση «ΕΚΑΤΟΜΠΟΛΙΣ» στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου 2025, βλ. παρακάτω το σχετικό βίντεο. Αποτέλεσε σημαντική πόλη-κράτος με συνεχή κατοίκηση από τη Γεωμετρική περίοδο ενώ υπάρχουν ενδείξεις και για την ύστερη νεολιθική περίοδο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου. Εκτός από τα αρχαιολογικά ευρήματα και την Ακρόπολη, ο μύθος επιβεβαιώνει τον κεντρικό της ρόλο: Ο Δίας, μεταμορφωμένος σε λευκό ταύρο, αρπάζει την Ευρώπη από τη Φοινίκη και τη μεταφέρει στην Κρήτη. Από την ένωσή τους γεννιούνται τρεις γιοι: ο Μίνωας, ο Ραδάμανθυς και ο Σαρπηδών. Ο Μίνωας, μεγαλώνοντας, παντρεύεται την Πασιφάη, η οποία κατά την ελληνική μυθολογία ήταν κόρη του Ήλιου και της νύμφης Περσηίδος. Ο Μίνωας και η Πασιφάη αποκτούν οκτώ παιδιά, ανάμεσα στα οποία και η Ακακαλλίς (ή Ακαλλίδα), η οποία γέννησε τον Ετέαρχο (Etearchus) βασιλιά της αρχαίας πόλης Αξού (Axos). Η ιστορία συνεχίζεται: σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Βιβλίο Δʹ, κεφ. 154), ο Ετέαρχος, παρασυρμένος από τη δεύτερη σύζυγό του, παρέδωσε την κόρη του, Φρονίμη (Phronime), στον έμπορο Θεμίσων (Themison), με σκοπό να τη θανατώσει, κατηγορώντας την ψευδώς για ανήθικο βίο, ρίχνοντάς την στη θάλασσα.. Ο Θεμίσων την έδεσε με σκοινιά και την έριξε στη θάλασσα, όμως στη συνέχεια την ανέσυρε. Όταν ολοκληρώθηκε το ταξίδι, την παρέδωσε στον άρχοντα της Θήρας (Thera), Πολύμνηστο (Polymnestus), ο οποίος την παντρεύτηκε και έγινε πατέρας του Βάττου Αʹ (Battus I) που απόικησε την Κυρήνη. Έτσι, μέσω της γενεαλογικής γραμμής: Δίας (Zeus) → Ευρώπη (Europa) → Μίνωας (Minos) → Πασιφάη/Ήλιος (Pasiphaë) → Ακακαλλίδα (Acacallis) → Ετέαρχος (Etearchus) και Βάττος Α’, αναδεικνύεται η σύνδεση της Άξου (Axos) και με την Κυρήνη (Cyrene), σχηματίζοντας διακρατικά δίκτυα μεταξύ Κρήτης (Crete), Θήρας (Thera) και Λιβύης (Libya), ο εγγονός του βασιλιά της Αξού γίνηκεν ο οικιστής της Κυρήνης, βλ. παρακάτω τον μύθο της Φρονίμης στο δραματοποιημένο βίντεο στο Μουσείο της Ελεύθερνας.
Αρκετές αναφορές για την Αξό κάνει και ο αρχαιολόγος Γιαννης Σακελαράκης στην κοντινή ανασκαφή στο Ιδαίο Άντρο. «Από τα χαρακτηριστικά σκεύη που έχουν σχέση με τη μαντεία είναι οι λέβητες. Στους Δελφούς οι λέβητες συνδέονται με τη μαντική ιδιότητα του Απόλλωνα που διαδέχτηκε την προφητική δύναμη της Γης. Η Πυθία καθόταν σε τρίποδα που τη συνέδεε με τις χθόνιες δυνάμεις. Στο Ιδαίο Άντρο, όπως σημειώθηκε πιο πάνω, βρέθηκαν πολλοί λέβητες που κάποιοι από αυτούς ασφαλώς έχουν σχέση με αυτήν τη λειτουργία. Από τη γειτονική Αξό γνωρίζουμε όχι μόνο το νόμισμα του 2ου αιώνα π.Χ. που προαναφέρθηκε, με παράσταση λέβητα πάνω στον οποίο εικονίζεται κεραυνός, αλλά τη γνωστή μίτρα του 7ου αιώνα π.Χ. όπου πάνω από τον λέβητα εικονίζεται μορφή που ερμηνεύτηκε σαν Αθηνά, Απόλλωνας ή Δίας. (σελ. 225) (Σακελλαράκης, Γιάννης & Σαπουνά-Σακελλαράκη, Έφη. (2013). Ιδαίο Άντρο: Το Σπήλαιο του Δία και οι Θησαυροί του. Αθήνα: Εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία.)
«Από τη Μεσοποταμία, το λίκνο των πολιτισμών, στα Αρχαιολογικά Μουσεία Ρεθύμνου-Ελεύθερνας-Ηρακλείου – ως τη γενέτειρά μου την αρχαία Αξό: η φλόγα της κοινής θεάς Αφροδίτης-Αστάρτης παραμένει ζωντανή.», βίντεο διάρκειας 206’ λεπτών. Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου (παλαιολιθική περίοδος, νεολιθική, μινωική, αρχαϊκή, κλασική, ρωμαϊκή). Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου παρουσιάζει αρχαιολογικά ευρήματα του Νομού από τη Νεολιθική περίοδο ως τα ρωμαϊκά χρόνια, από τις τοποθεσίες Μελιδόνι, Γεράνι, Αρμένοι, Μοναστηράκι, Σύβριτος, Σταυρωμένος, Αξός, Ελεύθερνα, Λάππα (Αργυρούπολη). Στην πρώτη ενότητα, παρουσιάζονται ευρήματα από τη Νεολιθική και Πρωτομινωική περίοδο (περ. 3500–2100 π.Χ.) εργαλεία και ειδώλια από τα σπήλαια Μελιδόνι και Γεράνι (βλ. σχετικά online το εκπαιδευτικό μας πρόγραμμα: «Το Νεολιθικό Σπήλαιο Γερανίου» & «Το Παράρτημα του Μουσείου Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας Παλαιοντολογικό Μουσείο Ρεθύμνου»). Εντυπωσιακά είναι τα πρωτομινωικά αγγεία και κεραμικά, που μαρτυρούν πρώιμη κατοίκηση και αγροτική δραστηριότητα. Ακολουθούν αντικείμενα της Μέσης Μινωικής περιόδου (περ. 2100–1600 π.Χ.) από το Μοναστηράκι και το ιερό κορυφής του Βρύσινα, όπως μικρογραφικά μοντέλα βωμών, σφραγιδόλιθοι και ειδώλια λατρευτικού χαρακτήρα. Ύστερη Μινωική περίοδος (περ. 1600–1100 π.Χ.) ευρήματα από το νεκροταφείο των Αρμένων, με πλούσιες τάφους θαλαμωτού τύπου που χρονολογούνται γύρω στο 1320–1200 π.Χ.. Στη συνέχεια, παρουσιάζονται ευρήματα της Γεωμετρικής και Αρχαϊκής περιόδου (περ. 1000–500 π.Χ.) από την Αξό και την Ελεύθερνα, επιτύμβιες στήλες, επιγραφές Βουστροφηδόν/boustrophedon γραμμένες με εναλλασσόμενη φορά και κεραμικά αγγεία. Από την Κλασική και Ελληνιστική περίοδο (500–1ος αι. π.Χ.) προέρχονται μαρμάρινα γλυπτά, επιγραφές, νομίσματα και αντικείμενα καθημερινής χρήσης από την Ελεύθερνα, τη Σύβριτο και τη Λάππα. Ιδιαίτερη θέση στο μουσείο έχει η Ρωμαϊκή περίοδος (1ος αι. π.Χ.–4ος αι. μ.Χ.) στα οποία ξεχωρίζει το μαρμάρινο άγαλμα της λεγόμενης «Αφροδίτης Ριθύνιας» και η επίχρυση ζώνη της Αξού. Μουσείο Αρχαίας Ελεύθερνας (MAE) Το Μουσείο Αρχαίας Ελεύθερνας, το οποίο εγκαινιάστηκε το 2016, οργανώνεται σε τρεις θεματικές ενότητες που πραγματεύονται τη δημόσια και ιδιωτική ζωή, τη θρησκευτική πρακτική και τις ταφικές αντιλήψεις των κατοίκων της αρχαίας Ελεύθερνας, από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου προσφέρει μια επιστημονικά τεκμηριωμένη ανάγνωση της κοινωνικής δυναμικής μιας πόλης-κράτους της αρχαϊκής και κλασικής Κρήτης. Αίθουσα Α: Δημόσια και Ιδιωτική Ζωή (Public and Private Life): Εκθέματα: Εισαγόμενα αντικείμενα από Αίγυπτο και Φοινίκη (Imported items from Egypt and Phoenicia) αναδεικνύουν τις εμπορικές και πολιτισμικές σχέσεις της Ελεύθερνας με τον ευρύτερο αρχαίο κόσμο. Εργαλεία και όπλα (Tools and weapons) μαρτυρούν την καθημερινή ζωή και τις αμυντικές ανάγκες των κατοίκων. Κοσμήματα και αγγεία (Jewelry and pottery) αντικατοπτρίζουν την αισθητική και τις τεχνικές δεξιότητες της εποχής. Αίθουσα Β: Θρησκευτική Ζωή και Λατρείες (Religious Life and Cults) Εκθέματα: Κόρη της Ελεύθερνας (Kore of Eleutherna) αντιπροσωπευτικό δείγμα αρχαϊκής γλυπτικής, που συνδέεται με την περίφημη «Κόρη της Οσέρ» που εκτίθεται στο Λούβρο. Αρχιτεκτονικά μέλη ιερών (Architectural elements of sanctuaries) παρέχουν πληροφορίες για τη δομή και τη σημασία των λατρευτικών χώρων. Επιγραφές και αναθηματικά αντικείμενα (Inscriptions and votive offerings) αποκαλύπτουν τις θρησκευτικές πρακτικές και τις θεότητες που λατρεύονταν. Αίθουσα Γ: Νεκρόπολη Ορθής Πέτρας (Orthi Petra Necropolis). Εκθέματα: Μπρούντζινη ασπίδα (Bronze shield) σύμβολο πολεμικής αρετής και κοινωνικής θέσης. Ταφικά κοσμήματα από χρυσό και ελεφαντόδοντο (Funerary jewelry made of gold and ivory) δείγματα πλούτου και τεχνικής δεξιοτεχνίας. Αναπαραστάσεις ταφικών τελετών (Depictions of funerary rituals) προσφέρουν πολύτιμες πληροφορίες για τις αντιλήψεις περί ζωής και θανάτου. Φρόνιμη, η Πριγκίπισσα της Αξού: Τον 7ο αιώνα π.Χ., σύμφωνα με τον ιστορικό Ηρόδοτο, βασιλιάς της αρχαίας πόλης Αξού ήταν ο Ετέαρχος, ο μόνος γνωστός βασιλιάς που αναφέρεται μετά την κάθοδο των Δωριέων στην περιοχή. Ο Ετέαρχος είχε μια κόρη, τη Φρόνιμη. Μετά το θάνατο της μητέρας της, ο πατέρας της ξαναπαντρεύτηκε, αλλά η μητριά της Φρονίμης τη μισούσε και απαίτησε από τον Ετέαρχο να την εξοντώσει. Όταν ο βασιλιάς είχε φιλοξενούμενο τον Θεμίσων, έμπορο από τη Θήρα, τον ανάγκασε να ορκιστεί ότι θα πραγματοποιήσει όποια εντολή του δώσει. Μετά την αναχώρηση του Θεμίσων για τη Θήρα, ο Ετέαρχος του παρέδωσε την κόρη του με την εντολή να τη ρίξει στη θάλασσα. Ο Θεμίσων τήρησε τον όρκο του δεμένο τη Φρόνιμη με σκοινί και την έριξε στη θάλασσα. Ωστόσο, αμέσως μετά την τράβηξε έξω, διασφαλίζοντας ότι έμεινε ζωντανή. Έτσι, διατήρησε και τον όρκο του και την ηθική του συνείδηση. Η Φρόνιμη μεταφέρθηκε στη Θήρα, όπου τη φιλοξένησε ο πλούσιος Πολύμνητος, με τον οποίο απέκτησε ένα παιδί, τον Βάττο, που είχε τραυλισμό. Με τη συμβουλή του θεού Απόλλωνα, τον οποίο οι κάτοικοι της Αξού λάτρευαν ιδιαίτερα, ο Βάττος κατευθύνθηκε προς την Κυρήνη στην Βόρεια Αφρική μαζί με αποίκους από τη Θήρα και ίδρυσε εκεί την αποικία το 631 π.Χ. (βλ. επίσης Δαφέρμος Μιχάλης, 2001, σσ. 121-127). Αρχαία Αξός μία από τις εκατό πόλεις της Κρήτης παρουσιάζεται στην τρέχουσα έκθεση «Εκατόπολις» του Αρχαιολογικού Μουσείου Ηρακλείου (2025). Υπήρξε σημαντική πόλη-κράτος, ερείπια και αρχαιολογικά ευρήματα στην Αξό από την ανασκαφή του 1899, Ακρόπολη με κυκλώπεια τείχη, Ανδρείον/φρούριο εντός της ακρόπολης, ο ναός της Ακρόπολης στην κορφή ως Ναός του Απόλλωνος που αργότερα ίσως περιήλθε στο Δία, Ναός της Αφροδίτης – Αστάρτης με εκατοντάδες πήλινα ειδώλια προσφορών με γυναικείες φιγούρες που κρατούν ρόγδια, πτηνά και χοιρίδια, σε συνδυασμό με εικονίσεις της θεάς με στέμμα από στάχυα, τεκμηριώνουν τη σύνδεση με τη γεωργία και την καρποφορία. Αρχάνες Ανεμόσπηλια/Ιερό κορυφής Γιούχτας, Αρχαιολογικό Μουσείο Ηράκλειο περιοδική έκθεση «ΕΚΑΤΟΜΠΟΛΙΣ», Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου μια δεύτερη ματιά.
Ερείπια και αρχαιολογικά ευρήματα στην αρχαία Αξό μαρτυρούν τις σχέσεις και τις επιρροές με τους πολιτισμούς της Ανατολής. Ξεχωρίζουν τα στοιχεία που ήρθαν στο φως από την ανασκαφή του 1899, 23 Οκτωβρίου – 6 Δεκεμβρίου 1899, βλ. Δαφέρμος, Μ., Η Αξός Μυλοποτάμου Κρήτης, 2001, σσ. 81–112). Στην ακρόπολη διακρίνονται κυκλώπεια τείχη και οχυρωματικές κατασκευές, καθώς και το Ανδρείον/φρούριο στο εσωτερικό της. Στην κορυφή βρισκόταν ο Ναός της Ακρόπολης, αρχικά αφιερωμένος στον Απόλλωνα και αργότερα στον Δία. Σημαντικός είναι και ο Ναός της Αφροδίτης–Αστάρτης, της «Μεγάλης Μητέρας», θεότητα που συνδέει τον μινωικό και ανατολικό κόσμο. Στη Μεσοποταμία λατρευόταν ως Ινάννα, Ιστάρ και Αστάρτη· στην Κρήτη των Μινωικών χρόνων πιθανότατα ταυτίζεται με τη Θεά των Όφεων και την Αφροδίτη–Αστάρτη, προσωποποίηση της φύσης και της ζωοδότρας δύναμης. Ο Καρλ Γιουνγκ θεωρεί τη Μεγάλη Μητέρα αρχέτυπο βαθιά ριζωμένο στο συλλογικό ασυνείδητο, ήδη από πριν την κύηση και εμφανίζεται ως Παρθένος (αγνότητα), Μητέρα (γονιμότητα), και Γριά (σοφία). Πολλά ειδώλια από την προϊστορική Ευρώπη ερμηνεύονται ως απεικονίσεις αυτής της Θεάς της Γονιμότητας, βλ. την επόμενη δημοσίευση. Στο ίδιο πλαίσιο εντάσσεται και ο Κρητογενής Ζευς, που σύμφωνα με την παράδοση γεννήθηκε στο Ιδαίο Άντρο. Εκεί η Ρέα, εκδοχή της Μεγάλης Μητέρας, τον έκρυψε από τον Κρόνο. Ο Ζευς αυτός δεν είναι ακόμα ο πατριαρχικός θεός του Ολύμπου, αλλά ένα θεϊκό παιδί — πάντα νέος, πάντα ζωή — δεμένος με τη Μητέρα Θεά και τους Κουρήτες που τον προστάτευαν. Όπως και άλλοι νεαροί θεοί της φύσης, ενσαρκώνει τον κύκλο της βλάστησης και της αναγέννησης — μια ενέργεια που αποτυπώνεται σε τοιχογραφίες, ειδώλια και σφραγίδες.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα της ανασκαφής του Federico Halbherr το 1899 στην Αξό προσφέρουν πολύτιμες ενδείξεις και ενισχύουν την ανάγκη για μια νέα, συστηματική ανασκαφή που θα αναδείξει πλήρως την αρχαία πόλη και την ακρόπολη. Μια τέτοια προσπάθεια είναι επείγουσα, προκειμένου να αποτραπούν ατυχείς ενέργειες, όπως η πρόσφατη λαθρανασκαφή — πιθανότατα στον χώρο του Ναού της Αφροδίτης–Αστάρτης. Παρακάτω μια περιγραφή από το βιβλίο του Δαφέρμου (2001):
«4. Ναός της Αφροδίτης – Αστάρτης: «Όσο για το δεύτερο ναό, που η ίδια αποστολή και την ίδια εποχή ανάσκαψε στην κάτω πόλη και ειδικά κάτω από τη Β.Α. πλευρά της Ακρόπολης, στη θέση «Κουνέτης», ή «Στου λάκκου τον πόρο», ο Halbherr μας δίδει τις ακόλουθες πληροφορίες:
Ο ναός αυτός είχε, φαίνεται, αφιερωθεί στη θεά της φύσης (Αφροδίτη – Αστάρτη) και ήταν μια οικοδομή χωρίς κίονες, με πρόναο, σηκό και οπισθόδομο, με τοποθέτηση μάλλον προς το βορρά. Προφανώς είχεν επισκευασθεί και μερικώς ανακτισθεί κατά την Ρωμαϊκή εποχή, αλλά τα ευρήματα δεν αφήνουν αμφιβολίες, πως υπήρχεν ήδη από τον 6ο π.Χ. αιώνα.
Η ανασκαφή έφερε σε φως μαζί με τα θεμέλιά του, μεγάλη ποσότητα πήλινων ομοιωμάτων της Αστάρτης, πότε γυμνής, πότε ντυμένης, πότε όρθίας και πότε καθισμένης σε θρόνο, σε διάφορες στάσεις, που δεν στερούνται σπουδαιότητας, για την καλλιτεχνική τυπολογία στις παραστάσεις της θεότητας αυτής.» (σελ. 91) […]
«Άλλα ενδιαφέροντα ευρήματα στο ίδιο μέρος είναι: Μεγάλη ποσότητα από αναθηματικά αργιλλώδη αγαλμάτια διαφόρων εποχών και διαφορετικής κατασκευής, και ένας πυρήνας από ορειχάλκινα όπλα. Τα αγαλμάτια πολύ ενδιαφέροντα, εξαιτίας των μοναδικών και ποικίλλων τύπων των και διότι μερικά είναι εξαίρετης κατασκευής», βρέθηκαν σωριασμένα σε δύο βασικές ομάδες, κοντά στο βωμό, στα σημεία 1 και Ε του σχεδιαγράμματος, μέσα σε στρώμα από οργανικές ουσίες (οστά ζώ ων), κάρβουνα και προϊόντα καύσεως.
Μια άλλη μικρότερη ομάδα από τερρακόττες βρέθηκε κοντά στη Ν.Δ. γωνία του ναού, περίπου στο σημείο …, καθώς και μια αργιλλώδη κεφαλή από οπτή πλίνθο στο σημείο F.
Τα αγαλμάτια αυτά παριστάνουν, κατά τον Ψιλάκη, «την Αφροδίτην καθόλην αυτής την εξέλιξιν, από της πρώτης αυτής μορφής, ως συροφοινικικής Αστάρτης ή Μελίτης ή Κυβέλης, μέχρι της Ελληνικής πανδήμου ή Ουρανίας Αφροδίτης».
Για «αναθήματα, πήλινα αρχαϊκά ειδώλια της θεάς» (Αφροδίτης Αστάρτης), μιλούν και οι Ξανθουδίδης και Γενεράλης – Μαρινάτος. Ο δε Kirsten σημειώνει ότι «οι τερρακόττες αρχινώντας με απλές μικρές μορφές γυμνών θεαινών, όπως αυτές, που βρέθηκαν στον Κρουσώνα (Ραύκον) κ.ά. στην Κρήτη και στη Σπάρτη, των μέσων του 7ου π.Χ. αιώνα δείχνουν ένα ιερόν μιας μητρικής θεάς της καρποφορίας, όπως της Ορθίας στη Σπάρτη, της Ελευθίας, στη Λατώ και Αμνισό, την οποία, αυτοί, που έκαμαν τις ανασκαφές, εχαρακτήρισαν ως Αφροδίτη – Αστάρτην. Μπορούμε όμως βέβαια, προσθέτει, να παρατηρήσαμε σ’ αυτή τα βασικά στοιχεία μιας Αρτέμιδας, που αργότερα εμφανίζεται κάπου κάπου και πάνω σε νομίσματα της Oάξου. Οι γυναικείες αυτές μορφές συνεχίζονται ως την κλασική εποχή ντυμένες και γυμνές, επίσης στεφανωμένες»…
Ο Halbherr τα χαρακτηρίζει ως τα πολυτιμότερα ευρήματα. Και ο Δέφνερ, που τα είδε στο Μουσείο Χανίων, χαρακτηρίζει τα χάλκινα της Αξού, δηλ. «μια περικεφαλαία χαλκή και 6 προστερνίδια χαλκά, ως αρίστις τέχνης».
Για τα πήλινα δε ειδώλια, 200 περίπου τον αριθμό, που επιχείρησε μάλιστα να τα χωρίσει σε 17 κλάσεις σύμφωνα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, σημειώνει: «Τα πλείστα τούτων είναι πρωτογενείς και άτεχνοι παραστάσεις της θεάς – Μητρός, της θεάς δηλ. της γενέσεως, βλαστήσεως και ζωής ανθρώπων ζώων και φυτών. Παριστάνουν γυναίκα γυμνής με τρίγωνα ειδές αιδοίον, φουσκωμένα βυζιά, τα οποία εκπιέζει με τα χέρια της, άφθονα μαλλιά και σκουλαρίκια στρογγυλά ίσα με τα μάγουλά της. Κάμποσα είναι και υπέρ το δέον καλλίπυγα, δηλ. πάσχουν από στεατοπυγίαν.
Και συνεχίζει: «Η λατρεία της θεάς αυτής της γενετησίου ορμής, εισήχθη από τη Βαβυλωνίαν εις την Κύπρον και απ’ εκεί εις την Ανατ. Κρήτην, εις τους Ετεόκρητας, που δεν ήσαν φυλή Ινδογερμανική, δεν είχαν δηλ. και μίαν συγγένειαν, με τους Έλληνας». Τέλος προσθέτει, πως τα θέλγητρα ενός απ’ αυτά τον συγκινήσανε τόσο, που του εμπνεύσανε τους παρακάτω στίχους, τους οποίους παραθέτομεν σε μετάφραση:
Δεν είναι ο Θεός ο παντοδύναμος και πάνσοφος,
που δημιούργησε τον άνθρωπο «κατ’ εικόνα του».
Είναι ο άνθρωπος ο πρωτόγονος, ο άνθρωπος ο απολίτιστος,
που εικόνισε το Θεό «κατ’ εικόνα του».
Τα ορειχάλκινα ευρήματα, που, κατά την Αγγελική Λεμπέση, προέρχονται από αφιερώματα στη θεά, απασχόλησαν τους αρχαιολόγους, για την καλλιτεχνική και ιστορική τους αξίας, για την οποία περισσότερα στα επόμενα, στο κεφάλαιο Καλές Τέχνες.
Λεπτομερής πάντως καταγραφή και περιγραφή τους μας δίδει ο Doro Levi, καθώς και σχετική αξιολόγηση. Όλα τα παραπάνω ευρήματα βοήθησαν να καθοριστεί, πως το Ιερό ανήκε στην Αφροδίτη – Αστάρτη, κατά την επικρατέστερη γνώμη, και ελειτούργησε από τον 7ο π.Χ. αιώνα, ως τη Ρωμαϊκή εποχή.» (σσ. 91-95)
Αφορμή στην ανασκαφή έδωκεν ένα ανάγλυφο, που βρήκεν εκεί ο γέρο-Δημήτρης Μανιάς, καθώς εκαλλιεργούσε το κτήμα του. Το ανάγλυφο αυτό «κακοτέχνημα των τελευταίων Ρωμαϊκών χρόνων», κατά τον Πετρουλάκη, είναι από κοινό εγχώριο μάρμαρο και έχει ύψος 0,81 μ. πλάτος 0,43 και πάχος 0,19. Βρίσκεται στο Μουσείον Ρεθέμνου και παριστάνει, κατά τον ίδιο πάντοτε, τη θεά Δήμητρα, που εικονίζεται σαν βασίλισσα, φέρει διάδημα και κάθεται σε θρόνο. Πάνω από το διάδημα φέρει στεφάνι από στάχυα, ενώ στο πάνω αριστερό μέρος του θρόνου εικονίζεται λαμπάδα. Στο τύμπανο του ανάγλυφου αετώματος υπάρχει μισοφέγγαρο, «όχι σαν σύμβολο φυσικά της Δήμητρας, παρά για να πληρώσει το χώρο».
Κατά την ανασκαφή δε βρήκε το ιερό, όπως γράφει ο Kirsten, παρά 200 περίπου ειδώλια, ακέραια και μη, που βρίσκονται στο Μουσείο Ρεθέμνου. Ο πηλός των είναι, σημειώνει, χονδροειδής και το «βερνικώδες» επί χρισμά των καταστραμμένο από την υγρασία. Απ’ αυτά, άλλα είναι γυναικών, που φορούν «ποδήρες ιμάτιον και χιτώνα» και κρατούν κάτι (προσφοράς;) στο ένα χέρι, άλλα κεφαλές γυναικείες αρχαϊκής μορφής, μια ανδρική και ένα γυμνό ειδώλιο νεανία και άλλα τέλος χοιριδίων. Επίσης χέρια, ο καρπός κυρίως, τα περισσότερα από τα οποία κρατούν ρόγδι» [βλ. σχετικά το βίντεο με την επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ρεθύμνου].
«8. Ευρήματα σε Μουσεία: Και τώρα, ας σημειώσουμε τα κυριότερα από όσα άλλα ευρήματα της Αξού γλίτωσαν από την αρπαγή των αρχαιοκαπήλων και βρίσκονται σε Μουσεία και ιδιωτικές συλλογές. Τα περισσότερα φυσικά είναι στα Μουσεία της Κρήτης (Χανιών, Ρεθέμνου και Ηρακλείου), προ πάντων δε, του τελευταίου. Και τούτο γιατί με το Ηράκλειο συνδέεται πιο πολύ η Αξός οικονομικά, διότι διέθετε πάντα πλουσιότερη αγορά, ήταν πλησιέστερο κάπως και εκεί ιδρύθηκε το πρώτο και καλύτερο αρχαιολογικό Μουσείο, που γίνηκε και το κέντρο των αρχαιολογικών ανασκαφών της Κρήτης.
Εκεί τέλος βρέθηκαν πλούσιοι αρχαιόφιλοι, ο Μητσοτάκις παλαιότερα και κατόπιν ο Γιαμαλάκις, που κατάρτισαν αξιόλογες αρχαιολογικές συλλογές. Και πρώτα στο Μουσείο Ηρακλείου: Ακολουθούμε τον οδηγό του Μουσείου του Στελ. Αλεξίου, (Αθήναι 1968), απ’ όπου αντιγράφομε, και έχομε υπόψη μας το περιοδικό «Κρητικά Χρονικά» που εκδίδεται στο Ηράκλειο Κρήτης και όπου γίνονται σχετικές δημοσιεύσεις:
2. Χάλκινον κράνος κορινθιακού τύπου από την Αξόν. Αι παραγναθίδες προστατεύουν τας παρειάς και το κάθετον σκέλος την ρίνα. Δια διακοσμητικούς λόγους δηλώνονται οι οφρύες.
3. Ανάμεσα σε ποικίλα χάλκινα σκεύη από τους γεωμετρικούς τάφους της Φορτέτσας και από το Ιδαίον Άντρον, και μία περικεφαλαία με αναγλύφους πτερωτούς ίππους από την Αξόν.
4. «Μίτραι», δηλ. τμήματα αμυντικού οπλισμού, που προστατεύουν την κοιλίαν, από την Αξόν, με παραστάσεις αθλητών, που διαφιλονικούν τον στέφανον της νίκης, τριποδικών λεβήτων, λεόντων, πτερωτών ίππων κ.λπ. Η χάλκινη «φιάλη», έχει αιγυπτιαζούσας παραστάσεις σφιγγών 35 κ.λπ. Μαζί με άλλα νομίσματα κρητικών πόλεων με την απεικόνισιν της θεότη τος ή του ήρωος, που προστατεύει την πόλιν και του συμβόλου της… και της Αξού.
«Μνημιώδης τέχνη της Αρχαϊκής περιόδου Ζ’ Στ’ αιών π.Χ. Εις τας δύο προθήκας (2008, 200) έχουν εκτεθεί αναθηματικοί ασπίδες και φιάλαι και τύμπάνα από το Ιδαίον Άντρον, όπου κατά την μυθολογίαν είχε ανατραφεί ο Ζευς και όπου οι δαίμονες Κουρήτες με τους ήχους των τυμπάνων των εκάλυπτον τους θρήνους του νηπίου Διός, διά να μην τον καταπιεί ο Κρόνος.
Η σκηνή αύτη απεικονίζεται και εις «εν από τα τύμπανα εις την προθήκην 209. Εις το κέντρον του τυμπάνου ίσταται ο Ζευς πατών επάνω εις ταύρον και διαμελίζων με τα χέρια του λέοντα. Δεξιά και αριστερά του οι Κουρήτες, απεικονιζόμενοι ως πτερωτοί ασυριακοί δαίμονες κρούουν τέσσερα τύμπανα. Αι ασπίδες έχουν προεξοχήν εις σχήμα λεοντοκεφαλής και σπανιότερα αετού, και ευκρούστους παραστάσεις, που απεικονίζουν την «πότνιαν θηρών», γυμνήν ανάμεσα εις λέοντας, σκηνάς αγώνων μεταξύ ανθρώπων και λεόντων, σφίγγας, όφεις κ.λπ.
… Μία φιάλη έχει ωραίαν παράστασιν χορού γυναικών και προσφοράς πουλιών και ψαριών εις θεότητα. Άλλοι φιάλαι έχουν μόνον σειράς από ταύρους, ελάφια κ.ά. ζώα. Άπαντα τα έργα ταύτα χρονολογούνται κατά τα μέλη του Η’ ή τας αρχάς του Ζ’ π.Χ. αιώνος και δεικνύουν ισχυράν ανατολικήν επίδρασιν, αλλά το πνεύμα της συνθέσεως των στοιχείων είναι νέον»338. Μαζί με αυτά υπάρχει… και «μικρά πωρίνη κεφαλή των αρχών του Στ’ π.Χ. αιώνος, από την Αξόν».
14. Δύο κεφαλαί ταύρου και μία χειρ ειδωλίου φυσικού μεγέθους μετά τμήματος ενδύματος αρχαϊκών χρόνων εις συλλογήν Μεταξά. (Στ. Αλεξίου, Αρχαιολογικόν Δελτίον, τόμ. 19, (1964), μέρος Β’, 3, σελ. 438).
Στο Μουσείο Ρεθύμνου βρίσκονται: 1.Το άγαλμα της Δήμητρας και τα λοιπά ευρήματα, που αποκάλυψεν η ανασκαφή Πετρουλάκη στου Γερακάρι, που προαναφέραμε.
Στο Μουσείο Χανίων βρίσκονται: 1. Οι τερακότες και άλλα ευρήματα της ανασκαφής του ναού της Αφροδίτης Αστάρης (ή Αρτέμιδας) και του ναού της Ακρόπολης (Απόλλωνος ή Διός). 2. Μερικά χάλκινα «αρίστης τέχνης», για τα οποία παραθέσαμε λεπτομέρειες και κρίσεις του Μ. Δέφνερ παραπάνω, στο κεφάλαιο: «Ο ναός της Αφροδίτης – Αστάρτης». (.» (Δαφέρμος Μιχάλης, 2001, Η Αξός Μυλοποτάμου Κρήτης, ιστορία-λαογραφία-παραδόσεις, σσ. 103-106).
«Ότι ωστόσο η ζωή συνεχίζεται εδώ και τους πρώτους τούτους αιώνες της Δωρικής εισβολής, μπορούμε, νομίζω, να συμπεράναμε και από τα λιγοστά έστω ευρήματα, που ανάγονται στην περίοδο αυτή, όπως είναι: το αγγείο σε σχήμα πουλιού, που επισημαίνει στο Μουσείο Ηρακλείου ο Υ. R. Desboroughs15 με προέλευση την Αξό και τοποθετεί με άλλα παρόμοιου στυλ στην «υπομινωική περίοδο».
Το «πρωτογεωμετρικόν» ειδώλιο ανδρός, που αναφέραμεν ήδη.
Τα «γεωμετρικά αγγεία», όπως τα εχαρακτήρισαν ο Ξανθουδίδης κ.ά.
Αλλά και συμπερασματικά μπορούμε να υποστηρίξουμε την άποψη του. Η μεγάλη ακμή, που παρουσιάζει η Αξός στους αιώνες, που ευθύς αμέσως ακολουθούν και ειδικά στην αρχαϊκή εποχή, όπως θα δούμε, προϋποθέτει ζωή κάποιων αιώνων πριν.
Πάντως κατά τον 8ο π.Χ. αιώνα η τάξη είχεν αποκατασταθεί και είχε παγιωθεί η νέα κατάσταση και, καθώς γράφει ο R. Willetty, «τότε αρχίζει η κυρίως ελληνική εποχή, για την Κρήτη. Το εμπόριο ακμάζει και αναπτύσσεται η αστική ζωή των Δωριέων, αντίθετα προς την περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδος, που καθυστερεί. Έτσι αναπτύσσονται πόλεις, όπως η Αξός, η Πολυρρήνια, η Υρτακίνα κ.ά.».
Όπως μας δείχνουν δε διάφορα αντικείμενα τέχνης, στη μεταβατική αυτή περίοδο, η επαφή του Ελλαδικού νησιωτικού κόσμου με την Ανατολή συνεχίζεται με γέφυρες την Κύπρο, τη Ρόδο και την Κρήτη.
Η τελευταία μάλιστα με την επίκαιρη θέση της ανάμεσα και στην Αίγυπτο και την Κυρήνη εστάθηκεν, ως τα τέλη του 7ου π.Χ. αιώνα, η κυριότερη γέφυρα, που μαζί με τα διάφορα είδη εμπορίου μεταβίβαζε και τα ποικίλα πολιτιστικά στοιχεία της Ασίας και της Αιγύπτου στο νότιο Ελληνικό χώρο 18 αφού στο δυνατό χωνευτήρι της τους έδιδε έντονη τη δική της σφραγίδα.
Πήρε λ.χ. και μεταβίβασε την τέχνη της μεταλλοτεχνίας, την επεξεργασία της πέτρας, την αγαλματοποιΐα, πολλές ζωικές και φυτικές μορφές, όπως το λιοντάρι, τη σφίγγα, τους γρύπες, τα άνθη του λωτού, τα ανθέμια, τη φτερωτή θεά των ζώων, την απότνιαν θηρών», όπως ονομάζεται (Άριστμις;), κ.ά. που βλέπομε να χρησιμοποιούνται, σαν διακοσμητικά στοιχεία στα έργα τέχνης της εποχής. Γίνεται δηλαδή το πιο σπουδαίο κέντρο του Ελληνικού κόσμου, «που μεταφέρει τη ζωογόνο εισφορά της Ανατολής στην ηπειρωτική Ελλάδα».
Μ’ αυτό τον τρόπο συντελεί να δημιουργηθεί στην Ελλάδα, ύστερα από την Γεωμετρική περίοδο 1900-750 π.Χ.), μια νέα μορφή τέχνης, που παρουσιάζει έντονη την επίδραση της Ανατολής και ονομάζεται, γι’ αυτό, «ανατολίζουσα».
Αυτό όμως δε σημαίνει, πως η Ελληνική τέχνη εξανατολίστηκε. Αντίθετα τα ζωοποιά αυτά στοιχεία, που παράλαβε «μετουσιώνονται πολύ γρήγορα, εναρθρώνονται», και έτσι προβάλλει μια νέα μορφή τέχνης, που έχαρακτήρισαν με τον όρο «Δαιδαλική».
Είναι το προοίμιο της «Αρχαϊκής τέχνης», της περιόδου, που είδε να αναπτύσσεται πλάι στη χρήση του μπρούντζου και της πλαστικής ψημένης γης, η αγαλματοποιία, η οικοδομή λίθινων μεγάλων ναών κ.ά.
Η άνθηση αυτή της τέχνης, ύστερα από το «μεσαίωνα», που προηγήθηκε, στάθηκε τόσο εντυπωσιακή, που οι ιστορικοί μιλούν για «Κρητική Αναγέννηση» τον 8ο-70 αιώνα π.Χ. ένα αιώνα ακόμα και θα μπούμε στον 6ο αιώνα που θα λάμψει η ανεπανάληπτη Ελληνική κλασική τέχνη. Για το λόγο αυτό ο 7ος αιώνας θεωρείται ο πιο γόνιμος και ιστορικά πολύ σημαντικός, ο αιώνας της κυοφορίας της Ελληνικής Τέχνης.» (Δαφέρμος Μιχάλης, 2001, Η Αξός Μυλοποτάμου Κρήτης, ιστορία-λαογραφία-παραδόσεις, σσ. 119-121).
Από τη Μεσοποταμία και τη Μινωική Κρήτη στις σημερινές Λαϊκές Τελετουργίες και Παραδόσεις
Η παρούσα, πέμπτη κατά σειρά, δημοσίευση της ενότητας «Λίκνα Πολιτισμού», αφιερωμένη στη Μινωική Κρήτη, επιχειρεί να αναδείξει την πολιτισμική συνέχεια ανάμεσα στην Ανατολή και την Κρήτη–Ευρώπη. Η στρατηγική γεωγραφική —και κατ’ επέκταση πολιτισμική— θέση της, ανάμεσα στη Μεσοποταμία/Ανατολή, την Αίγυπτο και την αναδυόμενη Ευρώπη, την κατέστησε σταυροδρόμι εμπορικών και ιδεολογικών ροών, όπως αποδεικνύεται από την αρχαιολογική έρευνα σε δεκάδες θέσεις, όπως το Ιδαίο Άντρο, την Κνωσό, τη Ζάκρο, την Αξό κ.ά. Η κοινή κοσμολογική αντίληψη φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τη σύγχρονη ανακάλυψη του κυκλικού μνημείου στο υπό κατασκευή νέο αεροδρόμιο Ηρακλείου, το οποίο ενδέχεται να αποτελέσει και το σύμβολο του νέου αερολιμένα: ένα αέναο σύμβολο μνήμης και ταυτότητας που προβάλλει την Κρήτη ως λίκνο πολιτισμού, με ρίζες που εκτείνονται από την «Αρπαγή της Ευρώπης» από τη Φοινίκη έως τον συμβολισμό του κέρματος των δύο ευρώ και το γλυπτό του Δία/Ταύρου με την Ευρώπη έξω από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες.
Πανίσχυρα σύμβολα και πρακτικές, λοιπόν, εξακολουθούν να λειτουργούν από την αρχαιότητα έως σήμερα, με έντονη παρουσία στις λαϊκές τελετουργίες και παραδόσεις: οι ταύροι, τα σιτηρά, ο κύκλος της ζωής και του θανάτου, ο κύκλος της φύσης, τα καιρικά φαινόμενα, ο αέρας, η φωτιά, η γη, οι δώδεκα μήνες του χρόνου, τα σπήλαια, τα ιερά κορυφών. Έτσι εξηγείται, για παράδειγμα, η επιμονή στη δύσκολη τετράωρη ανάβαση στα Ταλαία Όρη (Κουλούκωνα) με τη γιαγιά μου, σε ηλικία 84 ετών. Οι χρονικότητες και οι χωρικότητες των τελετουργιών —οι κορυφές, τα σπήλαια, οι ιεροί τόποι— συνεχίζουν να τροφοδοτούν τη λαϊκή παράδοση. Για παράδειγμα, τα μινωικά τάματα που βρέθηκαν στα ιερά κορυφών για λόγους θεραπείας —πήλινα μέλη σώματος, όπως πόδια, χέρια, μάτια— επιβιώνουν σήμερα ως μεταλλικά τάματα στις εκκλησίες. «Το ζύμωμα ανθρωπομορφικών άρτων αποτελεί γνωστή λατρευτική πρακτική από την αρχαιότητα, όπως συνηθισμένη ήταν και η προσφορά μεταλλικών ή πήλινων μελών σε ιερά. Ανάμεσα στα άλλα γνωστά ζυμωτά τάματα του αρχαίου κόσμου υπήρχαν πλακούντες σε σχήμα εγκύου γυναίκας (Αθήναιος 441f), σε σχήμα γυναικείων γεννητικών οργάνων – εκ σησάμου και μέλιτος κατασκευάζεσθαι εφηβαία γυναικεία α και λείσθαι κατά πάσαν Σικελίαν μυλλούς, σύμφωνα με τον Συρακούσιο Ηρακλείδη (Αθήναιος 647 α). Αναφέρεται όμως, και «πλακούς ενόρχης». Ωστόσο, άρτοι και πλακούντες σε σχήμα αιδοίου και φαλλού προσφέρονταν συχνά σε αρχαίες γιορτές, όπως ήταν τα Αλώα και τα πιώδη ναό του Αγίου Αντωνίου Κομητάδων Σφακίων. Αρρηφόρια! (Δαράκη 1997: 185).
Ο Σχολιαστής του Λουκιανού προσδιορίζει ότι αυτά τα γλυκά ψωμιά πλάθονταν σε σχήμα ανδρικών γεννητικών οργάνων και όφεων. Αναφέρονται δε καν ταύθα άρρητα ιερά εκ στέατος του σίτου κατασκευασμένα, μιμήματα δρακόντων και ανδρείων σχημάτων (Σχόλ. εις Λουκιανόν 80, 2.1,28). Γλυκά σε σχήμα γυναικείου αιδοίου ρίχνονταν σε ρωγμές του εδάφους (Αριστοφάνης, Θεσμοφοριάζουσα 282-289, βλ. Δαράκη 1997: 185) για τη γονιμότητα των καρπών της γης αλλά και των ανθρώπων: «περί της των καρπών γενέσεως και της των ανθρώπων σποράς Σχολ. εις Λουκιανόν 80.2.1.28). Η προσφορά αυτών των γλυκισμάτων ερμηνεύεται ως αποτύπωση της καθόδου της Περσεφόνης στον Άδη [βλ. αντίστοιχα την κάθοδο της Ινάννα και του Ντουρμάζ στον Άδη, Μεσοποταμία] (Δαράκη 1997: 186).» (σελ. 90).
Πάνω στις ίδιες πέτρες, στα ίδια βράχια που σταματούσαν οι Κρήτες πριν από 4.000 χρόνια μεταφέροντας τις προσφορές τους, για παράδειγμα πήλινα τάματα, στέκονται και οι σημερινοί Κρητικοί, ίσως και να χρησιμοποιούν τις ίδιες πλάκες ως τράπεζες προσφορών. Η συνέχεια της λατρείας βρίσκει την πλήρη έκφρασή της, έστω και με διαφορετική εξωτερική περιβολή, στις κορφές των βουνών.» (Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου, σελ. 412)
Η μελέτη για τη Μινωική Κρήτη ως λίκνο του ευρωπαϊκού πολιτισμού ολοκληρώνεται με τη «γέφυρα» προς το παρόν, μέσα από τις ζωντανές λαϊκές τελετουργίες στο νησί και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ο πολιτισμός δεν είναι απλώς μνημεία του παρελθόντος, αλλά νοηματικοί κύκλοι που συνεχίζουν να τροφοδοτούν την καθημερινότητά μας. Κεντρικό σημείο των αρχαίων και νεότερων παραδόσεων αποτελούν τα σιτηρά, ως βασικό μέσο επιβίωσης. Από την Άνω Μεσοποταμία, όπου τα άγρια σιτηρά εμφανίζονται πριν από περίπου 12.000 χρόνια, εξαπλώθηκαν, έθρεψαν και απέκτησαν βαθύ νοηματικό περιεχόμενο, ως τα Ελευσίνια Μυστήρια αλλά και τις σημερινές τελετουργίες. Τα σιτηρά δεν θρέφουν μόνο το σώμα, αλλά και την ψυχή του ανθρώπου, και όταν άλλαξε η καλλιέργεια τους άλλαξαν και οι παραδόσεις.
«Ο συμβολισμός του σίτου είναι γνωστός από την αρχαιότητα. Ήταν το κυριότερο σύμβολο των Ελευσίνιων μυστηρίων και εξέφραζε την πίστη για την ανακύκλωση της ζωής και την αέναη συνέχειά της. Το σιτάρι ωριμάζει στο στάχυ, συλλέγεται, αποθηκεύεται μέσα σε πιθάρια ή λάκκους σκαμμένους βαθιά στη γη και στη συνέχεια, με τη σπορά, καταχώνεται στο χώμα για να βλαστήσει και πάλι και να αρχίσει ξανά ένας καινούργιος κύκλος ζωής (Danforth 1982: 96-106, Ψιλάκης & Ψιλάκη 2001: 317, Bloch 1982: 211). Ο ίδιος ακριβώς συμβολικός ρόλος διασώθηκε στη χριστιανική συμβολική και καθαγιάστηκε με επίσημα θρησκευτικά κείμενα. Στην πρωτογενή μορφή του χρησιμοποιήθηκε ακόμη και σε επίσημες εκκλησιαστικές τελετές (ευχέλαιο). (σελ. 356)
«Αν, λοιπόν, ο Βασίλειος και ο Ωριγένης επιστράτευσαν πλήθος θεολογικών επιχειρημάτων για να υπερασπιστούν την προσωνυμία Θεοτόκος, η λαϊκή πίστη των Ελλήνων βρήκε γνώριμο έδαφος για να συνεχίσει τη μακρόχρονη λατρευτική της παράδοση. Η κουροτρόφος δεν ήταν απλώς σχήμα λόγου. Ήταν προσωποποίηση μιας θεότητας που τα ίχνη της χάνονται πίσω από την Εποχή του Χαλκού, ίσως ακόμη πιο πίσω από τις πρώτες γνωστές σε μας μινωικές παραστάσεις που απεικονίζουν το γνώριμο θέμα της Μητέρας και του παιδιού.
Από τα μυκηναϊκά χρόνια έχομε εκπληκτικές παραστάσεις κουροτρόφων, όπως το ειδώλιο από θαλαμωτό τάφο των Μυκηνών, αλλά και το ειδώλιο του Άργους. Στο πρώτο μια γυναικεία μορφή φαίνεται να κρατά νήπιο στην αγκαλιά της, με προστατευτικό σκιάδιο πάνω από το κεφάλι του. Γενικά πιστεύεται ότι στο ειδώλιο αυτό αποδίδεται η Μητέρα-Θεά που κρατεί το δικό της θείο βρέφος. Στο ειδώλιο κουροτρόφου που φυλάσσεται στο Μουσείο του Άργους η γυναίκα-τροφός προσωποποιεί και πάλι τη Μητέρα -Θεά και φαίνεται να θηλάζει το βρέφος της. Η κουροτρόφος, πότε ως ανεξάρτητη θεότητα και πότε ως προσωνυμία άλλων θεοτήτων (Γαία Κουροτρόφος, Άρτεμις, Δήμητρα, αλλά και Εστία και Ελεύθια), ενσωματώνει τις λατρευτικές πρακτικές που διατηρήθηκαν αλώβητες από τα προϊστορικά χρόνια. (σελ. 597).
Κάπου, όμως, μόλις χθες, αυτή η αλυσίδα της θρέψης και των τελετουργιών γύρω από τα σιτηρά φαίνεται να σπάει. Ένας κύκλος χιλιάδων χειρωνακτικών χρόνων, που συνέδεε τη γη άμεσα με τον άνθρωπο, το σώμα με το πνεύμα, αλλάζει δραματικά, μέσα σε λίγα μόλις πρόσφατα χρόνια αλλάζουν όλα.
«Ωστόσο, υπάρχει και εδώ ένα κομβικό σημείο που οριοθετεί την υποχώρηση των λαϊκών τελετουργιών και των εθίμων. Μόνο που αυτή η υποχώρηση δεν οφείλεται τόσο σε εξωγενείς παράγοντες όσο στην αλλαγή του παραγωγικού χάρτη, δηλαδή στην εγκατάλειψη της καλλιέργειας των δημητριακών καρπών. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960 οι κοινωνικές και οικονομικές δομές παρέμεναν σχεδόν αμετάβλητες στο νησί. Η αγροτική οικονομία διατηρούσε πολλά στοιχεία από τον παλιό αυτοκαταναλωτικό χαρακτήρα της. Οι αγροτικές κοινωνίες στήριζαν την επιβίωσή τους περισσότερο στην παραγωγή των αγαθών που τους ήταν απαραίτητα και λιγότερο στην εμπορευματοποίηση της παραγωγής, που κι αυτή είχε εμφανιστεί με κάποια καθυστέρηση. Ούτε λόγος να γίνεται για βιομηχανική επανάσταση και εκμηχάνιση καθ’ όλη την περίοδο της ξενικής κατοχής (μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα), ακόμη και μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.» (Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου, σελ. 12).
Παρακάτω μια σύντομη περιγραφή του περάσματος της αρχαιότητας μέσα στις λαϊκές παραδόσεις, μια αποτύπωση του τρόπου με τον οποίο στοιχεία της αρχαιότητας επιβιώνουν και μεταπλάθονται μέσα στις λαϊκές παραδόσεις, καθ’ όλη τη διάρκεια του ημερολογιακού έτους. Για πληρέστερη ανάλυση, βλ. το επισυναπτόμενο επίμετρο Β’ Μέρος, Ψιλάκης, Ν. (2023). Λαϊκές τελετουργίες στην Κρήτη: Έθιμα στον κύκλο του χρόνου.
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ Τα κουλούρια στα κέρατα των ταύρων ανακαλούν μινωικά και μυκηναϊκά και μεσοποταμιακά θυσιαστικά δρώμενα, όπου ο ταύρος είχε ιερό ρόλο στη γονιμότητα και την ανανέωση της φύσης. Ο βολβός της Πρωτοχρονιάς (σκίλλα) ως αποτροπαϊκό αντικείμενο συνδέεται με παρόμοιες πρακτικές της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, φυτά-σύμβολα προστάτευαν την είσοδο του οίκου. Η σκιλλοκρομμύδα και ο Μέγας Αλέξανδρος η θρυλική αφήγηση παραπέμπει στην αναζήτηση της αθανασίας όπως σε ανατολικούς μύθους. Παραδοσιακές μορφές μαντικής πανάρχαιων τεχνικών πρόγνωσης, όπως η σπλαγχνοσκοπία, γνωστή από τη Βαβυλώνα, και η τεφροσκοπία, διαδεδομένη στην αρχαία Ελλάδα. Άγιος Βασίλης, ο καλός σπορέας εμφανίζεται ως διάδοχος αρχαίων σπορέων-θεοτήτων, όπως ο Διόνυσος ή ο Ενλίλ, προστάτης της σποράς και της ευφορίας. 6 Ιανουαρίου – Των Φώτων – Θεοφάνια – Επιφάνια η καθαρτική τελετή, αρχαίες θεοφάνειες όπως στην Κνωσό και στα Ελευσίνια. Ο αγιασμός / καθαρμοί του φυσικού κόσμου αρχαία ελληνική παράδοση των καθαρμών με χρήση νερού.
ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ Άγιος Τρύφωνας – άγιος της βλάστησης συνδέεται με τη λατρεία του Διονύσου και των προελληνικών θεοτήτων της βλάστησης και της αμπέλου.
ΜΑΡΤΙΟΣ Ο Μάρτης και τα μαρτοκάλαντα/μαρτάκι το νήμα στον καρπό σχετίζεται με αρχαίες αποτροπαϊκές πρακτικές, όπως η προστατευτική κλωστή στα Ελευσίνια.
ΑΠΡΙΛΙΟΣ Γιορτές της Σαρακοστής και Καθαρή Δευτέρα τελετές καθαρμού και αποχής που θυμίζουν τις προ-εαρινές τελετές των Θαλυσίων προς τιμήν της Δήμητρας, για αναγέννηση της γης. Σάββατο του Λαζάρου – μεταμφιέσεις δρώμενα νεκρανάστασης που παραπέμπουν σε συμβολικές αναβιώσεις από τον αρχαίο ελληνικό και μεσοποταμιακό κύκλο των νεκρών.
ΜΑΪΟΣ Πρωτομαγιά και το μαγιοδέντρο συνδέεται με τελετές αφιερωμένες στην Άνοιξη και στη γονιμότητα, όπως τα Ανθεστήρια και τα Αδώνια. Σάββατο των ψυχών προέρχεται από αρχαίες λατρευτικές πρακτικές για τους νεκρούς.
ΙΟΥΝΙΟΣ Εθιμικές πυρές – Κλήδονας – Ισημερία αναβίωση ηλιολατρικών τελετών, όπως τα αρχαία Ηλιοστάσια και οι φωτιές του Απόλλωνα. Ο Κλήδονας θυμίζει μαντικούς θεσμούς με καταβολές στη Μικρά Ασία.
ΙΟΥΛΙΟΣ Ο Αλωνάρης – άγιος του θέρους γιορταζόταν με τελετές προσφοράς στους θεούς της συγκομιδής, όπως τον Ερμή Κριοφόρο και τη Δήμητρα.
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ Δεκαπενταύγουστος η Παναγία διατηρεί στοιχεία της Μεγάλης Μητέρας, της Ρέας ή της Κυβέλης, όπως απεικονίζονται στις εικονικές «κοίμησης» θεοτήτων. Μερομήνια – λαϊκή μετεωρολογία παράδοση αστροπαρατήρησης από το μεσοποταμιακο κόσμο.
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ Αγροτική Πρωτοχρονιά – Καθαγιασμός σπόρων συναντά τις τελετές σποράς που τελούνταν στις εσχατιές του μινωικού πολιτισμού με ιερές αποθήκες και συμβολική έναρξη του νέου γεωργικού έτους.
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ Ιωάννης ο Ερημίτης – λατρεία σε σπήλαια αναλογεί στις μινωικές λατρείες σπηλαίων, π.χ. Ιδαίο Άντρο και Δίκτη, αφιερωμένων σε θεότητες αναγέννησης και προστασίας.
ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ Άγιος Γεώργιος – Αγροτικός και αμπελουργικός άγιος συγχωνεύει μορφές του Διόνυσου, θεού του κρασιού και της βλάστησης.
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ Ψωμί Χριστουγέννων – τελετουργικά φαγητά θυμίζει τους αρχαίους άρτους των Ελευσινίων και τις προσφορές των πολυσπόρων, απόηχος της επιβίωσης του σπόρου μέσα στο χειμώνα. Καλικάντζαροι / Δωδεκαήμερο από τις δαιμονικές μορφές των χθόνιων θεοτήτων.
Επίμετρο – Δύο Γέφυρες Πολιτισμών: (α) «Από τη Μεσοποταμία στις ανασκαφές του Ιδαίου Άντρου στον Ψηλορείτη, (β) Από την Αρχαιότητα στις λαϊκές παραδόσεις και τελετουργίες» (σσ. 123)
epipemtro-minoanΣυνημμένα
Κοινοποιήστε:
Σχετικά
By eduportal • Πολιτισμός • 0 • Tags: λίκνα πολιτισμού, Μινωική Κρήτη