AΦΡΙΚΑΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ: 225-244. Οι Άνθρωποι Bamum/Νιγηρία & Εθνοτικοί Λαοί Σουδάν, Ουγκάντα, Ρουάντα, Μπουρούντι

του Δρ. Δημητρίου Κουτάντου, εκπαιδευτικού στην Αφρική

«Κάποιοι στην Ευρώπη με ρωτούν κάθε τόσο ποια είναι η αληθινή, μυστική γοητεία της Αφρικής. Απαντώ πως η γοητεία έγκειται στο γεγονός ότι η φύση εκεί πέρα είναι πιο δυνατή από τον άνθρωπο, ενώ στην Ευρώπη από πολύ καιρό είναι πιο αδύναμη και ότι, όπως συμβαίνει με τους ισχυρούς οποιουδήποτε είδους, αυτή η φύση είναι απρόβλεπτη και προσδοκά κανείς πάντα «να κάνει κάτι», από την πιο πυρακτωμένη ξηρασία μέχρι τις μεγάλες καταρρακτώδεις βροχές, καληώρα. Ξυπνάς το πρωί και παρατηρείς τον ουρανό, κι όπως τον βλέπεις να είναι ολόκληρος ένα χάος από κουβαριασμένα ζοφερά σύννεφα, προετοιμάζεσαι με κάποια ανησυχία για το επικείμενο ξέσπασμα των λεγομένων στοιχείων της φύσης. Με δυο λόγια, τα γεγονότα στην Ευρώπη είναι ανθρώπινα, πολύ ανθρώπινα, στην Αφρική είναι, ακόμη και σήμερα, τις πιο πολλές φορές φυσικά. Δεν αναρωτιέται κανείς αμέριμνα: «Τι θα κάνει σήμερα η κυβέρνηση»; Παρά ανήσυχα: «Τι καιρό θα κάνει σήμερα»; (σσ. 191-192)… Στην Ευρώπη, στον λεγάμενο μεταμοντέρνο κόσμο, αποσπάσαμε τους κεραυνούς από το χέρι του Δία, φτιάξαμε με αυτούς τον ατομικό θάνατο που, αν έρθει, δεν θα έρθει για ενενήντα άτυχους αλλά για ολόκληρη την ανθρωπότητα. Ναι, η φύση του Λουκρήτιου και του Λεοπάρντι επιβιώνει στην  Αφρική και είναι προτιμότερη, πολύ προτιμότερη από τη φύση του Αϊνστάιν. Ακόμη κι όταν, σύμφωνα με άλλη είδηση της εφημερίδας, προκαλεί ετησίως εξακόσια θύματα, άτομα που τα δαγκώνουν φίδια ή τα κατασπαράζουν λιοντάρια ή τα ποδοπατούν ελέφαντες. Τι είναι εξακόσιοι νεκροί σε ένα χρόνο μπροστά στους εκατό χιλιάδες που πέθαναν μέσα σε ένα και μόνο λεπτό στη Χιροσίμα;» (σελ. 193) (Μοράβια Αλμπέρτο, 2010, Περιπλάνηση στην Αφρική, Κέδρος).

Παρακάτω με τη Λιβαδική Έκταση του Καμερούν ολοκληρώνεται το Δ’ Μέρος για τη μελέτη της Αφρικανικής Τέχνης, και ακολουθεί το Ε’ Μέρος και τελευταίο με την τέχνη των εθνοτικών λαών στην Ανατολική και Νότια Αφρική (East and South Africa). «Στις αρχές του 15ου αιώνα άρχισε να σχηματίζεται στα υψίπεδα του Δυτικού Καμερούν ένα μωσαϊκό μικρών βασιλείων (Bamun, Bamileke, Tikar) με αποτέλεσμα την αφομοίωση των ντόπιων πληθυσμών από τους γείτονές τους. Συνδετικός κρίκος αυτών των διαφορετικών ομάδων ήταν η αναγνώριση της πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας του ηγεμόνα (Fon) που βοήθησε στην άνθηση στη βασιλική αυλή μιας σημαντικής τέχνης, της γλυπτικής με αρχιτεκτονικό χαρακτήρα, που περιλάμβανε αγάλματα, θρόνους και σύμβολα ισχύος. Τις μάσκες φορούσαν μυστικές οργανώσεις, αντίβαρα στις εξουσίες των ηγεμόνων. Στο Δυτικό Καμερούν η κοινωνική οργάνωση ήταν αυστηρά ιεραρχική, ενώ αντίθετα στην Γκαμπόν ήταν πιο αποκεντρωμένη και ισόνομη, με την τέχνη να σχετίζεται κυρίως με τη προγονολατρεία» (African Art, 2010, Scala, σελ. 177).

Η Λιβαδική περιοχή των βοσκοτόπων στο νοτιοδυτικό Καμερούν είναι ορεινή και καλύπτεται από ισημερινό δάσος στα νότια και σαβάνα στα βόρεια. Η περιοχή χωρίζεται σε πολυάριθμα μικρά ανεξάρτητα βασίλεια και αρχηγούς, των οποίων οι εξουσίες αντισταθμίζονται από τις ανδρικές και τις γυναικείες κοινωνίες. Εδώ, στα τέλη του 16ου αιώνα, το βασίλειο Bamum προσδίδει την ύψιστη σημασία στον ρόλο της τέχνης για την οπτικοποίηση του πνεύματος, την ουσία του κράτους και την σφυρηλάτηση της ξεχωριστής και μοναδικής ταυτότητας Bamum. Γι’ αυτό το λόγο, οι βασιλιάδες περιστοιχίζονται από καλλιτέχνες που εργάζονται αποκλειστικά για την αυλή και την ελίτ της χώρας, δημιουργώντας εκπληκτικούς ξύλινους θρόνους, σκαμνιά, μάσκες, εξαιρετικά αντικείμενα καθημερινής χρήσης και γλυπτά συχνά καλυμμένα από χάντρες. Μονάρχες και καλλιτέχνες συγχωνεύουν παλιά και νέα μέσα και τεχνικές, μια διαδικασία που κορυφώθηκε κάτω από την οραματική ηγεσία του σουλτάνου Ο Ibrahim Njoya από το 1886/7 έως το 1931. Μ’ αυτόν τον τρόπο όμως η τέχνη Bamum αποκτά και ένα πολιτικό χαρακτήρα (Geary, 2011). «H Λιβαδική έκταση (the Grassfields) έχει πυκνοκατοικηθεί για τουλάχιστον τρεις αιώνες και έχει εγκαταστάσεις συνεχώς ανατρέχοντας πίσω για έξι χιλιετίες. Η γεωγραφική θέση της περιοχής, η πλούσια γεωργική βιομηχανία και η δημογραφία την κατέστησαν στρατηγικό σύνδεσμο για τα εμπορικά δίκτυα μεταξύ της ακτής και του εσωτερικού. Μεταξύ των εμπορευμάτων που δημιουργήθηκαν για την κάλυψη των αναγκών της αγοράς ήταν η δουλεία. Μέχρι την παρέμβαση των γερμανικών αποικιακών επιχειρήσεων στις αρχές του εικοστού αιώνα, το περιφερειακό εμπόριο ελεγχόταν από τους αρχηγούς των νοικοκυριών και των ομάδων καταγωγής. Στη Λιβαδική έκταση, οι ηγέτες των εκτεταμένων οικογενειών, των χωριών και των φατριών λειτουργούν ως ενδιάμεσοι με τους προγόνους για λογαριασμό των μελών τους. Πριν από τον εικοστό αιώνα, η περιοχή διοικείται από μια σειρά από περίπου 150 παράλληλες μοναρχικές πόλεις των οποίων οι συνδυασμένοι βασιλικοί και κοινοί πληθυσμοί κυμαίνονταν από 200 έως 60.000 μέλη. Ενώ καθένα από αυτά τα κέντρα είχε τη δική του ξεχωριστή τοπική ταυτότητα, οι βασικές δομές της προ-αποικιακής διακυβέρνησης ήταν παρόμοιες. Ένας βασιλιάς ή επικεφαλής, που ονομάζεται Fon (επίσης fwa ή foyn), ο οποίος είχε ιερές ιδιότητες ήταν η κορυφαία εδαφική, πολιτική και στρατιωτική αρχή. Προέδρευε σ’ ένα συμβούλιο γενεαλογικών πρεσβύτερων, που ήταν υπεύθυνο για τις μη συνδεδεμένες ομάδες καταγωγής της κοινότητας και εξισορροπούσε τις εξουσίες των κυβερνώντων. Κατά την αποικιακή περίοδο, οι περισσότεροι βασιλείς και αρχηγοί διατήρησαν την επιρροή τους, αν και έχασαν την πολιτική, δικαστική και στρατιωτική τους αυτονομία. Από την ανεξαρτησία του Καμερούν ως έθνος, αυτοί οι παραδοσιακοί ηγέτες έχουν ενσωματωθεί σε ένα δίκτυο κρατικής διακυβέρνησης και εξακολουθούν να διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στις πολιτιστικές και θρησκευτικές υποθέσεις των κοινοτήτων στη Λιβαδική περιοχή/Grassfield. Μέσα στο παλάτι, ο Fon συνδυάζεται με μια ρυθμιστική κοινωνία ή εκτελεστικό κλάδο, που αποτελείται κυρίως από ελεύθερα μέλη τα οποία επιλέχτηκαν προσεκτικά για να υποβληθούν σε εξειδικευμένη εκπαίδευση και μύηση. Η κληρονομική θέση του fon αποδίδεται στις μυστικές ιδιότητες από τους τιμώμενους προκάτοχους πρόγονους» (LaGamma, A., 2011, Heroic Africans Legendary Leader, Iconic scultpures, The Met, σσ.  119-120).

Καλλιτεχνικά, από την εποχή του αποικισμού από τους Γερμανούς το 1884, όλη η περιοχή, ιδιαίτερα οι Άνθρωποι Bamun, Bamileke και Tikar προσελκύουν την προσοχή των δυτικών μελετητών λόγω της καλλιτεχνικής του κληρονομιάς. «Αφήστε το σε μένα, Nzueya [Njoyal], να χειριστώ τις σχέσεις με τους λευκούς». Αυτά τα λόγια που είπε ο Mfon [King] Ibrahim Njoya, ο δέκατος έβδομος άρχοντας του βασιλείου Bamum, λίγο μετά την άφιξη της πρώτης γερμανικής αποστολής στην πρωτεύουσα του Fumban τον Ιούνιο του 1902, είχαν εκτεταμένες συνέπειες. Ο βασιλιάς είχε αποφασίσει ότι μια στρατηγική στέγασης και συμμαχιών με τη νέα δύναμη θα εξυπηρετούσε καλύτερα την πολιτική του φιλοδοξία. Την ίδια στιγμή, ο Njoya συνέχισε να εκσυγχρονίζει το βασίλειό του σε πολλούς τομείς, τις τέχνες και την αρχιτεκτονική, μια διαδικασία που είχε αρχίσει στα τέλη του 19ου αιώνα (frontispiece). Η έμπνευσή του προήλθε από ξένους τρόπους ζωής και αγαθά που βρέθηκαν στα γειτονικά μουσουλμανικά βασίλεια του βορρά, καθώς και από γερμανούς στρατιωτικούς, διαχειριστές, αποικιακούς πράκτορες, εμπόρους και ιεραπόστολους πολλών Ευρωπαϊκών εθνών που έφτασαν στο βασίλειό του τα επόμενα χρόνια. Αφρικανοί υπάλληλοι των εμπόρων και στρατιώτες από τη Σιέρρα Λεόνε και τη Λιβερία ακολούθησαν, προσθέτοντας στο όλο και πιο κοσμοπολίτικο μίγμα ανθρώπων στο Fumban. Ο μονάρχης και μια ομάδα νεαρών πιστών επιτηρητών παρακολουθούσαν έντονα και επέλεγαν πράγματα ξένων, ξανασχεδίαζαν το βασίλειο για τον εικοστό αιώνα. Μεταξύ των πιο συναρπαστικών καινοτομιών ήταν ένα αυτόχθον σύστημα γραφής, του οποίου η ανάπτυξη άρχισε στα τέλη του δέκατου ένατου αιώνα. Τα λόγια του κυβερνήτη που αναφέρθηκαν παραπάνω μεταδόθηκαν σε ένα διάσημο Χρονικό του βασιλείου, το οποίο ο βασιλιάς Njoya και οι αυλικοί του έγραψαν το 1916. Εμφανίστηκε με τον τίτλο: «Histoire et coutumes des Bamum rédigées sous la direction du Sultan Njoya», σε μια σειρά επιστημονικών μελετών που δημοσιεύθηκαν από το Institut Frangais de l’Afrique Noire. Μέχρι τότε, η ιστορία είχε μεταδοθεί προφορικά και η μνήμη κατοικούσε στα πολλά αντικείμενα που γεμίζαν τα θησαυροφυλάκια και τα ιερά του παλατιού και τις κατοικίες των οικογενειών των ευγενών στο βασίλειο. Η διπλωματία, παράλληλα με την πολιτική του να φιλοξενεί τους Ευρωπαίους, υπηρετούσε καλά τον βασιλιά Njoya κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής της αποικίας του Καμερούν, σήμερα Δημοκρατία του Καμερούν» (Geary, C. M., 2011, Bamum, 5 Continents, σσ. 7-8), βλ. το βίντεο οι Άνθρωποι Bamum.

Οι Άνθρωποι Bamum, βίντεο διάρκειας 14’ λεπτών: Το παλάτι και οι Γερμανοί άποικοι στις αρχές του 20ου αιώνα, μάσκες-σκαμνιά-ειδώλια με χάντρες mandu yenu, ειδώλια Bamum, Bamileke, Fon, μάσκες Bamum και άλλα τεχνουργήματα, ευρύτερη Λιβαδική περιοχή του Καμερούν, οι Άνθρωποι Bamun, Bamileke, Tikar, Batcham, Bafang, Bafoussan και Mambila, χοροί και τελετουργίες μεταμφιεσμένων Bamum, χορός γυναικών Bamileke

Οι Bamileke διοικούνται από βασιλιάδες των οποίων οι κηδείες είναι οργανωμένες από την ισχυρή κοινωνία «Troh». Τα πιο προεξέχοντα καλλιτεχνικά βασίλεια στην περιοχή αυτή είναι των Ανθρώπων Batcham, Bafang, Bafoussan και Mambila. Το σουλτανάτο Bamun κυβερνάται από έναν μοναδικό ιερό βασιλιά, γνωστός ως «Fon», ο οποίος κατοικεί στην πρωτεύουσα Fumban. Στην περιοχή Tikar μιλούν διαφορετικές γλώσσες αλλά έχουν κοινούς προγόνους. Διαιρούνται σε δύο κύριες γεωγραφικές υποομάδες, αυτοί που κατοικούν σε χωριά σε στρογγυλές καλύβες με κωνικές στέγες και η καλλιτεχνική τους παραγωγή σχετίζεται με τις χάλκινες πίπες του 19ου αιώνα. Η δεύτερη υποομάδα καταλαμβάνει τα βορειοδυτικά υψίπεδα και κυρίως σκαλίζει αγάλματα και μάσκες. Τα μεγάλα ειδώλια είναι αριστουργήματα γοήτρου του βασιλιά, και οι μάσκες φοριούνται στις τελετές που σχετίζονται με τις δομές της κοινωνίας κάθε Βασίλειου. Κάθε αυτόνομο βασίλειο έχει αναπτύξει ένα συγκεκριμένο καλλιτεχνικό στυλ, για παράδειγμα, τα ειδώλια «Bangwa» φέρουν πατίνα και έχουν λιμαρισμένα δόντια, στα βόρεια οι μάσκες και τα ειδώλια έχουν αυλακώσεις/scarifications, ενώ οι μάσκες Bamun καλύπτονται συχνά από ένα φύλλο μετάλλου. Οι μάσκες φοριούνται κατά τη διάρκεια των κρατικών τελετών, όπως είναι η κηδεία ενός σημαντικού αξιωματούχου, κατά την οποία οι πρωτοχορευτές φορούν τη μάσκα «N’kang» με μια ψεύτικη γενειάδα καλυμμένη από βασιλικά σκευάσματα όπως κελύφη και κοχύλια cowrie. Άλλες μάσκες αντιπροσωπεύουν μια γυναίκα, έναν άνδρα ή ένα ζώο. Η θηλυκή μάσκα «Ngain» έχει μια χαρακτηριστική ωοειδής μορφή και ενσωματώνει την ιδέα της θηλυκότητας και της γονιμότητας. Διάφοροι τύποι αρσενικής μάσκας με σκαλισμένα μοτίβα αράχνης συμβολίζουν την προγονική σοφία. Η ζωομορφική μάσκα του ελέφαντα των Bamileke με τις χάντρες σχετίζεται με την ένωση «Kuosi» που ενώνει μέλη της βασιλικής οικογένειας με μέλη της πολεμικής τάξης. Μια άλλη μάσκα-κράνος αντιπροσωπεύει το κεφάλι ενός βουβάλου και ανήκει στην ιδιοκτησία του βασιλιά. Οι άνθρωποι Tikar φτιάχνουν κεφαλίδες με επίπεδα πρόσωπα πάνω από μια κωνική βάση για τις κηδείες και τη συγκομιδή. Τα προγονικά ειδώλια που συναντιούνται στις περιοχές των Bamun και Bamileke, είναι σε πραγματικό μέγεθος και κάποια ενσωματώνονται στην πλάτη ενός περίτεχνου θρόνου. Αντιπροσωπεύουν τις συζύγους του βασιλιά και τους συνοδούς του και αποθηκεύονται σε ένα μυστικό τμήμα του παλατιού για να εμφανισθούν όταν φτάνουν ξένοι αξιωματούχοι. Τα ειδώλια καλυμμένα με χάντρες είναι από τα πιο γνωστά γλυπτά της Λιβαδικής περιοχής στη Δύση, όπως και αυτά από το βασίλειο Bangwa. Ένα από τα πιο διάσημα αφρικανικά γλυπτά είναι το «άγαλμα μιας βασίλισσας χορεύτριας», χαραγμένο σε μια δυναμική, ασύμμετρη στάση που είναι ένα σπάνιο χαρακτηριστικό στην αφρικανική τέχνη. Εμφανίζεται μόνο κατά τη διάρκεια των τελετών κηδείας των βασιλιάδων. Οι μικρότερες μορφές «Mu Po Bamileke» χρησιμοποιούνται σε θεραπευτικές τελετουργίες ή για αντι-μαγεία, είναι οι αναπαραστάσεις των ασθενών. Τα βασιλικά ανάκτορα είναι συχνά διακοσμημένα με ανθρώπινες μορφές και σύμβολα που αναφερόταν στη βασιλική κληρονομιά και εξουσία. Η τέχνη Bamum ακολουθούσε το παλάτι, καθώς άλλαζε η αυλή άλλαζε και ο δικός της ρόλος. «Αυτή η πιο πρόσφατη ερμηνεία της σπουδαιότητας των έργων για τα μέλη της βασιλικής αυλής Kom υποδηλώνει μια ιστορική μετατόπιση από την αναγνώριση αυτών των γλυπτών ως μεμονωμένους ηγέτες, να τα θεωρήσουμε πλέον ως γενικές αναπαραστάσεις μιας εξιδανικευμένης ηγεσίας. Μια τέτοια αλλαγή καθιστά εμφανή τη λεπτή φύση της γνώσης που αγκυροβόλησε τα έργα τέχνης στα αρχικά γνήσια θέματά τους. Η διασπορά του θησαυρού Kom στέρησε από τους τοπικούς γλύπτες να μιμηθούν τα κατάλληλα μοντέλα, και η απουσία του θρόνου Yu, αν και σχετικά σύντομη, είχε ως αποτέλεσμα τη διάλυση των πολύπλοκων και εξειδικευμένων ενώσεων που είχαν οριστεί στη συνείδηση ​​της κοινότητας. Μόλις η αμεσότητα και η συνέχεια αυτού του είδους κόβεται, έστω και προσωρινά, ένα έργο χάνει την ικανότητά του να απεικονίσει μια λεπτή ιστορική αφήγηση και βλέπεται ακόμη και στο δικό του πρωτότυπο χώρο πολιτιστικής δημιουργίας με ένα εξαιρετικά γενικευμένο τρόπο. Μια παρόμοια τύχη επιφύλαξε η μοίρα για τα γλυπτά Bangwa, τα οποία, μόλις απομακρύνθηκαν στη Δύση, αποκόπηκαν μόνιμα από οποιαδήποτε από τις αρχικές συνδέσεις τους. Ωστόσο, παρά την αδυναμία μας να τα συνδέσουμε με συγκεκριμένες ιστορικές προσωπικότητες, οι ζωντανές στάσεις και εκφράσεις τους εξακολουθούν να προκαλούν μια αίσθηση παλλόμενων, ζωντανών όντων που συλλήφθηκαν σε μια ξεχωριστή χρονική στιγμή» (LaGamma, 2011, σελ. 150).

Ε’ ΜΕΡΟΣ και τελευταίο για την αφρικανική τέχνη. Μέχρι πρόσφατα, οι δυτικοί μελετητές δεν έχουν δείξει μεγάλο ενδιαφέρον για την άνθηση των πολιτισμών στο βόρειο τμήμα της ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΑΦΡΙΚΗΣ. Οι ταξιδιώτες του 19ου αιώνα έγραψαν ημερολόγια των συναντήσεων τους με τους γηγενείς, αλλά το ενδιαφέρον τους για την καλλιτεχνική τους παραγωγή ήταν ελάχιστο, αφού η πλειονότητα των αυτοχθόνων ήταν νομάδες και σκάλιζαν μικρά και εύκολα στη μεταφορά αντικείμενα. Ο αντίκτυπος του ισλαμικού εμπορίου σκλάβων και οι συνεχείς διεθνοτικοί πόλεμοι συνέβαλαν σχεδόν στην εξαφάνιση ορισμένων από αυτούς τους λαούς. Οι πληροφορίες σχετικά με αυτούς είναι σπάνιες και αποσπασματικές.

Σουδάν

Προς τα τέλη του 19ου αιώνα, οι Άνθρωποι Bongo ήταν μια ισχυρή εθνοτική ομάδα καταλαμβάνοντας μια περιοχή του νότιου Σουδάν προς τα δυτικά του Λευκού Νείλου. Το ισλαμικό εμπόριο σκλάβων μείωσε δραματικά τον πληθυσμό τους από 100.000 σε 5.000 τη δεκαετία του 1920, αν και από τότε έχουν αυξηθεί. Οι πρεσβύτεροι Bongo κατέχουν την πολιτική εξουσία και η οικονομία τους βασίζεται κυρίως στη γεωργία του σόργου και του καλαμποκιού. Η φήμη των καλλιτεχνών Bongo βασίζεται στους στύλους που έχουν σκαλίσει στους τάφους σημαντικών ανδρών. Οι στύλοι έχουν κυλινδρικό σχήμα που καταλήγουν σε μια ανθρώπινη φιγούρα ή κεφαλή. Αντιπροσωπεύουν τον αποθανόντα και ενεργούν τόσο ως μνημεία όσο και ως ισχυροί αναστολείς των κακών προθέσεων. Περιστασιακά, η κυλινδρική βάση έχει εγκοπές που δείχνουν τον αριθμό των εχθρών ή των μεγάλων ζώων που σκότωσε ο αποθανόντας. Οι μάσκες Bongo είναι εξαιρετικά σπάνιες, έχουν μια επιμήκη επίπεδη επιφάνεια με ορθογώνια μάτια, στόμα που δείχνει τα δόντια και μερικές φορές ουλές πάνω από τη μύτη, τα φρύδια και το μέτωπο. Οι Άνθρωποι Bari καταλαμβάνουν τα βουνά στην ανατολική πλευρά του Λευκού Νείλου. Ιστορικά, εκτρέφανε βοοειδή, αλλά μετανάστευσαν λόγω της πίεσης των ισλαμιστών έμπορων σκλάβων, εγκατέλειψαν τη νομαδικότητα και έγιναν αγρότες. Οι καλλιτέχνες τους σκαλίζουν φιγούρες ύψους περίπου 50 εκατοστών, με μικρά πόδια και πεπλατυσμένους ώμους. Η κεφαλή είναι γενικά ωοειδούς σχήματος με εγχάρακτα χαρακτηριστικά. Ο σκοπός τους είναι αβέβαιος, αν και μπορεί να έχουν χρησιμοποιηθεί ως κούκλες γονιμότητας, στοιχεία προγόνων ή μπορεί να έχουν παραχθεί για το τουριστικό εμπόριο. Οι Άνθρωποι Dinka και Shilluk εγκαταστημένοι στο νότιο Σουδάν σκαλίζουν προσκέφαλα με το διάσημο φυσικό σχήμα τριών ποδιών που έχει διαχωριστεί από ένα κομμάτι ξύλου. Η κοινωνική θέση ενός ανθρώπου συχνά αποδεικνύεται από την ποιότητα της κόμμωσης του. Αυτά τα προσκέφαλα λοιπόν χρησιμοποιούνταν κατά τη διάρκεια της νύχτας για να διατηρούν την κόμμωση σε καλή κατάσταση. Οι πρεσβύτεροι Dinka χρησιμοποιούν τα προσκέφαλα και για να κάθονται καθώς θεωρείται ανυπόληπτο για έναν αξιωματούχο να καθίσει στο πάτωμα. Οι Shilluk δημιούργησαν κυκλικές μάσκες από λάσπη, με στρογγυλά τρυπημένα μάτια τα οποία πιστεύεται ότι αντιπροσωπεύουν το πρόσωπο μιας λεοπάρδαλης, αν και στη Δύση δεν είναι γνωστό πώς ακριβώς χρησιμοποιούνται. Τα βραχιόλια ελεφαντόδοντου φοριούνται από τους πρεσβυτέρους Dinka και Shilluk κατά τη διάρκεια των κοινοτικών τελετών. Οι Άνθρωποι Bagara και Ondurman ζουν στο κεντρικό Σουδάν. Οι ξυλόγλυπτες τους κάνουν κούκλες με επιμήκη χαρακτηριστικά και ένα τυπικά ένα σφαιρικό κεφάλι με μάτια από χάντρες λευκού γυαλιού. Οι κούκλες είναι διακοσμημένες με προστιθέμενο ύφασμα, μαλλιά, σκουλαρίκια και περιδέραια. Ο λαός του Darfur γνωστός ως Nuba, παράγει μαύρα πήλινα αγγεία και διακοσμημένες κανάτες με γραμμικά μοτίβα, είτε σε σχέδιο καμηλοπάρδαλης, είτε με τη μορφή του δικτύου από το οποίο κρέμονται αντικείμενα, βλ. το βίντεο Εθνοτικοί Λαοί του Σουδάν, της Ουγκάντα, της Ρουάντα και του Μπουρούντι.

Εθνοτικοί Λαοί του Σουδάν, της Ουγκάντα, της Ρουάντα και του Μπουρούντι, βίντεο διάρκειας 15’ λεπτών: Εθνικό Μουσείο Ουγκάντας παραδοσιακά μουσικά όργανα, ΣΟΥΔΑΝ: Oι Άνθρωποι Bongo, Bari, Dinka, Shilluk, Bagara, Ondurman, Nuba, ΟΥΓΚΑΝΤΑ: Οι Άνθρωποι Karamajong, Τούτσι/Tutsi, Nyoro, ΡΟΥΑΝΤΑ & ΜΠΟΥΡΟΥΝΤΙ: Οι Άνθρωποι Hutu, Twa και Ganda, μουσική στην Ουγκάντα, Εθνικό Μουσείο Ουγκάντας από την προϊστορία έως την εθνοτική τέχνη, οι τυμπανιστές του Μπουρούντι

Ουγκάντα

Οι Άνθρωποι Karamajong ζουν μια νομαδική ζωή μετακινούμενοι ακολουθώντας τις αγέλες βοοειδών σε ολόκληρη την Ουγκάντα αλλά και την Κένυα. Η καλλιτεχνική τους παραγωγή επικεντρώνεται στην παραγωγή μονόξυλων προσκέφαλων που χαρακτηρίζονται από ένα οριζόντιο μέρος που στηρίζεται από ένα επίπεδο πόδι τοποθετημένο σε μια σφαιρική βάση. Όπως και η πλειοψηφία των εθνοτικών ομάδων της περιοχής, οι Άνθρωποι Tutsi ζουν με την εκτροφή βοοειδών. Η περιοχή τους απλώνεται ως τα σύνορα του Μπουρούντι και της Ρουάντα. Είναι διάσημοι για τα υφαντά τους και τις ικανότητές τους στο τατουάζ και το ξύρισμα των μαλλιών. Οι αριστοκρατικές γυναίκες παράγουν εξαιρετικά καλάθια «Agaseki», τα οποία είναι διακοσμημένα με κόκκινα και μαύρα γεωμετρικά σχέδια και καλύπτονται με ένα μυτερό καπάκι. Οι προστατευτικές χειρολαβές «Igitembe» χρησιμοποιούνται από τους τοξότες για την προστασία του αριστερού βραχίονα τους φτιαγμένες από φυτικές ίνες. Ωστόσο, οι αξιωματούχοι κατέχουν ξύλινες χειρολαβές επενδυμένες με σύρματα χαλκού σε σχήμα γεωμετρικών μοτίβων. Οι ασπίδες Tutsi είναι ορθογώνιες και κυρτές σε σχήμα, με μεγάλη ημισφαιρική προεξοχή στο κέντρο ενώ η περίμετρος της ασπίδας καλύπτεται από μπαμπού. Οι Άνθρωποι Nyoro από την Ουγκάντα ​​συνδέονται με την παραγωγή μαύρων αγγείων διακοσμημένα με εγχάρακτες διακοσμήσεις γεωμετρικών μοτίβων που είναι χρωματισμένα με λευκές ή κόκκινες χρωστικές ουσίες. Πολλά από αυτά τα τεχνουργήματα είχα την ευκαιρία μεταξύ άλλων να δω σε εθνικό μουσείο της χώρας, βλ. το βίντεο Εθνοτικοί Λαοί του Σουδάν, της Ουγκάντα, της Ρουάντα και του Μπουρούντι.

Ρουάντα & Μπουρούντι

Διάσπαρτοι στη Ρουάντα και το Μπουρούντι, οι Άνθρωποι Hutu, σε αντίθεση με τους νομάδες Τούτσι, είναι εγκαταστημένοι σε ορισμένες περιοχές. Είναι γνωστοί για την ποιότητα των μικρών μεταλλικών ζωομορφικών φιγούρων τους. Οι Άνθρωποι Twa είναι οι ιθαγενείς πυγμαίοι της Ρουάντα και του Μπουρούντι. Είναι οι κάτοικοι του δάσους που δίδαξαν και τις άλλες εθνοτικές ομάδες που μετανάστευσαν να ζουν μέσα στο τροπικό δάσος. Σήμερα η επιβίωσή τους προέρχονται από το κυνήγι αλλά και το εμπόριο δοχείων τερακότα που ανταλλάσσουν με τους γείτονες Tutsi και Hutu. Τα δοχεία τους είναι κόκκινα ή μαύρα και συχνά διακοσμημένα με εγχάρακτα, επιμήκη προς τα κάτω τρίγωνα. Οι Άνθρωποι Ganda παράγουν ξύλινα και κόκκινα πήλινα αγγεία για καθημερινή χρήση και μαύρες γυαλιστερές στρογγυλεμένες γλάστρες για τις κύριες λειτουργίες. Παραδοσιακά χρησιμοποιούνταν στη βασιλική αυλή και κατασκευάστηκαν από το βασιλικό αγγειοπλάστη «Kujona», στον οποίο παραχώρησαν γη για το έργο του. Η υψηλή λάμψη στην επιφάνεια επιτυγχάνεται με την εφαρμογή γραφίτη μετά από πυροδότηση, ακολουθούμενη με τρίψιμο και στίλβωση. Τα τύμπανα Ganda είναι επιμηκυμένα σε σχήμα χρησιμοποιούνται από χορευτές-πολεμιστές και είχα τη χαρά να τους παρακολουθήσω, βλ. το βίντεο Εθνοτικοί Λαοί του Σουδάν, της Ουγκάντα, της Ρουάντα και του Μπουρούντι.

Επόμενη δημοσίευση: 245-255. Εθνοτικοί Λαοί Μαδαγασκάρης, Μοζαμβίκης, Μαλάουι, Ζάμπιας, Ζιμπάμπουε