ΣΕΙΡΑ ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ: 154. Ταξίδι στη Δημοκρατία του Κονγκό/Μπραζαβίλ, και ο παράδεισος των Μπονόμπο με την Claudine André

του Δρ. Δημητρίου Κουτάντου, εκπαιδευτικού

Ο πιο σημαντικός ταξιδιωτικός οδηγός για την Αφρική Lonely Planet (2013), καταγράφει στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό τους τρεις πιο σημαντικούς προορισμούς: το «Ηφαίστειο Nyiragongo», το «Εθνικό Πάρκο Virunga» και το «Καταφύγιο Lola ya Bonobo». Στις αρχές του εκπαιδευτικού έτους είχαμε την τιμή να υποδεχτούμε στο ελληνικό σχολείο μας στο Κονγκό, την κ. Claudine André, την ιδρύτρια του «Lola ya Bonobo Sanctuary», δηλαδή του «Καταφύγιου ο Παράδεισος των Μπονόμπο». Η Claudine André είναι βραβευμένη για την εθελοντική προσφορά της με το France l’Ordre national du Mérite, Belgique le Prix Prince Laurent pour l’Environnement, προσκεκλημένη σε όλο τον κόσμο για διαλέξεις στο ανοιχτό ακροατήριο και σε πανεπιστήμια, με συμμετοχή στη συγγραφή του νέου βιβλίου της Μπριζίτ Μπαρντό, κτλ. Την παρουσίασή της εμπλούτισε η προβολή της ταινίας του Alain Tixier» (2015) «Bonobos: Back to the Wild». Η συνάντησή μας με την Claudine André, διάρκειας μιας ώρας και είκοσι λεπτών (80’), βιντεοσκοπήθηκε. Στη συνέχεια μαζί με τους μαθητές μας κάναμε εξ ακοής την απόδοση του βίντεο σε κείμενο, από τη γαλλική στην ελληνική γλώσσα, παρακάτω ακολουθούν αποσπάσματα.

Οι Μπονόμπο ανήκουν στην οικογένεια των Ανθρωπίδων (Hominidae), η οποία περιλαμβάνει τα ανώτερα πρωτεύοντα θηλαστικά, τον άνθρωπο, τον μπονόμπο, τον χιμπατζή, τον γορίλα και τον ουρακοτάγκο, βλ. το παρακάτω σχεδιάγραμμα. Οι Ανθρωπίδες είναι γνωστοί και ως Μεγάλοι Πίθηκοι (great apes). Από όλα τα είδη της οικογένειας, οι Μπονόμπο έχουν τον πιο κοντινό-κοινό πρόγονο με τον άνθρωπο και κοινό γενετικό κώδικα 98,7%. Το βίντεο που ακολουθεί είναι από την επίσκεψή μας στον «παράδεισο των Μπονόμπο:

154a. Οι Μπονόμπο – Lola Ya Bonobo, Κονγκό, Claudine André, βίντεο διάρκειας 22’ λεπτών: «Lola Ya Bonobo» στην τοπική γλώσσα λινγκάλα σημαίνει ο «παράδεισος των Μπονόμπο». O Μπονόμπο ή Πυγμαίος Χιμπαντζής (Pan Paniscus) είναι πρωτεύον της οικογένειας των Ανθρωποειδών. Πρόσφατες έρευνες στο DNA του Μπονόμπο και του κοινού Χιμπαντζή αποκαλύπτουν πως η εξελικτική πορεία των δύο ειδών διαχωρίστηκε περίπου ένα εκατομμύριο χρόνια πριν, όταν ο ποταμός Κόνγκο άρχισε να ρέει ανάμεσά τους, και αυτοί δεν μπορούσαν να τον διασχίσουν κολυμπώντας.

Σήμερα, στις απέναντι όχθες του ποταμού Κόνγκο βρίσκονται δυο χώρες και δυο πρωτεύουσες, η Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό με πρωτεύουσα την Κινσάσα και η Δημοκρατίας του Κονγκό με πρωτεύουσα το Μπραζαβίλ. Εδώ οι Βέλγοι και οι Γάλλοι αποικιοκράτες χώρισαν τις ίδιες εθνοτικές ομάδες για να φτιάξουν δυο νέα εθνικά κράτη. Η πρωτεύουσα Μπραζαβίλ δημιουργήθηκε στη θέση ενός χωριού της φυλής Μπατέκε το 1880 από τον Γάλλο εξερευνητή Πιερ Σαβορνιάν ντε Μπρατζά, από τον οποίο η πόλη πήρε το όνομά της. Ο αρχηγός της φυλής Μακόκο του Τεκέ παραχώρησε τη γη που ανήκε στον λαό του στην Γαλλική Αυτοκρατορία. Η πόλη χτίστηκε ως ανταγωνιστική για την Κινσάσα, που ιδρύθηκε από τους Βέλγους. Είναι το μοναδικό μέρος του κόσμου που δυο πρωτεύουσες βρίσκονται απέναντι.

Το ίδιο έκανε και ο ποταμός Κονγκό, η δημιουργία του οποίου πριν από δύο εκατομμύρια χρόνια, οδήγησε στην εξελικτική απόκλιση των χιμπατζήδων και των μπονόμπο. Σύμφωνα με τη μελέτη που δημοσίευσε ο ερευνητή Kay Prüfer του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ της Γερμανίας στο περιοδικό Nature, από την ανάλυση του γονιδιώματός τους φαίνεται πώς, ναι μεν ο μπονόμπο και ο χιμπατζής έχουν κοινό γονιδίωμα κατά 99,6%, όμως πρόκειται για δυο διαφορετικά είδη. Εδώ στην Αφρική, μόλις μέσα σε 15 ημέρες (!), είδαμε μπροστά στη βεράντα μας ένα δέντρο μπαομπάπ να αλλάζει 4 εποχές, Φθινόπωρο, Χειμώνα, Άνοιξη, Καλοκαίρι. Μέσα σε δυο εβδομάδες, το δέντρο έριξε τα φύλλα του, άνθισε, πρασίνισε. Οι ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες και το άφθονο νερό σπρώχνουν τον χρόνο να ανοίξει την κουρτίνα της δημιουργίας γρήγορα. Περισσότερα, για το Κονγκό/Μπραζαβίλ και το είδος των χιμπατζήδων, στο βίντεο που ακολουθεί:

154. Ταξίδι στο Κονγκό/Μπραζαβίλ – Congo: Brazzaville, Pointe Noire, Nouabalé-Ndoki, Odzala, βίντεο διάρκειας 20’ λεπτών: Κινσάσα-Μπραζαβίλ 2 πρωτεύουσες στις όχθες του Κόνγκο, Κινσάσα & Μπραζαβίλ, Ατλαντικός ωκεανός Pointe Noire, Εθνικός Δρυμός Conkuati Duli, Καταφύγιο Χιμπατζήδων (H.E.L.P.),  Εθνικός Δρυμός  Nouabalé-Ndoki, Εθνικός Δρυμός  Odzala

Από τα τέσσερα πρωτεύοντα που προαναφέραμε, ο Μπονόμπο βαδίζει τον περισσότερο χρόνο σε όρθια στάση. Έως σήμερα η Αφρική θεωρείται το λίκνο της ανθρωπότητας, εδώ έγινε η εμφάνιση των ανατομικά σύγχρονων «έμφρονων ανθρώπων» (Homo sapiens) που διαφοροποιήθηκαν από τους «όρθιους ανθρώπους» (Homo Erectus) 200.000 χιλιάδες χρόνια πριν. Πρόσφατη έρευνα το 2017 αμφισβητεί αυτή την άποψη, καθώς πιστοποιήθηκε ότι ίχνη όρθιας βάδισης που ανήκουν σε κάποιο άγνωστο προγονικό είδος του ανθρώπου, τα παλαιότερα που έχουν ποτέ εντοπιστεί καθώς χρονολογούνται πριν από 5,7 εκατ. χρόνια, βρέθηκαν στο Καστέλι Χανίων. Το βέβαιο είναι πώς τα νέα παλαιοντολογικά ευρήματα θα ξαναγράφουν την πρώιμη ιστορία της ανθρώπινης εξέλιξης.

«Συνάντηση με την Claudine André: Ο Παράδεισος των Μπονόμπο»

Ακολουθούν αποσπάσματα από το από-μαγνητοφωνημένο κείμενο.

Συνάντηση με την Claudine André,  Lola ya bonobo, Kinshasa, Congo, βίντεο διάρκειας 48’ λεπτών: ακολουθούν αποσπάσματα από τις εμπειρίες της, την ίδρυση και τους στόχους του προγράμματος ο παράδεισος των Μπονόμπο

«Ήρθα στο Κονγκό πριν από πολλά χρόνια, «είμαι παιδί αυτής της χώρας». Ήρθα μικρό παιδί μαζί με την οικογένεια μου και τον πατέρα μου που ήταν κτηνίατρος. Έζησα 30 χρόνια στα ανατολικά, στο δάσος του Κίβου/Kivu, κοντά στο «Εθνικό Πάρκο Virunga», και γι’ αυτό ονόμασα τον πρώτο Μπονόμπο στο Lola «Micelle», όπως ονόμαζαν ένα ηφαίστειο στα ανατολικά, εκεί όπου είχα μεγαλώσει. Το 1978 με ρώτησαν αν είχα πάει να δω τον ζωολογικό κήπο, τότε που η χώρα είχε καταστραφεί, μαζί και ο κήπος. Είχαν καταστραφεί και όλα τα σχολεία. Αναρωτήθηκα αν ο κήπος θα ξαναλειτουργούσε. Όταν μπήκα μέσα στον κήπο άλλαξε η ζωή μου για πάντα. Εκεί είδα 248 ζώα και 32 ανθρώπους στην ίδια κατάσταση, ξαπλωμένους κάτω στο χώμα επειδή δεν είχαν να φάνε και με πληγές παντού. Αμέσως μετά πήγα στην περιοχή Limete που ήταν η εταιρεία του άντρα μου, όπου όλα ήταν διαλυμένα. Ο ίδιος καθόταν πάνω σε ένα κουτί με μπίρες, και οι πόρτες του γραφείου του ήταν σπασμένες. Εγώ τότε του είπα: «Αυτή η χώρα μας έχει δώσει πολλά. Τι μπορούμε να κάνουμε σε αυτή την πόλη για να σώσουμε το ζωολογικό κήπο;» Ο άντρας μου με κοίταξε παράξενα, αλλά είπε «εντάξει», γιατί ήξερε ότι ήμουν δυνατή. Και έτσι άρχισε η ιστορία. Φτιάξαμε τα κλουβιά και φροντίσαμε τα ζώα. Μαζεύαμε τα σκουπίδια από το City Market, το Grand Hotel κάθε μέρα για να ταΐζουμε τα ζώα και ό,τι βρίσκαμε τους δίναμε. Μοιράζαμε φαγητό όχι μόνο στα ζώα αλλά και στους ανθρώπους που πεινούσαν. Έτσι μείναμε εκεί 5 χρόνια».

«Μια μέρα, μετά από 4-5 μήνες μας φέρανε στον κήπο ένα μικρό πίθηκο. Ο διευθυντής του κήπου μου είπε: «Μαμά Claudine δεν μπορείς να βάλεις όλη σου την καρδιά σε αυτό το ζώο. Δεν είναι απλά ένας πίθηκος, αλλά ένας Μπονόμπο», ήταν η πρώτη φορά που άκουγα αυτή τη λέξη, το 1992. «Ποτέ δεν έχουμε φροντίσει ένα Μπονόμπο εδώ. Πεθαίνουν κάθε μέρα». «Όχι», του απάντησα, «όπως σώσαμε αυτόν τον κήπο θα τον σώσουμε και αυτόν». Τηλεφώνησα σε ένα άλλο ζωολογικό κήπο και μου επιβεβαίωσαν ότι οι Μπονόμπο είναι πολύ ευαίσθητα και ευάλωτα ζώα. Μου είπαν: «Αυτό το ζώο πεθαίνει γρήγορα, γιατί δεν μπορεί να αποφύγει όλες τις ασθένειες, πρέπει να πιστέψετε το διευθυντή σας γιατί σας λέει την αλήθεια». Εγώ είχα γεννήσει τα δικά μου παιδιά στο δάσος Virunga, και έλεγα πάντα ότι όταν ένα παιδί είναι κρυωμένο, αυτό πρέπει να σταματήσει εκεί να μην εξελιχθεί σε πνευμονία, και ότι το ίδιο θα έπρεπε να κάνω με τον Μπονόμπο. Πήρα τον μικρό Μπονόμπο στην αγκαλιά μου και έτσι τον είχα μαζί μου κάθε μέρα. Όλοι όσοι με έβλεπαν έλεγαν: «Αυτή η γυναίκα δεν έχει παιδιά και γι’ αυτό κρατάει τη μαϊμού», όμως έχω 5 παιδιά. Έτσι, ο μικρός Μπονόμπο σώθηκε. Μετά από 3 εβδομάδες σήκωσε το κεφάλι του και με κοίταξε μέσα στα μάτια, όπως ποτέ δεν με είχε κοιτάξει κανένα από τα δικά μου παιδιά. Τότε πήρα κάποιες γυναίκες για να φροντίζουν καθεμιά από αυτές ένα άλλο Μπονόμπο, γιατί σιγά σιγά μέσα στον πόλεμο έφταναν από παντού και χρειαζόμουν βοήθεια».

«Ποιος είναι ο Μπονόμπο; Ανήκει στην οικογένεια με τους τέσσερις μεγάλους πιθήκους (great apes). Οι τέσσερις μεγάλοι πίθηκοι είναι ο γορίλας, ο ουρακοτάγκος, ο χιμπατζής και ο Μπονόμπο. Στο Κονγκό υπάρχουν τα τρία από αυτά τα είδη. Οι Μπονόμπο και οι άνθρωποι χωρίστηκαν πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια αλλά έχουμε ένα κοινό πρόγονο. Εμείς οι άνθρωποι και οι Μπονόμπο έχουμε 99% το ίδιο DNA. Οι Μπονόμπο αποτελούν ένα διαφορετικό είδος. Κοιτάξτε ποιες διαφορές έχει από το χιμπατζή. Διαφέρουν στο κρανίο. Ο Μπονόμπο έχει μεγαλύτερο μέτωπο από τον ξάδερφό του το χιμπατζή αν και είναι πολύ συνδεδεμένοι μεταξύ τους. Ο Μπονόμπο ζει στο Κονγκό σε μια μικρή περιοχή του δάσους. Πριν από δυο εκατομμύρια χρόνια δημιουργήθηκε το ποτάμι του Κονγκό. Από τη μια μεριά του ποταμού και από την άλλη, σιγά σιγά από ένα κοινό πρόγονο εξελίχτηκαν δυο διαφορετικά είδη. Ο χιμπατζής και ο Μπονόμπο, δεν μπορούσαν να κολυμπήσουν, δεν μπορούσαν να διασχίσουν το ποτάμι».

 «Μια άλλη διαφορά του Μπονόμπο από τον χιμπαντζή είναι ότι ο Μπονόμπο σε κοιτάζει στα μάτια, ενώ ο χιμπατζής δεν το κάνει αυτό. Ο γορίλας επίσης δεν διατηρεί οπτική επαφή, δεν του αρέσει να τον κοιτάζουμε, θυμώνει. Όταν πάτε κοντά σε ένα Μπονόμπο αυτός σας κοιτάζει στα μάτια, στο βάθος της ψυχής σας. Όχι μόνο για να σας δει, αλλά για να δει τι σκέφτεστε. Έχει ωραίο βλέμμα. Επίσης είναι από τα ελάχιστα ζώα που έχουν αυτογνωσία. Αν σημαδέψουμε ένα Μπονόμπο με ένα κόκκινο σημάδι και μετά τον βάλουμε μπροστά σε ένα καθρέπτη, τι κάνει; Πρώτα κοιτάζει μέσα στον καθρέπτη και μετά πίσω από τον καθρέπτη.  Στη συνέχεια έρχεται και πάλι μπροστά στον καθρέπτη, κοιτάζει, και μετά ακουμπάει το κόκκινο σημάδι που είναι πάνω του. Γνωρίζει λοιπόν ότι είναι ο ίδιος και γι’ αυτό ακουμπάει το κόκκινο σημάδι του. Αυτό κάνουν και τα μικρά παιδιά. Οι Μπονόμπο περπατάνε και έχουν όρθια στάση περισσότερο από όλα τα πρωτεύοντα, από τον χιμπατζή, τον ουρακοτάγκο και το γορίλα, όπως και ένας κοινός πρόγονος τους που βρέθηκε στην Αιθιοπία, η αυστραλοπίθηκος «Λούσι». Και αυτή περπατούσε όρθια, με την πλάτη ίσια. Ο χιμπατζής δεν περπατάει με ίσια πλάτη, έχει καμπούρα. Οι θηλυκές Μπονόμπο  είναι όπως οι γυναίκες. Έχουν την ίδια περίοδο κάθε μήνα».

 «Οι Μπονόμπο γελάνε, πραγματικά. Δεν ισχύει ότι το γέλιο ανήκει μόνο στον άνθρωπο. Ο κάθε Μπονόμπο έχει το δικό του διαφορετικό χαρακτήρα, προσωπικότητα. Έχουν πάνω από 30 διαφορετικούς τρόπους να εκφράζουν τα συναισθήματα της χαράς και της λύπης. Ζητάνε αν χρειάζονται κάτι και χρησιμοποιούν εργαλεία που παίρνουν από τη φύση, μια πέτρα, ένα ξύλο. Στο βίντεο βλέπετε μια Μπονόμπο με το παιδί στην πλάτη της, που περπατάει 600 μέτρα για να πάει να βρει τις «μεγάλες πέτρες». Ξέρει ότι δεν βρίσκονται παντού και τις ψάχνει για να τις χρησιμοποιήσει ως εργαλεία. Αυτή είναι εξυπνάδα και είναι πραγματικά μια εξυπνάδα με πρόθεση, με προσδοκία, με πρόβλεψη (anticipation). Οι Μπονόμπο είναι σαν εμάς αλλά έχουν άλλες ιδιαιτερότητες. Ποια είναι η μεγαλύτερη ιδιαιτερότητά τους; Δεν τους έχω δει ποτέ να σκοτώνουν ο ένας τον άλλο, ποτέ. Ο γορίλας σκοτώνει ακόμη και το μωρό του, ο χιμπατζής κάνει πολέμους, δημιουργεί ομάδες 5-6 ατόμων για να πάνε να σκοτώσουν έναν άλλο χιμπατζή, αλλά ο Μπονόμπο δεν το κάνει ποτέ αυτό. Επίσης παράξενο είναι ότι ενώ οι θηλυκές Μπονόμπο είναι πιο μικρόσωμες, αυτές διατάζουν την ομάδα. Πώς τα καταφέρνουν; Μαζεύονται σε ομάδα, όλες μαζί. Λύνουν όλα τα προβλήματα με την επαφή, για να δημιουργήσουν ειρήνη».

«Γιατί οι Μπονόμπο «κινδυνεύουν με εξαφάνιση»; Κινδυνεύουν επειδή τους σκοτώνουν. Ο Μπονόμπο δεν έχει πραγματικούς εχθρούς. Ο μόνος εχθρός που μπορεί να συναντήσει στο δάσος είναι ένα μεγάλο λιοντάρι ή ένα μεγάλο φίδι. Όμως οι άνθρωποι τον σκοτώνουν για το κρέας του («bush-meat»), που το καπνίζουν στα κάρβουνα/«Makala», για να το συντηρήσουν γιατί φυσικά μέσα στο δάσος δεν υπάρχουν ψυγεία και ρεύμα. Οι ντόπιοι ονομάζουν αυτό το καπνισμένο κυνήγι «bukane». Οι Μπονόμπο κινδυνεύουν με εξαφάνιση, βρίσκονται σε κρίσιμη κατάσταση. Είναι ένα βήμα πριν από τον «αφανισμό», στη διεθνή ορολογία ονομάζεται «extinction». Υπολογίζουν ότι απομένουν 69 χρόνια μέχρι τον αφανισμό τους. Σε τρεις γενιές περίπου, σε τρεις γενιές! Είναι πολύ ευαίσθητα ζώα. Όταν οι Μπονόμπο είναι λυπημένοι, η εμφάνισή τους αλλάζει και γεμίζουν πληγές στο κεφάλι τους. Επίσης τα μικρά Μπονόμπο χρειάζονται τη μητέρα τους, χωρίς αυτήν είναι πολύ θλιμμένα και δεν μπορούν να ζήσουν».

«Όταν λοιπόν άρχισαν να καταφτάνουν σ’ εμάς πολλά μικρά Μπονόμπο, έπρεπε να βρω έναν άλλο χώρο για να μείνουν. Τότε ανακαλύψαμε το «Lola». «Lola» στην τοπική γλώσσα «lingala» σημαίνει «παράδεισος», εκεί δηλαδή που δεν θα πεινάς και θα σε φροντίζουν. Γιατί εδώ κοντά στην πρωτεύουσα Κινσάσα; Γιατί όλοι οι Μπονόμπο κατέφθαναν από τον ποταμό Κόνγκο και ήταν πιο εύκολο έτσι. Έχετε πάει στο Lola; Φτιάξαμε αυτό το χώρο γιατί δεν ήθελα, αν άρχιζε ο πόλεμος, να μείνουν ξανά ελεύθεροι μόνοι τους. Εκεί είναι δάσος, έχει και μια φυσική πισίνα νερού με ψάρια, δίπλα σε ένα πανέμορφο ποτάμι. Έχουμε εξειδικευμένο προσωπικό και εθελοντές απ’ όλο τον κόσμο που μας βοηθούν. Το πιο σημαντικό που κάνουμε είναι ότι έχουμε γυναίκες που αντικαθιστούν τις μητέρες-Μπονόμπο για τα ορφανά. Αλλιώς πεθαίνουν αν δεν έχουν τη στοργή της αγκαλιάς. Παλιότερα είχαμε 6 γυναίκες, τώρα έχουμε μόνο 3 που είναι με τα ορφανά και ουσιαστικά τους μαθαίνουν να ζουν και να μην νιώθουν ότι επειδή έχασαν τη μητέρα τους, δεν μπορούν να ζήσουν».

«Είναι επίσης σημαντικό να διευκρινίσουμε στους ανθρώπους ότι δεν κρατάμε τους Μπονόμπο για να κερδίσουμε χρήματα. Μετά από δέκα χρόνια το κράτος μας ανάγκασε να βάλουμε εισιτήριο σε όλους όσους έρχονται να δουν αυτό τον θησαυρό του Κονγκό. Εγώ όμως δεν ήθελα. Γιατί; Επειδή ο Μπονόμπο θα εξαφανιστεί, είναι ο θησαυρός του δάσους του Κονγκό, και ήθελα οι άνθρωποι να μπορούν να τον δουν μέχρι τον αφανισμό του. Εδώ είχαμε πόλεμο, δεν ήθελα να πληρώνουν οι άνθρωποι μέσα στον πόλεμο για να τους δουν».

«Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα στο καταφύγιο Lola ya bonobo. Κάθε χρόνο έχουμε 30.000 επισκέπτες, παιδιά που έρχονται να δουν τους Μπονόμπο. Πολλά σχολεία έρχονται με το λεωφορείο στο Lola. Παλιά δεν ήξεραν για τους Μπονόμπο, σήμερα γνωρίζουν ότι υπάρχει ένας μεγάλος φυσικός χώρος στο δάσος που μπορούν να επισκεφτούν και να τους δουν. Έχουμε πολλά πανεπιστήμια από όλο τον κόσμο, από Αμερική, Ιαπωνία, Ευρώπη που έρχονται να μελετήσουν τους Μπονόμπο. Φέρνουμε φοιτητές από πολλά πανεπιστήμια, εθελοντές. Το Κονγκό είμαστε η μόνη χώρα στον κόσμο που μπορούν να δουν τα τρία από τα τέσσερα πρωτεύοντα του κόσμου, όλα εκτός από τον ουρακοτάγκο που ζει στην νότια Ασία. Επίσης το πρόγραμμά μας συνεργάζεται με την τοπική κοινότητα. Αγοράζουμε φρούτα και λαχανικά από τους χωρικούς, 13 τόνους το μήνα, πάρα πολλά».

«Με μια πρόσφατη χορήγηση αγοράσαμε το δικό μας λεωφορείο που πάνω του είναι ζωγραφισμένο το πρόγραμμά μας. Έτσι όταν έρχεται στην πόλη ενημερώνεται ο κόσμος. Για τα 60 χρόνια στο τέλος της καριέρας μου, μου έδωσαν 50.000 δολάρια από τις Ηνωμένες Πολιτείες γιατί ήξεραν ότι δεν πληρωνόμουν γι’ αυτό που έκανα. Δεν μπορούσα όμως να τα κρατήσω γιατί δεν ήμουν μόνη μου, είχαμε προσωπικό. Με αυτά αγοράσαμε το λεωφορείο μας».

«Μια μέρα συνειδητοποίησα κάτι άλλο που με ανησύχησε. Οι Μπονόμπο στο Lola είχαν φτάσει τους 68 και αυξάνονταν κάθε μέρα, καθώς έφερναν και άλλους. Και είπα ότι το Lola δεν μπορεί να φροντίσει περισσότερους από 100. Είχα δυο επιλογές, η μια ήταν να τους αφήσω να πεθάνουν, η άλλη να τους κάνω ευθανασία. Τρόμαξα. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι εγώ που αφιέρωσα 15 χρόνια από τη ζωή μου γι’ αυτούς, να φτάσουμε σ’ αυτό το σημείο. Ή θα έπρεπε να βρούμε ένα άλλο δάσος για να τους μεταφέρουμε. Δεν μπορούσα να τους καταδικάσω σε θάνατο. Βρήκαμε ένα χώρο 900 χιλιόμετρα κοντά στον ισημερινό. Τον ονομάσαμε «Εcolo». Η λέξη ακούγεται σαν σχολείο αλλά στην ντόπια γλώσσα σημαίνει «χώρα», η «χώρα των Μπονόμπο», η πατρίδα των Μπονόμπο. Έχει 25 επί 25 χιλιόμετρα έκταση και γύρω υπάρχει ένα ποτάμι. Εκεί υπάρχουν και οι άγριοι λευκοί Μπονόμπο. Το έτος που έρχεται θα απελευθερώσουμε άλλους 18. Γύριζα δυο χρόνια ψάχνοντας εδώ και εκεί, μέχρι να βρω αυτή τη χώρα. Όταν ήμουν μικρή πήγαινα με τον πατέρα μου που ήταν κτηνίατρος στο δάσος. Ο πατέρας μου με έβαζε στους ώμους του και προχωρούσαμε μέχρι να βρει τα ζώα να τα θεραπεύσει. Με άφηνε να παίζω σ’ αυτά τα χωριά. Μετά από 60 χρόνια που επέστρεψα, διαπίστωσα ότι οι άνθρωποι δεν είχαν αλλάξει. Όταν φτάναμε σε ένα χωριό από το ποτάμι με την πιρόγα, οι γυναίκες έρχονταν να μας δουν και αναρωτιούνταν πώς μια λευκή γυναίκα έφτασε ως εδώ, αν έχει άντρα και παιδιά. Βρήκα τους ανθρώπους όπως τους είχα αφήσει τεσσάρων ετών. Είχαν αλλάξει, μεγαλώσει εξωτερικά, αλλά στην καρδιά τους δεν είχαν αλλάξει καθόλου».

«Επίσης έψαξα να βρω ανθρώπους που θα ήθελαν να μείνουν εκεί κοντά για να φροντίζουν τους απελευθερωμένους Μπονόμπο. Μίλησα με τον «Chef Coutumier» δηλαδή τον αρχηγό ενός χωριού για τους Μπονόμπο και αυτός μίλησε στο χωριό του. Στις 14 Ιουνίου 2009 πήγαμε και απελευθερώσαμε στο δάσος τους πρώτους Μπονόμπο. Είχαμε πριν δει τις συνθήκες που επικρατούσαν, ποια άλλα ζώα έχει το δάσος, αν είναι ασφαλές, αν υπήρχαν ασθένειες. Την ημέρα που ελευθερώσαμε τον «Benny» μας ακολούθησαν και οι άνθρωποι του χωριού».

Δυο Χορωδίες Κινσάσα-Μπραζαβίλ – Choral Kinshasa-Brazaville, βίντεο διάρκειας 52’ λεπτών: 2 χώρες, 2 πρωτεύουσες στις απέναντι όχθες του ποταμού Κόνγκο

«Βοηθήσαμε και αυτούς τους ντόπιους ανθρώπους, που είχαν μικρά παιδιά, και είχαν ανάγκες. Δημιουργήσαμε λοιπόν επτά ομάδες που να έχουν τρόφιμα και ό,τι χρειάζεται για να φροντίζουν τους Μπονόμπο σε μια  μεγάλη περιοχή μήκους τριάντα χιλιομέτρων. Οι άνθρωποι οργανώθηκαν για να έχουν τρόφιμα αλλά και σχολεία. Έπρεπε να φροντίσουμε για σχολεία, πίνακες, βιβλία και ό,τι άλλο χρειάζονται. Φτιάξαμε 4 μαιευτήρια στις επτά περιοχές, γιατί οι άνθρωποι έπρεπε να έχουν όλα όσα χρειάζονται για την εκπαίδευσή τους, τη διαβίωση, να μπορούν να επιβιώσουν οι ίδιοι και μετά να φροντίσουν τους Μπονόμπο. Οι ίδιοι έφτιαξαν έναν οργανισμό για την αλίευση και μας ζήτησαν βοήθεια. Μέχρι τότε ψάρευαν μόνο γατόψαρα κοντά στην επιφάνεια του νερού. Τους δείξαμε πώς να ψαρεύουν και στο βυθό, εκεί που βρίσκονται μεγαλύτερα ψάρια που μπορούν να πουλούν. Όλοι μπορούν να ψαρεύουν, αλλά απαγορεύεται να κυνηγούν. Με ρωτάτε αν λειτουργεί όλο αυτό. Έτσι και έτσι. Δεν είναι εύκολο γιατί έχει επικίνδυνα ζώα, φίδια, ελέφαντες κ.ά. Αλλά ο πληθυσμός των Μπονόμπο μετά από πέντε χρόνια αυξήθηκε. Οι χωρικοί ανησυχούν επειδή νομίζουν ότι οι Μπονόμπο είναι ασφαλείς αλλά ταυτόχρονα κινδυνεύουν. Δώσαμε δουλειές, έχουμε 80 εργαζόμενους εκεί. Αυτοί καλλιεργούν τα λαχανικά τους. Και τους ενθαρρύνουμε ώστε να μπορούν να επιβιώσουν».

«Χρειαζόμαστε όμως και άλλο χώρο για τους Μπονόμπο σε ένα προστατευμένο δάσος. Αν με ρωτάτε για το μότο της ζωής μου, τη φιλοσοφία μου, κάτι που με ακολουθεί όλη μου τη ζωή: «Η προστασία αρχίζει με την εκπαίδευση». «La conservation commence avec le education».  Οι άνθρωποι που περνούν από εκεί κοντά μαθαίνουν. Μια μέρα περνούσε ένας κυνηγός από εκεί και ξόδεψε 10.000 φράγκα για να φωνάξει κάποιον από την Bantaga, για να ψάξει να βρει έναν από τους ανθρώπους που προστάτευαν τους Μπονόμπο. Αφορούσε ένα θηλυκό Μπονόμπο, τραυματισμένο στο χέρι του και δεν ήθελε να το σκοτώσει. Ήταν πολλά τα έξοδα να πάμε ως εκεί πέρα, αλλά μια και μιλάμε για ένα είδος υπό εξαφάνιση, το κάναμε. Πήραμε δυο μηχανάκια και φτάσαμε. Όλοι οι χωρικοί μας περίμεναν. Το τραυματισμένο ζώο το είχαν επιδέσει, ήταν μια μεγάλη Μπονόμπο. Για δυο μέρες όμως την πήραμε στην πλάτη μας πάνω στο μηχανάκι για να φθάσουμε στο γιατρό. Πού θέλω να καταλήξω με αυτή την ιστορία. Αυτό το μικρό απομακρυσμένο χωριό μας γνώριζε και μας φώναξε. Χρειάζεται να εκπαιδεύσουμε όλο τον πληθυσμό του Κονγκό και να τον ενημερώσουμε. Η εκπαίδευση είναι σημαντική, 30.000 παιδιά μας επισκέπτονται κάθε χρόνο. Επίσης η ταινία «Bonobos: Back to the Wild (2015) του Alain Tixier» παίζεται συχνά στην τηλεόραση και ενημερώνει τον κόσμο. Στη ζωή μας λέει ένα ρητό, «όταν έχουμε ένα στόχο πάντα θα έχουμε καλά αποτελέσματα». Όταν τελειώσετε το σχολείο, να σκέφτεστε αυτό που σας λέω τώρα. Ποτέ δεν τα παράτησα. Χρειάζεται φαντασία και θέληση. Επιβάλλεται να έχετε ένα στόχο στη ζωή σας».

«Πηγαίνετε να δείτε τους Μπονόμπο στο «Ecolo; «Όταν τους ελευθερώσαμε, τους ακολουθήσαμε με τα κολιέ και θέλαμε να φύγουν από κοντά μας, να ζήσουν άγρια. Δεν θέλουμε να ξαναέρχονται σ’ εμάς κάθε φορά που τους επισκεπτόμαστε. Η Σούζυ που δουλεύει εκεί, μας λέει ότι δεν είναι καλό να τους επισκεπτόμαστε γιατί αυτή, όλη τη χρονιά τους απομακρύνει και ξαναέρχονται σ’ εμάς. Μια φορά έμεινα 8 μήνες χωρίς να πάω να τους δω, πήρα τηλέφωνο τη Σούζυ, και είπα να πάω, να δοκιμάσω να δούμε τι θα έκαναν. Πήγαμε στις 3 η ώρα το βράδυ και τους ψάχναμε με το GPS στο δάσος. Όταν φτάσαμε, καθίσαμε και περιμέναμε το ξημέρωμα. Και όταν ανέτειλε ο ήλιος και είδαν τα μαλλιά μου που είναι κόκκινα, με αναγνώρισαν. Άκουσα πρώτα την Tumbe που ήταν 7 χρόνια στο Lola, και πριν ήταν 17 χρόνια κλειδωμένη σε ένα μέρος. Αυτή ήταν η πρώτη που γέννησε στο Lola, και επειδή ήταν πολύ έξυπνη και ήξερε πώς να επιβιώσει, την έστειλα πίσω στο δάσος. Και την άκουσα που έκανε τον ίδιο ήχο που έκανε κάθε φορά που με έβλεπε. Με αυτό τον ήχο με φώναζε. Η Tumbe είχε κάνει ένα δεύτερο παιδί και ήταν με τα δυο παιδιά της από μακριά και μας κοίταζαν. Οι περισσότεροι άργησαν να κατέβουν από τα δέντρα γιατί είναι λίγο τεμπέληδες. Τότε ήρθε η Tumbe με τα παιδιά της κρεμασμένη από μια κληματαριά, σταμάτησε δίπλα μου, με κοίταξε, έκανε τους ήχους ότι ήταν χαρούμενη, μου έδειξε το νέο της παιδί και έφυγε. Είχαμε πετύχει, η Σούζυ με αγκάλιασε γιατί το σχέδιο της ανεξαρτητοποίησης είχε πετύχει. Και μια άλλη φορά που ξαναπήγα και φώναξα από μακριά το όνομά της, ήρθε λιγότερο κοντά μου με τα παιδιά της. Με αναγνώρισαν αλλά δεν πλησίασαν περισσότερο».

Πώς ξέρουμε πόσο καταλαβαίνουν οι Μπονόμπο; «Για την εξυπνάδα τους, κάναμε ένα τεστ και έδειξαν ότι εκτελούν 9 από τα 10 ερωτήματα, και τα παιδιά Μπονόμπο λιγότερα, 5 στα 10 προβλήματα. Ένας φοιτητής που ήρθε από ένα πανεπιστήμιο της Αμερικής είχε κάνει ο ίδιος το τεστ ως παιδί και είχε απαντήσει στα 3 από τα 10 ερωτήματα. Επομένως εμείς οι άνθρωποι εξελίσσουμε την εξυπνάδα μας, ενώ αυτοί δεν εξελίσσονται νοητικά. Όταν είναι μικροί μπορούν να επιβιώσουν καλύτερα από τα μωρά των ανθρώπων ηλικίας δυο ετών, αλλά δεν μπορούν συναισθηματικά χωρίς τη μαμά τους γιατί στεναχωριούνται και πεθαίνουν. Η μάνα τους μαθαίνει να περπατούν, και σε 4 μήνες βγάζουν δόντια. Ένας χιμπατζής μπορεί να επιβιώσει χωρίς τη μητέρα του, οι Μπονόμπο όχι, είναι σαν τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι συνεχίζουμε να μεγαλώνουμε και να εξελισσόμαστε, όμως οι Μπονόμπο σταματούν την ανάπτυξή τους στα 5 έτη. Όμως υπάρχει ένας Μπονόμπο στην Αμερική που επικοινωνεί με ένα πληκτρολόγιο και έτσι μιλάει, μπορεί να επικοινωνήσει με 500 λέξεις, νοήματα-σύμβολα. Εγώ τον είδα μια φορά, ξεχάστηκα και του μίλησα στα γαλλικά. Τότε έβγαλε το πληκτρολόγιο και μου απάντησε «stranger»/«ξένη», επειδή αυτός είναι στις ΗΠΑ και έχει μάθει να επικοινωνεί στα αγγλικά».

 «Δεν μπορώ να σας απαντήσω αν οι Μπονόμπο είναι πιο έξυπνοι από τους χιμπατζήδες. Το μόνο που μπορώ να πω είναι πως οι Μπονόμπο και οι χιμπατζήδες είναι πιο κοντά στο ανθρώπινο είδος παρά οι γορίλες. Ο χιμπατζής είναι ο πολεμιστής του δάσους. Ο Μπονόμπο είναι ο χίπης του δάσους. Δεν δημιουργούν μια κοινωνία όπως κάνουμε εμείς, έχουν ένα διαφορετικό τρόπο. Θέλουμε να σώσουμε τους Μπονόμπο και να προστατέψουμε το δάσος. Εμείς οι άνθρωποι κάνουμε πόλεμο για να κρατάμε τον αγαπημένο(η) μας, ενώ αυτοί δεν έχουν πρόβλημα να μοιράζονται το έδαφός τους. Δεν έχουν σεξουαλική ιδιοκτησία, ζευγαρώνουν ελεύθερα. Οπότε δεν έχουν την υποχρέωση να κάνουν πόλεμο. Η διαφορά είναι ότι εμείς για να γίνουμε διπλωμάτες ή πρέσβεις πρέπει να πάμε στο σχολείο. Εμείς οι άνθρωποι σκοτώνουμε τα αδέρφια μας. Οι χιμπατζήδες σκοτώνουν ακόμα και τα παιδιά τους, οι Μπονόμπο δεν σκοτώνουν κανένα, λύνουν τα προβλήματά τους με την επαφή».

Βοηθάνε στο δάσος ο ένας τον άλλο; «Κάναμε ένα τεστ, βάλαμε έναν ήχο από λιοντάρι, και όταν το άκουσαν οι Μπονόμπο τρέξανε μακριά αγκαλιασμένοι. Την πρώτη φορά που είδαν αντιλόπη, αγκάλιασαν κάτω από τη μασκάλη το μωρό τους και έφυγαν. Μια φορά, μια πάπια γέννησε αυγά δίπλα τους και όταν έσκασαν τα αυγά δεν πείραξαν τα παπάκια, δεν τους έκαναν κακό, τα χάιδευαν και τα φιλούσαν. Η αγάπη τους όμως ξεπέρασε τα όρια και τα παπάκια δεν άντεξαν. Δεν ξέρω, νομίζω ότι είναι ικανοί να σωθούν, να σώσει ο ένας τον άλλο, να ζήσουν, είναι η ελπίδα μου. Αυτή είναι η φύση. Οι Μπονόμπο μπορεί να πεθάνουν από ένα ατύχημα όταν σκαρφαλώνουν ή όταν παίζουν. Αυτά που έχουμε στο Lola έχουν 50% πιθανότητα να ζήσουν και στο δάσος, ενώ οι άγριοι Μπονόμπο έχουν περισσότερη εξυπνάδα για να επιβιώσουν. Όταν κατεβαίνουν από τις κορυφές κρύβονται πίσω από τα δέντρα για να γίνουν αόρατοι, εξαφανίζονται, έχουν την εξυπνάδα να το κάνουν αυτό. Προσαρμόζονται στον κίνδυνο. Δεν είναι επειδή τους φροντίζουμε ότι θα επιβιώσουν, ούτε εμείς οι άνθρωποι έχουμε 100% πιθανότητες, είναι επειδή αυτοί μπορούν και φροντίσουν τον εαυτό τους. Μια μητέρα Μπονόμπο άφησε για 3 μέρες το παιδί της και αυτό δέχτηκε το δάγκωμα ενός φιδιού. Αυτό είναι φυσικό, είναι στη φύση. Αυτή είναι η φύση. Αυτή είναι η ζωή. «C’est la vie».

«Τους αγαπάμε, τους αγκαλιάζουμε, τους εμβολιάζουμε. Ενώ στο ζωολογικό κήπο πεθαίνουν γρήγορα επειδή είναι φυλακισμένοι. Μερικές φορές τους πουλάνε, τους πάνε σε χώρες που έχει κρύο και δεν πρέπει. Αυτούς όμως που το κάνουν θα τους εντοπίσουμε και θα τους αποκαλύψουμε. Φοιτητές από διάφορες χώρες, π.χ. την Κίνα, τη Γαλλία με ενημερώνουν γι’ αυτές τις περιπτώσεις. Οι Κινέζοι ήθελαν να ενοικιάσουν το Lola 2 εκατομμύρια ευρώ. Φώναξα και μίλησα με όλους τους υπεύθυνους και το απέτρεψα. Αλλά οι κινέζοι θέλουν να έρθουν και να πάνε στο ζωολογικό κήπο να βάλουν μια άσπρη τίγρη, και να ανταλλάξουν το πρόγραμμα με την τίγρη με τους Μπονόμπο.  Είναι ένας πόλεμος που πρέπει να κερδίσουμε, αλλά έχω συνηθίσει. Προσπαθούμε γι’ αυτό. Γινόμαστε άγριοι κάποιες φορές. Δεν είναι εύκολο, δεν είναι εύκολο. Πρέπει κάθε φορά να πολεμάς. Όταν όμως είμαστε ενωμένοι θα νικήσουμε. Θα νικήσουμε. Μην το ξεχάσετε ποτέ. Ακόμη και όταν είσαστε απογοητευμένοι, να βάζετε στόχους, τι θέλετε πραγματικά να κάνετε. Σας ευχαριστώ πολύ».

Σημείωση: Ευχαριστώ θερμά την Claudine André που μοιράστηκε μαζί μας τις σπάνιες εμπειρίες της. Επίσης ευχαριστώ τη συνάδελφο κ. Ευαγγελία Παπαδοπούλου για τη βοήθεια της ώστε να έρθουμε σε επικοινωνία με την κ. Claudine André, τη συνάδελφο Ελπινίκη Τρέλλη για τις διορθώσεις του κειμένου, και τους μαθητές μας για τη βοήθειά τους στη μετάφραση της ομιλίας της κ. C. André από τη γαλλική στην ελληνική γλώσσα.