Ιστορία της Νεοελληνικής εκπαίδευσης 1ο μέρος

1821 – 1827

Οι κήρυκες του Νεοελληνικού Διαφωτισμού, μ’ επικεφαλής τον Αδαμάντιο Κοραή, θεωρούν το φωτισμό του Γένους απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάστασή του αρχικά κι έπειτα για την αξιοποίηση της ελευθερίας που θα κερδιζόταν με τα όπλα. Μόνο με την εκπαίδευση θα αποβάλλονταν τα ελαττώματα της περιόδου της τουρκοκρατίας. Υπήρχαν όμως κάποιοι κύκλοι που ήθελαν «να την παραστήσωσιν ως επιβλαβή εις τον κοινωνικόν βίον».

Αν και στο πρώτο συνταγματικό κείμενο της Επανάστασης του ’21 δεν υπάρχουν ειδικά άρθρα για την εκπαίδευση, οι επαναστάτες αναθέτουν στον πρώτο υπουργό Εσωτερικών καθήκοντα για την εκπαίδευση[1] αναφέροντας μάλιστα και τη διδακτική μέθοδο που θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την εκπαίδευση των Ελλήνων. Η μέθοδος αυτή είναι η αλληλοδιδακτική.[2]

Η μέθοδος αυτή προτιμήθηκε γιατί είχε κυρίως: α) οικονομικά πλεονεκτήματα (αφού ένας δάσκαλος δίδασκε εκατοντάδες μαθητές βοηθούμενος απ’ τους πιο προχωρημένους μαθητές) και β) αποτελούσε όπλο για την καταπολέμηση κάθε μορφής τυραννίας, γιατί το παιδί μάθαινε από νωρίς να διεκδικεί τα δικαιώματά του. Η μέθοδος αυτή κυριάρχησε στην ελληνική εκπαίδευση ως το 1877, οπότε αντικαταστάθηκε από τη «συνδιδακτική» (ο δάσκαλος είναι ο «άρχοντας» της τάξης). Εύκολα γίνεται κατανοητός κι ο λόγος για τον οποίο μνημονεύεται η αλληλοδιδακτική μέθοδος στο σύνταγμα του 1823, που είναι το πρώτο ελληνικό σύνταγμα με ειδική αναφορά για την εκπαίδευση.[3]

Μέσα στο 1824, ενώ η Επανάσταση περνά δύσκολες ώρες, έγινε λόγος για τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης (κατώτερη, μέση, ανώτερη), ενώ επαναλαμβάνεται η ανάγκη να εξουδετερωθούν οι δυνάμεις που βλέπουν με δυσπιστία τη διάδοση της εκπαίδευσης, γιατί απειλεί τα συμφέροντά τους. Οι περιστάσεις όμως δεν επιτρέπουν την εφαρμογή του συστήματος κι έτσι η επιτροπή των βουλευτών που έχει συντάξει την σχετική εισήγηση περιορίζεται στη διατύπωση, ότι η αλληλοδιδακτική μέθοδος είναι αυτή που προς το παρόν μπορεί να εφαρμοσθεί για το καλό της Ελλάδας και των μαθητών. (Εφημερίδα, Φίλος του Νόμου, 14 Ιουλίου 1824)
Την ίδια χρονιά συστήθηκε πενταμελής επιτροπή, με τη συμμετοχή του Άνθιμου Γαζή για να μελετήσει τα εκπαιδευτικά πράγματα. Η επιτροπή πρότεινε την ίδρυση δημοτικών σχολείων σε όλα τα χωριά, λύκεια στις πρωτεύουσες των νομών, ένα πανεπιστήμιο μ’ όλες τις σχολές κι ένα διδασκαλείο στο Άργος. Τελικά ιδρύθηκε ένα μόνο κεντρικό αλληλοδιδακτικό σχολείο στο Άργος.

Η Διοίκηση προσπαθεί να οργανώσει την εκπαίδευση. Υπουργός Παιδείας δεν υπάρχει και τις σχετικές ευθύνες έχει ο υπουργός Εσωτερικών. Αλλά η ανάγκη για την ύπαρξη εκτελεστικού οργάνου οδηγεί στο διορισμό ενός «Εφόρου της παιδείας και ηθικής ανατροφής των παίδων». Στη θέση αυτή τοποθετούνται, με τη σειρά, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης και ο Γ. Κωσταντάς[4] (εκπρόσωποι του διαφωτισμού).

Το 1825 ιδρύεται παρθεναγωγείο στην Αθήνα από την «Φιλόμουσο Εταιρεία», με πρώτο διευθυντή το Νεόφυτο Νικητόπουλο, δάσκαλο από τη Δημητσάνα. Το γεγονός αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί έχουμε ένα πρώτο παράδειγμα για την μόρφωση των γυναικών και μάλιστα της πρώτης γενιάς που θα ζούσε ελεύθερη.
Στο σύνταγμα του 1827 τα άρθρα που αναφέρονται στην εκπαίδευση προβλέπουν ότι οι Έλληνες έχουν δικαίωμα να ιδρύουν σχολεία και να επιλέγουν δασκάλους, για να μορφώνονται (άρθρο 20) και ότι η Βουλή επαγρυπνεί για τη δημόσια εκπαίδευση.[5]


Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι η γενιά των αγωνιστών είχε ξεκαθαρισμένες εκπαιδευτικές αντιλήψεις που συνοψίζονται στα παρακάτω: α) εκπαιδευτικό σύστημα τριών βαθμίδων, β) υποχρεωτική εκπαίδευση, δωρεάν στην κατώτερη βαθμίδα και γ) η παιδεία αποβλέπει στο φωτισμό και τη διάπλαση ικανών πολιτών. Παράλληλα φαίνονται και οι αντιδράσεις αυτών που εναντιώνονται στις προσπάθειες αυτές, γιατί διακυβεύονται τα συμφέροντά τους.


[1] Α. Δημαρά, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1986, τομ. Β΄, παρ. Α, σελ. 303
[2] Όπως παραπάνω, τομ. Α΄, κδ΄
[3] Όπως παραπάνω, τομ. Β΄, παρ. Α, σελ. 304
[4] Α. Δημαρά, Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1986, τομ. Α΄, κς΄
[5] Όπως παραπάνω, τομ. Β΄, παρ. Α, σελ. 304-305