Η Γλώσσα των δύο φύλων

Αποστολία Μπέκα
Νηπιαγωγός – Μεταπτυχιακή φοιτήτρια

sexesΗ πολυπλοκότητα και οι πολλές διαστάσεις του λόγου κάνουν δύσκολη την περιγραφή του υπό εξέταση (γλωσσικού) φαινομένου, καθώς αφορά συγχρόνως τη Γλωσσολογία, την Ψυχολογία και την Κοινωνιολογία. Ο λόγος έχει μεγάλη σημασία και είναι ακόμη το βασικότερο μέσο για την κοινωνικοποίηση του ατόμου. Η γλώσσα, αποτελεί ένα σπουδαίο στοιχείο της καθημερινής πραγματικότητας και κατέχει πρωτεύουσα θέση για τη διαμόρφωση και υπόσταση της ανθρώπινης κοινωνίας. Στις βασικές μορφές ύπαρξης της γλώσσας κατατάσσουν τη διάλεκτο και τη λόγια γλώσσα. Ανάμεσα, κατατάσσονται οι τύποι της καθομιλουμένης, της κοινής και της λαϊκής γλώσσας. Η γλώσσα ομοιογενοποιεί  τα μέλη μιας κοινωνικής ομάδας και αποτελεί την πιο απτή απόδειξη των ιδιαιτεροτήτων της ομάδας.

Εκτός από την ταξική, την υφολογική και τις άλλες διαφοροποιήσεις υπάρχει και γλωσσική διαφοροποίηση ανάλογα με το φύλο. Στα τέλη της δεκαετίας του ΄60, κοινωνιογλωσσικές μελέτες επισημαίνουν τη σπουδαιότητα του φύλου στην επιλογή της φωνητικής ποικιλίας, χωρίς όμως να αμφισβητούν το κοινωνικό status των αντρών και των γυναικών. Τα  τελευταία χρόνια εξετάζεται όλο και περισσότερο η σχέση γλώσσας και φύλου, η αντανάκλαση των κοινωνικών δομών εξουσίας, τόσο στο γλωσσικό σύστημα, όσο και στη γλωσσική επικοινωνία.

Αφετηρία και κριτήριο της σκέψης μας θα είναι η ισότητα των δύο φύλων. Η θηλυκότητα συνδέεται με την κοινωνικότητα, την εκφραστικότητα και τη συντροφικότητα. Η αρρενωπότητα συνδέεται με την τραχύτητα, την εργαλειακότητα, την υπεροχή και τον έλεγχο. Το να μαθαίνεις να είσαι θηλυκός ή αρσενικός σε μία κοινωνία, σημαίνει μεταξύ άλλων να μαθαίνεις να χρησιμοποιείς την ανάλογη γλώσσα. Αυτή η μάθηση αρχίζει στα πολύ μικρά παιδιά. Τα μικρά κορίτσια μεγαλώνοντας μαθαίνουν να μιλούν σαν «κυρίες».Αν δεν ακολουθούν τους κανόνες, ή απομονώνονται ή γελοιοποιούνται. Τα μικρά αγόρια από την άλλη, μαθαίνουν να μιλούν «άγρια». Η προβληματική επικοινωνία και δύσκολη κατανόηση μεταξύ ενηλίκων ομιλητών σε μικτές συζητήσεις, αποδεικνύει ότι οι άνδρες και οι γυναίκες μιλούν διαφορετικά και έχουν διαφορετικούς κανόνες συζήτησης.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Η σχέση μεταξύ γλώσσας και κοινωνίας έχει εξεταστεί από τους ειδικούς από δύο πλευρές, κάτω από πρίσμα δύο υποθέσεων. Η μία υπόθεση είναι, ότι η γλώσσα επηρεάζει τη σκέψη και την κουλτούρα του κόσμου, που τη χρησιμοποιεί, και συνεπώς επηρεάζει την κοινωνία, όπου το άτομο ζει. Η άλλη υπόθεση, που είναι και η κοινά αποδεκτή, είναι ότι η γλώσσα αντανακλά την ιδέα, τη συμπεριφορά και τα βασικά αισθήματα του λαού, που τη δημιούργησε και τη χρησιμοποιεί, ή αντανακλά το κοινωνικό περιβάλλον και τις κοινωνικές αξίες της κοινωνίας, που τη χρησιμοποιεί. Καθοριστικός παράγων της σχέσης είναι ο λαός που συμμετέχει στη συγκεκριμένη κοινωνία, που αποφάσισε το σχήμα, τη λειτουργία και την αλλαγή της γλώσσας του.

Στην κοινωνιογλωσσολογία, γίνεται προσπάθεια να δειχθεί η διαφοροποίηση μέσα στη γλώσσα, με κατηγορίες όπως είναι, οι ταξικές, οι φυλετικές, οι γεωγραφικές και τα λοιπά. Αυτές οι κατηγορίες μελετώνται με τη βοήθεια των κοινωνιογλωσσολογικών  δομών. Δηλαδή, ο μελετητής ομαδοποιεί τους ανθρώπους ανάλογα με το φύλο, τη μόρφωση, τον τόπο κατοικίας, την κοινωνικοοικονομική τάξη και τα λοιπά, και βγάζει συμπεράσματα με τη βοήθεια μέσων όρων.

ΓΛΩΣΣΙΚΟΣ ΣΕΞΙΣΜΟΣ

« Όπως ο ρατσισμός, έτσι και ο σεξισμός, σημαίνει πάντα εύνοια προς ένα γκρουπ σε βάρος ενός άλλου, είναι συχνά περίπλοκος στις εκδηλώσεις του, είναι διεισδυτικός μέσα στις πολλές συμπεριφορές ανθρώπων, που παραδίνονται, και είναι πολύ δύσκολος να αναγνωριστεί, να ουδετεροποιηθεί και να αλλάξει». (Heatherington, E, Madelon, How Language Works, Winthrop Publishers, Inc, Cambridge, Massachusetts, 1980, p. 179)

H γλωσσική συμπεριφορά των ανθρώπων, συνδέεται με διάφορες προδιαγραφές σύμφωνα με τον κοινωνικό ρόλο, που καλούνται να αναλάβουν. Στη γλωσσική συμπεριφορά των γυναικών, βλέπουμε να πραγματώνεται, ήδη από πολύ νωρίς, το πρότυπο του ‘ωραίου’ και ‘ασθενούς’ φύλου. Μια γυναίκα δεν είναι σωστό να χυδαιολογεί, αλλά θα ήταν ακόμα καλύτερα να σώπαινε τελείως. Ακόμη και με το γάμο, δηλώνονταν η εξάρτηση της γυναίκας, πρώτα από τον πατέρα της κι έπειτα συνέχιζε η νέα εξάρτησή της, από το σύζυγο.

Η γλώσσα μας προδίδει, όταν επιχειρούμε να μιλήσουμε για καινούργιες εμπειρίες, όπως για παράδειγμα στη σεξουαλικότητα. Η καταπίεση της σεξουαλικότητας γενικά, αλλά ιδιαίτερα η καταδίκη της γυναικείας σεξουαλικότητας σε ανυπαρξία, έχουν οδηγήσει στην πορνογραφική έκφρασή της στη γλώσσα και στην αδυναμία έκφραση της γυναικείας σεξουαλικότητας σε μη χυδαία. Πέρα από το γεγονός, ότι η σεξουαλικότητα είναι ταμπού στην ελληνική κοινωνία, για τις γυναίκες κάθε ουσιαστικό, κάθε περιγραφή, κάθε έκφραση, που αναφέρεται στη σεξουαλικότητα, είναι φορτισμένα με τις εμπειρίες της ως αντικείμενο σεξουαλικό.

Μία από τις πιο τεκμηριωμένες διαφορές ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες, αφορά τη φωνητική πραγμάτωση της γλώσσας. Oι γυναίκες προτιμούν συχνότερα από τους άντρες εκείνη τη φωνητική μορφή, που θεωρείται πρότυπη, δηλαδή «σωστότερη», πιο «καθώς πρέπει». Η ομιλία των γυναικών, φαίνεται να χαρακτηρίζεται από σχήματα επιτόνισης, που οι άντρες δε χρησιμοποιούν, όπως επιτονίσεις, που υποδηλώνουν μη ολοκλήρωση του εκφωνήματος ή θεωρούνται πιο ευγενικές. Επίσης, ενώ οι άντρες έχουν πλουσιότερο λεξιλόγιο σε σχέση με το επάγγελμά τους, οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ποικιλία σε λεξιλόγιο, που αφορά την καθημερινή φροντίδα των παιδιών και το νοικοκυριό. Ο γλωσσικός σεξισμός δεν αποτελεί αίτιο, αλλά συνέπεια της κοινωνικής ανισότητας και όταν η κοινωνική πραγματικότητα αλλάξει, θα ακολουθήσει και η γλωσσική αλλαγή.

ΔΙΑΦΟΡΕΣ  ΤΩΝ  ΔΥΟ  ΦΥΛΩΝ  ΩΣ  ΠΡΟΣ  ΤΙΣ  ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ  ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ

Από θεωρητική σκοπιά, η γλωσσική ικανότητα, χρησιμοποιείται στην πράξη, για να αναφερθεί σε δύο είδη διαφορετικών φαινομένων: α) τη γνώση και χρήση της ίδιας της γλώσσας και β) τη σκέψη που στηρίζεται στη γλώσσα. Η έννοια της γλωσσικής ικανότητας, έτσι όπως χρησιμοποιείται από τη ψυχομετρική παράδοση, είναι ιδιαίτερα προβληματική. Πάντως τις περισσότερες φορές ο όρος γλωσσική ικανότητα, αναφέρεται στη γνώση και χρήση της ίδιας της γλώσσας.

Το συμπέρασμα για υπεροχή των γυναικών, διατυπώνεται σε διάφορα ψυχολογικά κείμενα. Λέγεται κατ΄ αρχήν, ότι οι γυναίκες υπερέχουν στις λεκτικές κλίμακες των test νοημοσύνης, όπως είναι ο λεξιλογικός πλούτος. Η υπεροχή υποτίθεται ότι παρατηρείται και σε ορισμένα test ειδικών ικανοτήτων, όπως είναι οι λεκτικοί συλλογισμοί, η κατανόηση κειμένων και ο χειρισμός λεκτικών συμβόλων. Αναφέρονται ακόμη, ορισμένες παρατηρήσεις για την ανάπτυξη της γλώσσας κατά την παιδική ηλικία. Λέγεται ότι τα κορίτσια βαδίζουν πιο νωρίς στην προγλωσσική περίοδο, μιλούν πιο νωρίς, πιο καθαρά, σχηματίζουν νωρίτερα προτάσεις, μιλούν με μεγαλύτερες προτάσεις και τα πηγαίνουν καλύτερα στο σχολείο με την ανάγνωση, τη γραφή και την ορθογραφία. Υποστηρίζεται, ότι γενικότερα οι γυναίκες μιλούν πιο ωραία, πιο σωστά, πιο πολύ και ότι δείχνουν μεγαλύτερη ευχέρεια και στη χρήση και στην κατανόηση της γλώσσας. Ακόμη, προστίθενται και υποθέσεις νευροψυχολογικής κατά βάση φύσης, που υποστηρίζουν ότι οι γυναίκες είναι λιγότερο ευάλωτες σε παθολογικά φαινόμενα, όπως η αφασία και η δυσλεξία.

Σε διάφορες μελέτες, όπως για παράδειγμα, των Bendow & Stanley (1980) για τα «προικισμένα» στα μαθηματικά παιδιά, σύγκρινε και γλωσσικές ικανότητες, χωρίς ωστόσο να παρατηρήσει καμιά διαφορά. Ακόμη, επειδή η υπόθεση για την ταχύτερη βιολογική ωρίμανση των κοριτσιών είναι σχετικά αποδεκτή, δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα μιας πιο πρώιμης νευρολογικής ωρίμανσης, μολονότι, οι διαφορές των φύλων στους ρυθμούς ωρίμανσης είναι σχετικές και όχι μεγάλες. Στη μελέτη των Cook (1985) παρατηρείται ότι τα αγόρια μιλούν πιο πολύ, παίρνουν πρωτοβουλίες στη συνομιλία πιο νωρίς και τα λοιπά. Ο Ellis (1895) δέχεται, ότι οι γυναίκες διακρίνονται σε ένα μόνο τομέα γλωσσικών ικανοτήτων, τη λογοτεχνική γραφή. Οι ερμηνείες, που μερικές φορές διατυπώνονται για το γιατί οι γυναίκες μιλούν «σωστά», σύμφωνα δηλαδή με το επίσημο κοινωνικό πρότυπο, αναφέρονται στη δειλία και στο συντηρητισμό τους και αυτό σε αντίθεση με τους άντρες, που υποτίθεται πως τολμούν να αμφισβητήσουν το κοινωνικό κατεστημένο, μέσα από χρήσεις της γλώσσας, όπως η αργκό.

Κανείς δεν αμφισβητεί ότι υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι άντρες έχουν κατά μέσο όρο πιο ανεπτυγμένους μυς, μεγαλύτερο βάρος και δύναμη. Οι γυναίκες ωριμάζουν πιο γρήγορα και ζουν περισσότερο. Η γυναικεία φωνή είναι διαφορετική από τη φωνή του άνδρα και συχνά τα κορίτσια έχουν καλύτερη απόδοση στα γλωσσικά μαθήματα από ότι τα αγόρια. Πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι μερικές από αυτές τις διαφορές οφείλονται σε κοινωνικούς παράγοντες. Κατά μία άποψη οι γυναίκες ζουν περισσότερο από τους άντρες λόγω των διαφορετικών ρόλων που αναλαμβάνουν στην κοινωνία και των επαγγελμάτων που ασκούν. Κάποιες διαφορές στην ποιότητα φωνής ενδέχεται να είναι προσαρμοσμένες στην κοινωνική νόρμα η οποία καθορίζει το πως πρέπει να ηχεί η φωνή της γυναίκας. Μεγάλο μέρος των διαφορών στη γλώσσα οφείλεται στον τρόπο εκπαίδευσης. Πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν ότι τα προβλήματα ανάγνωσης τα οποία εμφανίζονται συχνότερα στα αγόρια δεν οφείλονται σε γενετικούς, αλλά σε κοινωνικο-πολιτισμικούς παράγοντες.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΓΙΑ ΤΑ ΔΥΟ ΦΥΛΑ

Οι γυναίκες δεν κατέχουν την ίδια κοινωνική θέση όπως οι άντρες, παρά τους νόμους που έχουν δημιουργηθεί για να προστατεύσουν μία σεξιστική διάκριση. Οι άντρες φαίνεται να έχουν περισσότερη κοινωνική δύναμη από τις γυναίκες, δύναμη που πιστεύεται ότι αντλείται από φυσικές προσωπικές και ενδοπροσωπικές πηγές. Το να είναι κάποιος άντρας μαλακός, συγκαταβατικός και γλυκομίλητος, είναι απορριπτέο και εμπνέει εχθρότητα. Ο άνδρας ονομάζεται παρηκμασμένος  ή θηλυπρεπής, όταν μιμείται τις επιδράσεις του παρουσιαστικού του από τις γυναίκες, γιατί έχει εγκαταλείψει τα πλεονεκτήματα που ταυτίζονται με το ανδρικό.

Ο άνδρας παρουσιάζεται συνήθως αρρενωπός. Ντύνεται με δερμάτινα, δεν κλαίει, περιφρονεί τα καλλιτεχνικά έργα, κυνηγάει τα δύσκολα αθλήματα, ενώ φροντίζει σε κάθε όνομα, να προσθέτει κι ένα πρόστυχο επίθετο. Όταν συζητάει ο άνδρας, οργανώνει την κουβέντα του κάνοντάς την επιβλητική, δυναμική αλλά και γνωστική, σαγηνευτική, με απρόοπτα που τραβούν την προσοχή του συνομιλητή του, ιδιαίτερα όταν αυτός είναι γυναίκα.    Οι αρσενικές αξίες είναι ακόμη δυστυχώς βασικοί μοχλοί των διαδικασιών της πολιτικής. Έτσι, η μηχανή της πολιτικής γίνεται μάστιγα. Ο άνδρας, έχει μάθει να εφαρμόζει την κυριαρχία σαν αυτοσκοπό και χωρίς ντροπή. Συνθλίβεται ο αυθορμητισμός.

Αντίθετα, τα γυναικεία χαρακτηριστικά είναι η αδυναμία, η παθητικότητα, οι συναισθηματισμοί, η δειλία, η ευαισθησία, η τρυφερότητα και η ευγένεια, που πρέπει να φαίνονται και στη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι γυναίκες, ενώ σήμερα η θηλυκότητα έχει αρχίσει να παίρνει ένα διαφορετικό νόημα. Οι διαφορές των δύο φύλων, είναι το αποτέλεσμα διαφορετικών κοινωνικών συμπεριφορών, από τις οποίες προκύπτει η γλώσσα ως κοινωνικό σύμβολο. Η χρήση της γλωσσικής ποικιλίας της γυναίκας, σημαίνει την αναγνώριση κάποιου ως θηλυκό του αντίστοιχου ρόλου, ενώ συμβαίνει και το αντίθετο. Η υιοθέτηση  του γυναικείου ρόλου στην κοινωνία, προϋποθέτει και την υιοθέτηση του γλωσσικού κώδικα. Όπως για παράδειγμα, είναι το να φοράει κανείς γυναικεία ρούχα.

Η πιο βασική λειτουργία της φυλετικής υποκουλτούρας, είναι να σιγουρεύει το ότι οι άνθρωποι είναι εξοπλισμένοι με συλλήψεις της αρρενωπότητας και της θηλυκότητας, που τους επιτρέπουν να ξεχωρίζουν μεταξύ ανδρών και γυναικών. Για να βοηθάει σε αυτό, υπάρχουν κάποια κλειδιά, όπως για παράδειγμα το μέγεθος και το σχήμα του σώματος, η παρουσία ή απουσία υπερτρίχωσης στο πρόσωπο, χαρακτηριστικά της φωνής, τα οποία είμαστε λιγότερο ή περισσότερο ικανοί να χρησιμοποιήσουμε, ανάλογα με το βαθμό ένταξής μας στο πλαίσιο, που έχει θέσει η κοινωνία μας. Φυσικά, η δουλειά μας αυτή διευκολύνεται με άλλα μη-λεκτικά κλειδιά, όπως τα καλλυντικά και τα ρούχα, καθώς και τα ονόματα, που κι αυτά χαράσσουν τα σύνορα των δύο κατηγοριών.

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΓΛΩΣΣΙΚΗΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΗΣΗΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΔΥΟ ΦΥΛΑ

Η γλωσσική διαφοροποίηση ανάμεσα στα δύο φύλα αρχίζει πριν ακόμη γεννηθεί το μωρό. Πριν το παιδί γεννηθεί, αρχίζει να λαμβάνει ερεθίσματα από ένα κόσμο που δε γνωρίζει, θα συνεχίσει μετά τη γέννηση με την επικοινωνία, που θα έχει με το υποκείμενο που το προσέχει και συνήθως είναι η μητέρα. Η κοινωνική συμπεριφορά και η απάντηση σε όλα τα ερεθίσματα, θα έχει ολοκληρωθεί πριν το μωρό συμπληρώσει ένα χρόνο. Στα πρώτα χρόνια, εναρμονίζεται με το βιολογικό του ρυθμό, αλλά και το ρυθμό ζωής. Στη συνέχεια, τα μικρά απαντούν στα εξωτερικά ερεθίσματα με μονοσύλλαβες λεξούλες και με εκφράσεις του προσώπου.

Έχει παρατηρηθεί, ότι οι ενήλικοι μιλούν με διαφορετικό τρόπο προς τα αγόρια και τα κορίτσια. Αυτή η διαφορετική αντιμετώπιση εσωτερικεύεται από τα παιδιά. Την εσωτερίκευση αυτή, μπορεί να τη δει κανείς στα παιχνίδια των παιδιών, παρατηρώντας και το γλωσσικό κώδικα που χρησιμοποιούν. Στις περιόδους αυτές, εδραιώνονται καλά μέσα στα παιδιά και οι γλωσσικές διαφοροποιήσεις μεταξύ των δύο φύλων, όπως και η σχετική συμπεριφορά. Μέχρι τα παιδιά να μπουν στο σχολείο, έχουν αφομοιώσει πλήρως τα μοντέλα των δύο φύλων. Είναι χαρακτηριστική η παρατήρηση, ότι τα αγόρια κυρίως τα καταφέρνουν στα μαθηματικά και στη γεωμετρία, ενώ τα κορίτσια στη φιλολογία. Τη γλωσσική ικανότητα και την ικανότητα επικοινωνίας, την αποκτάμε βρέφη, μέσα από τη αλληλεπίδραση με το περιβάλλον μας.

Η γλωσσική συμπεριφορά των ανθρώπων συνδέεται με διάφορες προδιαγραφές, σύμφωνα με τον κοινωνικό ρόλο, που καλούνται να αναλάβουν. Στη γλωσσική συμπεριφορά των γυναικών, βλέπουμε να πραγματώνεται ήδη από πολύ νωρίς το πρότυπο του «ωραίου» και «ασθενούς φύλου». Η φράση «σαν αγοροκόριτσο η μιλιά σου», είναι μία προειδοποίηση για τα κορίτσια, έστω κι αν ακούγεται μέσα από το γνωστό τραγούδι. Άνδρες και γυναίκες, είναι κοινωνικά άνισοι και η κοινωνία οριοθετεί για αυτούς διαφορετικούς κοινωνικούς ρόλους, αλλά περιμένει και διαφορετική συμπεριφορά. Η γλώσσα, απλά αντικατροπτίζει αυτή την κοινωνική διαφορά. Οι γυναίκες πρέπει να είναι πιο «σωστές», έστω και γλωσσικά.

Τα taboo μιας κοινωνίας, είναι φόβοι και οι συγκρούσεις της, που η κοινωνία δύσκολα αντιμετωπίζει. Η σύνδεση μεταξύ της γλώσσας των γυναικών και των taboo, είναι από όλους παραδεκτή. Αλλά τα  taboo συνδέονται και με τη γλώσσα των ανδρών. Οι απαγορεύσεις των taboo και οι έλεγχοι που ασκούν, έχουν να κάνουν με την κοινωνική δομή και το πολιτιστικό περιβάλλον. Τα taboo, μπορούν να έχουν παντοδύναμη επιρροή στην ανάπτυξη των διαφοροποιημένων λεξιλογίων των δύο φύλων. Στους Zulu για παράδειγμα, έχει παρατηρηθεί ότι μία γυναίκα δεν επιτρέπεται να αναφέρει το όνομα του πεθερού της ή των αδερφών της κι αν παραβεί το taboo, η ποινή είναι θάνατος.

Η  ΓΛΩΣΣΑ  ΤΟΥ  ΣΩΜΑΤΟΣ

Εκτός από τη γλώσσα, υπάρχουν κι άλλοι τρόποι ανθρώπινης επικοινωνίας. Αυτά τα επιπλέον γλωσσικά και μη, συστήματα, αναφέρονται ως μη γλωσσική επικοινωνία ή ως γλώσσα του σώματος. Kinesics είναι η γλώσσα του σώματος, κάθε κίνηση από τους μύες και τον ανθρώπινο σκελετό. Αυτές οι κινήσεις εμπεριέχουν μηνύματα, που συχνά αναφέρονται στην έλξη μεταξύ ανδρών και γυναικών, σύμφωνα με την Key.
Οι διαφορές των ανδρών και των γυναικών κατά τη συμπεριφορά τους, είναι ίσως περισσότερο αισθητή στο επίπεδο της κίνησης, παρά στο φραστικό επίπεδο. Αυτό, που σε κάποια ιστορική στιγμή, μπορούσε να θεωρηθεί ως μη ανδροπρεπής ή για παράδειγμα, ενώ μερικά παιχνίδια γύρω στα 1800 ήταν μόνο για μεγάλους, σήμερα παίζονται μόνο από παιδιά. Συμπεριφορά, που μπορεί να θεωρηθεί θηλυκή σε μία χώρα, μπορεί σε μία άλλη να μη θεωρείται τέτοια.

Τα ρούχα, συμπληρώνουν και διαμορφώνουν σημαντικά τη γλώσσα του σώματος. Η μίνι φούστα, έχει σημαντική συμβολή στο βάδισμα και στο κάθισμα των γυναικών στις μέρες μας. Είναι φανερή η συσχέτιση των ρούχων και των ιδιαιτεροτήτων του φύλου. Οι εκφράσεις του προσώπου, είναι μία ακόμη πλευρά της γλώσσας του σώματος, είναι ένας πληθωρικός σε συνδυασμούς τρόπος επικοινωνίας. Θεωρείται, ότι οι γυναίκες που υποτίθεται πως είναι πιο εκφραστικές και ευαίσθητες, μπορούν να εκφραστούν με αυτό τον τρόπο καλύτερα από τους άντρες. Σχετικές έρευνες πάνω στο θέμα, αμφισβήτησαν το παραπάνω και κατέληξαν, ότι υπάρχουν ορισμένες γυναίκες πιο ευαίσθητες, όπως και ότι υπάρχουν μερικοί άνδρες πιο ευαίσθητοι και συνεπώς πιο εκφραστικοί.

Η γλώσσα, είναι κάτι το ειδικά «ανθρώπινο». Πέρα από το γεγονός, ότι είναι αυτόνομη, είναι όμως και συνυφασμένη με τον πολιτισμό και την κοινωνική δομή. Η γλώσσα αποτελεί ένα σημαντικό στοιχείο, που δείχνει την προσωπική ταυτότητα του κάθε ατόμου. Δεν είναι μόνο ένα κοινωνικό, αλλά και διαπροσωπικό, αμοιβαίο και προσδιοριστικό σύστημα σημείων. Μέσω της γλώσσας  δημιουργείται κοινωνικά η πραγματικότητα. Κάθε κοινωνικό απόθεμα γνώσης, στηρίζεται στη γλώσσα ως διαθέσιμη δομή αυτονόητων στοιχείων. Ακόμη, θεωρείται ότι είναι το σημαντικότερο στοιχείο ανθρώπινων επικοινωνιακών συστημάτων. Διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στη συνοχή των ομάδων και στη σύγκρουση μέσα στην ομάδα. Τέλος, η γλώσσα ως ιδανικό σύστημα, θεωρείται ως αποτέλεσμα διαπροσωπικής ανθρώπινης δραστηριοποίησης και ενσαρκώνεται σε ενέργειες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ  ΕΛΛΗΝΟΦΩΝΗ

1.    Βέλτσος,  Γιώργος, Κοινωνία και Γλώσσα, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1976
2.    Κατή, Δήμητρα, Νοημοσύνη και Φύλο. Ο Σεξισμός στις Επιστημονικές Ιδέες για τις
Γνωστικές ικανότητες, Εκδόσεις Οδυσσέα, Αθήνα, 1991
3.    Λεντάκης, Αντρέας, Είναι η Γυναίκα Κατώτερη από τον Άντρα; Εκδόσεις Δωρικός, 1986
4.    Παυλίδου, Θεοδοσία, Γλώσσα-Γλωσσολογία-Σεξισμός, Περιοδικό Σύγχρονα Θέματα,
Τεύχος 21, (1984), σσ 69-78
5.    Φραγκουδάκη, Άννα, Γλώσσα και Ιδεολογία, Εκδόσεις Οδυσσέα, Αθήνα, 1987
6.    Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος, Γλώσσα και Φύλο, Περιοδικό Θαλλώ, Τεύχος 3, (Χανιά,
1991), σσ 77-97.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ  ΞΕΝΟΦΩΝΗ

1.    Boutet, Josiane, Εισαγωγή στην Κοινωνιογλωσσολογία, Εκδόσεις Γρηγόρη,
Αθήνα,1984
2.    Heatheringthon, E, Madelon, How Language Works, Winthrop Publishers, Ihc,
Cambridge, Massachusetts, 1980
3.    Κάρλος Καστίγια Ντελ Πίνο, Η Αλλοτρίωση της Γυναίκας, Εκδόσεις Οδυσσέας
4.    Key, Ritchie Mary, Male/Female Language, The Scarecrov Press, Inc, Metuchen,
N.J 1975
5.    Schaff, Adam, Γλώσσα και Γνώση, Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα
6.    Smith, M, Philip, Language, The Sexes and Society, Basil Blackwell, Oxford, 1985
7.    Weinberg, B, Bennett, Speaker Sex Recognition of 5 and 6 year old Children’s
Speech, Journal of the Acoustical Society of America, 50, (1971), pp 210-213